H αναγκαστική παραίτηση της διευθύντριας σύνταξης του «Βήματος» με καταγγελίες για παρέμβαση και «ασφυκτικές πιέσεις» από το Μαξίμου είναι η μία όψη του νομίσματος – εκείνη της διαρκούς και κλιμακούμενης προσπάθειας απόλυτου ελέγχου της ενημέρωσης και φίμωσης της ενημέρωσης από την κυβέρνηση.
Η άλλη όψη, εξίσου σοβαρή και ίσως ακόμη πιο επικίνδυνη, είναι η άρση ασυλίας της βουλευτή του ΜέΡα25 Αγγελικής Αδαμοπούλου – μια άρση ασυλίας που δεν έχει προηγούμενο στα μεταπολιτευτικά χρονικά και εγείρει πλέον μείζον ζήτημα για το εύρος και την ποιότητα της δημοκρατίας.
Η βουλευτής του ΜέΡΑ, μετά την χθεσινή υπερψήφιση της άρσης της ασυλίας της, αντιμετωπίζει πια ποινική δίωξη για πολιτική θέση/εκτίμηση που είχε εκφράσει από το βήμα του ελληνικού κονοβουλίου ως αιρετός εκπρόσωπός του. Δηλαδή, η ελληνική Βουλή έβαλε η ίδια την σφραγίδα της στον περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης των εκπροσώπων της. Και άνοιξε, με 162 ψήφους, πολύ επικίνδυνους δρόμους ποινικοποίησης της πολιτικής άποψης της μειοψηφίας – δηλαδή, έπληξε απ’΄ευθείας τον πυρήνα των βασικών αρχών και αξιών της δημοκρατίας.
Η Αγγελική Αδαμοπούλου αντιμετωπίζει ποινική δίωξη επειδή σε μία ομιλία της στην Βουλή εξέφρασε την εκτίμηση και την ανησυχία ότι τα κατά καιρούς επεισόδια σε διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις μπορεί να υποδαυλίζονται από θύλακες προβοκατόρων εντός της ΕΛΑΣ.
Η Ομοσπονδία Αστυνομικών της Κεντρικής Μακεδονίας θεώρησε ότι εθίγη από την αναφορά αυτή και κατέθεσε μήνυση εναντίον της βουλευτή για συκοφαντική δυσφήμιση. Η υπόθεση παραπέμφθηκε από την επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής στην Ολομέλεια και, παρά την αντίδραση σχεδόν σύσσωμης της αντιπολίτευσης, η ΝΔ με την συνδρομή λίγων ψήφων και από το ΚΙΝΑΛ, ήρε χθες την ασυλία της για να προχωρήσει η εκδίκαση της μήνυσης στα ποινικά δικαστήρια.
Την άρση ασυλίας Αδαμοπούλου καταψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25, η Ελληνική Λύση δήλωσε «παρών», ενώ στο ΚΙΝΑΛ επικράτησε πολιτικό χάος με κάποιους βουλευτές να ψηφίζουν υπέρ, κάποιους κατά και κάποιους να απέχουν. Σε εκείνους που απείχαν ήταν και η πρόεδρος του κόμματος Φώφη Γεννηματά και ο Γιώργος Παπανδρέου.
Στην γενική της εικόνα ήταν μια συνεδρίαση που δεν τίμησε ούτε το ελληνικό κοινοβούλιο, ούτε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι εκπρόσωποι της ΝΔ δυσκολεύτηκαν πολύ να στηρίξουν την άρση της ασυλίας. Ο Χαράλαμπος Αθανασίου έφθασε σε ακραίες συγκρίσεις - «λέει για κάποιον ότι είναι… σωματέμπορος, για παράδειγμα, χωρίς να έχει αποδείξεις. Θα μείνει στο απυρόβλητο ο βουλευτής;» ρώτησε – ενώ ο Γιάννης Μπουγάς υποστήριξε πως αφού δεν ελέγχεται από την Βουλή η βασιμότητα της κατηγορίας «συνίσταται, έτσι όπως έρχεται προς κρίση, το αδίκημα της συκοφαντικής δύυσφήμισης».
Ο Γιώργος Κατρούγκαλος, ωστόσο, κατέθεσε στα πρακτικά πάγια νομολογία που λέει ότι «δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης συλλογικά κατά ομάδας προσώπων». Και επεσήμανε: «Τι έκανε η κα Αδαμοπούλου; Έκανε μια πολιτική κρίση. Είπε ότι σε διαδηλώσεις που εκτρέπονται του σκοπού τους βλέπουμε αστυνομικούς με πολιτικά να συμμετέχουν στα επεισόδια. Αυτό, αληθές ή μη αληθές, είναι προφανές ότι αποτελεί πολιτική κρίση και δε στρέφεται κατά της τιμής κανενός συγκεκριμένου προσώπου».
Την δε πιο βαθιά, πολιτική και δημοκρατική, διάσταση της υπόθεσης έθεσε ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Χάρης Καστανίδης: «Δεν μπορεί», είπε, «να διώκεται βουλευτής ούτε να συλλαμβάνεται κατά τη διάρκεια της θητείας του, όταν πολύ περισσότερο από του βήματος της Βουλής εκφωνεί άποψη, με την οποία μπορώ να διαφωνώ εγώ ή εσείς ή οποιοσδήποτε άλλος». Και κατέληξε τονίζοντας: «Δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία ότι το σύνολο των πολιτικών κομμάτων θα σκεφτεί πολύ σοβαρά πριν πάμε στην ψηφοφορία, εάν θα διαμορφώσουμε προηγούμενο, για το οποίο δεν θα είμαστε υπερήφανοι».
πηγη:https://tvxs.gr