Rev Dia anarchism and education
Η εκπαίδευση έπαιζε πάντα μεγαλύτερο ρόλο στην κοινωνία από το να μαθαίνει απλώς στα παιδιά αριθμητική και ορθή ανάγνωση. Μετά την εισαγωγή του γενικού εκπαιδευτικού συστήματος στη βιομηχανική εποχή, μετατράπηκε σε ένα πολύ αποτελεσματικό εργαλείο κρατικής προπαγάνδας. Οι μαθητές διδάσκονται όχι μόνο να κάνουν σωστές αριθμητικές πράξεις, αλλά διδάσκονται και πατριωτισμό και πώς να είναι ένα υπάκουο γρανάζι στο σύστημα. Βασικός στόχος του κρατικού συστήματος είναι η καλλιέργεια υπάκουων πολιτών. Όσον αφορά την επαγγελματική εκπαίδευση, αυτή, ιδίως στην Ουκρανία, είναι πλήρως τυποποιημένη και δεν λαμβάνει υπ’ όψη τις ατομικές δεξιότητες του μαθητή. Επιπλέον, στην πραγματικότητα, η ποιοτική εξειδικευμένη εκπαίδευση δεν είναι διαθέσιμη σε πολλούς ανθρώπους επειδή είναι πολύ ακριβή.
Πολλοί αναρχικοί στοχαστές προσπάθησαν να αναπτύξουν ένα βέλτιστο μοντέλο μάθησης.
Τον 19ο αιώνα, ο Ζοζέφ Προυντόν πρότεινε τη μεταφορά της διαχείρισης της εκπαίδευσης στις κοινότητες εργατών και αγροτών, οι οποίοι θα μπορούσαν να προσλαμβάνουν δασκάλους με βάση τις ανάγκες τους. Όλοι οι επόμενοι θεωρητικοί της αναρχίας ανέπτυξαν περεταίρω αυτήν την ιδέα. Τον εικοστό αιώνα, ο Ιβάν Ίλιτς πρότεινε την αντικατάσταση του σχολείου με δωρεάν άτυπες ενώσεις. Κοινότητες, δηλαδή, μέσα στις οποίες οι άνθρωποι θα μπορούσαν να συναντηθούν για να μοιραστούν γνώσεις, να δημιουργήσουν κέντρα δεξιοτήτων, να βρουν συνεργάτες μαθητείας. Έθεσε την ιδέα, ότι η βάση της σύγχρονης εκπαίδευσης πρέπει να είναι προσανατολισμένη στην πρακτική. Δεν πρέπει να είναι ένα αφηρημένο πρόγραμμα σπουδών, αλλά το περιβάλλον και οι προσωπικές ενέργειες του μαθητή θα καθορίζουν τη γνώση που θα λάβει.
Ο Μιχαήλ Μπακούνιν προτείνει ένα ολοκληρωμένο μοντέλο εκπαίδευσης, βασισμένο στο αρχαίο σύστημα: ένα άτομο πρέπει να έχει εξίσου αναπτυγμένες σωματικές και πνευματικές δεξιότητες. Ανέλυσε την κύρια μελέτη της φύσης και της κοινωνιολογίας. Η πρακτική εκπαίδευση πρέπει να προετοιμάζει τους νέους για την «επιλογή επαγγέλματος» προς την οποία νιώθουν ότι έχουν μια κλίση. Να προχωρήσουν σε μια περαιτέρω επιλογή ενός ατομικού προγράμματος σπουδών στον επιλεγμένο τομέα υπό την καθοδήγηση διδασκάλων.
Ο Φρανσίσκο Φερρέρ, Ισπανός εκπαιδευτικός-αναρχικός, άνοιξε το 1901, στη Βαρκελώνη, το «Σύγχρονο Σχολείο» –ένα κοσμικό σχολείο, το οποίο ενσωμάτωσε την αρχή της «ορθολογιστικής εκπαίδευσης», δηλαδή της εκπαίδευσης που ωθεί το παιδί να αναπτυχθεί σύμφωνα με τα ατομικά του χαρακτηριστικά. Αγόρια και κορίτσια, ανεξαρτήτως της κοινωνικής τους θέσης, φοιτούσαν μαζί σε αυτό το σχολείο. Η εκπαίδευση πραγματοποιούταν με τη μορφή συνομιλιών με τους δασκάλους, εργασίες σε εργαστήρια και περιπάτους (ταξίδια στη φύση, εκδρομές σε εργοστάσια και μουσεία κ.λπ.). Έμφαση δόθηκε σε θέματα φυσικών επιστημών και συζητήσεις με τα παιδιά πάνω σε επίκαιρα θέματα. Σταδιακά, κι άλλα σχολεία για παιδιά εργατών άρχισαν να εμφανίζονται στην Ισπανία, ακολουθώντας το παράδειγμα του σχολείου του Φερρέρ. Οι ιδέες του ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς στο εξωτερικό και ενέπνευσαν τη δημιουργία νέων τύπων δασκάλων στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γερμανία, τη Βραζιλία και άλλες χώρες. Ο τραγικός θάνατος του Φερρέρ, ο οποίος εκτελέστηκε εξαιτίας αβάσιμων κατηγοριών περί οργάνωσης της εξέγερσης, απλώς αύξησε τη δημοτικότητα των ιδεών του.
