Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Theory, Culture & Society 38. Ο Harrison Smith είναι λέκτορας στο τμήμα κοινωνιολογικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, ο Roger Burrows είναι καθηγητής στο τμήμα πολιτικών μελετών του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ.


Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

 

Εισαγωγή

Θα ήταν πλέον αδύνατο να κάνει κανείς οποιαδήποτε συζήτηση για την έννοια του μετα-νεοφιλελευθερισμού χωρίς να εξετάσει τη διαμεσολαβητική επιρροή του καταθλιπτικού μείγματος δημόσιου λόγου που – ιδίως μετά το 2008 – έχει καταλήξει να συνοψίζεται υπό τίτλο alt-right. Όπως εξηγεί ο Gilroy (2019), ο όρος αυτός είναι σαφές ότι δεν είναι απλώς περιγραφικός· αντίθετα έχει επιλεγεί στρατηγικά προκειμένου να «επιτευχθούν νέοι πολιτικοί στόχοι». Αναφέρεται σε μια «άτυπη συμμαχία που είναι καλά χρηματοδοτημένος και απολαμβάνει πρόσβαση στα υψηλότερα επίπεδα εξουσίας». Είναι επίσης «τεχνολογικά εξελιγμένος και έχει αποκτήσει μια ασύλληπτη γνώση της πολιτικής και ψυχολογικής επικοινωνίας μέσω των λιμπιντικών και συναισθηματικών πτυχών της νέας τεχνολογίας γενικά και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ειδικότερα». Όπως έχει δείξει ο Ambedkar (2017), πρόκειται επίσης για έναν συνασπισμό που, αν και μοιράζεται κάποια κοινά στοιχεία -προτίμηση στον αυταρχισμό έναντι της δημοκρατίας, προσήλωση σε διάφορες μορφές ελευθερισμού, αντιπάθεια προς την υποτιθέμενη πολιτισμική ηγεμονία του «προοδευτικού» λόγου και κλίση προς τον ρατσισμό και τον μισογυνισμό – κατά τα άλλα κατακερματισμένη από εξαιρετικά αποκλίνουσες θέσεις σχετικά με την οικονομία, τον εθνικισμό, τις πολιτισμικές αξίες και πολλά άλλα. Στο κείμενο αυτό θέλουμε να προσφέρουμε μια κριτική μελέτη των δραστηριοτήτων ενός συγκεκριμένου θραύσματος εντός αυτού του συνασπισμού – τους μπλόγκερ, τους προγραμματιστές υπολογιστών, τους επιχειρηματίες και άλλους που συσπειρώνονται γύρω από νεοαντιδραστικές (ή NRx) φιλοσοφίες – το οποίο, τα τελευταία χρόνια, πλησιάζει όλο και περισσότερο στο (μετατοπιζόμενο προς τα δεξιά) κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα.

Μας ενδιαφέρει να συνδέσουμε συγκεκριμένες θεωρητικές θέσεις με υλικές επενδύσεις και ροές κεφαλαίου που είναι θεμελιώδεις για τις μελλοντικές φαντασιώσης της NRx, ειδικά εκείνες που ισχυρίζονται ότι προσφέρουν μια «επιστροφή στις θεμελιώδεις αρχές». Για να το κάνουμε αυτό, εστιάζουμε, ειδικότερα, στην ανάπτυξη μιας νέας ψηφιακής πλατφόρμας – του Urbit – που χρηματοδοτείται και γράφεται σε μεγάλο βαθμό από «αυθεντίες» της NRx. Εν συντομία, το Urbit προτείνει να επανεφεύρει το διαδίκτυο μέσω μιας νέας αρχιτεκτονικής δεδομένων από μηδενική βάση, η οποία θα διαθέτει το δικό της λειτουργικό σύστημα, πυρήνα, πρωτόκολλα δικτύου, γλώσσα προγραμματισμού και ψηφιακή ταυτότητα. Στο πλαίσιο των ευρύτερων συζητήσεων για τον μετα-νεοφιλελευθερισμό, βλέπουμε ότι η κριτική συζήτηση για το Urbit συμβάλλει σε διάφορες αλληλεπικαλυπτόμενες συζητήσεις σχετικά με τις μελλοντικές πολιτισμικές πολιτικές του λογισμικού και του υπολογιστικού νέφους: επιστημολογικούς μετασχηματισμούς που επικαλείται η τεχνητή νοημοσύνη· τη χρήση αποκεντρωμένων τεχνολογιών, όπως η blockchain, για τη διακυβέρνηση και τον αυτοπροσδιορισμό· και, κυρίως, την κυριαρχία. Μέχρι στιγμής, αυτές οι βιβλιογραφίες είχαν μικρή ενασχόληση με τις ριζοσπαστικές πολιτικές αυτού που θα ονομάσουμε επαναπροσδιορισμό, ή τις υποκείμενες μετα-νεοφιλελεύθερες – και κυρίως ελευθεριστικές – θεωρίες εξόδου που έχουν εγγραφεί σε μια ευρύτερη ιδεολογία της εξουσίας των δεδομένων που θεωρείται ικανή να θέσει σε ισχύ νέες μορφές δικαιοδοτικής κυριαρχίας. Το παρόν κείμενο προσφέρει μια κριτική εξέταση αυτού του κενού.

