Του Γ. Λακόπουλου
Μόλις στις 7 Δεκεμβρίου το Α.Π. σημείωνε για την Φώφη Γεννηματά: «Η μόνη επιλογή της για να διασώσει το παράδοση του ονόματός της και να επανενταχθεί στο κεντρικό ρεύμα της Δημοκρατικής Παράταξης είναι να συγκλίνει με τον Αλέξη Τσίπρα στην αντιμετώπιση της Δεξιάς του Μητσοτάκη»
Σε λιγότερο από δέκα μέρες η πρόεδρος του Κινάλ πήρε ακριβώς αυτόν το δρόμο. Κατά την ομιλία της στη Βουλή για τον προϋπολογισμό τόνισε:
«Για μας όλο και περισσότεροι Έλληνες αντιλαμβάνονται την ανάγκη να αποκτήσει η χώρα σήμερα μια αξιόπιστη και ισχυρή προοδευτική αντιπολίτευση και αύριο, όταν το πολιτικό σκηνικό αναδιαταχθεί, μια αποτελεσματική προοδευτική Κυβέρνηση».
Ο αποδέκτης των λόγων της Αλέξης Τσίπρας απάντησε αμέσως:
«Άκουσα με ενδιαφέρον το τέλος της ομιλίας της κ. Γεννηματά και το οποίο αφορούσε την ανάγκη να υπάρξει, μετά από αλλαγή των συσχετισμών, άλλη κυβέρνηση. ΝΑ υπάρξει προοδευτική κυβέρνηση στον τόπο. Και θεωρώ ότι αυτό είναι εύλογο».
Με αυτόν τον απλό τρόπο γεννήθηκε στη Βουλή κάτι νέο: η σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και Κινάλ. Τα δυο κόμματα της Δημοκρατικής Παράταξης έδειξαν την πρόθεσή τους να λειτουργήσουν ως συμπληρωματικές δυνάμεις κυβερνητικής προοπτικής. Εκ των πραγμάτων αυτή η προοπτική θέτει τέλος στη διακυβέρνηση της Δεξιάς του Μητσοτάκη.
Στις επόμενες εκλογές θα επικυρωθεί η ιστορική πλειοψηφία της Δημοκρατικής Παράταξης. Ήδη υφίσταται -αν αθροιστούν τα ποσοστά ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και Κινάλ στις τελευταίες εκλογές, απέναντι στη ΝΔ- και διαμορφώνουν αναντιστοιχία εκλογικού σώματος και Βουλής.
Οι μελλοντικοί εσωτερικοί συσχετισμοί μεταξύ των φορέων της Παράταξης, είναι υπόθεση των πολιτικών. Η ευθύνη των επικεφαλής τους σήμερα είναι να συντονίσουν τη δράση τους για να λήξει το συντομότερο η χειρότερη διακυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση.
Διατηρώντας την αυτονομία τους, να συνδιαμορφώσουν την στρατηγική της χώρας για τα επόμενα χρόνια, με απαντήσεις στα μεγάλα θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.
Σε ένα αξιόπιστο και ριζοσπαστικό προγραμματικό πλαίσιο να αναδείξουν σε προτεραιότητα το συνδυασμό ανάπτυξης και κάλυψης κοινωνικών αναγκών, την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ταυτότητας της Ελλάδας.
Να προτάξουν την αποκατάσταση των θεσμών και τον σεβασμό της δημοκρατικής λειτουργίας που κατεδαφίζει το σύστημα Μητσοτάκη.
Δεν είναι εύκολη υπόθεση καθώς το χάσμα ανάμεσα στα δυο κόμματα μεγάλωσε τα τελευταία χρόνια. Αλλά στην πολιτική οι ηγεσίες κρίνονται από την ικανότητα τους να υπερβαίνουν τις διαφορές και να συγχρονίζονται με τις ανάγκες της Ιστορίας.
Το 1964,το 1981, αλλά και το 2015 είναι χαρακτηριστικά ορόσημα επικράτησης -από τη βάση- του ρεύματος Κεντροαριστεράς-Αριστεράς.
Στις σημερινές συνθήκες η αποκατάσταση της δημοκρατικής συμπόρευσης για τη συγκρότηση ισχυρής προοδευτικής κυβέρνησης, που θα που θα επουλώσει όσες πληγές αφήνει ο αδίστακτος Νεομητστακισμός, δεν είναι επιλογή, αλλά υποχρέωση.
Η σημερινή Δεξιά, κατακερματισμένη, αντικοινωνική και ανιστόρητη, στα χέρια της χειρότερης ομάδας και υπό τον έλεγχο οικονομικών και μιντιακών κέντρων δεν αντέχει στη δημοκρατική αντεπίθεση.
Αποτελεί ευθύνη κυρίως του Αλέξη Τσίπρα, ως φυσικού επικεφαλής του χώρου και αρχηγού του μεγαλύτερου πολιτικού φορέα του, να πάρει πρωτοβουλίες που θα επιταχύνουν τη σύγκλιση. Για τα υπόλοιπα θα αποφασίσουν οι ψηφοφόροι.
Στην ίδια κατεύθυνση τόσο ο Τσίπρας όσο και η Γεννηματά πρέπει να απομονώσουν τις ενδεχόμενες απόπειρες υπονόμευσης της σύγκλισης, από εσωτερικές δυνάμεις που θα υποκινηθούν και από εξωτερικούς παράγοντες.
Από αυτή την άποψη είναι ευκαιρία και για τα δυο κόμματα να ξεκαθαρίσουν τις γραμμές τους.
Όσοι στην Κουμουνδούρου επιδιώκουν μειοψηφικές λύσεις, και δεν αντιλαμβάνονται την ανάγκη για προσαρμογή στα νέα δεδομένα και όσοι στη Χαρ. Τρικούπη φλερτάρουν με τον Μητσοτάκη, ας πάρουν το δρόμο τους.
πηγη:https://www.anoixtoparathyro.gr