Ως προς το εκπαιδευτικό περιεχόμενο, σημαντικός είναι ο συνδυασμός θεωρητικών γνώσεων και πρακτικών δραστηριοτήτων. Η εκπαίδευση που είναι αποκομμένη από την πρακτική και τα προβλήματα της πραγματικής ζωής είναι βέβαιο ότι θα μετατραπεί σε μυθοπλασία. Ο Αμερικανός συγγραφέας και ψυχοθεραπευτής Πώλ Γκούντμαν έγραψε ένα βιβλίο το 1964 με τον τίτλο «Υποχρεωτική Δυσεκπαίδευση», στο οποίο σημειώνει ότι οι Αμερικανοί έφηβοι συχνά εγκαταλείπουν το σχολείο επειδή αποτυγχάνουν. Τα σχολεία αναγκάζουν τα παιδιά να «μεγαλώσουν παράλογα» –σε τέσσερις τοίχους, απομονωμένα από την εμπειρία της ζωής, σε αφύσικες ηλικιακές ομάδες. Το σχολείο προσποιείται μόνο ότι παρέχει εκπαίδευση, στην πραγματικότητα απλά σπαταλάει χρόνο. Και καταστέλλει τη δημιουργικότητα και την εγγενή ανθρώπινη επιθυμία να μάθει για τον κόσμο που περιβάλλει τον άνθρωπο.
Η εκπαίδευση δεν περιορίζεται μέσα στα τείχη κάποιου ιδρύματος. Και ο σύγχρονος κόσμος το επιβεβαιώνει, τώρα υπάρχουν πλατφόρμες MOOC [στμ. Massive Open Online Course=Μαζικά Ανοικτά Διαδικτυακά Μαθήματα], πολυάριθμες υπηρεσίες διδασκαλίας, δημοφιλή εκπαιδευτικά βίντεο στο YouTube. Το μονοπώλιο της γνώσης εξαφανίζεται. Οι άνθρωποι θέλουν να μοιράζονται τις δεξιότητές τους και να μαθαίνουν εύκολα ο ένας από τον άλλον: αν έχεις μια καμένη λάμπα στον προβολέα του αυτοκινήτου, μπορείς να πας στο συνεργείο και επίσης μπορείς να παρακολουθήσεις ένα βίντεο με λεπτομερείς οδηγίες για το πώς να την αλλάξεις. Και αυτό το βίντεο δεν τραβήχτηκε από έναν πιστοποιημένο επισκευαστή, αλλά από έναν απλό άνθρωπο σαν κι εσένα, που αντιμετώπισε το πρόβλημα λίγο πιο πριν από σένα.
Ας προχωρήσουμε στην πρακτική, η δωρεάν δημόσια εκπαίδευση στα σχολεία είναι ένα πολύ καλό εργαλείο που συνηγορεί υπέρ, αλλά σε καμία περίπτωση δεν βοηθά το παιδί να σχηματίσει την απαραίτητη βάση γνώσεων για τον κόσμο γύρω του. Επομένως, το κράτος πρέπει να αποσύρει από τα χέρια του την εκπαίδευση. Οι αναρχικοί στοχεύουν στο να κάνουν την ποιοτική εκπαίδευση προσιτή σε όλους και να την αρπάξουν από τα χέρια της κρατικής ή θρησκευτικής προπαγάνδας.
Σε μια αναρχική κοινωνία, το έργο της χρηματοδότησης της εκπαίδευσης θα μεταφερθεί στην αρμοδιότητα ενός μηχανισμού δημοκρατικού σχεδιασμού. Αν και η τρέχουσα εκπαίδευση ονομάζεται δωρεάν, την πληρώνουμε φυσικά μέσω φόρων. Και δεν έχουμε καμία δύναμη να επηρεάσουμε αυτή τη διαδικασία. Μια κοινωνικά προσανατολισμένη οικονομία θα καταστήσει αυτή τη διαδικασία διαφανή και θα επιτρέψει στους ανθρώπους να σχεδιάσουν την κατασκευή εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και όλα τα έξοδα συντήρησής τους. Έργο της δευτεροβάθμιας (σχολικής) εκπαίδευσης θα είναι η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και των πρωτοβουλιών που θα πάρει ο μαθητής. Το σύστημα, χωρισμένο σε τάξεις ανά ηλικία και γενικά εκπαιδευτικά προγράμματα, θα αποτελέσει παρελθόν. Και θα αντικατασταθεί από τη δυνατότητα επιλογής ατομικών ειδών που θα συμβάλλουν στην υποστήριξη των ενδιαφερόντων του μαθητή.
