Παρά τις φιλότιμες και ευρηματικές προσπάθειες των εταιρειών δημοσκοπήσεων να ανακηρύξουν από τώρα πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη- τον φτάνουν ήδη στο 37!- η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική: τα δύο κόμματα θα πέσουν στο νήμα με διαφορά στήθους, όχι μεγαλύτερη των 2 μονάδων.

Ας δούμε λίγο τις συνέπειες ενός τέτοιου εκλογικού αποτελέσματος. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει, παρά τα φαινόμενα, να έρθει πρώτος, τότε δεν τίθεται ζήτημα: θα σχηματιστεί συμμαχική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Τσίπρα, είτε στις 21 Μαϊου είτε στις δεύτερες εκλογές.

Στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερος με μικρή διαφορά 1-2%, ο Μητσοτάκης θα παραδώσει την διερευνητική εντολή, εφόσον είναι εντελώς αδύνατον να βρει συμμάχους. Πρώτον διότι οι βουλευτές της Ελληνικής Λύσης δεν θα αρκούν και δεύτερον διότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι σε θέση, ακόμη και να το ήθελε η ηγεσία του, να μπει σε συγκυβέρνηση με τον Μητσοτάκη, διότι θα οδηγηθεί σε άμεση διάλυση. Τα περισσότερα ηγετικά στελέχη του (Παπανδρέου, Σκανδαλίδης, Καστανίδης, Γερουλάνος, Καρχιμάκης, Αντωνίου, Κατρίνης κα) έχουν ήδη απορρίψει μια τέτοια κίνηση, ενώ το ίδιο πιστεύει και ο Κώστας Λαλιώτης. Και δικαίως την έχουν απορρίψει αυτήν την συνεργασία με τη δεξιά, διότι όλοι θυμούνται τι ακριβώς υπέστη το ΠΑΣΟΚ μετά τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Σαμαρά: έπεσε στο 4,5%.

Επιπλέον, δεν υπάρχει και πολιτικό περιθώριο να επαναληφθεί κάτι τέτοιο, μετά την παράνομη παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη από το Μέγαρο Μαξίμου και την ΕΥΠ. Ακόμη και αν ο Μητσοτάκης δεχόταν συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο, πάλι ο σχηματισμός μιας τέτοιας κυβέρνησης, υπό τις παρούσες περιστάσεις, θα οδηγούσε το ΠΑΣΟΚ σε πολιτική αυτοκτονία: αρχικά στις δημοτικές του φθινοπώρου, εν συνεχεία στις ευρωεκλογές του 2024 και τέλος στις επόμενες εθνικές εκλογές, στις οποίες θα ξαναγυρνούσε στο 5%.

Επομένως, δεν υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για συνεργασία ΝΔ- ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και να το ήθελε ο Νίκος Ανδρουλάκης - ο οποίος ωστόσο δεν δείχνει και να το θέλει, παρά τις ασαφείς κατά καιρούς δηλώσεις του. Κάποιος που έχει στο μυαλό του να συνεργαστεί με τη ΝΔ δεν απειλεί, 10 μέρες προ των εκλογών, με φυλάκιση τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Συνεχίζει να είναι ασαφής.

Αυτό το έχει αντιληφθεί προφανώς και ο Μητσοτάκης, ο οποίος την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενος, κάνοντας μια κίνηση φορσέ που λέμε στο σκάκι, απέκλεισε εκ προοιμίου τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, λέγοντας πως ο Ανδρουλάκης συγκλίνει απολύτως με τον ΣΥΡΙΖΑ. Και θέτει ως στόχο την αυτοδυναμία της ΝΔ στις δεύτερες εκλογές.

Τι μένει λοιπόν: η συνεργασία και ο σχηματισμός κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ, στις 21 Μαϊου, ακόμη και εάν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερος. Η ευκαιρία ανατροπής του καθεστώτος Μητσοτάκη και ο κίνδυνος συρρίκνωσης από νέες εκλογές με ενισχυμένη, θα παραμερίσουν όλους του δισταγμούς.

Υπό την προϋπόθεση λοιπόν πως η διαφορά ΝΔ- ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι πάνω από 2%- διότι εάν είναι μεγαλύτερη δεν θα υπάρχει δυνατότητα σχηματισμού κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας- τότε τα δύο κόμματα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με όλες τις προβολές των σχετικών αποτελεσμάτων, θα συγκεντρώσουν 140-145 έδρες.

Θα μπορέσουν τότε να λάβουν εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, εφόσον κάποιο τρίτο κόμμα δηλώσει πως θα απέχει της ψηφοφορίας για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης. Και διά της ανοχής αυτής θα σχηματιστεί έτσι η πλειοψηφία των 151 εδρών. Δεν πρόκειται εν προκειμένω για «κυβέρνηση ηττημένων», διότι δεν πρόκειται και για κυβέρνηση τετραετίας, αλλά για μια κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης, περιορισμένου χρόνου. Η οποία ταυτοχρόνως θα διαθέτει και ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή.

Μπορεί μια τέτοια κυβέρνηση να σταθεί από πολιτική άποψη; Μπορεί. Διότι είμαστε σε έκτακτες συνθήκες απαλλαγής από ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο έχει παραβιάσει το Σύνταγμα και τους νόμους. Οπότε, υπό τις έκτακτες αυτές συνθήκες θα μπορούσε κάλλιστα να σχηματιστεί και μια έκτακτη κυβέρνηση ειδικού σκοπού και συγκεκριμένου χρονικού ορίζοντα.

Ποιος μπορεί να είναι ο σκοπός αυτός; Έχει ήδη περιγραφεί από τα 11 άρθρα του συμβολαίου αλλαγής του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία συγκλίνουν απολύτως και με το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ (Ρύθμιση χρεών, εξεταστικές επιτροπές, μείωση ΦΠΑ, επαναφορά συλλογικών διαπραγματεύσεων, κατάργηση νόμων Κεραμέως, επανεξέταση των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης).

Αυτά θα μπορούσαν να είναι τα έργα μιας κυβέρνησης ειδικού σκοπού ενός έτους. Εφόσον τα δύο κόμματα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ συμφωνήσουν στο πρόσωπο του πρωθυπουργού- πράγμα εύκολο, εφόσον πρόκειται για κυβέρνηση περιορισμένου χρόνου- τότε ο σχηματισμός κυβέρνησης θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα. Με την ανοχή κάποιου μικρού κόμματος της αντιπολίτευσης, το οποίο προφανώς και δεν θα επιθυμεί δεύτερες εκλογές που πιθανότατα θα το οδηγήσουν εκτός Βουλής και εφόσον βέβαια θα συμφωνήσει και με το περιεχόμενο του κυβερνητικού προγράμματος.

Αυτή είναι ίσως και η πιθανότερη εξέλιξη: ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε κανένα άλλο κόμμα επιθυμεί άμεσες δεύτερες εκλογές, ενώ όλοι θα ήθελαν να συμμετάσχουν, έστω και δια της ανοχής, στην ανατροπή του καθεστώτος Μητσοτάκη.

*Ο Απόστολος Διαμαντής είναι εκπαιδευτικός, οικονομολόγος και ιστορικός

πηγη: https://tvxs.gr