Αλλά ας δεχτούμε ότι η ελευθερία της σκέψης μπορεί να κατασταλεί κι ότι οι άνθρωποι μπορούν να πιεστούν τόσο, ώστε να μην τολμούν να μιλούν παρά μόνο με διαταγή της ανώτερης Αρχής. Τούτο ασφαλώς δεν θα τους έκανε ποτέ να σκέφτονται μόνο ό,τι θέλει η ανώτατη Αρχή.
Μπαρούχ Σπινόζα
Ο τίτλος του κειμένου εμπνέεται από το έργο του Ρενέ Μαγκρίτ «Ceci n’est pas une pipe», όπου απεικονίζεται μια ζωγραφισμένη πίπα. Γι’ αυτό το ονόμασε και «Η προδοσία των εικόνων». Ναι, είναι η εικόνα της, όχι το ίδιο το αντικείμενο. Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε και τη συζήτηση για τα σύγχρονα Πανεπιστήμια: δεν είναι αυτό που ευαγγελίζονται προ πολλού. Δεν είναι χώροι γνώσης ούτε ιδεών. Είναι χώροι προετοιμασίας για κάποιο επάγγελμα· δεν εμπνέουν καμιά διάθεση για πραγματική έρευνα. Παράγουν προϊόντα όπως και τα εργοστάσια. Πακέτα τεχνικών και χρήσιμων γνώσεων, που δεν θα χρησιμεύσουν μόνο στην απόκτηση επαγγελματικού τίτλου, αλλά και στην εφαρμογή τους σε κάποιον τομέα. Τα Πανεπιστήμια που στοχεύουν να παράγουν γνώσεις και εφαρμογές στον στρατιωτικό τομέα είναι τα πιο ακριβοπληρωμένα και διαθέτουν το μεγαλύτερο κύρος. Ακολουθεί η πολιτική, η διαφήμιση, τρόποι χειραγώγησης και ελέγχου και λοιπά.
Εκατοντάδες φοιτητές στις ΗΠΑ διαδηλώνουν ενάντια στην εισβολή των Ισραηλινών δυνάμεων στην Γάζα. Όμως, τα αιτήματά τους δεν ενέχουν μια αοριστία: βασικό τους αίτημα είναι να σταματήσουν τα πανεπιστήμια των Η.Π.Α να παράγουν επιστημονικό έργο για τον Ισραηλινό στρατό. Μάλιστα, διαβάζοντας επιμέρους μαρτυρίες φοιτητών, κατανοούμε ότι κάποιοι από αυτούς έχουν καταφύγει ακόμη και σε απεργία πείνας.
Επίσης, είναι σημαντικό ότι άλλοι έζησαν κάποια χρόνια στην Παλαιστίνη και γνώρισαν οι ίδιοι το καθεστώς του Απαρτχάιντ στις διακρίσεις μουσουλμάνων και Εβραίων. Οι ίδιοι συνδέουν τις δικές τους διαμαρτυρίες κάθε είδους με αυτές που συνέβησαν στην δεκαετία του ’80, ενάντια στην χρήση των πανεπιστημίων ως τρόπων ενίσχυσης των πολέμων στην Αφρική.[1] Μάλιστα, οι πανεπιστημιακές διαμαρτυρίες εξαπλώνονται με την μορφή «πανδημίας».[2]
Η σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας σήμερα μοιάζει αυτονόητη. Εδώ και αρκετές δεκαετίες τα πανεπιστήμια λειτουργούν ως προθάλαμοι παραγωγής υπηκόων, που θα λειτουργήσουν ως τα γρανάζια «πολυτελείας» της παγκοσμιοποιημένης μεγα-μηχανής του κεφαλαίου. Οι υπήκοοι αυτοί ειδικεύονται, μέχρι τελικής πτώσεως, σε ένα αντικείμενο που θα τους διασφαλίσει μια προσοδοφόρα θέση εργασίας, θα τους βάλει στο «παιχνίδι» της παραγωγής και της κατανάλωσης, είτε αυτό που παράγουν είναι ύλη είτε υπηρεσίες και «χρήσιμες» ιδέες. Όσο κι αν νιώθουν οι «προικισμένοι και χαρισματικοί», που «αξίζουν» να αμείβονται αδρά», το παραμύθι δείχνει πως τελειώνει· κι ας έχει δράκους.
