Λίστα αντικειμένων
του Ανδρέα Κοσιάρη
Σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις στη σημερινή συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό ANT1, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ξεκάθαρα ψέματα — τουλάχιστον σε αντιπαράθεση με τον ίδιο Κυριάκο Μητσοτάκη έναν χρόνο νωρίτερα.
Προσπερνώντας τα διάφορα τερατώδη που είπε ξανά ο πρωθυπουργός, για τη γυναικοκτονία στους Αγίους Αναργύρους, τα απογευματινά επί πληρωμή χειρουργεία και άλλα ζητήματα, θα μείνουμε μονάχα στο ζήτημα του εγκλήματος των Τεμπών.
Κύριο μέλημα του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν να αποσείσει από πάνω του κάθε υπόνοια συγκάλυψης. Έτσι, επανέλαβε το ίδιο (μη) επιχείρημα που χρησιμοποίησε και στην πρόσφατη συζήτηση στο κοινοβούλιο: «Να συγκαλύψουμε τι; Στο ερώτημα αυτό δεν παίρνουμε απάντηση».
Φυσικά, η απάντηση σε αυτό έχει δοθεί πολλάκις — τις ευθύνες του υπουργού Καραμανλή, που γνώριζε πολύ καλά τις ελλείψεις ασφάλειας και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε (και λειτουργεί ακόμα) ο σιδηρόδρομος ώστε να πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες ανθρώπινου λάθους και σοβαρού δυστυχήματος.
Αλλά αυτό δεν προσμετράται στα ψέματα του Κυριάκου Μητσοτάκη — είναι απλά ενοχικό παπατζιλίκι, όπως και το «Γνωρίζω πολύ καλά ένα πράγμα, ότι δεν υπάρχει συγκάλυψη», που επίσης επανέλαβε και που οδηγεί στο αυτόματο συμπέρασμα ότι τα μονταρισμένα ηχητικά που διοχετεύτηκαν από «αγνώστους» στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα μονταρίστηκαν από ένα ρακούν, κι αυτό κατά λάθος.
Μιλώντας όμως για τα μονταρισμένα ηχητικά, πάμε να δούμε το πρώτο ξεκάθαρο ψέμα του Κυριάκου. Ερωτηθείς εάν το ηχητικό υλικό που δημοσιεύθηκε ήταν μονταρισμένο, ο πρωθυπουργός απάντησε: «Δεν γνωρίζω αν είναι αλήθεια και να το αποδείξει η δικαιοσύνη αν είναι έτσι. Πιθανώς να είναι, αλλά δεν το γνωρίζω. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι όλο το υλικό ακέραιο έφτασε στη Δικαιοσύνη. Δεν υπήρχε καμία κυβερνητική ανάμειξη. Δεν ξέρω τι έπαιξαν τα μέσα». Λίγο νωρίτερα είχε πει και ότι η κυβέρνηση «δεν στοχοποιεί τον σταθμάρχη».
Όμως, ας δούμε τι έλεγε ο ίδιος Κυριάκος Μητσοτάκης, σε εκείνο το υπουργικό συμβούλιο της 9ης Μαρτίου 2023 με την περιβόητη δακρύβρεχτη φωτογράφιση των υπουργών. «Προσωπικά ακούγοντας τους διαλόγους, τους επίμαχους διαλόγους το βράδυ του δυστυχήματος, αισθάνθηκα αυτό που πιστεύω ότι αισθανθήκατε και εσείς και αισθάνθηκαν όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες. Οργή αλλά και ντροπή», είχε πει τότε ο πρωθυπουργός κι έπειτα μίλησε για «στήριξη των συγγενών των θυμάτων, οικονομική, ηθική και ψυχολογική», που όπως φάνηκε σήμαινε πως τα κυβερνητικά τρολ θα επιτίθενται στους συγγενείς που ζητούν το δίκιο τους.
Το «δεν ξέρω τι έπαιξαν τα μέσα» της 11ης Απριλίου ’24, δεν συνυπάρχει και πολύ καλά με το «ακούγοντας τους επίμαχους διαλόγους το βράδυ του δυστυχήματος» της 9ης Μαρτίου ’23. Ο Κυριάκος ξέρει πολύ καλά τι έπαιξαν τα μέσα τις επόμενες του δυστυχήματος ημέρες και πώς με αφορμή εκείνα τα πρώτα παραποιημένα ηχητικά του Πρώτου Θέματος, ολόκληρη η κυβέρνηση πίεσε ασταμάτητα το talking point «φταίει το ανθρώπινο λάθος του σταθμάρχη» για να κλείσει βιαστικά τις εξηγήσεις της για την υπόθεση.
Το άλλο ψέμα του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πολύ πιο εύκολο να εντοπιστεί. «Πάντα θα μας βαραίνει το γεγονός ότι – παρότι προσπαθήσαμε — δεν είχαμε έτοιμα όλα τα συστήματα τηλεδιοίκησης. Τι θα γινόταν αν τα είχαμε; Δεν μπορούμε να ξέρουμε με βεβαιότητα», είπε ο πρωθυπουργός στον Γ. Παπαδάκη και τη Μ. Αναστασοπούλου. Κανείς τους δεν ένιωσε την ανάγκη να θυμίσει στον Μητσοτάκη ότι πολλαπλά πορίσματα, καταθέσεις εμπειρογνωμόνων και άλλες πηγές έχουν επιβεβαιώσει πως το δυστύχημα των Τεμπών θα είχε αποφευχθεί με ένα πλήρες σύστημα τηλεδιοίκησης.
Δεν ένιωσαν όμως ούτε την ανάγκη να του θυμίσουν τα δικά του λόγια, ξανά από εκείνο το ντροπιαστικό υπουργικό συμβούλιο της 9/3/23. «Αν το έργο της τηλεδιοίκησης είχε ολοκληρωθεί, αυτό το δυστύχημα θα ήταν πρακτικά αδύνατο να είχε συμβεί. Η τεχνολογία θα μας είχε βοηθήσει να αποτρέψουμε το αδιανόητο: για αρκετά χιλιόμετρα, δύο τρένα ήταν στην ίδια γραμμή, σε πορεία σύγκρουσης». Βλέπετε, στα εγχειρίδια επικοινωνιακής διαχείρισης η αμφισβήτηση του προφανούς, η πλήρης διαστρέβλωση της πραγματικότητας, έρχεται μονάχα όταν όλα τα άλλα αποτύχουν.
Έτσι, τις πρώτες ημέρες η κυβέρνηση και το επικοινωνιακό της επιτελείο πίστευαν πως με ψεύτικα δάκρυα, με την παραίτηση Καραμανλή και με τα παραποιημένα ηχητικά θα τη βγάλουν καθαρή. Το προφανές, πως η ύπαρξη ολοκληρωμένου συστήματος σχεδιασμένου για να αποτρέπει τέτοια συμβάντα θα απέτρεπε το συμβάν, δεν ήταν ανάγκη να αμφισβητηθεί — ήταν μάλιστα και όπλο στη φαρέτρα, μπορούσε η απουσία τηλεδιοίκησης να ενοχοποιήσει και τους προηγούμενους.
Όσο όμως το θέμα δεν καταλάγιαζε, η απουσία τηλεδιοίκησης αποδεικνυόταν μεγαλύτερο αγκάθι από ό,τι πίστευε η κυβέρνηση. Εξ ου και οι επαναλαμβανόμενες τραγελαφικές εικόνες με τον Γεραπετρίτη μεταξύ άλλων να προσπαθεί να πείσει ότι υπάρχει κάτι που στην πραγματικότητα δεν υπήρχε. Και λίγο αργότερα, ξεκίνησε η αμφισβήτηση της ίδιας της φύσης του συστήματος.
Για να φτάσουμε στο σήμερα, με τον πρωθυπουργό να λέει ξεκάθαρα ψέματα πως δεν γνωρίζει αυτά που γνώριζε έναν χρόνο πριν, και τους δημοσιογράφους να αρνούνται να του τα υποδείξουν.
από: https://info-war.gr