Ο θάνατος δεν είναι όταν σβήνουν τα φώτα. Είναι το σβήσιμο της λάμπας επειδή ήρθε η αυγή.
Ταγκόρ
Σηκωνόμαστε κάθε πρωί από το κρεβάτι μας, ετοιμαζόμαστε βιαστικά, πηγαίνουμε σε ανούσιες, εξαντλητικές ή και εντελώς παράλογες δουλειές, επιστρέφουμε στα μικρά (ή κάπως μεγαλύτερα) τεχνητά «κουτάκια» μας, να «συνομιλήσουμε» με τις οθόνες, να καταλήξουμε (πάλι) κατάκοποι στο κρεβάτι μας, για να επαναλάβουμε σχεδόν πανομοιότυπα την ίδια ακριβώς διαδικασία το επόμενο πρωί. Κατά κάποιον τρόπο, υποδυόμαστε πως «ζούμε», όταν αυτό που πραγματικά κατορθώνουμε είναι, στην καλύτερη, μια αξιοπρεπής επιβίωση. Ο θάνατος δεν μας απασχολεί, παρόλο που είναι η μόνη βεβαιότητα, είτε «απλώς» επιβιώνουμε είτε καταφέρνουμε να αισθανθούμε και λίγο την ουσία της ζωής.
Ο θάνατος μάς αφορά όλους. Είναι το πέρασμα σε μια άλλη κατάσταση ύπαρξης, μη αντιληπτή από τις αισθήσεις. Η σκεπτομορφή μας, όμως, αυτή η ενέργεια που γίνεται μνήμη των άλλων μέσα από πράξεις και λόγο προφορικό ή γραπτό, παραμένει αθάνατη˙ δεν την αγγίζει ο χρόνος, η φθορά, δεν έχει μάζα, δεν την αλλοιώνει η βαρύτητα. Έτσι, κατά μία έννοια, γίνεται μια αόρατη γέφυρα ανάμεσα στον υλικό κόσμο και στο επέκεινα.
Έτσι κι ο Γιώργος έστησε την προσωπική του γέφυρα, για τον τόπο της αιώνιας αυγής, εκεί όπου το εσωτερικό φως του έγινε ένα με τα πάντα, σε μια κλίμακα απροσέγγιστη από τις αισθήσεις. Η σκεπτομορφή του, όμως ως γέφυρα παραμένει κι εδώ. Και η συνείδησή του επίσης· μέσα από όλα όσα έπραξε, όσα έγραψε και είπε· και παραμένουν ανεξίτηλα στην μνήμη μας.
Ο Γιώργος βρίσκεται πάντοτε «πάνω από τον αριστερό μας ώμο». Είναι για εμάς στενός συγγενής, μέσα από μια συγγένεια πνευματική και ψυχική – η μόνη που εμπεριέχει αυταξία, κατά την γνώμη μας. Ο Γιώργος είναι πια μέρος της συνείδησης μας. Κι από τον τόπο της αιώνιας αυγής, το εσωτερικό του φως, που ελάχιστοι διέθεταν την ικανότητα ή την αντοχή να το αντικρύσουν, μας προσφέρει κουράγιο και δύναμη να ζήσουμε τον χρόνο μας πραγματικά, αλλά και να πεθάνουμε με αξιοπρέπεια. Ακριβώς όπως έκανε κι ο ίδιος. Είθε να αγγίξουμε ένα κλάσμα από την αξία του.
Έρχεται λοιπόν ο καιρός που οι συγγενείς γίνονται πρόγονοι. Με μια έννοια, ανήκουν με τον τρόπο αυτόν στην κοινή μοίρα μιας κοινότητας. Είναι η προστασία της. Κάπως έτσι, ο Γιώργος περνάει στους κοινούς μας προγόνους: εκείνους που πια δεν εμποδίζονται από τα όρια της σωματικότητας, για να είναι παντού· για να διαχέεται η δύναμή τους σε όσους ακόμη αναζητούν την ελευθερία. Όταν όλα γύρω μας είναι σκοτάδι, χρειάζεται εμείς να είμαστε το φως. Δεν έχουμε άλλη επιλογή˙ ακόμη κι όταν δεν τα καταφέρνουμε, έχει σημασία να μην εγκαταλείπουμε την προσπάθεια.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εγωισμούς, μικροσυμφέροντα, περιττές κουβέντες, ανούσιες διαβολές, υστεροβουλίες. Δεν υπάρχει τίποτε να χάσει κανείς ή να κερδίσει· δεν παίζεται έτσι το παιγνίδι αυτό.
Δεν σε ξεχνάμε στιγμή, είσαι πάντα παρών.
Αναρχική συλλογικότητα Πυργῖταισύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
από: https://geniusloci2017.wordpress.com