Ένα Παράξενο Παρασκεύασμα: Ποταποί Ντελεζιανοί, Τέχνο-Συντηρητικοί και Δισεκατομμυριούχοι Ελευθεριστές

Η προσέγγιση της NRx σκέψης, πριν από λίγα χρόνια μόλις θα μπορούσε να ήταν μια ήπια ψυχαγωγική άσκηση· μια ευκαιρία να «συνδέσουμε κάποιες φιλοσοφικές ιδέες … . χρησιμοποιώντας κάποιους πολύ ανόητους δεξιούς τρελούς που ήταν ωστόσο …  ενδιαφέροντες». Όπως περιγράφει ο MacDougald (2015), η NRx γραφή συχνά εμφανίζεται ως «κάτι ελάχιστα περισσότερο από ένα παραλήρημα φεουδαρχών μισογύνηδων, ρατσιστών προγραμματιστών και ‘φασιστών εφήβων dungeon masters’, που μαζεύονται σε sub-reddits και περιμένουν την κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού». Ως εκ τούτου, διαβάζεται σαν «όλα τα απαίσια πράγματα που πάντα υποπτευόσασταν για τον ελευθερισμό με περιστασιακά στοιχεία από την κουλτούρα των PUA, τον βικτοριανό κοινωνικό δαρβινισμό και μια ελάχιστα ημι-ειρωνική προσκόλληση στην απολυταρχία». Ωστόσο, μετά το 2016, όπως το εκφράζει η Sandifer με το δικό της αμίμητο ύφος, «όλα πήγαν κατά διαόλου» και ξαφνικά αυτές οι κατά τα άλλα «τρελές» ιδέες, τα συναφή εγχειρήματα λογισμικού και τα πειράματα κοινωνικής πρωτοτυποποίησης άρχισαν να εκδηλώνονται σε ένα ολόκληρο φάσμα παγκόσμιων πολιτισμικών, πολιτικών και τεχνολογικών φαντασιακών. Όσο δύσκολο κι αν είναι να το διανοηθεί κανείς, η NRx σκέψη αποτελεί πλέον ένα σημαντικό μέρος του θεωρητικού σύμπαντος στο οποίο στηρίζονται σύγχρονες πολιτικές προσωπικότητες και «πρωτο-θεωρητικοί» όπως ο Dominic Cummings (στο Ηνωμένο Βασίλειο) και ο Steve Bannon (στις ΗΠΑ) και προσπαθούν να το διαδώσουν στον κυρίαρχο πολιτικό λόγο. Όπως εξηγεί ο Nagle, οι υποστηρικτές των NRx ιδεών φαίνεται να είναι πιο επιδέξιοι στο να «ακούσουν τις ιδέες … της θεωρίας της ηγεμονίας του Gramsci», ιδίως μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, απ’ ό,τι εκείνοι της αριστεράς που συνήθως συνδέονται με αυτές.

Είναι δύσκολο να γνωρίζει κανείς πώς να προσεγγίσει καλύτερα αυτό το υλικό αναλυτικά. Όπως προτείνει ο Gilroy, όταν συζητάμε τις φασιστικές ιδέες «υπάρχει πάντα ο κίνδυνος οι κριτικοί να καταλήξουν να τις παίρνουν πιο σοβαρά από ό,τι οι οπαδοί τους». Ισχύει επίσης ότι μεγάλο μέρος του υλικού με το οποίο πρέπει να ασχοληθούμε βρίσκεται στο διαδίκτυο και συχνά σε μια μορφή εκτός των συνηθισμένων πρωτοκόλλων και της υφολογίας της ακαδημαϊκής κοινότητας. Το πολιτικό πρόταγμα της NRx είναι ουσιαστικά «αντι-χειραφετικό», «αντι-προοδευτικό» και υποστηρίζει ότι «η δημοκρατία είναι χρεοκοπημένη· η διακυβέρνηση από το λαό δεν λειτουργεί και δεν οδηγεί σε καλή διακυβέρνηση». Στόχος της NRx μοιάζει να είναι η διάλυση των υφιστάμενων εθνών-κρατών σε «ανταγωνιστικές αυταρχικές νησίδες στο πρότυπο της Σιγκαπούρης». Πρόκειται για μια φιλοσοφία που υποστηρίζει ότι «η κοινωνία θα πρέπει να διασπαστεί σε μικροσκοπικά κράτη, το καθένα από τα οποία θα διοικείται αποτελεσματικά από έναν διευθύνοντα σύμβουλο». Στο επίκεντρό της είναι η πρόταση ότι θα πρέπει να αναδιοργανωθούμε σε ένα πάζλ ιδιωτικών κρατών («Gov-Corps») και να χρησιμοποιήσουμε ποικίλους μηχανισμούς «εξόδου» για να αναπτύξουμε μια δυναμική αγορά διακυβέρνησης· οι άνθρωποι καλούνται «να ‘ψηφίσουν με τα πόδια τους’ επιλέγοντας τη δικαιοδοσία που ταιριάζει καλύτερα στις ανάγκες και τις πεποιθήσεις τους». Όπως θα συζητήσουμε, για τους οπαδούς της NRx, ένα τέτοιο φανταστικό μέλλον δεν απαιτεί απλώς την ανάπτυξη μιας ριζοσπαστικής νέας ιδεολογίας- απαιτεί επίσης την έγκαιρη κατασκευή νέων κοινωνικο-τεχνικών αρχιτεκτονικών μέσα στις οποίες μπορεί να ενσαρκωθεί αυτή η ιδεολογία.

Υπάρχουν πολλά άτομα που συνδέονται με τις ιδέες της NRx, αλλά τέσσερα είναι ίσως τα βασικά: οι δύο – ο Curtis Yarvin και ο Nick Land – θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι αρχικοί «δημιουργοί» (όπως θα δούμε, αυτός ο όρος δεν είναι αθώος) – και οι άλλοι δύο – ο Peter Thiel και ο Patri Friedman – είναι σημαντικοί ιδεολογικοί και οικονομικοί υποστηρικτές της Silicon Valley, οι οποίοι έχουν, κατά καιρούς, συνεισφέρει πρόσθετο θεωρητικό και πρακτικό βάρος στο εγχείρημα).

Ο Curtis Yarvin είναι ένας επιστήμονας πληροφορικής της Silicon Valley, ο οποίος μέχρι πρόσφατα διηύθυνε μια νεοφυή επιχείρηση που χρηματοδοτήθηκε έμμεσα από τον Thiel, υπεύθυνος για το Urbit, ο οποίος δημιούργησε μια σειρά μακροσκελών αναρτήσεων στο ιστολόγιο μεταξύ 2007 και 2014 (με μια σύντομη κατακλείδα το 2016) με τίτλο Unqualified Reservations (UR), γράφοντας με την περσόνα του Mencius Moldbug. Κεντρικό σημείο αυτών των γραπτών είναι μια σχολαστική κριτική του «προοδευτισμού» σε όλες τις μορφές του, η οποία:

«έχει μετατραπεί σε μια πραγματική θρησκεία κομπογιαννίτικης διακυβέρνησης. Οι πολιτικές του είναι πάντα αντιφατικές: κηρύσσει την επιείκεια ως θεραπεία για το έγκλημα, τη δειλία ως στρατιωτική ιδιοφυΐα, τη σπατάλη ως το αποκορύφωμα της οικονομίας, την ‘ειδική εκπαίδευση’ ως την καρδιά της παιδαγωγικής, την ανοχή ως εποπτεία, τον κατευνασμό ως διπλωματία. Καθώς πηγαίνει από τη μια καταστροφή στην άλλη, ο προοδευτισμός δεν εξετάζει ποτέ την πιθανότητα να συμβαίνει το προφανές και όχι το αντίθετό του».

Ο Nick Land θα είναι πιο γνωστός στους αναγνώστες αυτού του περιοδικού. Ήταν κάποτε το enfant terrible αυτού που ονομάστηκε «ντελεουζιανός θατσερισμός» στο Πανεπιστήμιο του Warwick στο Ηνωμένο Βασίλειο τη δεκαετία του 1990, αλλά από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έχει την έδρα του στη Σαγκάη, επαναδιατυπώνοντας τα γραπτά του Moldbug και άλλων, στη γλώσσα του δεξιού επιταχυντισμού με ντελεουζιανή χροιά σε μια μακρά σειρά αναρτήσεων σε ιστολόγια και tweets και σε ένα έργο μεγαλύτερης μορφής (σχεδόν 30.000 λέξεις), με τίτλο The Dark Enlightenment. Έχει επίσης γίνει κεντρική φιγούρα στην κουλτούρα των alt-right meme. Η θέση του θα μπορούσε πλέον να χαρακτηριστεί ευκολότερα ως μια παράξενη μορφή «ευτελούς ντελεουζιανισμού». Ο Gilroy περιγράφει έξοχα τη σχέση μεταξύ αυτού του παράξενου ζευγαριού (του Yarvin και του Land):

«Αυτό … το [alt-right] υπόστρωμα βασίζεται στις αμφίβολες παρακαταθήκες στοχαστών όπως ο Georges Bataille και ο Carl Schmitt καθώς και από ένα τεχνο-οριενταλιστικό μεγαλείο που ανακαλύφθηκε στη συναρπαστική πιθανότητα ότι τα κράτη θα συρρικνωθούν στο ελάχιστο και θα διοικούνται ως εταιρείες. … Αυτό … το όνειρο είναι ντυμένο με έναν χαρούμενο αντι-ανθρωπισμό και έναν ένθερμο ρατσισμό που σήμερα περιγράφεται συνήθως και αδιάφορα ως ‘ανθρώπινη βιοποικιλότητα’ και ‘εθνο-εθνικισμός’. Οι επίδοξοι Μάγοι του κινήματος καθοδηγούνται διαδικτυακά από τον αποτυχημένο ακαδημαϊκό φιλόσοφο Nick Land και άλλους, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν επηρεαστεί από τον ‘Mencius Moldbug’, έναν εξέχοντα τεχνο-συντηρητικό που αντλεί την έμπνευση του από μερικά από τα πιο άγνωστα έργα που έγραψαν οι βικτωριανοί θεωρητικοί της αυτοκρατορικής κυριαρχίας».

Ο Peter Thiel, πιθανότατα ο πιο διαβόητος της τετράδας, είναι ένας ελευθεριστής δισεκατομμυριούχος επενδυτής της Silicon Valley – ιδρυτής τόσο της PayPal όσο και της Palantir και σημαντικός επενδυτής του Facebook – και περιστασιακός συγγραφέας, ο οποίος χρηματοδοτεί έμμεσα τις ιδεολογικές και τεχνο-επιχειρηματικές δραστηριότητες των Yarvin, Friedman και πολλών άλλων. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί το έργο του Yarvin, ειδικότερα, προσελκύει τον Thiel. Όπως θα συζητήσουμε στη συνέχεια, από πολλές απόψεις η NRx διαβάζεται ως μια ριζική επικαιροποίηση των ιδεών και των συναισθημάτων που περιέχονται σε ένα βιβλίο που ο Thiel αναφέρει ότι τον επηρέασε περισσότερο – το The Sovereign Individual των Davidson και Rees-Mogg. Η επενδυτική φιλοσοφία του Thiel δίνει έμφαση στην επιδίωξη της καινοτομίας μέσω της «σκέψης για τις επιχειρήσεις από τις πρώτες αρχές αντί για συνταγές» και αποτελεί βασικό πυλώνα για την κατανόηση του ενδιαφέροντός του θεμελιώδεις εγχειρήματα όπως το Urbit. Ο Patri Friedman είναι μέλος της νεοφιλελεύθερης δυναστείας Friedman – ο David ήταν ο πατέρας του και ο Milton και η Rose οι παππούδες του – και υπήρξε μηχανικός λογισμικού στην Google, συγγραφέας και συνιδρυτής του The Seasteading Institute, μιας νεοφυούς επιχείρησης, που και πάλι χρηματοδοτήθηκε αρχικά από τον Thiel, όπου υποτίθεται ότι πολλές ιδέες της NRx έχουν προτυποποιηθεί.

Μεταξύ τους, αυτοί οι τέσσερις χαρακτήρες – μαζί με άλλους – έχουν παράξει αυτό που ισοδυναμεί με μια μορφή «alt-social theory» ή, με τους δικούς τους όρους, κοινωνική θεωρία στην υπηρεσία του «red pilling» – μια έννοια που χρησιμοποιείται ευρέως στον alt-right λόγο, προερχόμενη, φυσικά, από την ταινία The Matrix το 1999, στην οποία ο κεντρικός χαρακτήρας Neo έχει την επιλογή ανάμεσα σε ένα «μπλε χάπι» – που είναι εύκολο να το καταπιεί κανείς και παρέχει συνέχεια και μακάρια άγνοια – ή σε ένα «κόκκινο χάπι» που, αν και είναι δύσκολο να το καταπιεί κανείς, οδηγεί στην απελευθέρωση και σε κάποια νέα καθαρή «αλήθεια». Δεν θα σας εκπλήξει το γεγονός ότι, από την άποψη της NRx, η πρωταρχική λειτουργία της παραδοσιακής ακαδημίας – όσων εργάζονται στις τέχνες, τις ανθρωπιστικές και τις κοινωνικές επιστήμες ειδικότερα – είναι να παράγει «μπλε χάπια». Στην αργκό της NRx, οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί είναι «πολιτισμικοί μαρξιστές», ένας χαλαρός όρος που αναφέρεται ουσιαστικά σε οτιδήποτε στα αριστερά του πολιτικού φάσματος που αποτελεί «μια παντοδύναμη συνωμοσία που καθοδηγείται από έναν ασαφή…αριθμό ή συνδυασμό ομάδων ή υποομάδων που εντάσσονται στην τεράστια ομπρέλα του Καθεδρικού». Αυτό σημαίνει ότι οι παραδοχές του πεδίου που κάνουν οι επικρατέστεροι ακαδημαϊκοί για τον κοινωνικό κόσμο, καθώς και οι συνήθεις πρακτικές τους, εννοιολογούνται στους λόγους της NRx ως βασικά εμπόδια στη σκέψη του «κόκκινου χαπιού». Ο Καθεδρικός Ναός – με γενεαλογία, που ειρωνικά, οδηγεί πίσω στην πουριτανική εκκλησία – περιλαμβάνει όχι μόνο τα πανεπιστήμια, αλλά και τη δημόσια διοίκηση, τα μέσα ενημέρωσης και κάθε άλλη οργάνωση που προτάσσει αυτό που ο Yarvin αποκαλεί Οικουμενικότητα – ισονομία, δημοκρατία, κονστρουκτιβισμό κ.ο.κ. – που αποτελεί, για τον Yarvin, την «θρήσκευμα της άρχουσας κάστας μας, των Βραχμάνων». Πρόκειται για μια εννοιολόγηση που διαβάζεται σαν μια παράδοξα ανεστραμμένη εκδοχή της παλιάς αλτουσεριανής έννοιας του «ιδεολογικού κρατικού μηχανισμού» (ISA)· αλλά αντί να καταπνίγει την προλεταριακή επαναστατική διαφωνία, στην NRx εκδοχή, η ιδεολογική λειτουργία φαίνεται να κάνει ακριβώς το αντίθετο – να εντυπώνει μια λανθασμένη πίστη στην αποτελεσματικότητα των δημοκρατικών συστημάτων διακυβέρνησης και τη συνακόλουθη παρεμπόδιση των νέων μορφών μη αμειβόμενου καπιταλισμού. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο λόγος της NRx λειτουργεί συχνά μέσω τέτοιων ειρωνικών ανατροπών για να φυσικοποιήσει τις κοινωνικές ιεραρχίες και ανισότητες. Δημόσιες προσωπικότητες όπως ο Elon Musk και η Ivanka Trump έχουν αμφότεροι ισχυριστεί ότι έχουν πάρει το «κόκκινο χάπι».

Ο Yarvin πηγαίνει το «red-pilling» ένα βήμα παραπέρα, ελπίζοντας ότι τα έργα του θα χρησιμεύσουν για να «θεραπεύσουν τον εγκέφαλό σας» από την οργουελιανή κατάσταση ελέγχου του νου που προκαλεί η αγγλοαμερικανική προοδευτική δημοκρατία. Ο Yarvin είναι ίσως η πιο σημαντική φιγούρα της NRx, καθώς θα ήταν σωστό να θεωρήσουμε το ιστολόγιό του UR ως το θεμελιώδες κείμενο του κινήματος. Γράφοντας ως Mencius Moldbug, ο Yarvin προσέφερε ιδιόμορφη, ειρωνική και ογκώδη πρόζα που διατρέχει το έργο του Thomas Carlyle, του Ludwig von Mises και διάφορων εκπροσώπων του ατομικιστικού ελευθερισμού και η οποία, στο τέλος, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο πρωσικός καμεραλισμός, στον οποίο το κράτος είναι μια επιχείρηση που κατέχει μια χώρα, προσφέρει το πιο βιώσιμο μοντέλο για μια μελλοντική πολιτική του 21ου αιώνα. Αρχικά ονομάστηκε «νεοκαμερισμός», η θέση του σύντομα έγινε γνωστή ως «νεοαντιδραστική» φιλοσοφία (NRx) και στη συνέχεια, αφού πέρασε από το μηδενιστικό ντελεουζιανό φίλτρο του  Land, ως Σκοτεινός Διαφωτισμός. Σύμφωνα με τον Tait, το όραμα του Yarvin είναι βαθιά θεμελιωμένο στη μαθηματική του ευφυΐα και στη μακροχρόνια εμβάπτισή του στην τεχνο-ελευθεριστική κουλτούρα της Silicon Valley. Πράγματι, η Sandifer θεωρεί ότι επειδή είναι «ένας καταξιωμένος μηχανικός λογισμικού», έχει «εμφανώς καταλήξει στο συμπέρασμα ότι επειδή η μηχανική λογισμικού είναι δύσκολη και η ιστορία/φιλοσοφία είναι εύκολη, αν μπορεί να κάνει καλά την πρώτη, προφανώς μπορεί να κάνει καλά και τη δεύτερη, και μάλιστα καλύτερα». Φαίνεται να αποδέχεται αυτή την ανάγνωση του εαυτού του ως κάποιος αφοσιωμένος σε μια οντολογία που είναι ουσιαστικά υπολογιστική – περιγράφοντας τον εαυτό του σε μια πρόσφατη συνέντευξή του ως «προγραμματιστής υπολογιστών» που απολαμβάνει να εφαρμόζει τη λογική των θεμελιωδών αρχών σε ιστορικά συστήματα, αναρωτώμενος πάντα «πώς θα έμοιαζε αυτό αν μπορούσες να το φτιάξεις από το μηδέν;».

Σε αυτό το πνεύμα, ξεκίνησε το UR με το Φορμαλιστικό Μανιφέστο του, το οποίο ξεκινάει: «Τις προάλλες μαστόρευα στο γκαράζ μου και αποφάσισα να φτιάξω μια νέα ιδεολογία». Ο φορμαλισμός είναι ένα «DIY» ιδεολογικό σχέδιο – ακόμη και μια πρόκληση μηχανικής – για να αφαιρέσει κανείς την υπάρχουσα ιδεολογία του και να «εγκαταστήσει» μια νέα που απορρίπτει τα προοδευτικά δόγματα που μεταδίδονται από τον Καθεδρικό. Ο τεχνο-συντηρισμός του Moldbug είναι πηγή μιας υπολογιστικής κοσμοθεωρίας που είναι «ορθολογική, δεσμευμένη από κανόνες και επιλύσιμη … [και όπου] … το λογισμικό και το υλικό είναι τα κυρίαρχα μεταφορικά πρότυπα για την κοινωνία». Στα γραπτά τους τόσο ο Yarvin όσο και ο Land επισημαίνουν ένα βασικό δοκίμιο του Thiel (2009) που δημοσιεύθηκε στο Cato Unbound – το περιοδικό του Cato Institute στην Ουάσιγκτον, το οποίο ίδρυσε ο ελευθεριστής δισεκατομμυριούχος Charles Koch – στο οποίο δηλώνει ότι «Δεν πιστεύω πλέον ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι συμβατές». Ο Land (2012) βέβαια προχωράει ακόμη παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι «η δημοκρατία δεν είναι απλώς καταδικασμένη, είναι η ίδια η καταδίκη». Γι’ αυτόν, οι δημοκρατικές πολιτικές μορφές περιλαμβάνουν:

«περικόπτοντας όλους τους μηχανισμούς ανατροφοδότησης υψηλής συχνότητας (όπως τα σήματα της αγοράς), και αντικαθιστώντας τους με νωθρούς, υπέρυθρους βρόχους που περνούν μέσα από ένα κεντρικό φόρουμ ‘γενικής βούλησης’, μια ριζικά εκδημοκρατισμένη κοινωνία μονώνει τον παρασιτισμό από αυτό που κάνει, μετασχηματίζοντας τοπικά, οδυνηρά δυσλειτουργικά, απαράδεκτα και συνεπώς βαθιά διορθωμένα πρότυπα συμπεριφοράς σε παγκόσμιες, μουδιασμένες και χρόνιες κοινωνικοπολιτικές παθολογίες».

Η εναλλακτική λύση της NRx είναι, πρώτον, η «Απόσυρση Όλων των Κυβερνητικών Υπαλλήλων» (Retire All Government Employees, RAGE) προκειμένου να «επανεκκινήσει» η οικονομία, και, δεύτερον, η αντικατάσταση των δημοκρατικών θεσμών με έναν CEO (ή ακόμη και έναν μονάρχη). Η «κυβερνητική εταιρεία» που θα προκύψει – μια κοινωνία που διοικείται ως επιχείρηση – μπορεί στη συνέχεια να ρυθμίζεται όχι μέσω της «φωνής» των πολιτών της – δεν θα υπάρχει δημοκρατία – αλλά μέσω της ικανότητάς τους να «βγαίνουν» ως καταναλωτές σε μια ελεύθερη αγορά διακυβέρνησης. Ο Land έχει πάθει εμμονή με τις ιδέες που περιέχονται στην κλασική πραγματεία του Albert Hirschman (1970) σχετικά με τη διάκριση μεταξύ Αποχώρησης, Διαφωνίας και Αφοσίωσης. Για τον Land, η δημοκρατική φωνή και οι «θερμές» αλληλεγγύες της αφοσίωσης πρέπει να αντιταχθούν, καθώς, όπως είδαμε παραπάνω, αποτρέπουν «όλους τους μηχανισμούς ανατροφοδότησης υψηλής συχνότητας». Για τον Yarvin, κάθε προσπάθεια πολιτικής εμπλοκής μέσω της φωνής θα είναι αναποτελεσματική – ακόμη και μάταιη – εξαιτίας «του διάχυτου σφάλματος» που μονοπωλεί τον πολιτικό και πολιτειακό λόγο. Ο σχεδιασμός νέων αρχιτεκτονικών εξόδου καθίσταται υψίστης σημασίας – πράγματι, για τον Land (2012), παραθέτοντας τον Patri Friedman, «η ελεύθερη έξοδος είναι τόσο σημαντική που … είναι το μοναδικό Παγκόσμιο Ανθρώπινο Δικαίωμα». Η έξοδος τροφοδοτεί τη θεωρία του Patchwork του Yarvin – και πάλι με βάση τη μηχανική των υπολογιστών ως υποκατάστατο της κοινωνικής οντολογίας – η οποία θα αποτελούσε ένα «νέο λειτουργικό σύστημα για τον κόσμο»:

«Η βασική ιδέα … είναι πως, καθώς οι άθλιες κυβερνήσεις που κληρονομήσαμε από την ιστορία συντρίβονται, θα πρέπει να αντικατασταθούν από έναν παγκόσμιο ιστό δεκάδων, ακόμη και εκατοντάδων χιλιάδων κυρίαρχων και ανεξάρτητων μίνι-κρατών, καθεμία από τις οποίες θα κυβερνάται από τη δική του ανώνυμη εταιρεία χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η γνώμη των κατοίκων. Αν στους κατοίκους δεν αρέσει η κυβέρνησή τους, μπορούν και πρέπει να μετακομίσουν. Ο σχεδιασμός είναι μόνο ‘έξοδος’, χωρίς ‘φωνή’».

Ενώ ο Yarvin πιστεύει ότι αυτό το λειτουργικό σύστημα θα δανειστεί πολιτικά σχέδια «από όλο το χρόνο και το χώρο … είναι απολύτως φυσικό ότι ένα αντιδραστικό σχέδιο για τη μελλοντική κυβέρνηση θα έχει μια κάπως φεουδαρχική υφή», ενώ παράλληλα θα είναι κάτι «νέο» που «δεν θα μοιάζει με το παρελθόν. Θα μοιάζει με το μέλλον». Ο φεουδαρχικός φουτουρισμός του Patchwork θα μένει ενωμένος από ένα σύμπλεγμα κρυπτογραφικών ιεραρχιών κυρίαρχης εταιρικής εξουσίας και θα ενισχύεται με ανθεκτικές υποδομές επιτήρησης προκειμένου να διατηρηθεί η τάξη, η ασφάλεια και το κέρδος. Το πώς φαντάζεται ότι μπορεί να οικοδομηθεί αυτό συζητείται στη συνέχεια.

Urbit, Υπερδαιμονία και Επαναποσυγκέντρωση

Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, ο Friedman είναι ένας άλλος NRx επιχειρηματίας-φιλόσοφος που υποστηρίζεται από τα δολάρια του Thiel, και συνιδρυτής του The Seasteading Institute, ενός οργανισμού που υποτίθεται ότι ασχολείται με τον σχεδιασμό μόνιμων (σχεδόν λαβκραφτιανών) πόλεων στη θάλασσα – seasteads – προκατασκευαστικές κυβερνητικές μονάδες εκτός της επικράτειας που διεκδικούν οι δημοκρατικές κυβερνήσεις. Είναι μόνο ένα παράδειγμα μιας NRx που οραματίζεται την ανάδυση ενός πολύπλοκου συνονθυλεύματος μικρών και ανταγωνιστικών κυβερνητικών σωμάτων – αυτόνομες κλειστές κοινότητες, πόλεις-κράτη, ακόμη και «εξωγήινες» κοινότητες (σκεφτείτε τον Elon Musk). Ο Friedman προσφέρει τη φανταστική δυνατότητα μιας «δυναμικής γεωγραφίας» – μιας υλικής αρχιτεκτονικής της εξόδου – εμπνευσμένης από τις νεοφιλελεύθερες ιδέες του πατέρα και του παππού του.

«Ο David Friedman περιέγραψε έναν μηχανισμό ελευθερίας. Ο Milton Friedman υποστήριξε την ελευθερία της επιλογής. Ο Patri προσδιόρισε έναν μηχανισμό ελευθερίας της επιλογής … πρότεινε μια ιδέα που έγινε μεταδοτική: φανταστείτε δέκα χιλιάδες οικισμούς στη θάλασσα – ‘seasteads’ – όπου οι πρωτοπόροι του ωκεανού θα είναι ελεύθεροι να πειραματιστούν με νέες κοινωνίες. Οι υδρόβιοι πολίτες θα μπορούσαν να ζουν σε σπονδυλωτές κάψουλες που μπορούν να αποσπώνται ανά πάσα στιγμή και να πλέουν για να ενταχθούν σε μια άλλη πλωτή πόλη, αναγκάζοντας τις ωκεάνιες κυβερνήσεις να ανταγωνίζονται για τους κινητούς πολίτες. Μια αγορά ανταγωνιστικών κυβερνήσεων … θα επιτρέψει στις καλύτερες ιδέες για διακυβέρνηση να αναδυθούν ειρηνικά, απελευθερώνοντας αφάνταστη πρόοδο…. Με αυτά τα μέσα, ένα οικονομικό και ηθικό επιχείρημα θα μπορούσε να γίνει ένα τεχνολογικό πείραμα».

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό το φανταστικό μέλλον έχει αποδειχθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου ανέφικτο. Ένα πρόσφατο ντοκιμαντέρ – The Seasteaders (2018) – σχετικά με την «πρόοδο» που έχει σημειωθεί μέχρι σήμερα, καταδεικνύει ότι τα πράγματα παραμένουν περίπου όπως ήταν όταν οι Steinberg et al. (2012) διερεύνησαν το φαινόμενο πριν από μια δεκαετία. Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του ανέφεραν ότι σε ένα συνέδριο που φιλοξένησε ο Thiel το 2009:

«Το ύφος … κυμαινόταν από εκείνο ενός συνεδρίου επιστημονικής φαντασίας (οι εν δυνάμει παρευρισκόμενοι seasteaders, οι οποίοι ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνδρες, αναρωτιόντουσαν τι θα μπορούσαν να κάνουν για να προσελκύσουν γυναίκες να ζήσουν σε seasteads), σε σεμινάριο για τα ελευθεριστικά οικονομικά (οι αναφορές στους Milton Friedman, Friedrich Hayek, Mancur Olson και Ayn Rand ήταν πολλές), και σε μια επιστημονική συνάντηση για την ωκεάνια μηχανική (παρουσιάστηκαν και κρίθηκαν αρχιτεκτονικές απεικονίσεις), σε ένα ψυχικό κονκλάβιο ελευθερόφρονων αναρχικών. … Πράγματι όλο το εγχείρημα των θαλάσσιων οικισμών θα μπορούσε εύκολα να διαγραφεί ως μια μη πρακτική φαντασίωση κοινωνικών απροσάρμοστων και πολιτικών ονειροπόλων που θα ήθελαν να φτιάξουν τα δικά τους κράτη».

Αυτό που έχει αλλάξει, ωστόσο, είναι ότι εκείνοι που ονειρεύονται να δημιουργήσουν τα δικά τους κράτη είναι πλέον περισσότεροι και έχουν μεγαλύτερη πολιτική και θεσμική υποστήριξη για τη φιλοδοξία τους. Ελευθεριακές ιδέες για θύλακες – συμπεριλαμβανομένου του έργου του Startup Cities Institute (2014) – υποστηρίζονται πλέον από ιδρύματα όπως το Cato Institute, το Mises Institute, το Foundation for Economic Education και το Mont Pelerin Society, καθώς και από δισεκατομμυριούχους της Silicon Valley (και άλλους) και πολιτικούς οργανωτές που έχουν πάρει το «κόκκινο χάπι». Ωστόσο, και αυτό είναι το κεντρικό μας σημείο, η NRx έχει να κάνει με τα όνειρα ενός συγκεκριμένου είδους. Αυτή η διαδικασία είναι κεντρική για την ηγεμονική στρατηγική της NRx. Οι Steinberg et all διαισθάνθηκαν πως οι θαλάσσιες νησίδες δεν θα δημιουργηθούν στο κοντινό μέλλον. Σκοπός τους ήταν να προβληματιστούν σχετικά με τα φαινομενικά όρια της ελευθερίας που επιβάλλει το κράτος, ώστε άλλοι «να ονειρευτούν και να εφαρμόσουν πιο πρακτικές εναλλακτικές λύσεις». Πρόκειται για μια πολιτιστική και πολιτική στρατηγική αυτού που έχει γίνει γνωστό ως υπερδαιμονία – μια έννοια που έχει από καιρό κεντρική θέση στη σκέψη του Land. Για τον Land, ο χρόνος, όπως και πολλά άλλα, είναι μη γραμμικός και, επομένως, οι σχέσεις μεταξύ αιτίας και αποτελέσματος είναι πάντα πολύπλοκες. Το μέλλον βρίσκεται στο εδώ και τώρα, με την έννοια ότι δεν είναι κάτι που απλώς εκτυλίσσεται· είναι κάτι που δημιουργούμε. Ενίοτε, οι προφητευμένες κοινωνικές φαντασιώσεις – σχέδια, διαγράμματα, μυθοπλασίες, χάρτες, ταινίες, σχέδια, φιλοσοφίες, πρωτότυπα, θεωρίες, όνειρα και πολλά άλλα – γίνονται πηγές του μέλλοντος· είναι σαν τα πλοκάμια των μελλοντικών οντοτήτων να πηγαίνουν πίσω στον χρόνο για να δημιουργήσουν τα ίδια τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την υλοποίησή τους. Όπως εξηγεί ο Haider (2017), δεν υπάρχει μια απλή «λέξη γι’ αυτή τη σχέση αιτίου-αποτελέσματος στα κοινά αγγλικά, αλλά ο Land επινόησε μια τέτοια λέξη: υπερδαιμονία (hyperstition), αυτό που ‘εξισορροπεί ανάμεσα στη φαντασία και την τεχνολογία’». Για τον Land:

