H γερμανική Handelsblatt το θέτει στην βάση των απλών  και κυνικών αριθμών. Γράφει ότι μετά το νέο lockdown «οι ελπίδες για την (ελληνική) ανάκαμψη σβήνουν» και εξηγεί:

«Το μαξιλάρι ρευστότητας, ύψους 37 δισεκατομμυρίων ευρώ πριν από την πανδημία, έχει συρρικνωθεί στα 31 δισεκατομμύρια. Εάν ο (υπουργός Οικονομικών Χρήστος) Σταϊκούρας συνεχίσει τη ρευστοποίηση, θα μπορούσε να επηρεαστεί η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας. Γι αυτό καταφεύγει στις αγορές. Από τις αρχές της χρονιάς η Αθήνα έχει εκδώσει νέα ομόλογα, συγκεντρώνοντας πάνω από 5,5 δις ευρώ. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο κορονοϊός πηγαίνει πιο πίσω την απομείωση του ελληνικού χρέους. Στα τέλη Δεκεμβρίου το δημόσιο χρέος είχε φτάσει σε ποσοστό-ρεκόρ 208,9%. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Κομισιόν το χρέος της Ελλάδας θα κυμαίνεται σε ποσοστά άνω του 120% μέχρι το 2040 και μόλις το 2060 θα επιστρέψει στα επίπεδα προ της πανδημίας».

Πιο απλά, και συνοπτικά, η γερμανική εφημερίδα βλέπει μετά τον κύκλο της πανδημικής ύφεσης κίνδυνο υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας και υπονοεί απειλή νέας κρίση χρέους.

Πρόκειται για το σενάριο που απορρίπτει ρητά και κατηγορηματικά η κυβέρνηση και προσωπικά ο Χρήστος Σταϊκούρας. Ο ίδιος υπερτονίζει την άνεση ρευστότητας που δημιουργεί ο δανεισμός με το φθηνό χρήμα της ΕΚΤ – αποφεύγοντας να σταθεί στον φαύλο κύκλο υπερχρέωσης που δημιουργεί -, ποντάρει στην παράταση της δημοσιονομικής χαλάρωσης από το Eurogroup για έναν ακόμη χρόνο, και υπόσχεται θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης φέτος και του χρόνου κόντρα στις προβλέψεις της Κομισιόν και του ΔΝΤ.

Η τελευταία αυτή υπόσχεση βασίζεται σε δύο παραδοχές: Η πρώτη είναι η εισροή του πακτωλού δισεκατομμυρίων του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, και η δεύτερη η ανάνηψη του τουρισμού την οποία προδικάζει η κυβέρνηση από την τρέχουσα ήδη σεζόν.

Ως προς το πρώτο, παραμένει ακόμη άγνωστο το πότε θα αρχίσουν να έρχονται στην Ελλάδα και, κυρίως το πώς, θα μπορέσουν να αξιοποιηθούν τα κονδύλια του ευρωπαϊκού «σχεδίου Μάρσαλ». Ως προς το δεύτερο, μια πρώτη ανησυχητική απάντηση έρχεται και πάλι από την Γερμανία:

Το Βερολίνο και οι κυβερνήσεις των γερμανικών κρατιδίων βάζουν ήδη φρένο σε κάθε σχεδιασμό ταξιδιού και διακοπών για την πρώιμη τουριστική περίοδο του Πάσχα των καθολικών (4 Απριλίου). Και η TUI, ο μεγαλύτερος παίκτης της παγκόσμιας ταξιδιωτικής αγοράς διέγραψε οριστικά όλα τα τουριστικά πακέτα μέχρι τέλος Μαρτίου σε βασικούς προορισμούς, όπως στη Μεσόγειο. Για τη περίοδο του Πάσχα τα πάντα είναι στον αέρα , και για το καλοκαίρι του 2021 η TUI έχει κάνει μόνον 500 χιλιάδες προκρατήσεις από την Γερμανία για προορισμούς σε όλη την υφήλιο – αριθμό, που ο ίδιος ο όμιλος θεωρεί αμελητέο.

Την ίδια ώρα, το περίφημο «πιστοποιητικό εμβολιασμού» που προωθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να ανοίξει η τουριστική αγορά εξακολουθεί να προσκρούει στην κάθετη άρνηση και του Βερολίνου και των Βρυξελλών, και η επιχείρηση «απογείωσης» του τουρισμού εστιάζει τώρα στην σύναψη διμερών συμφωνιών με χώρες που προχωρούν γρήγορα την διαδικασία των εμβολιασμών όπως το Ισραήλ.

Η ενέργεια, ωστόσο, που καταναλώνει η κυβέρνηση στο συγκεκριμένο project είναι μάλλον δυσανάλογη του αποτελέσματος που αυτό μπορεί να αποδώσει.

Αντιθέτως, ούτε ο πρωθυπουργός ούτε ο υπουργός Οικονομικών δείχνουν καμία πρόθεσης αντίστοιχης ενεργοποίησης και συμμετοχής στην παγκόσμια συζήτηση περί διαγραφής χρεών – περί του εγχειρήματος που θα μπορούσε, πράγματι, να δώσει ουσιαστική αναπτυξιακή δυναμική σε υπερχρεωμένες χώρες και θα έκλεινε οριστικά τον κίνδυνο μιας νέας κρίσης χρέους.

Είναι η συζήτηση που σύμφωνα με μια άλλη γερμανική εφημερίδα, την Welt, κάνει αυτή την στιγμή η μισή Ευρώπη. Για την ακρίβεια, η Welt γράφει ότι «η μισή Ευρώπη ζητά διαγραφή χρέους» και στέκεται  στην αντίσταση του Βερολίνου απέναντι στο εν λόγω αίτημα, επισημαίνοντας και την πρόσφατη, αρνητική νομική γνωμοδότηση του γερμανικού κοινοβουλίου. Τονίζει όμως ότι  «η συζήτηση περί διαγραφής μάλλον δεν πρόκειται να σταματήσει, καθώς η πανδημία του κορονοϊού προκαλεί αλματώδη αύξηση του χρέους στην ευρωζώνη».

«Η συζήτηση», γράφει, «για τη διαγραφή του χρέους συντηρείται κυρίως από τις άμεσα θιγόμενες χώρες. Τον Νοέμβριο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε υπολογίσει ότι εντός του έτους το χρέος της Ιταλίας θα πλησιάσει το 160% του ΑΕΠ. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στην μετά την Ελλάδα (201%) και πριν την Πορτογαλία (130%), την Ισπανία (122%), τη Γαλλία και το Βέλγιο (γύρω στο 118%)».

Παρά ταύτα όμως, και παρ΄ότι είναι η πρώτη των «θιγόμενων» και πρωταθλήτρια του χρέους, η Ελλάδα δεν βρίσκεται στην «μισή Ευρώπη» που ζητά διαγραφή – παραμένει σταθερά και επίμονα στο άλλο, το… σιωπηλό μισό.

Πηγη: https://tvxs.gr