Λίστα αντικειμένων
Τα παιδιά μας πρέπει να διδάσκονται ότι οι επιστημονικές θεωρίες χτίζονται πάνω σε αποδείξεις μέσω της επιχειρηματολογίας, της εξαντλητικής συζήτησης, του πειράματος και της επαλήθευσης.
Πρέπει να τους μάθουμε ότι οφείλουν να διασταυρώνουν την αξιοπιστία των πηγών κάθε πληροφορίας και είδησης.
Υπάρχουν αντίδοτα στη διασπορά των θεωριών συνωμοσίας που γνωρίζουν μεγάλη άνθηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού; Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη δυσπιστία στην επιστήμη που επηρεάζει όλο και περισσότερους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο;
Ερωτήματα όπως αυτά περνούν σίγουρα από το μυαλό κάθε εχέφρονος ανθρώπου που παρατηρεί σχεδόν ανήμπορος την πλημμυρίδα των fake news, των «εναλλακτικών» θεωριών και των ανορθολογικών ισχυρισμών.
Η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα και η λύση στο θεμελιώδες αυτό πρόβλημα δεν μπορεί να βρεθεί με μαγικό τρόπο. Απαιτείται προγραμματισμός, σχέδιο και μεθοδικότητα. Και πάνω απ’ όλα χρόνος.
Ωστόσο εκείνο που θα μπορούσε να βοηθήσει αποφασιστικά θα ήταν η συστηματική προώθηση της «επιστημονικής εγγραμματοσύνης» στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τι ακριβώς είναι αυτό;
Σύμφωνα με το πρόγραμμα σπουδών του υπουργείου Παιδείας της Αυστραλίας, είναι «η ικανότητα να χρησιμοποιούμε την επιστημονική γνώση, την κατανόηση και τις ερευνητικές ικανότητες για να θέτουμε ερωτήματα, να αποκτούμε νέες γνώσεις και να εξηγούμε επιστημονικά φαινόμενα […], αλλά και να βγάζουμε συμπεράσματα βασισμένα σε αποδείξεις που να νοηματοδοτούν τον κόσμο και να αναγνωρίζουμε το πώς η κατανόηση της επιστήμης μάς βοηθά να πάρουμε υπεύθυνες αποφάσεις και να διαμορφώσουμε την ερμηνεία των πληροφοριών που διαθέτουμε».
Σήμερα οι μαθητές διδάσκονται μεμονωμένα και απρόσωπα γεγονότα, χωρίς να μπορούν να κατανοήσουν την ιστορία και τις διαδικασίες μέσω των οποίων οι επιστήμονες γνωρίζουν όσα γνωρίζουν – δηλαδή στερούνται μιας εκπαίδευσης στην επιστημονική εγγραμματοσύνη.
Η σύνδεση των επιστημονικών γνώσεων με τις κοινωνικές ανάγκες τις οποίες ήρθαν να καλύψουν είναι καθοριστική για την κατανόησή τους και την ένταξή τους σ’ ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο.
Η σημερινή δυσπιστία των ανθρώπων προς την επιστήμη δεν αφορά την ευφυΐα τους ή το εκπαιδευτικό τους υπόβαθρο. Απόδειξη είναι το ότι ακόμα και άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου ενδίδουν στους πειρασμούς του ανορθολογισμού και των μεταφυσικών δοξασιών.
Και αυτό είναι εν μέρει φυσιολογικό, γιατί η επιστήμη είναι γεμάτη παράδοξες ιδέες που αντίκεινται στη λεγόμενη κοινή λογική, όπως για παράδειγμα το ότι η ύλη αποτελείται από κινούμενα άτομα ή ότι ο χρόνος είναι σχετικός.
Τα παιδιά μας πρέπει να διδάσκονται ότι οι επιστημονικές θεωρίες χτίζονται πάνω σε αποδείξεις μέσω της επιχειρηματολογίας, της εξαντλητικής συζήτησης, του πειράματος και της επαλήθευσης. Πρέπει να τους μάθουμε ότι οφείλουν να διασταυρώνουν την αξιοπιστία των πηγών κάθε πληροφορίας και είδησης.
Τέλος, να αναγνωρίσουμε και τον ρόλο του συναισθήματος στη μάθηση. Επιστημονικά θέματα που αντιπροσωπεύουν κοινωνικές ανησυχίες, όπως για παράδειγμα η καραντίνα ή η επίδραση των δικτύων 5G, μπορεί να είναι πηγές συναισθηματικών αντιδράσεων των παιδιών, τις οποίες εκμεταλλεύονται κατάλληλα οι διάφοροι «ψεκασμένοι», οι ακροδεξιοί, οι ρατσιστές και οι φασίστες.
Βέβαια το πρόβλημα που έχουμε μπροστά μας είναι μια κυβέρνηση που στο όνομα του πολιτικού κόστους κάνει τεράστιες παραχωρήσεις στη μεταφυσική, στη θρησκεία και στον ανορθολογισμό και μέχρι σήμερα αρνείται να πάρει ξεκάθαρη θέση για τον συνωστισμό στις Εκκλησίες ή για τη μετάδοση του κορονοϊού μέσω της διαδικασίας της «Θείας» μετάληψης.
Η υποκρισία και η υπόκλιση μπροστά στις προλήψεις και στην κοινωνική καθυστέρηση είναι ο χειρότερος σύμβουλος στην πολιτική και αφήνει ανοιχτό τον δρόμο στους απατεώνες, στους επιτήδειους και στους ακροδεξιούς κάθε είδους.
Πηγή: Efsyn