Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 22 Ιαν 2023
Βασιλική, η αντάρτισσα στο ιππικό του ΔΣΕ
Κλίκ για μεγέθυνση
















Κατίνα Λατίφη

Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ/ https://ethniki-antistasi-dse.gr




22.01.2023, 17:57

 

 
 
Η αντάρτισσα Κατίνα Λατίφη μιλά για τη συμπολεμίστριά της Βασιλική, παραθέτοντας τις από κοινού εμπειρίες στον αγώνα τους.

Αφιερωμένο στον Αποστόλη Ξυδά

Μια γυναίκα όλο ζωή που αμέσως τράβηξε την προσοχή. Είχε κάτι το άφοβο, το ατίθασο και τόσο ο λόγος της όσο και οι κινήσεις της εξέφραζαν κάτι το αγέρωχο.

- Ησουν στο ιππικό του Γαζή;
- Ναι, ήμουν μαχήτριά του.

Κάτι πήγα να τη ρωτήσω και με έκοψε:

- Μην το πας στα γαλόνια, αυτά δεν ενδιαφέρουν, εγώ μιλώ σαν μαχήτρια. Εμείς γυμναστήκαμε πολύ καλά στο όπλο και στο άλογο. Ημασταν στην ομάδα μου τέσσερις κοπέλες και η κάθε μια μας είχε το δικό της άλογο και είχε αναλάβει και την περιποίησή του.

Το άλογο εύκολα το μάθαμε γιατί ήμασταν συνηθισμένες σε αυτά απ’ τον κάμπο. Οπως είναι γνωστό, το ιππικό του ΔΣΕ ήταν στον Θεσσαλικό Κάμπο. Εγώ ήμουν λεπτή σαν πούπουλο. Μας βοηθούσαν όμως και οι άντρες, αυτοί το έξυναν. Για να εκπαιδευτούμε όμως στο όπλο και τη μάχη περνούσαμε έμπαιδα. Εμένα με έστειλαν για 6 μήνες στη Σχολή Αξιωματικών της Ρεντίνας και όταν τελείωσα δεν είχαν να μου δώσουν άλογο και προσωρινά πήγα στο πεζικό και πήρα μέρος στις μάχες της Καρδίτσας και του Καρπενησίου. Υπάρχει διαφορά. Στο πεζικό δίνεις μάχες, στο ιππικό που πήγα μετά, δεν δίναμε μάχες, χτυπούσαμε φυλάκια όπως στην Ορθρη, στην Καρδίτσα, στον Δομοκό, στο Δερέλι, στον Κίσσαβο κ.α. Αφήναμε τα άλογα πίσω και τα φύλαγαν μερικά παιδιά και μεις προχωρούσαμε.

Στο ιππικό κινδυνεύεις πιο πολύ απ’ το πεζικό γιατί είσαι στο άλογο και πέφταμε σε πολλές ενέδρες.

Οταν ακόμη ήμουν με τη Σχολή στο πεζικό κόντεψα να με πιάσει ο στρατός στην Καρδίτσα. Με την ομάδα του οπλοπολυβόλου ήμασταν μέσα στην πόλη σαν φυλάκιο. Η μάχη είχε τελειώσει και οι άλλες μονάδες είχαν φύγει, εμείς ήμασταν ακόμη στο πόστο μας.

- Βασιλική, μου λέει ο πολυβολητής, δεν βλέπω κανέναν, πρέπει να φύγουμε και εμείς. Μπροστά μας όμως ήταν ένα τανκς. Του ρίξαμε το πάτζερ που είχαμε, αλλά δεν το πέτυχε. Βγήκαν αυτοί από μέσα να μας επιτεθούν αλλά όταν μας είδαν με το οπλοπολυβόλο, σήκωσαν ψηλά τα χέρια, νόμιζαν ότι θα τους ρίξουμε, ενώ εμείς θέλαμε απλώς να φύγουμε. Ωσπου να το καταλάβουν, εμείς το είχαμε σκάσει απ’ τον κεντρικό δρόμο. Μόλις βγήκαμε απ’ την πόλη και είχε νυχτώσει άρχισαν να μας βάζουν όχι ο στρατός αλλά οι δικοί μας. Ευτυχώς είδαν εμάς τις κοπέλες και σταμάτησαν.

Στη μάχη στο Καρπενήσι τραυματίστηκα στην πλάτη από χειροβομβίδα. Με πήραν τα παιδιά αναίσθητη. Είχε τραυματιστεί και μια άλλη κοπέλα και είχε αρχίσει να βρέχει. Μας τάιζαν μήλα και κάστανα.

Στο πεζικό κινείσαι πολύ διαφορετικά. Είχαμε έναν ανθυπολοχαγό όταν ήμασταν στον Κίσσαβο και μας έστελνε σε μια αποστολή. Θα περάσετε μας λέει από ετούτον εδώ τον δρόμο. Ηταν όμως γνωστός αυτός ο δρόμος ότι ήταν όλο ενέδρες.

- Οχι, του λέει ένα παιδί, θα πάμε από άλλον δρόμο - ήταν ο πυροβολητής κι εγώ του γέμιζα τις δεσμίδες.

- Γιατί του λέω μας στέλνεις από αυτόν τον γεμάτο ενέδρες δρόμο; Είχα και περίοδο με δυνατούς πόνους και δεν μπορούσα να σηκώσω ούτε τις σφαίρες, ήμουν χάλια.

- Θα πας μπροστά, μου λέει ο ανθυπολοχαγός.
- Δεν μπορώ, του λέω, είμαι άρρωστη.
- Σε διατάζω, λέει, όταν γυρίσω θα σε πάω για ανυπακοή στις διαταγές.

- Ποιον, εμένα; Αφού είμαι άρρωστη. Τον κοιτάζω και γυρίζω το όπλο προς αυτόν. Ποιον είπες; Πέντε αδέλφια πολεμάμε!

Τα μάζεψε και ούτε ξαναμίλησε. Είχε αρνηθεί να τον ακούσει και ο ομαδάρχης μας, εγώ, του λέει, δεν πάω από εκεί που μας στέλνεις, φέρνω ευθύνη για την ομάδα μου, και πήγαμε από αλλού.

Ενα άλλο βράδυ έπρεπε να περάσουμε πεζοί τον κάμπο και ήρθε ένα παιδί που ήξερε τον δρόμο, αυτό δεν ήταν αντάρτης. Ηρθε κοντά μου κι άρχισε να μου κάνει χειρονομίες. Αρπάζω το όπλο μου, το οπλίζω και του λέω: Λάθεψες την πόρτα, τράβα μπροστά γιατί τραβάω. Ο διμοιρίτης μου κατάλαβε.

- Τι συμβαίνει, μου λέει, και φωνάζεις έτσι; Δεν ντρέπεται;

Τι το θες όμως, το λυπήθηκα, μετά από λίγο σκοτώθηκε, φαίνεται προαισθανόταν και δεν ήξερε τι έκανε.

Μετά πέρασα στο ιππικό, μου έδωσαν ένα άσπρο άλογο που το περιποιούμουν πολύ. Οπως σου είπα και πριν μας βοηθούσαν στην περιποίηση και οι άντρες, αλλά είχαμε και κάτι αντρογυναίκες, δηλαδή γυναίκες ήτανε, αλλά δυνατές σαν τους άντρες, που βοηθούσαν κι αυτές στο ξύσιμο.

Τα άλογα ήταν συνηθισμένα και στο τρέξιμο και στις σφαίρες και στις λάμψεις. Εμείς όμως δεν μπορούσαμε να πυροβολήσουμε καβάλα στο άλογο, μόνον όποιος είχε οπλοπολυβόλο. Κατέβαινε τότε από το άλογο ένας και καθήλωνε πυροβολώντας τον αντίπαλο και εκείνος πυροβολούσε πάνω απ’ το άλογο. Εμείς είχαμε ελαφρά όπλα, εγώ είχα ένα αυτόματο «Sten» και στη μάχη γαντζωνόμασταν καλά στο άλογο και κοιτούσαμε να μην ξεκοπούμε.

Είχαμε στην ομάδα μας μια Σλαβομακεδόνισσα νομίζω, ήταν ψηλή κοπέλα με κάτι μπράτσα, αν σ’ έπιανε σε έλιωνε. Αυτή είχε οπλοπολυβόλο, το άρπαζε μόνη της, απόψε το θέλω εγώ έλεγε, γιατί είχε δύναμη και μπορούσε να το σηκώσει και να το κρατάει επάνω στο άλογο. Εμάς μας κορόιδευε: «Εσείς είστε μινιόν» έλεγε. Τραγουδούσε και ωραία την ώρα της μάχης όρθια πάνω στο άλογο, πολεμούσε και φώναζε, δεν υπολόγιζε τίποτε. Αλλά και καμία μας δεν υπολόγιζε τον κίνδυνο, ξέραμε ότι θα σκοτωθούμε. Κι άμα είσαι και μικρός, δεν υπολογίζεις τη ζωή σου. Σιγά σιγά μας κόπηκε και η περίοδος. Δεν ήταν εύκολο. Οταν τραυματιζόταν ένας τον έπαιρνε ο κοντινός του που ερχόταν από πίσω του, κι αν σκοτωνόταν ένας το άλογο το έπαιρνε ο πιο κοντινός του. Πολύ θλιβερό ήταν όταν το άλογο γύριζε χωρίς τον αναβάτη του, γιατί τα άλογα μάς γνώριζαν, το καθένα είχε συνδεθεί με αυτόν που το είχε. Πολύ θλιβερό ήταν, πάρα πολύ.

Μια φορά τσακώθηκα με έναν ανθυπολοχαγό. Είχε ένα άλογο που δεν είχε δύναμη, ήταν κι αυτός βαρύς και σαν να το παίδευε. Ηρθε και μου λέει:

- Βασιλική, δώσε μου το άλογό σου για να περάσουμε το Τζαναρλί γιατί είναι κάμπος και έχει ενέδρες. Να αλλάξουμε τα άλογά μας.

- Δεν το δίνω, του είπα, μη μου το πάρεις! Είσαι ουλαμαγός και γω μαχήτρια, θα τσακωθούμε. Το πήρε, αρπάζω κι εγώ. Ηρθε ο Γαζής.

- Να πας, του λέει, να κόψεις τον λαιμό σου μ’ αυτό που έχεις κι αν σ’ αφήσει στον δρόμο να βρεις άλλο. Ο Γαζής! Τι παλικάρι ήταν αυτός - πω, πω, πω όταν τον θυμάμαι. Τι λεβέντης! Κανονικά σαν ίλαρχος έπρεπε να έρχεται πίσω, αλλά αυτός πήγαινε μπροστά, πάντα πρώτος, το ίδιο και η γυναίκα του η Αναστασία, πολύ θαρραλέα κοπέλα.

Στο ιππικό είχαμε έναν ουλαμαγό με τη γυναίκα του, μια μικρή κοπελίτσα, είχαν βγει στο αντάρτικο μαζί. Αυτός την κρατούσε εκτός από αποστολές.

- Για στάσου, του λέω, τι είσαι, στρατηγός του αστικού στρατού και θέλεις να έχεις κοπέλα να σε βοηθάει και να μην πηγαίνει μπροστά;

- Τι είσαι συ; μου λέει.

- Μαχήτρια είμαι και σε διατάζω κι εγώ να πηγαίνει και η Μαρίκα μπροστά, γιατί την αδικία δεν τη σηκώνω.

Φώναξα, ήρθαν και τα παιδιά. Μια μέρα τούς βρήκαμε κρυμμένο ψωμί για τους δυο τους, ενώ εμείς δεν είχαμε καθόλου. Το αναφέραμε στη διοίκηση και τον έκαναν απλό μαχητή στην ομάδα μας και η Μαρίκα πήρε όπλο και άλογο όπως όλοι μας.

Σε μια μάχη στα Σταφιδάκια σκοτώθηκαν από εμάς πολλοί. Δίπλα μου ήταν ένα παιδί από τα χωριά μας. Βασιλική, μου λέει, δεν ξέρω πώς αισθάνομαι αυτή τη στιγμή, κάπως μου ’ρχεται. Δεν πρόλαβε να τελειώσει την κουβέντα κι έρχεται όλμος και του πέταξε τα μυαλά του. Στην υποχώρηση ήταν ένα παιδί, ο Βαγγέλης, που είχε κατέβει απ’ το άλογό του και πολεμούσε γονατιστός, έτσι έμεινε.

- Σήκω, σήκω, του φώναζα, κοιτάζω, ήταν σκοτωμένος. Στο Λιοντάρι στο ύψωμα ήμασταν η ομάδα μας του ιππικού και μπροστά μου ήταν ένας που μ’ εμπόδιζε να βλέπω.
- Φύγε, του λέω, θέλω να βλέπω! Κοιτάζω, η σφαίρα τού είχε διαλύσει το κεφάλι.

Πολλές φορές πέσαμε σε ενέδρες και ήρθαμε σώμα με σώμα. Επιτεθήκαμε σε ένα φυλάκιο του στρατού και τους πιάσαμε, ήταν και ένας τραυματίας. Στη μάχη σε σκοτώνει ο άλλος και χτυπάς και εσύ, αλλά τον τραυματία τον σεβόμασταν, τον έστειλαν στον Σταθμό Α’ Βοηθειών. Η διοίκηση ήταν πολύ αυστηρή στο θέμα των αιχμαλώτων.

Μια μέρα με έστειλαν στον Κίσσαβο να ρωτήσω αν θα πρέπει να προχωρήσουμε ή να οπισθοχωρήσουμε. Περνούσα μέσα απ’ τα χωράφια και έρχεται ο όλμος και σκάει δίπλα μου. Το άλογο γέμισε χώματα κι εγώ το ίδιο, μπορώ να πω ότι είχα φάει και δέκα όλμους.

- Τι έπαθες; μου λέει ο διμοιρίτης όταν έφτασα. Δέσε το άλογό σου και κάτσε εκεί που είσαι, δεν φαίνεται το πρόσωπό σου.

Τα άλογα τα δέναμε σε δάσος πυκνό να είναι καλυμμένα, γιατί μόνο νύχτα κινούμασταν, την ημέρα ύπνο.

Ξέρεις πόσοι σκοτώθηκαν στο ιππικό; Ητανε χειμώνας και οι Σούρληδες είδαν το ιππικό και μας κύκλωσαν στην περιοχή του Τομπρούζ. Εκεί έγινε η μεγάλη καταστροφή μας. Εκεί σκοτώθηκε πολεμώντας στήθος με στήθος και ο Γαζής. Ιλαρχος λεβέντης, σπάνιος. Η γυναίκα του η Αναστασία είχε από πριν πιαστεί και εκτελεστεί στη Λάρισα.

Με το άλογό μας είχαμε γίνει φίλοι. Τόσο έξυπνο ζώο, τόσο αγαπητό, η ζωή του ήταν η ζωή μας.

Οταν δεν πολεμούσαμε, χορεύαμε και τραγουδούσαμε πολύ. Οταν όμως κάναμε κανένα πρόγραμμα με χορωδία, με ποιήματα κ.λπ., καταλαβαίναμε πως την άλλη μέρα κάποια μάχη θα είχαμε.

Τι να σου πω, εμείς νιάτα δεν είδαμε, ούτε χαρήκαμε σαν παιδιά.

Για τη συνέντευξη: Κατίνα Τέντα-Λατίφη

Κατίνα Λατίφη

Οταν βαδίζαμε ανάμεσα στα πυκνά δέντρα στο δάσος Κουρί του Αλμυρού, το βραδάκι του Σαββάτου 19 Νοεμβρίου που γινόταν η παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου της Κατίνας Τέντα-Λατίφη «Οι αγάπες του πολέμου», θυμήθηκα ένα απόσπασμα από το βιβλίο της «Τα απόπαιδα». Ηταν εκείνο που περιέγραφε τη σύλληψή της από την παρακρατική συμμορία του Σούρλα τα μεσάνυχτα ενός άλλου Σαββάτου, στις 3/3/1945, λίγο μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και το γεμάτο φόβο και απειλές ξενύχτι της στον ίδιο τόπο. Ηταν αυτό το πρώτο χτύπημα στη ζωή της και «μ’ έπιασε τότε μια έντονη επιθυμία να πεθάνω», γράφει!

Την άλλη χρονιά βγήκε στην παρανομία και τον Γενάρη του 1947 τη συνέλαβαν και την έστειλαν εξορία στην Ικαρία. Μερικούς μήνες αργότερα, για να μη τη συναντήσει η επιτροπή του ΟΗΕ που επισκέφθηκε το νησί, τη φυγάδευσαν. Αλλά στο σπίτι της δεν μπόρεσε ποτέ να γυρίσει και αναγκάστηκε να βγει στο βουνό. Αγραφα, Γράμμος, Βίτσι, βόμβες ναπάλμ, Κόκκαλης, χειρουργεία, Μπελογιάννης, Βίτσι, Ελιάρ, πέρασμα στην Αλβανία…

Από το Δυρράχιο στο αμπάρι ενός πλοίου κι από κει στην Πολωνία. Ενα μικρό πέρασμα από την Ουγγαρία κι ύστερα Βουκουρέστι και εκπαίδευση στην παρανομία. Ο Μπελογιάννης είχε εκτελεστεί και η Κατίνα τα Χριστούγεννα του 1952 βρισκόταν στην Αθήνα όπου έμεινε ώς τον Απρίλη του 1954.

Επέστρεψε στο Βουκουρέστι και λίγο αργότερα στην Κομματική Σχολή της Μόσχας μαζί με Φαράκο, Βλαντά, Γιάννα Τρικαλινού κ.ά. Συναντήσεις με ηγετικά στελέχη, καθαίρεση Ζαχαριάδη, διακοπές στο Κουρσκ και απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Χρουστσόφ, αποβολή από τη σχολή και το 1957 ξανά στη Ρουμανία.

Σπουδές στα Οικονομικά και το Διεθνές Εμπόριο, γνωριμία με τον Ντίνο Λατίφη, γάμος και γέννηση κόρης, διαφωνίες και προβλήματα στο κόμμα, επίσκεψη της μάνας και το 1968 μετεγκατάσταση στο Παρίσι!

Το 1974 πτώση της χούντας και επιστροφή στην πατρίδα χωρίς χαρτιά και ιθαγένεια…

Πέρασε από τότε σχεδόν μισός αιώνας. Η Κατίνα Λατίφη δεν πέθανε εκείνο το βράδυ του 1945 στο δάσος Κουρί, μα έμελλε να φύγει από κοντά μας στα 95 της χρόνια στις 9/1/2023.

Στη μνήμη μας θα παραμείνει αθάνατη!

Γιώργος Γούσιας
www.gousias.eu

πηγη: https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου