Τα Χριστούγεννα του 1963 στην Κύπρο, έχουν, όπως όλη η νεώτερη ιστορία της Μεγαλονήσου, την ίδια δυσκολία περιγραφής αφού  η αναζήτηση της αφετηρίας τους καταλήγει πάντα στο ίδιο σημείο: στον μακροχρόνιο αγώνα του κυπριακού ελληνισμού κατά των Άγγλων αποικιοκρατών. Οι τελευταίοι, για να αποφύγουν το αίτημα των Κυπρίων για ένωση με την Ελλάδα, μετατρέπουν την, μέχρι τότε αδιάφορη, Τουρκία σε ισότιμο συνομιλητή, και αυτή με τη σειρά της χρησιμοποιεί προς όφελός της την τουρκοκυπριακή μειονότητα.
 
Την ευφορία της Κυπριακής ανεξαρτησίας τον Δεκαπενταύγουστο του 1960 διαδέχεται η σκληρή πραγματικότητα αφού οι συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου που την οριοθετούν, αποδεικνύονται στην πράξη ένα «κοστούμι», που καμία από τις δύο κοινότητες δεν θέλουν να φορέσουν, και προσπαθούν να ξηλώσουν τραβώντας το και από τις δύο πλευρές…Οι ελληνοκύπριοι βλέπουν την ανεξαρτησία απλά ως ένα «σκαλί» προς τον ουσιαστικό στόχο της ένωσης με την μητέρα Ελλάδα, ενώ οι τουρκοκύπριοι αξιοποιούν το αναπάντεχο «δώρο» των αυξημένων Συνταγματικών προνομίων που τους μετατρέπει από μειονότητα σε καθοριστική συγκυβέρνηση, υποσκάπτοντας με κάθε τρόπο τη λήψη οποιαδήποτε κυβερνητικής απόφασης, στοχεύοντας από την πρώτη στιγμή στη διχοτόμηση της νήσου.
 
Στις 29 Νοεμβρίου 1963, μετά από μία ακόμη απόρριψη του προϋπολογισμού από τους τουρκοκύπριους βουλευτές στην Βουλή των Αντιπροσώπων, ο τότε πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, καταθέτει προς μελέτη στον τουρκοκύπριο αντιπρόεδρο Φαζίλ Κιουτσούκ μεταρρυθμιστική πρόταση 13 σημείων, που επιχειρεί την άρση  Συνταγματικών δυσλειτουργιών, περιορίζει το δικαίωμα βέτο του Τούρκου αντιπροέδρου, ενώ επιστρέφει την τουρκοκυπριακή κοινότητα σε καθεστώς μειονότητας. Η επίσημη αρνητική τουρκική απάντηση έρχεται τυπικά στις 16 Δεκεμβρίου, αλλά η πολιτική παρασκηνίου των προηγούμενων ετών, οδηγεί πλέον τις εξελίξεις να τις καθορίζει το παρασκήνιο και όχι η πολιτική, αφού στη χώρα κυριαρχούν οι μυστικές υπηρεσίες διαφόρων κρατών έχοντας ως «μακρύ χέρι» παραστρατιωτικές οργανώσεις.


 
Το βράδυ της 20ης προς 21η Δεκεμβρίου στη Λευκωσία, ομάδα ελληνοκυπρίων αστυνομικών έχοντας πληροφορίες για μεταφορά όπλων από τουρκοκυπριακά οχήματα, ανακόπτουν ένα από αυτά,  αλλά ο οδηγός του αρνείται να ελεγχθεί από «ρουμ ζαφτιέ» (Έλληνα αστυνομικό). Μέσα σε ελάχιστο διάστημα οι αστυνομικοί περικυκλώνονται από 300 οργισμένους τουρκοκύπριους που τους απειλούν φραστικά, ενώ στην έκκλησή τους για ενισχύσεις, καταφθάνουν ένας τουρκοκύπριος αξιωματικός με δύο τουρκοκύπριους αστυνομικούς. Στην προσπάθεια διαφυγής τους από το  οργισμένο πλήθος, οι ελληνοκύπριοι αστυνομικοί, απαντούν στην επίθεση πυροβολώντας και σκοτώνοντας δύο τουρκοκύπριους. Η σπίθα που όλοι ανέμεναν έχει ανάψει.
 
Το ίδιο βράδυ και τις επόμενες ημέρες, αρχικά στη  Λευκωσία και εν συνεχεία σ’ όλη την Κύπρο, εξελίσσονται ένοπλες συγκρούσεις στις οποίες συμμετέχουν η Τουρκική Δύναμη Κύπρου (ΤΟΥΡΔΙΚ) και η τουρκοκυπριακή αστυνομία που επιχειρούν, χωρίς επιτυχία, να θέσουν υπό τον έλεγχό τους στρατηγικά σημεία του νησιού. Ο πρόεδρος Μακάριος και ο αντιπρόεδρος Φαγίλ Κιουτσούκ, κάνουν εκκλήσεις αυτοσυγκράτησης και κοινές περιοδείες σε χωριά, στην ίδια κατεύθυνση πιέζει και η ελληνική κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, αλλά είναι σαφές ότι η πολιτική έχει ηττηθεί στη Μεγαλόνησο. Οι σκληρότερες μάχες διεξάγονται παραμονές και ανήμερα των Χριστουγέννων που δεν θυμίζουν σε τίποτα την μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης, με τους ελληνοκύπριους να υπερισχύουν στα πεδία των μαχών αλλά με ουσιαστικό θριαμβευτή την τουρκική στρατηγική πολιτική περί αδυναμίας συνύπαρξης των δύο κοινοτήτων και διχοτόμησης του νησιού.
 
Μετά από πολυήμερες συγκρούσεις και εικόνες φρίκης που αποτελούν, το προπαγανδιστικό σκαλοπάτι της τουρκικής εισβολής μετά από 11 χρόνια, στις 30 Δεκεμβρίου 1963, μετά από βρετανική και αμερικανική μεσολάβηση, υπογράφεται συμφωνία κατάπαυσης πυρός, με τραγικές συνέπειες για τον ελληνισμό της περιοχής. Οι τουρκοκύπριοι δημιουργούν δικούς τους αυτόνομους θύλακες στην κυπριακή επικράτεια, με τους ηγέτες τους να μιλούν πλέον ανοιχτά για διχοτόμηση, ενώ η ειρηνευτική δύναμη των Ηνωμένων Εθνών που καταφτάνει στο νησί, περισσότερο θεσμοποιεί την πολιτική διαχωρισμού των δύο κοινοτήτων παρά επιδιώκει την επανένωσή τους.

 
 

 


 
Σε επίπεδο συμβολισμού, το επιστέγασμα της νέας πραγματικότητας γράφεται στις 30 Δεκεμβρίου, όταν ο βρετανός στρατηγός Γιάνκ, στα πλαίσια υπογραφής της συμφωνίας κατάπαυσης πυρός, χαράζει μια πράσινη γραμμή πάνω στο χάρτη της Κύπρου για να οριοθετήσει τον διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων. Η πράσινη αυτή γραμμή, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, αποτελεί 11 χρόνια μετά την ματωμένη γραμμή Αττίλα…


 

πηγη: https://tvxs.gr