Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 22 Σεπ 2019
Ουμπέρτο Έκο – Οι αρχαίες εγκυκλοπαίδειες
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Ανάμεσα στις λαϊκές φόρμες διαμέσου των οποίων η γνώση μεταδίδεται από την αρχαιότητα στα επόμενα χρόνια, απαντούμε τις εγκυκλοπαίδειες ή παρόμοια πονήματα. Μια εγκυκλοπαίδεια δεν έχει σκοπό να παρέχει μια σειρά επιστημονικών ορισμών του τύπου «σκύλος είναι ένα θηλαστικό της τάξης των σαρκοφάγων, που ανήκει στην υποκατηγορία των οπληφόρων, της οικογένειας των κυνοειδών, του γένους corn’s και του είδους corns familiarls», όπως θα λέγαμε σήμερα.

 

Εκτός από το γεγονός ότι αυτού του είδους η ταξινόμηση δεν μας λέει τίποτα για το πώς δημιουργείται ένας σκύλος, οι ορισμοί αυτής της ακρίβειας εμφανίζονται πολύ αργότερα και ακόμα στον 17° αιώνα, το Dizionario della Crusca όριζε τον σκύλο ως «animal noto» («γνωστό ζώο»). Αλλά οι αρχαίοι ήθελαν να γνωρίζουν πώς γίνεται ένα μωρό, όχι μόνο πώς είναι φτιαγμένος ένας σκύλος (ή μια καμήλα ή πού βρίσκεται η Ασία ή τι είναι ένα διαμάντι), αλλά πού βρίσκονται αυτά τα ζώα, οι τόποι ή τα πετρώματα και πώς δημιουργήθηκαν. Αυτός ο τύπος πληροφορίας ονομάζεται, ακόμα και σήμερα «εγκυκλοπαιδικός».

Το μοντέλο της αρχαίας εγκυκλοπαίδειας

Ο όρος εγκυκλοπαίδεια προέρχεται από το εγκύκλιος παιδεία, το οποίο στην ελληνική παράδοση σήμαινε μια ολοκληρωμένη μόρφωση. Αν και ο όρος «εγκυκλοπαίδεια» κάνει την  εμφάνισή του μόλις στον 16° αιώνα, η ιδέα ενός εγκυκλοπαιδικού εγχειρήματος αναδύεται από την αρχαιότητα. Δεν υπήρχαν ελληνικές εγκυκλοπαίδειες, τουλάχιστον με την έννοια των συλλογών ή της συγκέντρωσης προηγούμενης γνώσης. Ασφαλώς, το έργο του Αριστοτέλη είναι μια εγκυκλοπαίδεια με εύρος από τη λογική ως την αστρονομία, από τη μελέτη των ζώων ως την ψυχολογία, όμως δεν αντιπροσωπεύει τη συλλογή μιας συμμετοχικής γνώσης, αλλά αντίθετα, μια καινούργια πρόταση.

Εκείνα που θεωρήθηκαν ως παράδειγμα ελληνικού εγκυκλοπαιδισμού είναι κυρίως οι εκδηλώσεις περιέργειας ή θαυμασμού για εδάφη, περιοχές και λαούς θαυμαστούς, και κατ’ αυτή την έννοια διακρίνεται μια εγκυκλοπαιδική «φλέβα» στην Οδύσσεια. Εγκυκλοπαιδικά ενδιαφέροντα, ασφαλώς, εμφανίζονται στον ιστορικό Ηρόδοτο, όταν περιγράφει τα θαυμαστά πράγματα της Αιγύπτου και άλλων βαρβαρικών λαών.

Κατά την αλεξανδρινή περίοδο

Πιθανότατα, στις αρχές της ελληνιστικής περιόδου -αν και με αβέβαιη χρονολόγηση και ατεκμηρίωτη απόδοση στον Καλλισθένη, σύγχρονο του Αλεξάνδρου- είναι εκείνο το Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου, το οποίο αφηγούμενο τις περιπέτειες του Μακεδόνα στρατηγού, στην πραγματικότητα παρουσιάζεται ως ένα ταξιδιωτικό εγχειρίδιο για θαυμαστούς τόπους πλούσιους σε εντυπωσιακά δημιουργήματα.

Η όψιμη αλεξανδρινή περίοδος είναι εκείνη στην οποία παράγονται πολλά κείμενα παραδοξογραφίας, δηλαδή κείμενα αφιερωμένα στην παράθεση θαυμαστών γεγονότων και πραγμάτων, όπως η πραγματεία που αποδίδεται στον Στράτωνα από τη Λάμψακο για τα ασυνήθιστα ζώα, η Mirabiliaiου Καλλίμαχου ή εκείνα τα έργα του Αντίγονου από την Κάρυστο, ενώ αποδίδεται και στο ελληνιστικό πλαίσιο του 3ου αι. π.Χ. το De mirabilibus auscultationibus που αποδίδεται στον Αριστοτέλη, που το δίχως άλλο είναι μια συλλογή ή ένα συνονθύλευμα εκπληκτικών γεγονότων στα πεδία της Βοτανικής, ορυκτολογίας, ζωολογίας, υδρογραφίας και μυθολογίας. Τέλος, μπορούμε να μιλάμε για εξειδικευμένες εγκυκλοπαίδειες σε γεωγραφικά θέματα, μεταγενέστερα, όπως το Desitu orbis του Πομπώνιου Μέλα, το De natura animalium του Αιλιανού ή το Φιλοσόφων Βίοι του Διογένη Λαέρτιου.

 

Ο ελληνιστικός κόσμος απέδιδε μάλλον την ίδια λειτουργία που και οι Ρωμαίοι και ο κόσμος του μεσαίωνα απέδιδαν στην εγκυκλοπαίδεια, όχι ως έναν τόμο που μιλάει για όλα τα πράγματα, αλλά για μια συλλογή ήλων των τόμων που υπάρχουν, τη βιβλιοθήκη και μια συλλογή όλων των πιθανών πραγμάτων, το μουσείο. Για παράδειγμα, το μουσείο και η Βιβλιοθήκη που κατασκευάστηκαν στην Αλεξάνδρεια από τον Πτολεμαίο Α’ για την οποία λέγεται ότι στην ακμή της φιλοξενούσε 500-700 χιλιάδες τόμους) αποτέλεσαν τον πυρήνα ενός πραγματικού πανεπιστημίου, κέντρο συλλογής, έρευνας και μετάδοσης της γνώσης.

Στη ρωμαϊκή εποχή

Η εγκυκλοπαιδική τάση αναπτύσσεται μάλλον σε ρωμαϊκό περιβάλλον, όπου συγκεντρώνεται όλη η ελληνική γνώση, ως μια πράξη οικειοποίησης της κληρονομιάς της ρήσης Graecia capta che ferum victorem cepit («η κατακτημένη Ελλάδα που κατάκτησε τον άξεστο κατακτητή»).

Ένα πρώτο παράδειγμα είναι εκείνο του Rerum divinarum ethumanarum antiquitates του Βαρώνη, από το οποίο έχουν διασωθεί μόνο αποσπάσματα και το οποίο περιλάμβανε ιστορία, γραμματική, μαθηματικά, φιλοσοφία, αστρονομία, γεωγραφία, γεωργία, δίκαιο, ρητορική, τέχνες, λογοτεχνία, βιογραφία μεγάλων Ελλήνων και Ρωμαίων ανδρών, ιστορία των θεών. Αντίθετα, διασώθηκαν τα 37 βιβλία από τη Φυσική Ιστορία του Πλίνιου του Πρεσβύτερου (περίπου 20.000 καταγεγραμμένα γεγονότα και 500 συγγραφείς) αφιερωμένα στον ουρανό και το σύμπαν γενικότερα, σε διάφορες τοποθεσίες του κόσμου, σε μέρη θαυμαστά και κρυμμένα, με αναφορές σε ζώα της ξηράς, ζώα της θάλασσας, πουλιά, έντομα, λαχανικά, ιάματα από φυτά και ζώα, μέταλλα, χρωστικές, πετρώματα και πολύτιμους λίθους.

Με μια πρώτη ανάγνωση, το έργο του Πλίνιου φαίνεται μια απλή αποδιοργανωμένη συσσώρευση δεδομένων χωρίς δομή, αλλά εάν εξετάσουμε με προσοχή τον τεράστιο πίνακα περιεχομένων, Βλέπουμε ότι στην πραγματικότητα το έργο ξεκινά από τους ουρανούς, έπειτα ασχολείται με τη γεωγραφία, τη δημογραφία και την εθνογραφία, στη συνέχεια με την ανθρωπολογία και την ανθρώπινη φυσιολογία, τη ζωολογία, τη Βοτανική, τη γεωργία, την κηπευτική, τη φυσική φαρμακοποιία, την ιατρική και τη μαγεία, και ακολούθως περνά στην ορυκτολογία, την αρχιτεκτονική και τις πλαστικές τέχνες – καθιερώνοντας ένα είδος ιεραρχίας από το αυθεντικό προς το παράγωγο, από το φυσικό προς το τεχνητό.

