Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 27 Μάρ 2023
Μακρά περίοδο ύφεσης και χρεοκοπιών φέρνει η αύξηση των επιτοκίων και ο ανένδοτος κατά του πληθωρισμού
Κλίκ για μεγέθυνση









 
 

του Λεωνίδα Βατικιώτη

Απαθής και ασυγκίνητη παρακολουθεί η οικονομική και πολιτική ηγεσία το ντόμινο καταρρεύσεων που πυροδότησε η άνοδος των επιτοκίων! Στο ερώτημα δε που αυθόρμητα προκύπτει, αν οι κεντρικές τράπεζες θα σταματήσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού τώρα που έγιναν ορατές οι καταστρεπτικές, υφεσιακές επιπτώσεις τους, η απάντηση είναι αρνητική. Η άνοδος των επιτοκίων θα συνεχιστεί!

Το πολύ – πολύ με ένα μικρότερο ρυθμό ή με χαμηλότερη ένταση όπως για παράδειγμα έκανε η αμερικανική κεντρική τράπεζα στις 2 Φεβρουαρίου και στις 22 Μαρτίου αυξάνοντας τα επιτόκια κάθε φορά μόνον κατά 0,25% για να φτάσουν στο 4,75%-5% που είναι το υψηλότερο σημείο τους από τον Οκτώβριο του 2007. Πριν δηλαδή ξεσπάσει η χρηματοπιστωτική κρίση στην αμερικανική αγορά ενυπόθηκων δανείων που στη συνέχεια γενικεύτηκε για να εξελιχθεί στην Ευρωζώνη σε κρίση του ευρώ και στην Ελλάδα σε δημοσιονομική κρίση.

Είμαστε μόνο στην αρχή

Η αποφασιστικότητα των κεντρικών τραπεζών να συνεχίσουν την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, αδιαφορώντας για το οικονομικό και πολιτικό κόστος, υπογραμμίστηκε από μια σειρά γεγονότων. Από κοινού επιβεβαιώνουν ότι είμαστε μάρτυρες μιας κρίσης που θα κρατήσει χρόνια. Εντελώς ενδεικτικά:

  • Τη δήλωση του Γερμανού κεντρικού τραπεζίτη Χοακίμ Νάγκελ στις 24 Μαρτίου (αφού δηλαδή η μετοχή της Ντόιτσε Μπανκ είχε πέσει κατά 14%) ότι όχι μόνο πρέπει να συνεχιστούν οι αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ, αλλά πρέπει επίσης να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Με άλλα λόγια, η άνοδος να διατηρηθεί κι όχι να ακολουθήσει μια ραγδαία πτώση.
  • Την κριτική του ισχυρού άνδρα της JP Morgan προς τον επικεφαλής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, Τζ. Πάουελ, κι ενώ μάλιστα σε 11 ημέρες είχαν καταρρεύσει 4 τράπεζες στις ΗΠΑ (Silicon Valley Bank, Signature Bank, Credit Suisse και First Republique), «με όλο τον σεβασμό, αλλά η κατάσταση με τον πληθωρισμό έχει ξεφύγει από τον έλεγχό του»…
  • Την προτροπή του ΟΟΣΑ προς τις κεντρικές τράπεζες, στις 17 Μαρτίου μια μέρα δηλαδή μετά την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά 0,5% στο 3,5%, να μην παρεκκλίνουν από την αύξηση των επιτοκίων που έχουν αποφασίσει, μέχρι να τιθασευθεί και ο δομικός πληθωρισμός.
  • Τέλος, τις προβλέψεις που διατυπώνονται και συντείνουν ότι η τρέχουσα αναστάτωση θα διαρκέσει τουλάχιστον 12 ως 18 μήνες. Ο ΟΟΣΑ για παράδειγμα εκτιμά ότι τα επιτόκια δεν θα μειωθούν πριν το 2024. Το ίδιο «ψήφισαν» κατά 53% και άνθρωποι της αγοράς στους οποίους απευθύνθηκε το πρακτορείο Bloomberg.

Ο λόγος για τον οποίο όλες οι κεντρικές τράπεζες επιστρέφουν σιγά – σιγά στα επιτόκια δανεισμού που υπήρχαν πριν την κρίση του 2008 είναι η τιθάσευση του πληθωρισμού ή η μονεταριστική ορθοδοξία, δεδομένου ότι στις ΗΠΑ, στην Ευρωζώνη και σε όλο σχεδόν τον δυτικό κόσμο τα επίπεδα του πληθωρισμού τα τελευταία δύο χρόνια είναι πρωτοφανή για τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι αυξήσεις μάλιστα των επιτοκίων, που ξεκίνησαν το 2022, όπως και τα συνοδευτικά μέτρα περιορισμού της ρευστότητας μέσω της σταδιακής αναίρεσης των μέτρων νομισματικής χαλάρωσης, έχουν μέχρι τώρα επιδράσει θετικά στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός δηλαδή οριακά μεν, αλλά μειώθηκε. Ως αποτέλεσμα η αργή, αλλά ορατή πορεία επανόδου του πληθωρισμού στα προγενέστερα επίπεδα λειτουργεί κι ως πράσινο φως για τους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής ώστε να συνεχίσουν την αύξηση των επιτοκίων, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις.