Η επαγγελματική εκπαίδευση θα διεξάγεται απευθείας μέσα στις επιχειρήσεις. Χάρη στη συνεχή εξάσκηση, ο μαθητής θα είναι σε θέση να κάνει κτήμα του με πιο αποτελεσματικό τρόπο τον κλάδο που έχει επιλέξει. Και με τη μείωση των ωρών της εργάσιμης ημέρας και τη δημιουργία συνθηκών με ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε πληροφορία, όλοι θα έχουν τη δυνατότητα να αναπτύσσουν συνεχώς τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους.
Η σύγχρονη εκπαίδευση είναι αποκομμένη από την πραγματικότητα, έτσι οι μαθητές συχνά βρίσκουν τον εαυτό τους εντελώς απροετοίμαστο για ζωή στον πραγματικό κόσμο μετά την αποφοίτησή τους. Και δεν μπορούν να βρουν δουλειά επειδή δεν έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η ποιοτική εκπαίδευση δεν είναι διαθέσιμη στους περισσότερους. Και ότι δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τους προϋπολογισμούς που διατίθενται για την οργάνωση της εκπαίδευσης. Επομένως, έχουμε μια κατάσταση όπου τα σχολεία είναι υπερπλήρη και οι γονείς ξυλοκοπούνται από υπαλλήλους όταν έχουν ως αίτημα να χτιστεί επιτέλους ένα σχολείο στην πόλη τους. Γι’ αυτό το κράτος πρέπει να αφήσει από τα χέρια του την παιδεία, και η κοινωνία θα μπορέσει να ανταπεξέλθει πολύ καλύτερα στο θέμα της εκπαίδευσης της.
Αναρχία στην τάξη/αίθουσα διδασκαλίας
Judith Suissa Anarchy in the classroom
Έχουμε συνηθίσει οι λέξεις «αναρχικός» ή «αναρχία» να χρησιμοποιούνται τυχάρπαστα κάθε φορά που ο Τύπος θέλει να περιγράψει κάποια φαινομενικά ανεξήγητη πράξη βίας ή να κοροϊδέψει μια ιδεαλιστική θεωρία κοινωνικής αλλαγής. Αλλά μερικοί διανοούμενοι μπορεί να είναι εξίσου ένοχοι για διαστρέβλωση του νοήματος των λέξεων αυτών. Η αναρχία, επιμένουν, δεν έχει καμία αξίωση να θεωρείται ως λογική ή σοβαρή πολιτική θεωρία. Χαρακτηρίζεται ως «ουτοπική» ή «αφελής» επειδή προτείνει ότι τα ανθρώπινα όντα είναι εκ φύσεως καλά και ότι αυτή η φυσική καλοσύνη είναι παραπάνω από αρκετή για να συντηρήσει μια κοινωνία χωρίς την ύπαρξη κράτους. Εδώ ο Μαξ Μπέλοφ εργάζεται σκληρά, οργώνοντας αυτό το γνώριμο αυλάκι. Η αναρχία, γράφει: «Βασίζεται σε μια θεμελιώδη παρανόηση της ανθρώπινης φύσης, στην αναπόδεικτη υπόθεση ότι δεδομένης της πλήρους απουσίας περιορισμών ή εναλλακτικά της υλικής αφθονίας που θα εξασφάλιζε ο κομμουνισμός, οι ανθρώπινες κοινωνίες θα μπορούσαν να υπάρξουν χωρίς κανένα απολύτως στοιχείο καταναγκασμού». Ή σκεφτείτε τον σαρωτικό ισχυρισμό του Τζόναθαν Γουλφ στην περιγραφή του για την αναρχία στην Εισαγωγή του στην Πολιτική Φιλοσοφία: «Το να βασίζεσαι στη φυσική καλοσύνη των ανθρώπων σε τέτοιο βαθμό φαίνεται ακραία ουτοπικό».
Δεν είναι περίεργο που η αναρχία έχει αγνοηθεί τόσο πολύ στη σύγχρονη κοινωνία. Έχει αμαυρωθεί σχεδόν μοιραία από τέτοιες εντελώς παραπλανητικές και αποσπασματικές απεικονίσεις του κεντρικού της επιχειρήματος.
Εάν αυτή η ιδέα συνιστά μια χονδροειδή παραποίηση, τότε ποια είναι η αναρχική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης; Τόσο ο Προυντόν όσο και ο Μπακούνιν επέμειναν ότι ήταν εγγενώς διττή, περιλαμβάνοντας τόσο μια εγωιστική δυνατότητα όσο και μια κοινωνική, αλτρουιστική δυνατότητα. Όπως το εκφράζει με γλαφυρό τρόπο ο Μπακούνιν: «Ο άνθρωπος έχει δύο αντίθετα ένστικτα: τον εγωισμό και την κοινωνικότητα. Είναι και πιο άγριος στον εγωισμό του από τα πιο άγρια θηρία, και πιο κοινωνικός από τις μέλισσες και τα μυρμήγκια».
Υπάρχει μια πολύ παρόμοια αναγνώριση της πολυπλοκότητας της ανθρώπινης φύσης στον Κροπότκιν, του οποίου η μνημειώδης πραγματεία, Αλληλοβοήθεια, που γράφτηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, μπορεί να ερμηνευθεί ως μια προσπάθεια αντιμετώπισης της ακραίας εκδοχής του κοινωνικού δαρβινισμού που προτάθηκε από θεωρητικούς όπως ο Χάξλεϋ. Ο Κροπότκιν θεώρησε την απλοϊκή έννοια της «επιβίωσης του ισχυρότερου» ως μια παραπλανητική ερμηνεία της εξελικτικής θεωρίας και επεσήμανε ότι ο ίδιος ο Δαρβίνος είχε σημειώσει τις κοινωνικές ιδιότητες του ανθρώπου ως ουσιαστικό παράγοντα για την εξελικτική του επιβίωση. Το έργο του η Καταγωγή των Ειδών είναι γεμάτο από αναφορές στην «κοινωνική φύση» του ανθρώπου, χωρίς την οποία, υποστηρίζει ο Δαρβίνος, είναι πολύ πιθανό ότι «η εξέλιξη του ανθρώπου, όπως τον ξέρουμε, δεν θα είχε πραγματοποιηθεί ποτέ».
Το παράδειγμα που αναφέρει ο Κροπότκιν σχετικά με την «αλληλοβοήθεια» ως παράγοντα στην εξέλιξη των ζωικών ειδών είναι αυτό των μυρμηγκιών. Ενώ μπορεί να υπάρχουν σκληρές μάχες για επιβίωση μεταξύ των ειδών, εντός της κοινότητας των μυρμηγκιών, κυριαρχεί η αλληλοβοήθεια και η συνεργασία: «Τα μυρμήγκια και οι τερμίτες έχουν απαρνηθεί τον «πόλεμο του Τόμας Χόμπς» και είναι ό,τι καλύτερο γι’ αυτά». Αν και ο Κροπότκιν δεν αρνήθηκε την αρχή του αγώνα για ύπαρξη ως νόμο της φύσης, θεώρησε τελικά την αρχή της αλληλοβοήθειας ως πιο σημαντική από εξελικτική άποψη, καθώς αυτή η αρχή είναι που «ευνοεί την ανάπτυξη τέτοιων συνηθειών και χαρακτήρων που διασφαλίζουν τη διατήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη του είδους, μαζί με τη μεγαλύτερη ευημερία και απόλαυση της ζωής για το άτομο, με την μικρότερη σπατάλη ενέργειας.»
Η αντίληψη ότι η αναρχία πρέπει να ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη «συνηθειών και χαρακτήρων» είναι σαφώς ασυμβίβαστη με την έννοια κάποιας αρχικής αλτρουιστικής κατάστασης χάριτος. Αλλά ο Κροπότκιν ήταν συχνά ακόμη πιο κατηγορηματικός. Σε ένα ιδιαίτερα ισχυρό κομμάτι που γράφτηκε για την Ελευθερία το 1888, με τίτλο «Είμαστε αρκετά καλοί;», ο Κροπότκιν αντιμετώπισε ευθέως το κοινό επιχείρημα ότι οι άνθρωποι δεν είναι «αρκετά καλοί» ή «δεν έχουν ακόμη ωριμάσει για ελεύθερο, αναρχικό κομμουνισμό» ρωτώντας κατηγορηματικά: «Είναι όμως αρκετά καλοί για τον Καπιταλισμό;». Αν οι άνθρωποι ήταν από την φύση τους και κυρίως, ευγενικοί, αλτρουιστές και δίκαιοι, υποστηρίζει ο Κροπότκιν, δεν θα υπήρχε κανένας κίνδυνος εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Ακριβώς, όμως, επειδή δεν είναι, το παρόν σύστημα είναι ανυπόφορο και πρέπει να αλλάξει.
Ο Κροπότκιν πίστευε τελικά στη δύναμη των αλτρουιστικών πτυχών της ανθρώπινης φύσης να επικρατήσουν. Υποστήριξε, ενάντια στον Ρουσσώ, ότι ακόμη και μια διεφθαρμένη κοινωνία δεν μπορεί να συντρίψει την ατομική ανθρώπινη καλοσύνη: ακόμη και ένα καπιταλιστικό κράτος δεν μπορεί «να εξαλείψει το αίσθημα της ανθρώπινης αλληλεγγύης, που είναι βαθιά ενσωματωμένο στην κατανόηση και την καρδιά των ανθρώπων». Ωστόσο, αναγνώρισε ότι οι άνθρωποι «δεν θα μετατραπούν σε αναρχικούς με μια ξαφνική μεταμόρφωση». Ακόμη και μετά από μια επιτυχημένη κοινωνική επανάσταση που θα διαλύσει το κράτος, θα εξακολουθεί να υπάρχει ζωτική ανάγκη για μια εκπαίδευση που μπορεί να καλλιεργήσει τις κοινωνικές αρετές πάνω στις οποίες θα μπορούσε να οικοδομηθεί μια αναρχική κοινωνία. Αυτό είναι ένα κεντρικό θέμα.
Και αυτό δεν είναι περίεργο. Ακριβώς επειδή οι αναρχικοί –ιδιαίτερα οι κοινωνικοί αναρχικοί– δεν θεώρησαν ότι τα ανθρώπινα όντα είναι από την φύση τους καλά, που ανέθεσαν έναν τόσο σημαντικό ρόλο σε αυτό το θέμα.
Τι είναι όμως ακριβώς η αναρχική εκπαίδευση; Οι ιστορικοί της εκπαίδευσης και οι θεωρητικοί της εκπαίδευσης συχνά τη συγχέουν νωχελικά με την «ελευθεριακή εκπαίδευση», μια προσέγγιση που απορρίπτει τα παραδοσιακά μοντέλα εξουσίας των δασκάλων και της ιεραρχικής δομής του σχολείου και που υποστηρίζει τη μέγιστη ελευθερία για το παιδί ως άτομο στην εκπαιδευτική διαδικασία –συμπεριλαμβανομένης, στην ακραία εκδοχή της, της ευκαιρίας να εξαιρεθεί εντελώς από αυτήν τη διαδικασία. Ακόμη και συγγραφείς που βλέπουν με συμπάθεια τις αναρχικές έννοιες της εκπαίδευσης, περιλαμβάνουν περιγραφές αναρχικών σχολείων (όπως η Escuela Moderna, που ιδρύθηκε από τον Φρανσίσκο Φερρέρ στην Ισπανία το 1907, και το Modern School Movement στις Ηνωμένες Πολιτείες που το ακολούθησε) παράλληλα με περιγραφές από ελευθεριακά σχολεία, όπως το Σάμμερχιλ του Α.Σ. Νηλ.
Αυτή είναι άλλη μια παρανόηση. Ο τεράστιος όγκος αναρχικής βιβλιογραφίας που είναι αφιερωμένος σε εκπαιδευτικά ζητήματα, και οι προσπάθειες που καταβάλλονται από αναρχικούς ακτιβιστές σε εκπαιδευτικά προγράμματα, δείχνει ξεκάθαρα ότι για τους κοινωνικούς αναρχικούς, τα σχολεία και η εκπαίδευση γενικότερα, είναι μια πολύτιμη πτυχή του έργου για κοινωνική αλλαγή, παρά κάτι που πρέπει να διαλυθεί μαζί με τους άλλους μηχανισμούς της κρατικής γραφειοκρατίας.
Είναι αλήθεια ότι τα αναρχικά σχολεία μοιράζονται συχνά δομικά χαρακτηριστικά με τα ελευθεριακά σχολεία, όπως η μη καταναγκαστική παιδαγωγική, η δημοκρατική διαχείριση, τα χρονοδιαγράμματα και τα σχέδια μαθημάτων που θα ορίζονται από τους μαθητές, η μη τυπική σχέση δασκάλου-μαθητή. Υπάρχουν όμως κρίσιμες διαφορές. Τα τυπικά αναρχικά σχολεία έχουν ουσιαστικά προγράμματα σπουδών με ξεκάθαρα αντικρατικά, αντιμιλιταριστικά και αντιθρησκευτικά μηνύματα. Δίνεται μεγάλη έμφαση στις κοινοτικές πτυχές της ζωής στο σχολείο και στη συμμετοχή σε ευρύτερα πολιτικά ζητήματα.
Αντίθετα, η ελευθεριακή θέση που σχετίζεται με εκπαιδευτικά πειράματα, όπως το Σάμμερχιλ, κάνει ακριβώς τον τύπο των αισιόδοξων ή αφελών υποθέσεων για την ανθρώπινη φύση που συχνά αποδίδονται λανθασμένα στην αναρχία. Ο Τζόν Ντάρλινγκ αναφέρει τον Α. Σ. Νηλ που ισχυρίζεται ότι τα παιδιά είναι «εκ φύσεως καλά» και θα αποδειχθούν «καλά ανθρώπινα όντα εάν [δεν] ακρωτηριαστούν και δεν εμποδιστούν στη φυσική τους ανάπτυξη από παρεμβολές».
Ο Νηλ είχε πράγματι σημαντική συμπάθεια για την ιδέα του Χόμερ Λέιν για την «εγγενή αρετή» –που αντανακλάται στην επιμονή του ότι κάθε ηθική διδασκαλία διαστρεβλώνει την έμφυτη καλοσύνη του παιδιού. Αυτή η καθαρά ελευθεριακή άποψη έρχεται σε σαφή αντίθεση με την αναρχική άποψη, η οποία υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα ηθικά απαράδεκτο στην προσπάθεια των εκπαιδευτικών να μεταδώσουν ουσιαστικές πεποιθήσεις ή ηθικές αρχές στα παιδιά. Τα αναρχικά σχολεία, σε αντίθεση με σχολεία όπως το Σάμμερχιλ, δεν προσποιήθηκαν την ουδετερότητα στο ήθος τους/στα ηθικά διδάγματα τους/ και στο πρόγραμμα σπουδών τους.
Για τους αναρχικούς, η ιδανική κοινωνία είναι κάτι που πρέπει να δημιουργηθεί. Και η εκπαίδευση είναι πρωτίστως μέρος αυτής της δημιουργίας. Συνεπάγεται μια ριζική πρόκληση για τις τρέχουσες πρακτικές και θεσμούς, αλλά ταυτόχρονα μια πίστη στην ιδέα ότι τα ανθρώπινα όντα διαθέτουν ήδη τα χαρακτηριστικά και τις αρετές που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία και τη διατήρηση μιας τόσο διαφορετικής κοινωνίας. Δεν χρειάζεται, επομένως, ούτε να υποστούν ριζικό μετασχηματισμό ούτε να απαλλαχθούν από μια μαρξιστική «μη αυθεντική» συνείδηση. Η εκπαίδευση δεν είναι ένα μέσο δημιουργίας μιας διαφορετικής πολιτικής τάξης, αλλά ένας χώρος στον οποίο πειραματιζόμαστε με οράματα μιας νέας πολιτικής τάξης –μια διαδικασία που αποτελεί από μόνη της μια εκπαιδευτική και κινητήρια εμπειρία τόσο για τους εκπαιδευτικούς όσο και για τους μαθητές.
Σε πολλά κλασικά έργα για την αναρχία, η εκπαίδευση λαμβάνει ίσα-ίσα μια παροδική αναφορά. Και είναι κρίμα. Διότι η αναγνώριση από τους αναρχικούς της ανάγκης για μια ουσιαστική εκπαιδευτική διεργασία, σχεδιασμένη σύμφωνα με σαφείς ηθικές αρχές, συμβαδίζει με την ανάλογη περιγραφή τους για την ανθρώπινη φύση. Μετατρέπει, έτσι, αυτό που διαφορετικά θα μπορούσε να είναι τίποτα περισσότερο από αφελής αισιοδοξία, σε μια περίπλοκη και εμπνευσμένη κοινωνική ελπίδα.
Αναρχία και Εκπαίδευση
Abraham P. De Leon Anarchism and Education
Αν και πολλοί ακτιβιστές έχουν ασπαστεί την αναρχική θεωρία, η αναρχία υπήρξε επίσης παρούσα σε ποικίλους διαφορετικούς ακαδημαϊκούς τομείς. Η αναρχική κοινωνιολογία έχει βρει ένθερμους υποστηριχτές (Purkis 2004), καθώς έχουν μπει τα αρχικά λιθαράκια στην σκιαγράφηση μιας αναρχικής ανθρωπολογίας (Graeber 2004). Όμως, συχνά παραβλέπεται ο τομέας της εκπαίδευσης, ο οποίος είχε μια ενδιαφέρουσα σχέση με την αναρχία και άλλες ριζοσπαστικές θεωρίες απελευθέρωσης του ανθρώπου. Η αναρχική θεωρία απουσιάζει στην εκπαιδευτική βιβλιογραφία και αυτό το κενό υπάρχει σε ακόμη πιο ριζοσπαστικές θεωρίες της εκπαίδευσης.
Η αναρχική άποψη στο πλαίσιο της εκπαίδευσης έχει επηρεάσει αρκετούς βασικούς τομείς, όπως η οργανωτική δομή, η πολιτική δράση για τους εκπαιδευτικούς και η επανεξέταση του θεσμού της σχολικής εκπαίδευσης και των σκοπών που αυτή εξυπηρετεί. Η αναρχία για την εκπαίδευση σημαίνει ενστερνισμό ορισμένων βασικών παραγόντων σχετικά με το σχολείο. Οι αναρχικοί υποστηρίζουν ότι οι διάφοροι θεσμοί της σχολικής εκπαίδευσης βοηθούν στην αναπαραγωγή των φυλετικών, ταξικών, σεξουαλικών προσανατολισμών και διαχωρισμών των φύλων, υποστηρίζοντας ταξικές πρακτικές που αποδυναμώνουν την εργατική τάξη και τους φτωχούς μαθητές. Ο Paul Goodman, στη διάσημη μπροσούρα του του 1964 για την Υποχρεωτική Δυσεκπαίδευση, υποστήριξε ότι τα σχολεία ωφελούν τους πλούσιους και ισχυρούς και χρησιμεύουν για να κατηχήσουν τους μαθητές σε ένα ιδεολογικό σύστημα, αντί να χρησιμεύουν ως χώροι διαφώτισης και κριτικού διαλόγου. Οι αναρχικοί υποστηρίζουν ότι οι δάσκαλοι και οι μαθητές πρέπει να είναι συνδημιουργοί της γνώσης και οι διαχωρισμοί μεταξύ «δάσκαλου», «μαθητή» και «διευθυντή» πρέπει να αναδιαρθρωθούν.
Η αναρχική αντίληψη σχετικά με την εκπαίδευση επιδιώκει να οικοδομήσει σχολεία που δεν είναι οργανωμένα γύρω από άκαμπτες ιεραρχίες και ότι κάθε σχολείο πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ελεύθερο και ανοιχτό, επιτρέποντας στα άτομα να εξερευνήσουν την ταυτότητά τους, να απελευθερώσουν τις επιθυμίες τους από ιστορικά καταπιεστικές κοινωνικές νόρμες και κάθε σχολείο πρέπει να είναι αυτόνομο ώστε να ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες της κοινότητας. Τα σχολεία και οι κοινότητες στις οποίες βρίσκονται, θα πρέπει να διατηρούν μια συμβιωτική σχέση που να βασίζεται στην αλληλοβοήθεια, στην οικοδόμηση της κοινότητας και σε μη καταναγκαστικές πρακτικές. Οι αναρχικοί έχουν παίξει έναν ιστορικό ρόλο στην εκπαίδευση και την εκπαιδευτική θεωρία, έστω και περιορισμένο. Έχουν δημιουργήσει σχολεία που συμβαδίζουν με τις αναρχικές αντιλήψεις και άσκησαν κριτική στον ίδιο τον θεσμό της σχολικής εκπαίδευσης. Ο Francisco Ferrer, για παράδειγμα, ίδρυσε ένα «σύγχρονο σχολείο» στην Ισπανία που ενσωμάτωσε πολύ διαφορετικά ιδεολογικά πλαίσια από τα σχολεία της εποχής. Τα παιδιά δεν εκτέθηκαν σε ένα δογματικό πρόγραμμα σπουδών ή σε μια σειρά από τυποποιημένα διαγωνίσματα που βρίσκουμε τώρα στα σχολεία των ΗΠΑ. Αντίθετα, το πρόγραμμα σπουδών και η καθοδηγητική φιλοσοφία την οποία υποστήριζε ο Ferrer ήταν η ελευθερία του κάθε παιδιού να επιδιώκει τα πνευματικά του ενδιαφέροντα σε ένα μη ιεραρχικό περιβάλλον. Ο Ferrer υποστήριξε ότι τα σχολεία έπρεπε να αναδιαρθρωθούν με εντελώς διαφορετικούς τρόπους για να ξεφύγουν από τον αποικιοκρατικό και καταπιεστικό ρόλο που διαδραματίζουν τα σχολεία στην ενσωμάτωση των μαθητών στο κατεστημένο. Ο Ferrer ήθελε οι δάσκαλοι να έχουν πλήρη αυτονομία από τους κρατικούς μηχανισμούς, ώστε να μπορούν να ενθαρρύνουν τους μαθητές να επιδιώξουν τα εκπαιδευτικά ενδιαφέροντα της επιλογής τους.
Έχουν δημιουργηθεί και άλλα μη αυταρχικά και δημοκρατικά προγράμματα εκπαίδευσης, τα οποία καθοδηγούνται από ορισμένες από τις αξίες και τις ιδέες που εκφράζονται από τον Ferrer. Ο A. S. Neill, ένας από τους πιο γνωστούς υποστηρικτές της εναλλακτικής εκπαίδευσης, δημιούργησε το Summerhill, ένα σχολείο που έδινε έμφαση στην εκπαιδευτική ανάπτυξη βασισμένη αποκλειστικά στα ενδιαφέροντα του παιδιού. Στο Summerhill τα «μαθήματα» προκύπτουν από τους ίδιους τους μαθητές και τα παιδιά ενθαρρύνονται να εξερευνήσουν τα δικά τους ενδιαφέροντα. Αν και οι ιδέες του Neill έχουν υιοθετηθεί και αναδιατυπωθεί από την αρχική τους σύλληψη, συνεχίζουν να επηρεάζουν τα σχολεία που επιθυμούν να δημιουργήσουν εκπαιδευτικές εμπειρίες που θα επιτρέπουν στο παιδί ένα ανοιχτό, ελεύθερο και μη καταναγκαστικό περιβάλλον μάθησης. Αν και δεν δήλωνε «αναρχικός», ο Neill δημιούργησε το Summerhill χωρίς ένα άκαμπτο πρόγραμμα σπουδών ή ένα επίσημο χρονοδιάγραμμα μάθησης. Αναγνώρισε την ελευθερία του κάθε παιδιού και απέρριψε την παραδοσιακή εξουσία του δασκάλου (Suissa 2006: 93). Επίσης, υπάρχουν και άλλα σχολεία που έχουν επηρεαστεί από τις ιδέες του Neill. Στο Albany της Νέας Υόρκης, το Albany Free School επιτρέπει στους μαθητές να εξερευνήσουν τα δικά τους ενδιαφέροντα με μη ιεραρχικό τρόπο, συμπεριλαμβάνοντας προσκεκλημένους ομιλητές και δασκάλους σύμφωνα με τα ενδιαφέροντα των μαθητών. Στο Albany, οι μαθητές αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της κοινότητας γύρω τους, ενώ το σχολείο λειτουργεί ως κέντρο μάθησης και κοινοτικής δράσης. Οι μαθητές μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις δικές τους μαθησιακές εμπειρίες και να συμμετέχουν στη σχολική κοινότητα.
Αν και πολλά «ελεύθερα σχολεία» δεν αποδίδουν άμεσα την αναρχική προοπτική στην πνευματική τους αποστολή, είναι συγκρίσιμα με αυτό που υποστηρίζουν οι αναρχικοί ότι είναι απαραίτητο για την οικοδόμηση της κοινότητας και την εμφύσηση του φυσικού πνεύματος της μάθησης που δεν έχει καταναγκαστική μορφή. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή δημόσια εκπαίδευση, τα «ελεύθερα σχολεία» επιτρέπουν στους μαθητές να έχουν την ελευθερία να ελέγχουν τις μαθησιακές τους εμπειρίες και να διαμορφώνουν τους εκπαιδευτικούς τους στόχους. Στα σχολεία της παραδοσιακής εκπαίδευσης, το πρόγραμμα σπουδών, οι δραστηριότητες και οι μαθησιακές εμπειρίες έχουν προσχεδιαστεί, δίνοντας περιορισμένες επιλογές στη διαμόρφωση των στόχων και των σκοπών τους. Αυτά τα σχολεία είναι δομημένα με άκαμπτο και ιεραρχικό τρόπο. Τα «ελεύθερα σχολεία», από την άλλη πλευρά, είναι ακριβώς το αντίθετο, καθώς τείνουν να μην έχουν ένα καθολικό πρόγραμμα σπουδών. Προωθούν μια φιλοσοφία που βασίζεται στην κοινότητα που αντικατοπτρίζει την ατομική εμπειρία. Η παρακολούθηση δεν είναι πάντα υποχρεωτική και τα μαθήματα συχνά προκύπτουν οργανικά μέσω της έρευνας και των ενδιαφερόντων των μαθητών. Μαθητής και δάσκαλος συνεργάζονται για να επιδιώξουν εξατομικευμένα ακαδημαϊκά και πνευματικά ενδιαφέροντα.
Εκτός από το να βασίζονται απλώς στις ανησυχίες των μεμονωμένων μαθητών, οι αναρχικές αντιλήψεις για τη σχολική εκπαίδευση θεωρούν την οικοδόμηση της κοινότητας ως αναπόσπαστο ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών. Οι μαθητές πρέπει να αισθάνονται μέρος μιας σχολικής κοινότητας για να ασχοληθούν περαιτέρω με τις δημιουργικές και πνευματικές τους αναζητήσεις. Το κύριο σημείο είναι ότι η εκπαίδευση των μαθητών πρέπει να βρίσκεται στα χέρια του ατόμου, με τα σχολεία να καθοδηγούν αυτή τη διαδικασία παρέχοντας δραστηριότητες και οδηγίες που θα ανταποκρίνονται στους στόχους των μαθητών και της κοινότητας.
Πηγές και προτεινόμενη βιβλιογραφία
Αναρχία: Κίνημα Escuela Moderna (Το Μοντέρνο Σχολείο), Goldman, Emma (1869-1940)
Antliff, A. (2007) Breaking Free: Anarchist Pedagogy. In M. Coté, R. Day, & G. de Peuter (Eds.), Utopian Pedagogy: Radical Experiments Against Neoliberal Globalization. Toronto: University of Toronto Press.
Chomsky, N. & Macedo, D. (2000) Chomsky on Mis-education. Lanham: Rowman & Littlefield.
DeLeon, A. (2006) The Time for Action is Now! Anarchist Theory, Critical Pedagogy, and Radical Possibilities. Journal of Critical Education Policy Studies 4, 2 (November).
Goodman, P. (1971) Children Should Be Anarchists. New Schools Exchange Newsletter 58: 5.
Graeber, D. (2004) Fragments of an Anarchist Anthropology. Chicago: Prickly Paradigm Press.
Illich, I. (1983) Deschooling Society. New York: Harper & Row.
Purkis, J. (2004) Towards an Anarchist Sociology. In J. Purkis & J. Bowen (Eds.), Changing Anarchism: Anarchist Theory and Practice in a Global Age. Manchester: Manchester University Press.
Sheehan, S. (2003) Anarchism. London: Reaktion Books.
Spring, J. (1998) A Primer of Libertarian Education. Montreal: Black Rose Books.
Suissa, J. (2006) Anarchism and Education: A Philosophical Perspective. London: Routledge
Στμ.: Οι επισημάνσεις είναι δικές μας.
Μετάφραση – απόδοση Π.
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.247, Απρίλιος 2024
από: https://anarchypress.wordpress.com