Η δεύτερη διάσταση για την οποία ο Πλίνιος αποτελεί μοντέλο για τις εγκυκλοπαίδειες που ακολούθησαν είναι ότι εκείνος δεν μιλάει για πράγματα που είναι γνωστά από εμπειρία, αλλά που προέρχονται από την παράδοση, και δεν είναι δουλειά του να διακρίνει τις αξιόπιστες από τις θρυλικές πληροφορίες (εκείνος παραχωρεί ίσο χώρο στον κροκόδειλο και σε ένα φανταστικό ζώο, όπως ο βασιλίσκος).

Όπως θα συμβεί και στους μεσαιωνικούς αιώνες, η εγκυκλοπαίδεια δεν προορίζεται για να καταγράφει εκείνο που υπάρχει πραγματικά, αλλά εκείνο που ο κόσμος παραδοσιακά θεωρεί ότι υπάρχει – και κατά συνέπεια, όλα όσα θα πρέπει να κατέχει ένας μορφωμένος άνθρωπος όχι μόνο για να γνωρίζει τον κόσμο, αλλά και για να κατανοεί τις συζητήσεις στον κόσμο. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι ήδη προφανές στις ελληνιστικές εγκυκλοπαίδειες (για παράδειγμα, πολλές παράγραφοι στο De mirabilibus του ψευδο-Αριστοτέλη χρησιμοποιούν εκφράσεις του τύπου «λένε ότι», «αφηγούνται ότι», «λέγεται ότι») και θα παραμείνει σταθερό στις μεσαιωνικές εγκυκλοπαίδειες, καθώς και στις εγκυκλοπαίδειες της Αναγέννησης και του μπαρόκ.

Ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ (στο έργο του Οι Λέξεις και τα Πράγματα, 1966, II, 3) θυμάται ότι ο Μπουφάν, τον 18° αιώνα, έμενε έκπληκτος που σε έναν φυσιοδίφη του 16ου αιώνα, όπως ο Οδυσσέας ΑλντροΒάντι, υπήρχε «ένα λαβυρινθώδες μείγμα από ακριβείς περιγραφές, αναφορές σε παραπομπές, άγνωστα παραμύθια, παρατηρήσεις αδιάκριτα παρατιθέμενες σχετικά με την ανατομία, οικόσημο τόπους κατοικίας, μυθολογικές αξίες ενός ζώου, χρήσεις που μπορεί να έχει στην ιατρική ή στη μαγεία».

Στην πραγματικότητα, σχολίαζε ο Φουκώ για τον Αλντρο Βάντι και τους συγχρόνους του, όλα αυτά είναι Υπομνήματα δηλαδή πράγματα προς ανάγνωση […]. Χρειαζόταν να συγκεντρώσει σε μία και μοναδική μορφή τη γνώση όλων εκείνων που είχαν ιδωθεί και ακουστεί, όλα όσα αφηγούνταν η φύση και οι άνθρωποι, η γλώσσα του κόσμου, η παράδοση των ποιητών».

Σήμερα, αυτό το χαρακτηριστικό ισχύει αρκετά καλά και για τις εγκυκλοπαίδειες του αρχαίου κόσμου. Εκείνο που ξεχωρίζει μια σύγχρονη εγκυκλοπαίδεια, όπως η Μπριτάνίκα ή η Τρεκάνι, από τις ελληνιστικές εγκυκλοπαίδειες ή από εκείνη του Πλίνιου του Πρεσβύτερου, είναι απλώς η κριτική προσοχή, η οποία αφιερώνεται για να διαχωριστούν οι θρυλικές έννοιες από εκείνες που έχουν αποδειχθεί επιστημονικά.

Όμως, εκτός από αυτή τη διαφορά, ακόμα και μια σύγχρονη εγκυκλοπαίδεια συνεχίζει να ακολουθεί τη γραμμή της βασικής αρχής να λέει όλα όσα έχουν ειπωθεί, τόσο σχετικά με το θειικό οξύ όσο για τον Απόλλωνα και τον Μάγο Μέρλιν.

***

 

Η ιστορία της φιλοσοφίας – Umberto Eco, Riccardo Fedriga

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου