Οταν το 1988 ο Πύρρος Δήμας ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Αθήνα, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, με φόβο ψυχής, δεν ήταν φυσικά ολυμπιονίκης ούτε φανταζόταν ότι του έμελλε να κατέβει για ευρωβουλευτής με το κόμμα που έχει για σημαία του την ξενοφοβία και την αντιμεταναστευτική ατζέντα. Τις δύο γειτόνισσες, Αλβανία και Ελλάδα, χώριζε κάποτε συνοριακός φράκτης και μάλιστα ηλεκτροφόρος.
Ο Πύρρος και ο αδερφός του Οδυσσέας προέρχονταν από οικογένεια σχετικά εύπορη για τα δεδομένα της Χειμάρρας αλλά μολαταύτα φτωχή. Το φαγητό που τους μοιραζόταν με δελτίο ήταν συχνά μπαγιάτικο κρέας από καγκουρό, απομεινάρι από ένα παλιό αλισβερίσι μεταξύ Γαλλίας και Αυστραλίας. Κατέληξε σχεδόν όλο στα άδεια στομάχια των Αλβανών και των Βορειοηπειρωτών.
«Το καθεστώς μας έκανε συνεχώς μια φοβική προπαγάνδα για το τι γινόταν πέρα από τα σύνορα. Μας μιλούσε για φτώχεια, για άθλιες συνθήκες ζωής, για σοκαριστικά εγκλήματα που συνέβαιναν στους δρόμους καθημερινά» γράφει ο Πύρρος στην αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε πέρυσι. «Αλλά στο ταξίδι αυτό είδα με τα μάτια μου ανθρώπους ελεύθερους, να ζουν σε ευημερία, με αγαθά που εμείς ποτέ δεν είχαμε πιάσει στα χέρια μας. Και πάνω απ’ όλα, ανθρώπους που περπατούσαν με το κεφάλι ψηλά, χωρίς να τους περικυκλώνει από παντού ο φόβος». Η Ελλάδα του 1988 είχε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο κόμμα με το οποίο πολύ αργότερα (εποχή μνημονίων πια) ο Πύρρος έκανε το πολιτικό του ντεμπούτο.
«Πρέπει να την κάνουμε…»
Τις μέρες του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Αρσης Βαρών του 1989 στην Αθήνα τα αδέρφια Δήμα –Αλβανοί ακόμη– αντάλλαξαν 200 δολάρια στη μαύρη αγορά των Τιράνων: «Για να αγοράσουμε δυο τρία μπλουτζίν, καμιά κουβέρτα, ίσως και καμία κασέτα της Γλυκερίας». Εκρυψαν το κομπόδεμα κάτω από ένα κάθισμα του λεωφορείου που θα τους οδηγούσε στην Κακαβιά. Μαθημένοι στα κόλπα των «λάθρο», οι συνοριοφύλακες βρήκαν τα λεφτά.
«Μας οδήγησαν έναν έναν για ανάκριση. Με ξεντύνουν, με ξεγυμνώνουν, αρχίζουν να με ψάχνουν παντού. Ωσπου παρενέβη ο προπονητής μας, ο Ζεφ, με ένα τηλεφώνημα στον υπουργό Αθλητισμού της Αλβανίας. Προς έκπληξη όλων, μας άφησαν και φύγαμε, τρομοκρατημένοι. Οσο μείναμε στην Αθήνα οι μισοί αθλητές έσπαγαν το μυαλό τους για να βρουν τρόπο να φύγουν και να αποδράσουν. “Πρέπει να την κάνουμε, αλλιώς στην Αλβανία θα μας βάλουν μέσα” ψιθύριζαν. Ετρεμα κι εγώ σαν το ψάρι. Μούσκεμα γινόμουν στη σκέψη της επιστροφής».
Ο Πύρρος Δήμας δεν χρειάστηκε να πηδήξει φράκτες. Η γνωριμία του με τον –μετέπειτα πολιτευτή του ΠΑΣΟΚ και περιφερειάρχη– Γιάννη Σγουρό το 1990 στο Ααλμποργκ της Δανίας τού άνοιξε χαραμάδα προς τα ελληνικά σύνορα. «Γιου. Μπαρτσελόνα. Γουίνερ» του είχε πει λακωνικά στο περιθώριο του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ο θρυλικός Βασίλι Αλεξέγεφ. Και πράγματι δύο χρόνια αργότερα στη Βαρκελώνη ο Πύρρος στέφθηκε χρυσός ολυμπιονίκης. «Για την Ελλάδα» κραύγασε πάνω στο ταπί.
Η κατάληψη της γερμανικής πρεσβείας στα Τίρανα στις 3 Ιουλίου 1990 άνοιξε την πρώτη ρωγμή στο χαλύβδινο παραπέτασμα του τρόμου. Το καθεστώς έβαψε την εξέγερση με αίμα, αλλά εκατοντάδες πολίτες κατόρθωσαν να τρυπώσουν στις πρεσβείες των δυτικών υπερδυνάμεων. Τρομοκρατημένη η κυβέρνηση του Ραμίζ Αλία προχώρησε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων. Για πρώτη φορά οι Αλβανοί πολίτες είχαν δικαίωμα να αποκτήσουν διαβατήριο. Ο Πύρρος άρχισε να σκέφτεται τη μετανάστευση. Ο Σγουρός, ισχυρός ανήρ της Ελληνικής Ομοσπονδίας Αρσης Βαρών, τον πλησίασε ξανά στο περιθώριο κάποιων αγώνων στην Κορυτσά.
«Στην Αλβανία, όμως, και οι τοίχοι είχαν αυτιά» θυμάται ο μετέπειτα ολυμπιονίκης. «Περιμέναμε με κομμένη ανάσα να δούμε τι θα συμβεί στις οικογένειες των πρώτων αθλητών που πήραν σβάρνα κι έφυγαν. Επρεπε να εξασφαλίσουμε ότι θα γίνονταν όλα χωρίς να κινδυνεύσει κανείς». Η χώρα σιγά σιγά ερήμωνε, αφού τα νιάτα συνωστίζονταν στις πρεσβείες με τα διαβατήρια στα χέρια. Ο Πύρρος έμεινε σχεδόν τελευταίος στο γυμναστήριο του συλλόγου του μαζί με τον Λεωνίδα Κόκκα. Ο Γιώργος Γερεουδάκης, ακόλουθος της ελληνικής πρεσβείας στα Τίρανα, δίσταζε να του εκδώσει βίζα. «Σε θέλω εδώ για να ασχοληθείς με την πολιτική» του έλεγε…
Μίσος και ξενοφοβία
Ο Πύρρος Δήμας θα ξεκινούσε αεροπορικώς από τα Τίρανα για τα Ιωάννινα στις 7 Φεβρουαρίου 1991 με βίζα μίας χρήσης, τάχα για να χειρουργηθεί στο γόνατο από Ελληνα γιατρό. Η πτήση ματαιώθηκε λόγω κακοκαιρίας, αλλά ο Πύρρος ξύπνησε ένα γείτονα μες στη μαύρη νύχτα και του ζήτησε να τον μεταφέρει οδικώς στην Κακαβιά. «Θα σου στείλουμε ένα ταξί στα σύνορα να σε φέρει στην Αθήνα» υποσχέθηκε ο Σγουρός. Ελεύθερος πια από τον φόβο του, ο Πύρρος πρωτοπάτησε στη νέα του πατρίδα στις 6 τα ξημερώματα με μοναδική αποσκευή ένα σακβουαγιάζ. Μέσα στην τσάντα κρεμόταν ο πιο πιστός του φίλος: ένας αδέσποτος γατούλης ονόματι Ζεφ.
Τον χειμώνα που ακολούθησε η μαζική εισροή των Αλβανών εμιγκρέδων έφερε την Ελλάδα στα πρόθυρα ανθρωπιστικής κρίσης. Τα αδέρφια Δήμα έζησαν το μίσος και την ξενοφοβία στο πετσί τους: «Μέσα στο λεωφορείο κρατούσα και με τα δύο χέρια ψηλά τις χειρολαβές για να μη νομίζουν οι άλλοι επιβάτες ότι θα τους κλέψω».
Αντιμεταναστευτικό κρεσέντο
Τρεις δεκαετίες μετά την ημέρα που πέρασε τα ελληνοαλβανικά σύνορα, ο Πύρρος Δήμας φωτογραφίζεται στον φράκτη του Εβρου και ζητάει την ψήφο των ίδιων ανθρώπων που τότε τον έλεγαν «κωλοαλβανό» και ζητούσαν τουφεκισμό των παράνομων μεταναστών στα σύνορα. «Καταλάβαμε με στεναχώρια από νωρίς ότι και στην Ελλάδα θα ζούσαμε λίγο πολύ σαν ξένοι. Φύγαμε από την Αλβανία “Γκρέκο μασκαράδες” και φτάσαμε στην Ελλάδα Αλβανοί…».
από:https://www.koutipandoras.gr