Μια πιο προσεκτική ματιά ωστόσο στις πηγές προέλευσης του πληθωρισμού δείχνει ότι κυρίως στη ευρωζώνη (στο αριστερό διάγραμμα) η άνοδος των τιμών προήλθε από την αύξηση στις τιμές της ενέργειας (κίτρινο χρώμα στα διαγράμματα), αρχής γενομένης από το 2021. Όταν συγκεκριμένα η ΕΕ εξήγγειλε ένα νέο πακέτο επιτάχυνσης της πράσινης μετάβασης, υπό τον γενικό τίτλο «προσαρμογή στο 55%» που περιλαμβάνει πλήθος νεοφιλελεύθερων και αντιλαϊκών μέτρων για την μείωση των εκπομπών επικίνδυνων αερίων του θερμοκηπίου κατά 55%. Στη συνέχεια οι κυρώσεις στη Ρωσία οδήγησαν σε περαιτέρω αύξηση των τιμών ενέργειας. Μιλώντας ωστόσο για την ευρωζώνη αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι το πρόβλημα του πληθωρισμού ξεκινάει από την ενέργεια, ενώ (προς επίρρωση του προηγούμενου συμπεράσματος) ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε δευτερογενώς ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών στην ενέργεια, όταν οι επιπτώσεις τους άρχισαν να διαχέονται σε όλη την οικονομία παράγοντας νέα κύματα ανατιμήσεων.

Κατά συνέπεια, αν κυβερνήσεις και οργανισμοί πράγματι ήθελαν να μειώσουν τον πληθωρισμό σε ευρωζώνη, ΗΠΑ, Αγγλία κ.λπ. θα έπρεπε να αναιρέσουν τις αιτίες που τον δημιούργησαν, δηλαδή να τιθασεύσουν τις τιμές στην ενέργεια αλλάζοντας τα μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κι ανακαλώντας τις κυρώσεις στη Ρωσία.

Στο απυρόβλητο οι αιτίες του πληθωρισμού

Αντίθετα, η ακολουθούμενη οδός, αύξηση του κόστους του χρήματος μέσω της αύξησης των επιτοκίων που επιλέγουν Fed, ΕΚΤ και λοιποί μπορεί να κριθεί στο τέλος, πχ το 2024, αποτελεσματική, στο ενδιάμεσο όμως θα έχει προκαλέσει αλλεπάλληλες δραματικές αλλαγές στην οικονομία. Η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των στεγαστικών και άλλων δανείων από  εκατομμύρια νοικοκυριά σε όλη την Ευρώπη και στις ΗΠΑ είναι η πρώτη συνέπεια και ισοδυναμεί με φτωχοποίηση. Επίσης, ισοδυναμεί με μεταφορά πλούτου από εργαζόμενους, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους προς τους τραπεζίτες που θα επωφεληθούν με την είσπραξη επιπλέον τόκων για κεφάλαια τα οποία έχουν εδώ και καιρό καταβάλει.

Υπάρχουν ωστόσο και ζημιές για τους τραπεζίτες κι είναι αυτές ακριβώς οι ζημιές που οδήγησαν στις τραπεζικές καταρρεύσεις και τις απώλειες των τραπεζικών μετοχών την προτελευταία εβδομάδα του Μαρτίου. Η άνοδος των επιτοκίων προκαλεί απώλειες στα ομόλογα σταθερού επιτοκίου όσο εκδίδονται νέα ομόλογα με υψηλότερες αποδόσεις, που παίρνουν υπόψη τους το νέο επίπεδο των επιτοκίων. Για να μπορέσουν οι τράπεζες να ανταποκριθούν στις τρέχουσες υποχρεώσεις του, πχ. αναλήψεις που μάλιστα θα είναι σημαντικά αυξημένες στο εξής επειδή ειδικά οι επιχειρήσεις όλο και περισσότερο θα χρησιμοποιούν τα αποθεματικά τους για επενδύσεις αντί του σχεδόν δωρεάν τραπεζικού χρήματος του παρελθόντος, είναι αναγκασμένες να ρευστοποιούν ομόλογα σταθερού εισοδήματος με ζημιά. Σε αυτό το πλαίσιο πίσω από τις ειδήσεις για αυξημένες αναλήψεις, όπως πχ. συνέβη στις ΗΠΑ όπου οι καταθέσεις πραγματοποίησαν τη μεγαλύτερη πτώση εδώ κι ένα χρόνο, κατά 98,4 δισ. ευρώ φτάνοντας στα 17,5 τρισ. δολ., σημασία έχουν οι ζημιές που αναλαμβάνουν οι τράπεζες πουλώντας ομόλογα για να καλύψουν τις αυξημένες αναλήψεις. Αυτή ακριβώς είναι η εστία των κλυδωνισμών που ταράσσουν τις τράπεζες, εδώ και λίγες εβδομάδες.

Κατά συνέπεια, οι εφησυχαστικές υποτίθεται διαβεβαιώσεις του γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς για τα κέρδη της Ντόιτσε Μπανκ ή ακόμη και των Ελλήνων πολιτικών για την ισχυρή κεφαλαιακή βάση των ελληνικών τραπεζών είναι από παντελώς άσχετες έως εντελώς παραπλανητικές. Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι ριψοκίνδυνες τραπεζικές τοποθετήσεις, που παραπλανούσαν ρυθμιστές αρχές και πελάτες στο πλαίσιο ενός απορυθμισμένου χρηματοπιστωτικού τοπίου γενικευμένης ασυδοσίας, όπως συνέβαινε με τα δομημένα ομόλογα την πρώτη δεκαετία του 21ο αιώνα. Το πρόβλημα τον Μάρτιο του 2023 έγκειται στις πιο «καθαρές» και συνηθισμένες επενδύσεις, σε βαθμό κοινοτοπίας, που κάνουν οι τράπεζες: τις επενδύσεις σε ομόλογα.

πηγη: https://info-war.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου