Τέσσερα έγγραφα που βάζουν φωτιά στα σχέδια για την ξενοδοχοποίηση του κτιρίου στο οποίο στεγαζόταν η 5η Μεραρχία στα Χανιά, και στο οποίο στεγαζόταν επί 16 συναπτά έτη η κατάληψη της Rosa Nera που εκκενώθηκε πρόσφατα από την αστυνομία, δημοσίευσαν τις τελευταίες ημέρες τα Χανιώτικα Νέα. Τα έγγραφα εκθέτουν τη σημερινή Σύγκλητο του Πολυτεχνείου Κρήτης που προχωράει κανονικά την εκποίηση των κτιρίων, την προηγούμενη διοίκηση του πρώην Πρύτανη και σημερινού υφυπουργού Παιδείας, Βασίλη Διγαλάκη, και συνολικά την κυβέρνηση που έχει ρίξει βάρος στην υπόθεση της εκχώρησης του κτιρίου στο λόφο Καστέλι για την κατασκευή ξενοδοχείου από την εταιρεία Belvedere.
Συγκεκριμένα, δύο έγγραφα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από τα τέλη του 1984 και αρχές του 1985 που δημοσίευσε η εφημερίδα την περασμένη Πέμπτη, αποκαλύπτουν πως το ιστορικό κτίριο ουδέποτε αγοράστηκε από το Πολυτεχνείο, αλλά παραχωρήθηκε από το υπουργείο Άμυνας στο υπουργείο Παιδείας, με μία απλή μεταφορά πιστώσεων στον κρατικό προϋπολογισμό. Αξίζει να σημειωθεί πως μόλις την περασμένη εβδομάδα, απευθυνόμενος σε συγκεντρωμένους φοιτητές που διαμαρτύρονταν για την εκχώρηση του κτιρίου στην ισραηλινή εταιρεία για να κατασκευαστεί ξενοδοχείο, υποστήριξε πως «το κτίριο της πρώην Μεραρχίας δεν παραχωρήθηκε αλλά αγοράστηκε από το Πολυτεχνείο».
Αντιθέτως, τα δύο έγγραφα της περασμένης Πέμπτης αποκαλύπτουν πως η «αγοροπωλησία» ήταν απλώς μια συναλλαγή μεταξύ των Υπουργείων Άμυνας και Παιδείας, που αποτυπώθηκε στην αυξομείωση των τακτικών προϋπολογισμών εκείνης της εποχής των δύο Υπουργείων.
Συγκεκριμένα, το έγγραφο με ημερομηνία 28 Δεκεμβρίου 1984 και με θέμα «μεταφορά πιστώσεων δημοσίων επενδύσεων στον τακτικό προϋπολογισμό του υπουργείου Εθνικής Άμυνας 50.000.000 δρχ.», περιγράφει κατ’ ουσίαν πως ένα ποσό βγήκε από την «τσέπη» του υπουργείου Παιδείας και εγγράφηκε στην «τσέπη» του υπουργείου Άμυνας, όπως σημειώνει η εφημερίδα. Όπως αναφέρεται, στο έγγραφο σημειώνεται ότι συγχρόνως μειώνεται ο προϋπολογισμός εξόδων Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και συγκεκριμένα η «πίστωση του φορέα 19-450 “Πολυτεχνείο Κρήτης” και ΚΑΕ 9241 “Αγορά ή απαλλοτρίωση εδάφους ή κτισμάτων σε ιδρύματα επιστημονικά και ανώτατης εκπαίδευσης”, κατά δρχ. 50.000.000».
Στο δεύτερο έγγραφο, με ημερομηνία 18 Φεβρουαρίου 1985, περιγράφεται ακριβώς η ίδια διαδικασία, δηλαδή η μεταφορά χρημάτων στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, απλώς η μείωση του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του φορέα 19-450 “Πολυτεχνείο Κρήτης” αφορά την πίστωση του ΚΑΕ 9241 “κατασκευές έργων σε ιδρύματα επιστημονικά και ανώτατης εκπαίδευσης” και ανέρχεται σε 53.000.000 δρχ.
Από τα δύο αυτά έγγραφα, προκύπτει συνολικό ποσό για τις δύο αποφάσεις ύψους 103.000.000 δραχμών, ποσό το οποίο αναφέρεται και στο πωλητήριο που εξέδωσε το Υπουργείο Οικονομικών στις 27 Οκτωβρίου του 1986, προκειμένου να γίνει η μεταγραφή του ακινήτου του Υποθηκοφυλακείου. Συνεπώς, γίνεται ξεκάθαρο δεν πρόκειται για χρήματα που διέθεσε το Πολυτεχνείο για να αποκτήσει το κτίριο.
«Φρένο» στην εκχώρηση – Έκθετη η Σύγκλητος
Το Σάββατο, δύο ακόμα πιο σημαντικά έγγραφα για το καθεστώς των ιστορικών κτιρίων του λόγου Καστέλι ήρθαν στη δημοσιότητα και πάλι από τα «Χανιώτικα Νέα», τα οποία ταράζουν για τα καλά τα θεμέλια των σχεδίων για την ξενοδοχοποίηση. Όπως γίνεται ξεκάθαρο στα έγγραφα αυτά, τα κτίρια δόθηκαν στο Πολυτεχνείο με μοναδικό σκοπό την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του, χωρίς δικαίωμα εκχώρησης σε τρίτους, και χωρίς το δικαίωμα παρεμβάσεων σε αυτά, παρά μόνο με τη σύμφωνη γνώμη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Συγκεκριμένα, το πρώτο έγγραφο του Αυγούστου του 1979 αφορά την πρώτη σύμβαση ανάμεσα στο Ταμείο Εθνικής Aμυνας (ΤΕΘΑ) και το Πολυτεχνείο Κρήτης. Όπως αναφέρει η εφημερίδα, με την σύμβαση αυτή λοιπόν, παραχωρείται στο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα έναντι του συμβολικού μισθώματος των 6.000 δραχμών ετησίως, το κτήριο των ενετικών φυλακών (έξωθεν μέρος 296 τ.μ.) εκεί όπου στεγάστηκαν οι διοικητικές υπηρεσίες του Πολυτεχνείου.
Ακόμα πιο συγκεκριμένα, στη σύμβαση αυτή μπαίνουν για το Πολυτεχνείο οι εξής όροι χρήσης:
- Οι επισκευές – συντηρήσεις του κτηρίου είναι μέριμνα του Πολυτεχνείου και πρέπει πάντοτε να γίνονται σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του Υπουργείο Πολιτισμού.
- Η χρήση του κτηρίου θα καλύπτει αποκλειστικές ανάγκες του Πολυτεχνείου Κρήτης, «απογορευομένης οιασδήποτε αλλαγής της συμφωνηθείσης χρήσεως».
- Ο μισθωτής απαγορεύεται ρητά στη σύμβαση να παραχωρήσει τη χρήση του ακινήτου σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου ή να το εκμισθώσει.
- Κάθε είδους δαπάνες για τη βελτίωση, συντήρηση, διαρρύθμιση του συγκεκριμένου κτηρίου, θα γίνονται αποκλειστικά μετά από έγκριση του εκμισθωτού (ΤΕΘΑ) και μόνο με τις σχετικές υποδείξεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του Υπουργείο Πολιτισμού.
Το δε δεύτερο έγγραφο, ημερομηνίας Οκτωβρίου 1984, αφορά επιστολή του τότε υπουργού Παιδείας, Απόστολου Κακλαμάνη, με το οποίο ζητείται να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την παραχώρηση της κυριότητας του στρατοπέδου «Παπαστεργίου» (εκεί όπου τότε στεγαζόταν η 5η μεραρχία) στο Πολυτεχνείο Κρήτης «για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών του», έναντι του τιμήματος των 103.000.000 δραχμών, που όπως αποκαλύφθηκε από τα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν την Πέμπτη, ήταν μια μεταφορά προϋπολογισμού από το ένα Yπουργείο στο άλλο, χωρίς να εκταμιευθεί ούτε δραχμή από το Πολυτεχνείο Κρήτης.
Ο «ξενοδόχος» Διγαλάκης
Αξίζει να σημειωθεί πως μετά και τις σημερινές αποκαλύψεις της εφημερίδας, ο υφυπουργός Παιδείας, Βασίλης Διγαλάκης, που όλο το προηγούμενο διάστημα ποιούσε την νήσσαν αναφορικά με τις εξελίξεις που ο ίδιος έχει δρομολογήσει για την εκποίηση του κτιρίου κατά τη θητεία του ως Πρύτανης, επανεμφανίστηκε επικαλούμενος αυτήν ακριβώς την πράξη συναλλαγής των 103 εκατ. δρχ. μεταξύ των δύο υπουργείων, ως πράξη πώλησης του κτιρίου, μαζί με άλλα ακόμα, στο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Χανίων.
Ο πρώην Πρύτανης του Πολυτεχνείου υποστηρίζει πως τα τρία κτίρια, αυτά των Τουρκικών Φυλακών, των Στρατώνων και της Μεραρχίας Χανίων στον λόφο Καστέλι της Παλιάς Πόλης των Χανίων, πωλήθηκαν το 1986 από τον μέχρι τότε ιδιοκτήτη τους, το υπουργείο Άμυνας, έναντι 103 εκατομμυρίων δραχμών στο Πολυτεχνείο Κρήτης.
Υπενθυμίζεται πως ο πρώην Πρύτανης έχει βρεθεί στο επίκεντρο της υπόθεσης της εκποίησης των ιστορικών κτιρίων, παράλληλα με τις επιθέσεις κατά της κατάληψης της Rosa Nera, από το 2017, όταν ο σημερινός υφυπουργός Παιδείας, έχοντας τότε αναλάβει και πρόεδρος της Εταιρείας Αξιοποίησης και Διαχείρισης της Περιουσίας του Πολυτεχνείου προχώρησε στην παραχώρηση του χώρου στην εταιρεία «Belvedere Μονοπρόσωπη ΕΠΕ, Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις» για 25 χρόνια, με αντίτιμο 8,9 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί πως παρά τον αρχικό εντυπωσιασμό από το ποσό, αυτό αναλογεί σε μόλις 6 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο για ένα κτίριο εντός της παλιάς πόλης των Χανίων.
Με τις τελευταίες αποκαλύψεις, και με δεδομένη την στάση της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου, που στην τελευταία συνεδρίασή της έκανε λόγο για «μονόδρομο» ως προς την ξενοδοχοποίηση του κτιρίου, η συνέχεια αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το Πολυτεχνείο, σε ανακοίνωσή του ανέφερε την Παρασκευή πως «το θέμα δεν ήταν (ούτε θα μπορούσε να είναι) εάν συμφωνεί το Πολυτεχνείο Κρήτης με την ξενοδοχειακή-τουριστική εκμετάλλευση των ακινήτων στον λόφο Καστέλι, δεδομένου ότι η σχετική απόφαση είχε ήδη ληφθεί από το 2017. Το θέμα που εξετάστηκε, μετά τα ζητήματα που ετέθησαν από φοιτητές και φορείς της τοπικής κοινωνίας, ήταν εάν υπάρχει νομικά η δυνατότητα καταγγελίας της σύμβασης. Διαπιστώθηκε ομόφωνα ότι αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί χωρίς βαρύτατες συνέπειες για το Πολυτεχνείο Κρήτης».
Ωστόσο, μετά τις αποκαλύψεις για το καθεστώς παραχώρησης αλλά και χρήσης του κτιρίου, στην υπόθεση διαμορφώνονται νέα δεδομένα, με το βάρος να πέφτει τόσο στη Σύγκλητο, όσο και στον δήμο Χανίων και τους πολίτες του.
Διαβάστε περισσότερα: