Δούκας Απουλίας και Καλαβρίας
Το 1122 ο υιός του Ρογήρου Μπόρσα, Γουλιέλμος Β’ δούκας της Απουλίας και Καλαβρίας, δέχθηκε να παραιτηθεί των αξιώσεών του στη Σικελία και μέρους της Καλαβρίας με αντάλλαγμα 600 ιππότες και χρηματοδότηση της εκστρατείας του. Πέντε έτη μετά ο Γουλιέλμος Β’ απεβίωσε άτεκνος. Ο Ρογήρος Β’ ισχυρίσθηκε ότι κληρονομεί το δουκάτο της Απουλίας και Καλαβρίας, το εξαρτώμενο από αυτό πριγκιπάτο της Κάπουας και όλες της κτήσεις του Οίκου των Ωτβίλ στην ηπειρωτική Ν. Ιταλία. Ωστόσο στην ένωση αυτή της νήσου με την ηπειρωτική Ν. Ιταλία, αντιστάθηκε ο πάπας Ονώριος Β’ και οι υπήκοοι του δουκάτου.
Βασιλιάς της Σικελίας
Ο πάπας, που από καιρό υποπτευόταν τη φιλοδοξία του Ρογήρου Β’, κήρυξε πόλεμο εναντίον του συνασπίζοντας τον Ροβέρτο Β’ πρίγκιπα της Κάπουας, νόμιμο κληρονόμο, και τον Ρανούλφο Β’ κόμη περιοχών στην Καμπανία, σύζυγο της Ματθίλδης Ωτβίλ, αδελφής του Ρογήρου Β’. Ο πάπας περιέβαλλε τον τελευταίο με το αξίωμα του δούκα της Απουλίας και Καλαβρίας. Μάταια όμως: οι πόλεις Νάπολη (με το δούκα της Σέργιο Ζ’), Μπάρι, Σαλέρνο, προσδοκώντας προνόμια, προτίμησαν τον Ρογήρο Β’, που άρχισε να επιβάλλει την τάξη στις ηπειρωτικές περιοχές του.
Ο Ρογήρος Β’ έθεσε τον πρώτο υιό του Ρογήρο Γ’ ως δούκα της Απουλίας και Καλαβρίας. Το 1132 ο Γριμοάλδος πρίγκιπας του Μπάρι στην Απουλία εξεγέρθηκε. Ο Ρογήρος Β’ τον νίκησε και έκανε τον δεύτερο υιό του Τανκρέδο Ωτβίλ πρίγκιπα του Μπάρι. Το ίδιο έτος η αδελφή του Ματθίλδη παραπονέθηκε ότι ο άνδρας της Ροβέρτος Β’ πρίγκιπας της Κάπουα την προσέβαλε. Ο Ρογήρος Β’ προσάρτησε την κομητεία του Αβελίνο που ανήκε στο Ροβέρτο Β’. Στη μεταξύ τους μάχη στη Νόκερα ο Ρογήρος Β’ ηττήθηκε.
Ο Λοθάριος Γ’ ήρθε το επόμενο έτος στη Ρώμη για τη στέψη του. Εκεί τον συνάντησαν οι αρχηγοί των εξεγερμένων Ροβέρτος Β’, Ρανούλφος Β’ και Σέργιος Ζ’, αλλά δεν τον συνέδραμαν μια και είχε πολύ λίγο στρατό μαζί του, έτσι ο βασιλιάς επέστρεψε στη Γερμανία. Το 1134 τα στρατεύματα του Ρογήρου Β’ ανάγκασαν τους εξεγερθέντες να υποβάλλουν υποτέλεια. Το πριγκιπάτο της Κάπουα δόθηκε στον τρίτο υιό του Αλφόνσο.
Εν τω μεταξύ ο Λοθάριος Γ’ επέστρεψε με την υποστήριξη της Πίζας, της Γένουας και του Ιωάννη Β’ Κομνηνού που δεν ήθελαν ένα μεγάλο Νορμανδικό βασίλειο. Το 1135 ο στόλος του αγκυροβόλησε στη Νάπολη και εκεί ενώθηκε μαζί του ο Σέργιος Ζ’ δούκας της Νάπολης. Ο Ρογήρος Β’ ήρθε με στρατό και πολιόρκησε την πόλη, αλλά επέστρεψε στη Μεσσίνα άπρακτος.
Το 1136 ο στρατός του βασιλιά της Γερμανίας, μαζί με τον Ερρίκο Γουέλφων δούκα της Βαυαρίας εισέβαλε στη Ν. Ιταλία· οι τρεις εξεγερθέντες ενώθηκαν μαζί του· ο Ιωάννης Β’ Κομνηνός επιδότησε την εκστρατεία. Πολιόρκησαν την πρωτεύουσα Σαλέρνο, που παραδόθηκε και έπειτα κατέλαβαν το Μπάρι. Ο Λοθάριος Γ’ επίσης περιέβαλλε τον Ρανούλφο Β’ με το αξίωμα του δούκα της Απουλίας και Καλαβρίας και επέστρεψε στη Γερμανία. Ο Ρογήρος Β’ αποβιβάσθηκε στην Καλαβρία και κατέλαβε το Σαλέρνο, την Καμπανία, την Κάπουα. Ο Σέργιος Ζ’ τον αναγνώρισε ως ηγεμόνα της Νάπολης. Από τότε η Νάπολη έμεινε οριστικά ενσωματωμένη στο Νορμανδικό βασίλειο. Το 1137 ο Ρογήρος Β’ μετακινήθηκε στην Απουλία για να αντιμετωπίσει τον Ρανούλφο Β’: στη μάχη του Ρινιάνο ηττήθηκε για 2η φορά από το Ρανούλφο Β’ και διέφυγε. Ο σύμμαχός του Σέργιος Ζ’ σκοτώθηκε.
Το 1138 ο αντίπαπας Ανάλεκτος Β’ απεβίωσε. Ο Ρογήρος Β’ ζήτησε επιβεβαίωση του τίτλου του από τον Ιννοκέντιο Β’. Ο Ρογήρος Β’ εισέβαλε στην Κάπουα με την οδηγία στο στρατό του να μην πολεμήσει εκ παρατάξεως, αλλά να διασπείρει το στρατό του Ρανούλφου. Κατέστρεψε όλα τα κάστρα της περιοχής παίρνοντας τεράστια λεία. Ο Ρανούλφος απεβίωσε από ελονοσία το 1139. Ο Ρογήρος Β’ έκανε εκταφή του σώματός του και το πέταξε σε ένα χαντάκι. Αργότερα το ξαναέθαψε. Ο Ιννοκέντιος Β’, που ήθελε να υπάρχει το πριγκιπάτο της Κάπουα μεταξύ τους, εισέβαλε με μεγάλο στρατό, αλλά έπεσε σε ενέδρα και συνελήφθη από τον Ρογήρο Γ’. Αναγκάσθηκε έτσι να υπογράψει τη συνθήκη του Μινάνο, αναγνωρίζοντας τον Ρογήρο Β’ ως rex Siciliae, ducatus Apouliae et principatus Capuae. Τα σύνορα ορίσθηκαν το 1944 και έμειναν για τα επόμενα 700 έτη ως σύνορα του βασιλείου της Σικελίας και Νάπολης. Το 1139 το Μπάρι παραδόθηκε και ο στασιαστής πρίγκιπάς του Γιακουίντους απαγχονίσθηκε με πολλούς οπαδούς του.
Νομοθεσία, Οικονομία
Το ίδιο έτος σχεδίασε τη νομοθετική ενοποίηση της Ν. Ιταλίας. Στο Αριάνο, κέντρο των ηπειρωτικών κτήσεων, ψηφίσθηκαν οι Ασσίζες του Αριάνο, το μεγάλο έργο που καθόριζε όλες τις υποθέσεις. Έδωσε απόλυτες εξουσίες στο βασιλιά και στους λειτουργούς τού κράτους και μείωνε τις εξουσίες των υποτελών ευγενών. Η εξουσία του έγινε συγκεντρωτική. Εκεί δήλωσε και το νέο νόμισμα, το δουκάτο, που πήρε το όνομά του από το δουκάτο της Απουλίας και Καλαβρίας.
Με τη νέα νομοθεσία ενδιαφερόταν πώς να συγκεντρώσει χρήματα και όχι πώς να τα ξοδεύσει. Το νέο νόμισμα έκανε πιο εύκολο το εμπόριο με την υπόλοιπη Μεσόγειο, καθώς είχε μικρότερες υποδιαιρέσεις σε σχέση με τα προηγούμενα νομίσματα, κάνοντας έτσι πιο ακριβείς και αποτελεσματικές τις συναλλαγές. Ωστόσο οι τοπικοί έμποροι δυσκολεύθηκαν και αγανάκτησαν με τη χρήση του. Ήδη από το 1150 δεν ήταν πολύ σε χρήση και αμέσως μετά εξαφανίσθηκε.
Αποκτήθηκε ευημερία από την πατρική κληρονομία και τις οικονομικές εισφορές, αλλά ο μεγάλος πλούτος ήλθε από τις εκστρατείες στην Απουλία το 1113 και την Ελλάδα το 1147.
Η θέση της Σικελίας, με το να είναι στο κέντρο της Μεσογείου, ευνοούσε το εμπόριο Μέσης Ανατολής, Ευρώπης και Αφρικής. Εξήγαγε σιτάρι, τυριά, σταφύλια. Η ισχυρή πολιτική και στρατιωτική εξουσία υποστήριζε και προστάτευε τους εμπόρους. Αυτό δυνάμωσε την αγορά και ανάπτυξε τη γεωργία.
Ο Ρογήρος Β’ έγινε από τους ισχυρότερους βασιλείς της Ευρώπης. Συγκέντρωσε στο Παλέρμο άνδρες όπως ο Έλληνας ιστορικός Νείλος Δοξαπατρής, ο Άραβας γεωγράφος Μουχάμαντ αλ-Ιντρίσι, κά. Επέτρεψε την ανοχή στις γλώσσες, τις φυλές, τη θρησκεία. Για τη διοίκηση του κράτους προσέλαβε πολλούς Έλληνες και Άραβες, που είχαν εκπαιδευθεί στη μακρά παράδοση της κεντρικής διοίκησης. Υπηρετήθηκε από άνδρες διαφορετικής ιθαγένειας, όπως τους ναυάρχους Χριστόδουλο και Γεώργιο εξ Αντιοχείας, τον οποίο έκανε amiratus amiratorum (αρχιναύαρχο) και τον Τόμας Μπρουν kaid (κύριο) της Αυλής. Η Σικελία έγινε ηγέτιδα ναυτική δύναμη της Μεσογείου.
Ο Γεώργιος εξ Αντιοχείας ήταν πιο πριν στην υπηρεσία του εμίρη της Μαχντία, στην περιοχή της Τυνησίας. Σε αυτόν οφείλονται οι κατακτήσεις στην Αφρική που άρχισαν το 1135. Το 1146 κατακτήθηκε η Τύνιδα, το 1148 το Ακρωτήριο Μπόνα (Άνναμπα) της Αλγερίας και ως το 1153 πολλές περιοχές της Τυνησίας. Δυστυχώς χάθηκαν από το διάδοχο Γουλιέλμο Α’, έτσι δεν αποτέλεσαν μόνιμο τμήμα του βασιλείου.
Η Β’ Σταυροφορία (1147-48) έδωσε την ευκαιρία να ανανεώσει τις επιθέσεις του στον παραδοσιακό εχθρό του, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Με τη βοήθεια του καρδινάλιου Θεοδουίνου επιτέθηκε με αλληλογραφία στον Κορράδο Γ’ βασιλιά της Γερμανίας, προσπαθώντας να θραύσει τη συμμαχία του με το Μανουήλ Α’ Κομνηνό Αυτοκράτορα των Ρωμαίων. Αν και ο ίδιος ο Ρογήρος Β’ δεν πήγε ποτέ στην Ελλάδα, έδινε εντολές στον ικανότατο Γεώργιο εξ Αντιοχείας. Το 1147 ο Γεώργιος απέπλευσε από την Υδρούντα (Οτράντο) με 70 γαλέρες εναντίον της Κέρκυρας. Το νησί, που υπέμεινε την Αυτοκρατορική φορολογία, βλέποντας τους Νορμανδούς ως απελευθερωτές των Ρωμαϊκών επιβαρύνσεων, παραδόθηκε στο Γεώργιο χάρη στις δωροδοκίες του. Ο ναύαρχος, αφού άφησε 1.000 άνδρες φρουρά, περιέπλευσε την Πελοπόννησο, λεηλάτησε την Αθήνα, τα παράλια της Εύβοιας, τον Κορινθιακό Κόλπο και εισχώρησε ως τη Θήβα, όπου λεηλάτησε τα εργαστήρια μεταξωτών, δαμασκηνών και μπροκάρ υφασμάτων, παίρνοντας τους υφαντές μετάξης στο Παλέρμο όπου απετέλεσαν τη βάση της Σικελικής βιομηχανίας μεταξωτών. Ο Γεώργιος λεηλάτησε την Κόρινθο και έκλεψε από εκεί τα λείψανα του αγίου Θεοδώρου που τα μετέφερε στη Σικελία. Το 1149 η Κόρινθος ανακαταλήφθηκε, και ο Γεώργιος έκανε μια τιμωρητική εκστρατεία εναντίον της Κωνσταντινούπολης, όπου δεν μπόρεσε να βγει στην ξηρά και αφού έριξε μερικά φλεγόμενα βέλη στα παράθυρα του ανακτόρου του Αυτοκράτορα για εκφοβισμό, επέστρεψε. Η εκστρατεία του δεν είχε μόνιμα αποτελέσματα.
Απεβίωσε το 1154 στο Παλέρμο και ετάφη στον εκεί Καθεδρικό, Τον διαδέχθηκε ο 4ος υιός του Γουλιέλμος Α’.
Πρώτα νυμφεύτηκε το 1117 την Ελβίρα Χιμένες, κόρη του Αλφόνσου ΣΤ’ βασιλιά της Καστίλης και Λεόν. Είχε τέκνα:
- Ρογήρος Γ’ 1118 – 1148, δούκας της Απουλίας και Καλαβρίας. Πατέρας του Τανκρέδου βασιλιά της Σικελίας, που διαδέχθηκε τον εξάδελφό του Γουλιέλμο Β’
-
Τανκρέδος 1119 – 1138, πρίγκιπας του Μπάρι
-
Αλφόνσος 1120/1 – 1144, πρίγκιπας της Κάπουα, δούκας της Νάπολης
-
Γουλιέλμος Α’ 1131 – 1166, αρχικά διαδέχθηκε τον αδελφό του Ρογήρο Γ’ ως δούκας της Απουλίας και Καλαβρίας, έπειτα τον πατέρα του ως βασιλιάς της Σικελίας. Πατέρας του Γουλιέλμου Β’ βασιλιά της Σικελίας.
- Όταν η Ελβίρα απεβίωσε το 1135, η θλίψη τον κατέβαλε. Το 1149 νυμφεύτηκε τη Σίβυλλα Καπέτων, κόρη του Ούγου Β’ δούκα της Βουργουνδίας. Δεν είχαν επιζώντες απογόνους. Η Σίβυλλα απεβίωσε το επόμενο έτος και το 1151 ο Ρογήρος Β’ νυμφεύτηκε τη Βεατρίκη, κόρη του Ιθιέρ κόμη του Ρεθέλ, ανιψιού του Βαλδουίνου Β’ βασιλιά της Ιερουσαλήμ. Η κόρη του
- Κωνσταντία 1154 – 1198 παντρεύτηκε τον Ερρίκο ΣΤ’ Χοενστάουφεν βασιλιά της Γερμανίας. Εκτόπισε το μικρανεψιό της Γουλιέλμο Γ’ βασιλιά της Σικελίας και έγινε βασίλισσα της Σικελίας μαζί με το σύζυγό της. Έτσι τους Ωτβίλ διαδέχθηκαν οι Χοενστάουφεν στο βασίλειο της Σικελίας.
- Από δύο εκτός γάμου σχέσεις είχε έξι μη νόμιμα τέκνα, με πιο σημαντικά τα εξής:
- Σίμων, πρίγκιπας του Τάραντος
- Μαρίνα, παντρεύθηκε τον αρχιναύαρχο Μαργαριτώνη του Μπρίντιζι.
- ΠΗΓΗ: https://el.wikipedia.org