Η μηχανή αποδεικνύεται αρκετά πιο «έξυπνη και ευρηματική» και μπορεί να κάνει την δουλειά χωρίς αυτούς. Επίσης, η σύνδεση της ευφυίας με τον πλούτο, μια «αξία» που διαδόθηκε αστραπιαία στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, πλέον επαναπροσδιορίζεται· πολλοί είναι οι «έξυπνοι» που αρχίζουν να μένουν εκτός του παιχνιδιού.
Επίσης, αρχίζουν πολλοί ν’ αντιλαμβάνονται πως η ραγδαία εξέλιξη της μηχανής επαναπροσδιορίζει αναγκαστικά τί πραγματικά μάς λείπει. Τί είναι αυτό που χάσαμε. Σίγουρα, το πρώτο που χάσαμε μέσα στο παγκοσμιοποιημένο χάος ήταν η ανθρωπιά μας ως αξία. Μια αξία που δεν αποτιμάται σε λίγο, πολύ ή περισσότερο χρήμα. Οι συνθήκες μάς αναγκάζουν ν’ αναζητήσουμε ξανά όσα μας εναθρωπίζουν, καθώς φαίνεται να τα έχουμε λησμονήσει από καιρό: την ανάγκη συντροφικότητας, αληθινών ανθρώπινων σχέσεων, την αλληλοβοήθεια, την ενσυναίσθηση, την ανυστεροβουλία.
Οι αποκλεισμοί και τα lockdown σε όλον τον πλανήτη, οι εξαναγκαστικοί εμβολιασμοί και η σύνδεση της επιστήμης (ιδιαίτερα της ιατρικής και της βιολογίας) με την δικαιολόγηση της πιο παράλογης καταστολής και του ελέγχου επί του σώματος έκαναν ακόμη πιο απάνθρωπες τις συνθήκες. Ωστόσο, από την άλλη, μας έφεραν αντιμέτωπους με μια αλήθεια που ενδεχομένως δεν είχαμε την δύναμη ή την επιθυμία να αντικρύσουμε: δεν είμαστε ελεύθεροι. Όσο κι αν η επιστημονική «έκρηξη» ξεκίνησε στο όνομα της απελευθέρωσης από τα δεσμά της δεισιδαιμονίας, φαίνεται πως προσπαθεί πλέον να μας ρίξει σε νέα πιο περίπλοκα δεσμά.
Η δυνατότητα που διαθέτουμε πλέον για μακρινά ταξίδια δεν διεύρυνε μόνο τους ορίζοντές μας και την αντίληψη ότι η πραγματικότητα του καθενός είναι διαφορετική· μας πρόσφερε και κάτι επιπλέον. Έδωσε σε πολλούς να καταλάβουν ότι το εξουσιαστικό αφήγημα του παγκόσμιου «απελευθερωτή» των απανταχού καταπιεσμένων, φτιάχτηκε για να δικαιολογεί απερίγραπτες ανθρωποσφαγές σε κάθε άκρη της Γης.
Έτσι και οι Αμερικανοί φοιτητές που προαναφέρθηκαν αντιλαμβάνονται ότι ο κρατικός τους μηχανισμός χρηματοδοτεί πολεμικές συρράξεις και δικτατορίες σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, αυτό συμβαίνει όχι μόνο με την άμεση παρουσία στρατεύματος, αλλά και «ψυχροπολεμικά», δίνοντας δηλαδή άφθονο πολεμικό υλικό σε αυτούς που τους συμφέρει να επικρατήσουν. Και μάλιστα το κάνει με τις «έξυπνες» ιδέες τους, ξεκινώντας από την χρήση της ακαδημαϊκής γνώσης ως εργαλείου για πολέμους κάθε είδους.
Είναι οι φοιτητικές διαμαρτυρίες ίδιας φύσης με αυτές της δεκαετίας του ’60-’70;
Η διεύρυνση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στις ΗΠΑ στις δεκαετίες του ’60 και του ‘70, αλλά όπως φαίνεται και σε όλο τον κόσμο αργότερα (στην Ελλάδα αυτό συνέβη στη δεκαετία του ’80 και ιδιαίτερα του ’90), είχε ως βασικό σκοπό να εξειδικεύσει επιστημονικά, κυρίως, την εργατική τάξη και επί μέρους των μικροαστών· όσων δηλαδή δεν είχαν μέχρι τότε την οικονομική δυνατότητα για πανεπιστημιακές σπουδές. Στόχος της εξουσίας ήταν η ραγδαία αυτή αύξηση των επιστημόνων στον κοινωνικό χώρο να αποτελέσει χρήσιμη δύναμη όχι απλώς στην εργασία, αλλά και στη διακίνηση του κεφαλαίου.
Έτσι, το ανθρώπινο κεφάλαιο «αναβαθμίστηκε» σε επιπλέον αποτελεσματικό γρανάζι στον κύκλο της παραγωγής-κατανάλωσης. Οι νέες προοπτικές γιγάντωσης της παγκόσμιας αγοράς απαιτούσαν με άλλα λόγια την εξάπλωση των προοπτικών αυτών και στο τελευταίο χωριό. Με αυτόν τον τρόπο, επετράπη στα χαμηλότερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα να έχουν πρόσβαση ακόμη και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.[3]
Τώρα η στρόφιγγα κλείνει και στον ελλαδικό χώρο. Η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης είναι το ένα μέρος της αλήθειας. Ένα άλλο εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο, ζήτημα είναι ότι η δημόσια εκπαίδευση, σε όλες της τις βαθμίδες, θα απαιτεί (αν δεν απαιτεί ήδη) οικονομικά κριτήρια, καθώς και η δημόσια εκπαίδευση πλέον δεν θα είναι δωρεάν, αλλά θα έχει υψηλό κόστος.
Τώρα οι περισσότεροι εμπλέκονται στον κύκλο της μαζικής κατανάλωσης και δεν χρειάζεται εκπαίδευση για τη συμμετοχή στα τεχνολογικά εργαλεία, που έχουν γίνει προσιτά σε όλους. Όλοι μπορούν όχι μόνο να τα κατέχουν, αλλά και να τα χειρίζονται με θαυμαστή ευκολία, ακόμη και γενιές που έζησαν τα παιδικά τους χρόνια και την πρώτη τους νεότητα χωρίς ρεύμα. Όλοι έχουν πρόσβαση στον θαυμαστό καινούριο κόσμο και έτσι η τεχνολογία μας δείχνει τι να επιθυμούμε διαρκώς: καταναλώνουμε μέσω της τεχνολογίας όχι μόνο υλικά προϊόντα, αλλά και σχέσεις. Και σε αυτόν δεν χρειάζεται να σπουδάσει κανείς για να συμμετέχει. Τα εργαλεία είναι εύκολα και προσιτά στον καθένα. Η ίδια η τεχνολογική πρόοδος, η τεχνητή νοημοσύνη και τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα με τα αντίστοιχά τους «πλοκάμια» χρειάζονται πολύ λίγους ανθρώπους, για να εξελιχθούν και να αναπαραχθούν. Επιπροσθέτως, μπορούν συγχρόνως να κρατούν δέσμιους τους υπηκόους σε «ανάγκες» και τεχνητές «επιθυμίες», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Για όλους υπάρχει ένα καρότο.
Πλέον, ελάχιστοι μπορούν να ζουν και να εργάζονται χωρίς δικτύωση. Η υψηλή ειδίκευση, η τεχνική και χρήσιμη γνώση είναι όσα χρειάζεσαι. Οι σπουδές, οπότε, είναι προσανατολισμένες εκεί. Απεναντίας, οι σπουδές που παρακωλύουν τον κύκλο της αποβλάκωσης, ενισχύουν την κριτική σκέψη, ευνοούν τον στοχασμό και τον αναστοχασμό υποτιμώνται και κινδυνεύουν σε αφανισμό ως άχρηστες, επειδή ενέχουν τον κίνδυνο ενσωμάτωσης των φοιτητών σε ομάδες σκέψεις που ίσως αυτονομηθούν. Οι λίγοι που θα μπορούν να σπουδάζουν πλέον θα προέρχονται από ανώτερα κοινωνικά στρώματα, οπότε τα πανεπιστήμια θα είναι ένα είδος μονοκαλλιέργειας του πνεύματος. Η ανάμειξη φέρνει το καινούριο μέσα από το διαφορετικό, ακόμη και τη σύγκρουση. Η μονοκαλλιέργεια απονεκρώνει το πνεύμα, όπως και τη Γη.
Ως εκ τούτου, οι φοιτητές που διαδηλώνουν σήμερα στα πανεπιστήμια των Η.Π.Α δεν προέρχονται από τα ίδια κοινωνικά στρώματα που προέρχονταν στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί οι διαμαρτυρίες τους σήμερα εμπεριέχουν και νοήματα διαφοροποιημένα. Οι φοιτητές του ’60 και του ’70, για παράδειγμα, που διαδήλωναν ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, προέρχονταν (και) από κατώτερα κοινωνικά στρώματα, διέθεταν άλλη δυναμική και αρνούνταν και οι ίδιοι να αποτελέσουν τον στρατό που θα σταλεί να πολεμήσει.
Μήπως οι φοιτητές αφέθηκαν πολύ ελεύθεροι να σκεφτούν;
Επιπλέον, στα πανεπιστήμια άρχισαν να εμφανίζονται και ιδέες που δεν είχαν να κάνουν με τον κύκλο παραγωγής και κατανάλωσης. Σταδιακά, τα πανεπιστήμια άρχισαν να συζητούν σοβαρά ζητήματα, αμφισβητώντας το υφιστάμενο σύστημα. Μάλιστα, πρότειναν και τρόπους να απαλλαγούμε από αυτό. Έτσι, άρχισαν να στρέφονται σε εναλλακτικές μορφές οικονομίας, να αναστοχάζονται πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη, την ιστορία και το παρελθόν, να ασκούν κριτική στην αποικιοκρατία, να αναδεικνύουν τη σημασία επιστροφής στη φύση, όπως το έκαναν οι ιθαγενείς, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά και παντού.
Η αναζήτηση της αρχικής μας κοιτίδας, ο στοχασμός για την ουσία της ύπαρξης, η ανάδειξη τρόπων ζωής διαφορετικών, μακριά από τα μεγαθήρια των πόλεων, άρχισαν να μοιάζουν ρεαλιστικοί τρόποι ζωής. Η κουλτούρα της αυτοδιάθεσης, των τρόπων να διαθέτεις ως κοινότητα μια αυτάρκεια, οικονομική ανεξαρτησία, καλλιεργώντας ο ίδιος και παράγοντας ο ίδιος την τροφή και όσα χρειάζεσαι, ξαναήρθαν στο προσκήνιο ως επιλογή κι όχι μόνο ως ανάγκη. Και σε αυτό συνέβαλαν ομάδες ανθρώπων που μπορούσαν να βρεθούν έξω από το πλαίσιο εργασίας-αγοράς, άνθρωποι που είχαν ελεύθερο χρόνο να σκεφτούν (μάλιστα αυτό τους καλούσε η ίδια η κοινωνία να κάνουν), αλλά δεν ήταν πια παιδιά. Αυτοί οι χώροι ήταν σε μεγάλο βαθμό τα πανεπιστήμια.
Είναι τελείως διαφορετικό να κάνεις κάτι, επειδή σε εξαναγκάζουν και εντελώς διαφορετικό επειδή το επιλέγεις, ακόμη κι αν αυτό μοιάζει να είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα· η διαφορά μεταξύ τους είναι ουσιαστική. Ακριβώς αυτό αποτρέπεται σήμερα με τις τεράστιες αλλαγές που συντελούνται στην εκπαίδευση παγκοσμίως τις τελευταίες δεκαετίες. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση ως χρησιμότητα έφερε αποστείρωση σε γνώσεις που ενείχαν μια ουσία και ήταν τρόπος ζωής: η καλλιέργεια της γης, ο σεβασμός στη φύση, η βοτανολογία, η πνευματικότητα και πολλοί ακόμη τομείς ζωής έγιναν επιστημονικοί κλάδοι, απέκτησαν μια οριοθέτηση, ανατέθηκαν σε ειδικούς και ταυτίστηκαν με νόμους, αντί να συνδέονται με τη φυσική τάση των ανθρώπων να στρέφονται στο περιβάλλον τους, για να βρουν απαντήσεις.
Και πώς αντιμετωπίζονται οι φοιτητικές διαμαρτυρίες;
Το ερώτημα, λοιπόν, πλέον που πρέπει να θέσουμε δεν είναι η πρόσβαση στην εκπαίδευση, αλλά τί είναι η εκπαίδευση και σε τί αποσκοπεί. Ποιους σκοπούς εξυπηρετεί; Και ποιους σκοπούς εξυπηρετούσε πάντα λίγο πολύ. Ο σκοπός ήταν να μπουν όλοι λίγο πολύ ως εργατική και καταναλωτική δύναμη στο θαυμαστό καινούριο κόσμο. Οι φοιτητές στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο φαίνεται ότι αρχίζουν να αντιδρούν για την ουσία του πράγματος, να κατανοούν ότι η συμμετοχή τους στην ανώτερη εκπαίδευση σηματοδοτεί και τη συναίνεσή τους στην άσκηση εξουσίας. Όταν υπάρχουν ασυμφωνίες με το κεντρικό μοντέλο, υπάρχουν πολλοί τρόποι να καταπολεμηθούν οι διαφορετικές φωνές.
Ο βασικός τρόπος δεν είναι μόνο η άμεση, σωματική καταστολή. Η εξουσία έχει αντιληφθεί ότι συχνά η βίαιη αντιμετώπιση των αγωνιζομένων ενδυναμώνει το αίσθημα του νοήματος και της ένωσης κάτω από κοινούς σκοπούς φαινομενικά διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Αναμειγνύονται άνθρωποι που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχαν, ενδεχομένως, σχέση μεταξύ τους. Όμως, αυτή η ώσμωση γεννά κατανόηση, αληθινό σεβασμό στη διαφορετικότητα και πιο ανθρώπινες προοπτικές. Συχνά, εξαλείφει ακόμη και την επιθυμία ένταξης στο καθιερωμένο σύστημα. Έτσι, προκαλεί τυχαίες και απρόβλεπτες συνέπειες που κανείς εξουσιαστής δεν επιθυμεί. Ο έλεγχος χάνεται.
Είναι αληθές πως η δυσφήμηση κάθε αγώνα, η καλλιέργεια ματαιώσεων, η αποδόμηση των «μπροστάρηδων», που συνήθως γεννούν τέτοιοι αγώνες, είναι πρώτης τάξεως εργαλεία καταστολής, πέρα από την βία των έμμισθων κρατικών δολοφόνων. Επιπλέον αποτελεσματική μορφή καταστολής είναι να κατασκευάζεται η εντύπωση πως ο αγώνας δεν έχει κανένα νόημα, δεν έχει καμιά αξία να αντιδρά κανείς κι ότι όσοι αντιδρούν το κάνουν από κάποιο συμφέρον.
Τι μέλλει γενέσθαι;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που δεν μπορεί κανείς να απαντήσει. Το μέλλον δεν είναι κάπου εκεί έξω και μας περιμένει να το βρούμε. Το μέλλον το αναδημιουργούμε και το αναπλάθουμε ανάλογα με το πώς αντιμετωπίζουμε το παρόν και το παρελθόν.
Οι παγκόσμιες ανθρωποσφαγές, εδώ και πολλές δεκαετίες, διεξάγονται σε κατά τόπους σημεία του παγκόσμιου χάρτη. Οι μεγάλες δυνάμεις επιλέγουν το επόμενο μέρος που θα διεξάγουν τις πιο απάνθρωπες πρακτικές πολέμου, αφανίζοντας πληθυσμούς, διενεργώντας γενοκτονίες, εφευρίσκοντας νέους τρόπους εξόντωσης. Αυτήν τη στιγμή, στην Παλαιστίνη και την Ουκρανία διεξάγονται δύο παγκόσμιες συρράξεις. Σε αυτή την πικρή αλήθεια έρχονται να ενταχθούν οι φοιτητικές διαμαρτυρίες κάθε είδους. Η γνώση είναι δύναμη, μας λένε. Το ερώτημα είναι στα χέρια ποιων.
Αναρχική συλλογικότητα Πυργῖται
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
από: https://pyrgitai.gr