Νίκος Μπίστης

Επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού η επίθεση Βορίδη και της ακραίας πτέρυγας της ΝΔ  – όπως και της σκληρής δεξιάς σε όλη την Ευρώπη- διέλυσε ένα βολικό μύθο. Ότι πλέον έχει καταργηθεί ο διαχωρισμός Αριστεράς- Δεξιάς και έχει υποκατασταθεί από την αντίθεση λαϊκισμός -αντιλαικισμός.

Προφανώς και στην Αριστερά υπάρχουν στοιχεία λαϊκισμού αλλά ο κίνδυνος για την Ευρώπη, τους θεσμούς της και την δημοκρατία προέρχεται από το εκρηκτικό μείγμα συντήρησης – λαϊκισμού που προελαύνει, επιβάλλοντας την ατζέντα του σε μια αμήχανη κεντροδεξιά. Αυτό το μανιχαϊστικό σχήμα, λαϊκιστές – αντιλαϊκιστές, έχει τις εξής πολιτικές συνέπειες : φτιάχνει μια βολική για την συντηρητική παράταξη διαχωριστική γραμμή όπου από την μια είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη όλες οι δυνάμεις που υποτίθεται ότι αντιστρατεύονται τον λαϊκισμό. Πρακτικά – και αυτή είναι η ταμπακιέρα- κάτω από τον βαρύγδουπο τίτλο της « στρατηγικής ήττας» του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται η στόχευση για την νίκη της ΝΔ στις εκλογές. Και ο ομολογημένος πλέον πόθος, τον οποίο έφερε στην επιφάνεια ο κ. Βορίδης, η νίκη της ΝΔ να σημάνει την στρατηγική ήττα της «Αριστεράς κάθε μορφής». Τηρουμένων των αναλογιών είναι σαν κάποιος προοδευτικός στην Αγγλία , επειδή ο Κόρμπιν και οι Εργατικοί έχουν – και όντως έχουν – στο πρόγραμμα τους λαϊκίστικα στοιχεία,  να οδηγείται σε πολιτική συμπεριφορά φιλική στους Τόρηδες  και την Μέι.

Αυτό το απλουστευτικό και ισοπεδωτικό σχήμα έχει και μια άλλη συνέπεια : να ακυρώνει εξ αρχής κάθε δυνατότητα παρέμβασης και επηρεασμού στον ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας τον σε πείσμα της πραγματικότητας ένα μονολιθικό σχήμα ανεπηρέαστο από εσωτερικές αντιπαραθέσεις και τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή Αριστερά και την Κεντροαριστερά. Σε όλη όμως την Ευρώπη βρίσκεται σε εξέλιξη μια βασανιστική διαδικασία προσέγγισης με αμοιβαίες μετατοπίσεις της σοσιαλδημοκρατίας και της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Το φωνάζουν η Πορτογαλία και η Ισπανία, το ψιθυρίζει πλέον και η Γερμανία, μας το υπέδειξε με την διπλή απεύθυνση ο Μάρτιν Σουλτς, αποτυπώνεται και στις φωτογραφίες από τις Συνόδους των Σοσιαλιστών. Κάποιοι στην ελληνική κεντροαριστερά που μπορούν να δουν πέρα από την μύτη τους και τα σύνορα της χώρας αντιλαμβάνονται το αναπόδραστο αυτής της διαδικασίας. Την παραπέμπουν όμως μετά την «στρατηγική ήττα» του ΣΥΡΙΖΑ. Μακάρι να βγω ψεύτης αλλά φοβάμαι ότι τότε θα είναι πολύ αργά για την κεντροαριστερά που κινδυνεύει μέσα στις συνθήκες της πόλωσης να υποστεί η ίδια στρατηγική ήττα. Και αυτό γιατί σε όλα σχέδόν τα κρίσιμα μέτωπα – με κορυφαίο το Μακεδονικό- δεν διαφοροποιήθηκε από την ΝΔ και τα μεγάφωνα της στα ΜΜΕ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μεγάλη ευθύνη για το γεγονός ότι καλοπροαίρετοι προοδευτικοί πολίτες δεν είναι αυτονόητα και αυθόρμητα  υπέρ της συγκρότησης ενός προοδευτικού μετώπου. Ηρθε στην εξουσία διχάζοντας, το πρώτο εξάμηνο έθεσε σε κίνδυνο την αγκύρωση της χώρας στην ΕΕ, αναγκαστική η όχι λόγω συσχετισμών η σύμπλευση με τον Καμμένο είναι απωθητική, στο πρόσφατο διάγγελμα του πρωθυπουργού από την Ιθάκη δεν υπήρχε μια νύξη αυτοκριτικής αλλά μια επανάλειψη της ρητορικής του παρελθόντος. Σαν να μπορεί  να εξηγηθεί το παρελθόν με μια απλή αναφορά στις αυταπάτες. Πέραν του γεγονότος ότι και οι αυταπάτες στοιχίζουν σε ευρώ, είναι προφανές ότι αναπτύχθηκαν στο έδαφος  μιας εσφαλμένης πολιτικής. Η αυτοκριτική δεν είναι στοιχείο καθωσπρεπισμού, ούτε μόνο δικαιοσύνης. Είναι πολιτική πράξη που εγγυάται ότι το πάθημα έγινε και μάθημα.

Ο αντίλογος από την πλευρά σοβαρών ανθρώπων που υποστηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι στην πολιτική η αυτοκριτική γίνεται εμπράκτως. Θυμίζουν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν έκανε αυτοκριτική για το « ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο». Αναπροσάρμοσε την πολιτική του, έγινε χρήσιμα παρεμβατικός εντός ΕΟΚ και άφησε τις βάσεις εκεί που ήταν. Ο Τσίπρας, λένε, δεν κατάργησε σε μια μέρα με ένα φετφά το μνημόνιο, αντιθέτως τελικά μετά το πρώτο εξάμηνο του 2015 υλοποίησε την γραμμή ότι η « πιο σύντομη έξοδος από τα μνημόνια, περνάει από την εφαρμογή τους». Υπάρχει μια δόση αλήθειας σε αυτό μαζί όμως με ένα μεγάλο πρόβλημα. Ότι έτσι εθίζονται οι πολίτες στην ανακολουθία λόγων και έργων . Δημιουργείται μια κουλτούρα αφορολόγητων εξαγγελιών που τελικά οδηγεί σε απομάκρυνση των πολιτών από την αναξιόπιστη πολιτική.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα της λεγόμενης Ριζοσπαστικής Αριστεράς, σε μετάβαση. Μετά την στροφή του καλοκαιριού του 2015 αναζητά την ταυτότητα του έχοντας να διαχειριστεί ως κυβέρνηση μια αντικειμενικά δύσκολη κατάσταση. Και η Σοσιαλδημοκρατία σε όλη την Ευρώπη αναζητά την νέα της πιο αριστερή ταυτότητα αφήνοντας πίσω  την λογική του « τρίτου δρόμου». Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα που δημιουργεί αντικειμενικά όρους κοινής προγραμματικής αναζήτησης και πολιτικής συμπόρευσης, ακόμα και γόνιμου ανταγωνισμού για την πρωτοκαθεδρία στον προοδευτικό πόλο.  Αλλά ως συνήθως στην Ελλάδα πορευόμαστε αγνοώντας την μεγάλη εικόνα με παράλληλες ασύμπτωτες διαδρομές. Οι οργανωμένες δυνάμεις της κεντροαριστεράς και του κέντρου έχουν κόψει κάθε δίαυλο επικοινωνίας με τον ΣΥΡΙΖΑ και απλώς αναπαράγουν προς μεγάλη ικανοποίηση της ΝΔ το σύνθημα « Φύγετε». Για να είμαστε δίκαιοι ο Σταύρος Θεοδωράκης τόσο στο Μακεδονικό, όσο και στα ζητήματα δικαιωμάτων συμπαρατάχθηκε με τον ΣΥΡΙΖΑ στις ορθές πολιτικές πρωτοβουλίες που πήρε. Το πρόβλημα με το Ποτάμι είναι ότι ως ανομοιογενές σύνολο – εκτεινόμενο από τον Ψαριανό μέχρι τον Δανέλη – είναι πολύ δύσκολο να αποφασίσει να αποτελέσει μια οργανωμένη πτέρυγα μιας υπό συγκρότηση μεγάλης προοδευτικής παράταξης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ενώ φαίνεται να αντιλαμβάνεται το επείγον της συγκρότησης μια ευρύτατης συμμαχίας, μέχρι στιγμής αφυδατώνει την πρόταση σε ένα τυπικό αντιδεξιό προσκλητήριο που παίρνει την μορφή « Ανοίξαμε και σας περιμένουμε». Και η ηγεσία της κεντροαριστεράς, δέσμια στελεχών που έχουν συνδέσει την πολιτική τους επιβίωση με την συνεργασία με την ΝΔ, φτάνει στο σημείο να εξαιρεί τον ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο από τις δυνάμεις της Αριστεράς αλλά και από τις δυνάμεις της προόδου.

Δεν ξέρω αν υπάρχει χρόνος και διαθέσιμο πολιτικό προσωπικό για να γυρίσει την κατάσταση. Φοβάμαι πως όχι. Αυτό για το οποίο είμαι βέβαιος είναι ότι αργά η γρήγορα αυτή η πρόταση θα επανέλθει δικαιωμένη από τις εξελίξεις .

ΥΓ. Το τελευταίο διάστημα εντείνονται οι κατά κύματα ενορχηστρωμένες προσωπικές επιθέσεις σε όσους αρνούμαστε  να συμμετάσχουμε στο αντί ΣΥΡΙΖΑ, αντί Αριστερό μπλοκ . Για πρώτη και τελευταία φορά απαντώ. Οποιος έτυχε να διαβάσει το βιβλίο μου «Προχωρώντας και Αναθεωρώντας» Εκδόσεις Πόλις,  2010 ( σε χρόνο δηλαδή ανύποπτο) δεν θα είχε την παραμικρή αμφιβολία. Η όποια μου αναθεώρηση ήταν πάντα μέσα στο πλαίσιο της ευρείας παράταξης της Αριστεράς. Ποτέ δεν μετάνοιωσα που εντάχθηκα και πάλεψα στην Αριστερά, πάντα με ενδιέφερε η βελτίωση της, ποτέ η απόρριψη της και πολύ περισσότερο η εξαφάνιση της. Θεωρούσα πάντα προκλητική την ανιστόρητη ισοπέδωση κομμουνισμού και ναζισμού – φασισμού. Τί να κάνουμε , η ανθρωπότητα σώθηκε στο Στάλινγκραντ. Περισσότερα στο άρθρο μου « Ένας πρώην που δεν ισοπεδώνει» Protagon 21 Αυγούστου 2017. Τέλος για τους φορείς του μίσους που κατοικοεδρεύουν κυρίως στο Facebook είχα γράψει στις 2 Ιουλίου 2015 στην κορύφωση της αντιπαράθεσης για το αχρείαστο δημοψήφισμα , σε άρθρο πάλι στο Protagon με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Προς τους λογικούς του ΣΥΡΙΖΑ»:

«…Πέντε μήνες τα είπαμε αυτά, τώρα δεν είναι η στιγμή μιας αμφίβολης δικαίωσης. Δεν είναι ώρα οργής, είναι η στιγμή να απλώσουμε το χέρι στους μη φανατικούς. Όχι μόνο για το αποτέλεσμα που αυτονοήτως θα καθορίσει την τύχη της χώρας. Αλλά γιατί πρέπει πάση θυσία να μην επεκταθεί ο ήδη υπάρχων διχασμός και ο δίαυλος επικοινωνίας με αυτόν τον κόσμο αποτελεί μια γέφυρα που οφείλουμε όλοι να περιφρουρήσουμε. Γι’ αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία ο τρόπος που απευθυνόμαστε όχι μόνο σε αυτόν τον κόσμο αλλά σε κάθε πολίτη. Συμπεριφορές που αποπνέουν ρεβανσισμό, έστω και υπαινιγμοί για ειδικά δικαστήρια και Γουδί, κραυγές αντί επιχειρημάτων είναι έξω από τον δικό μας κώδικα αρχών και αξιών και δεν μας ταιριάζουν». Έβλεπα από τότε να γυαλίζει το μάτι ορισμένων. Τώρα έχουν αποχαλινωθεί  και επείγει να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά.

thecaller.gr