80 χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα που ο ελληνικός λαός, διά στόματος του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, απέρριψε το τελεσίγραφο της φασιστικής Ιταλίας και ξεκίνησε τον πόλεμο στο αλβανικό μέτωπο. Έχουν περάσει όμως και 76 χρόνια από την απελευθέρωση της χώρας από το ναζιστικό ζυγό…
 
Η ιστορία είναι γνωστή, ο ελληνικός στρατός έσπρωξε τους Ιταλούς προς το βορρά και ο Χίτλερ αναγκάστηκε να στείλει γερμανικά στρατεύματα προκειμένου να καταλάβει τελικά την Ελλάδα και να ξεκινήσει η περίοδος που ονομάζουμε «Κατοχή», από τον Απρίλιο του 1941 έως και τον Οκτώβριο του 1944. Κι αν μπορούμε να πούμε με σχετική ευκολία ότι η Ελλάδα, παρά τις τότε νωπές πληγές του Διχασμού, ενωμένη είπε το «ΟΧΙ» στους Ιταλούς το ‘40, κάθε άλλο παρά αυτό μπορούμε να πούμε για την απελευθέρωση του ‘44. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν γιορτάζει την απελευθέρωσή της ή τη νίκη ενάντια στις φασιστικές δυνάμεις, αλλά την έναρξη του πολέμου…
 

Γιατί γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι την απελευθέρωση;
 
Όπως έχει σημειώσει στο Tvxs.gr ο ιστορικός και συγγραφέας Μενέλαος Χαραλαμπίδης: «Δεν την γιορτάζαμε αρχικά για αμιγώς πολιτικούς λόγους. Γιατί για να γιορτάσεις την Απελευθέρωση θα πρέπει να πεις ποιος συνέβαλε σε αυτή. Άρα θα έπρεπε κάποιος να μιλήσει για το ΕΑΜ που ήταν απαγορευμένη λέξη σε αυτή τη χώρα μέχρι το 1981 που το ΠΑΣΟΚ αναγνώρισε την εθνική αντίσταση. Οπότε όλα αυτά τα χρόνια από το 1944 που έφυγαν οι Γερμανοί μέχρι το 1981 ήταν πολύ δύσκολο να κάνεις έναν κανονικό εορτασμό πέραν από το τυπικό που γινόταν πάντα».
 
Επιπλέον, όπως υπενθυμίζει, «η 28η Οκτωβρίου εορτάστηκε παράνομα για πρώτη φορά το 1941, με μια μεγάλη διαδήλωση που έγινε στην Αθήνα κι από εκεί και πέρα και το 1942 και το 1943. Δηλαδή οι 3 πρώτες επέτειοι, εορτάστηκαν και καθιερώθηκαν υπό καθεστώς Κατοχής από τον ίδιο τον ελληνικό λαό, ως πράξη αντίστασης. Είναι μία επέτειος δηλαδή που γεννήθηκε από τα κάτω, σε αντίθεση με την 25η Μαρτίου που θεσμοθετήθηκε με πρωτοβουλία της πολιτικής και πολιτειακής εξουσίας».
 
Οι δωσίλογοι
 
Από την άλλη, αρκετοί ήταν οι Έλληνες που κατά τη διάρκεια της «Κατοχής» όχι μόνο δεν αντιστάθηκαν στους κατακτητές αλλά αντίθετα συνεργάστηκαν μαζί τους ή απέκτησαν πλούτο σε βάρος των συμπατριωτών τους. Μιλώντας παλιότερα στην εκπομπή “Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα” ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Στράτος Δορδανάς είχε περιγράψει τη δράση των δωσιλόγων, που γρήγορα συστηματοποιήθηκε και έγινε εργαλείο της εξουσίας των ναζί στην Ελλάδα:
 
«Κυρίως η συνεργασία ξεκίνησε τη στιγμή που ενδυναμώνονται τα κινήματα αντίστασης στις κατεχόμενες χώρες. Έτσι λοιπόν και στην περίπτωση της Ελλάδος από τις αρχές του 1943 όταν επανακάμπτει το κίνημα αντίστασης μέσα κυρίως από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, εκείνη είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία οι Γερμανοί κάνουν δεκτές πλέον προτάσεις τις προηγούμενης περιόδου που είχαν απορρίψει κι εμφανίζονται από την άνοιξη του 1943 τα πρώτα δωσιλογικά τμήματα», εξηγεί ο ιστορικός.
 
«Αυτά καταρχάς ντύνονται κάτω από μία κίνηση κυβερνητική. Η κυβέρνηση Ράλλη, ένας από τους όρους που θέτει στους Γερμανούς για να σχηματίσει κατοχική κυβέρνηση είναι να δημιουργηθούν εθνικά δωσιλογικά τμήματα. Πρόκειται για τους γερμανοτσολιάδες. Την ίδια στιγμή στην Πελοπόννησο, την Εύβοια και την Μακεδονία, η δημιουργία των Τμημάτων Ασφαλείας γίνεται απευθείας από τους Γερμανούς».