«Υπερπρόληψη είναι ένα θετικό κύκλωμα ανάδρασης που περιλαμβάνει τον πολιτισμό ως συστατικό στοιχείο. Μπορεί να οριστεί ως η πειραματική (τεχνο)επιστήμη των αυτοεκπληρούμενων προφητειών. Οι δεισιδαιμονίες είναι απλώς λανθασμένες πεποιθήσεις, αλλά οι υπερδαιμονίες – από την ίδια την ύπαρξή τους ως ιδέες – λειτουργούν αιτιωδώς για να επιφέρουν τη δική τους πραγματικότητα. Η καπιταλιστική οικονομία είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στην υπερδαιμονία, όπου η εμπιστοσύνη λειτουργεί ως αποτελεσματικό τονωτικό, και αντίστροφα. Η (φανταστική) ιδέα του Κυβερνοχώρου συνέβαλε στην εισροή επενδύσεων που τον μετέτρεψαν γρήγορα σε τεχνοκοινωνική πραγματικότητα».

Οι φανταστικές κοινωνικές φαντασιώσεις που προσφέρονται από ταινίες όπως το Metropolis ή το Blade Runner και από μυθιστορήματα όπως το Atlas Shrugged της Ayn Rand, το Neuromancer του William Gibson (από όπου προέρχεται η έννοια του κυβερνοχώρου) ή, ειδικά στην περίπτωση της NRx, το Snow Crash του Neil Stephenson (Stephenson, 1992), αποτελούν παραδείγματα υπερδαιμονίας· αλλά το ίδιο ισχύει και για ευρύτερες διαλεκτικές συνθέσεις που λειτουργούν ως ιδεολογίες. Όπως συζητήσαμε παραπάνω, οι υδάτινες περιπέτειες του Friedman θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν έτσι, και ο Σκοτεινός Διαφωτισμός είναι ίσως η δική του υπερ-αναστοχαστική απόπειρα του Land να κατασκευάσει ένα υπερδαιμονικό αντικείμενο – μυθοπλαστικές οντότητες που θα υπάρξουν από μόνες τους. Ωστόσο, πρέπει να επιστρέψουμε στον Yarvin αν θέλουμε πραγματικά να κατανοήσουμε τι μπορεί να διακυβεύεται εδώ. Αν και, όπως έχουμε σημειώσει, το ιστολόγιο UR του είναι σαφώς θεμελιώδες για τη σκέψη της NRx, είναι το έργο του πάνω στο Urbit που ίσως διαθέτει μεγαλύτερες υπερδαινικές ιδιότητες. Την ίδια στιγμή που έγραφε το ιστολόγιό του, έγραφε επίσης κώδικα. Ο Yarvin δούλευε πάνω στο Urbit από το 2002, και το 2013, καθώς εξαντλούσε το ιστολόγιό του, ίδρυσε την εταιρεία Tlön Corp με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, η οποία επιβλέπει το Urbit με χρηματοδότηση από τον βραχίονα επιχειρηματικών κεφαλαίων του Thiel, το Founders Fund. Ο Yarvin αποχώρησε από την Tlön τον Ιανουάριο του 2019, σηματοδοτώντας την περίσταση με μια άκρως διαλεκτική ανάρτηση. Ωστόσο, διατηρεί κάποια συμμετοχή – διανοητική και οικονομική – στην ανάπτυξη του Urbit.

Θα μπορούσε να ισχύει πως η ανάπτυξη των NRx ιδεών και η ικανότητα του Yarvin να γράφει κώδικα αποτελούν εντελώς ξεχωριστές πρακτικές, αλλά αυτό μοιάζει απίθανο. Όπως υποστηρίζει ο Haider (2017), υπάρχουν ήδη ισχυρές ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι οι ιδέες της NRx ενσαρκώνονται μέσα σε άλλα κομμάτια λογισμικού, και από αυτή την άποψη, δεν είναι σαφές γιατί το Urbit θα έπρεπε να είναι διαφορετικό. Ούτως ή άλλως, ο Yarvin έχει «περιστασιακά υπαινιχθεί δεσμούς μεταξύ της ιδεολογίας του και της επαγγελματικής του ενασχόλησης», παράγοντας μάλιστα μια πολύ σύντομη ανάρτηση του 2010 ως Moldbug με τίτλο «Urbit: λειτουργικός προγραμματισμός από το μηδέν», παραπέμποντας σε μια άλλη ανάρτηση που έχει γράψει ο «καλός του φίλος, C. Guy Yarvin». Υπάρχουν όμως και άλλες, πιο ισχυρές, νύξεις που αφορούν την υπερδαιμονική φιλοδοξία του λογισμικού, όπως παρατηρεί ο Tseng (2019):

«’Tlön, Uqbar, Orbis Tertius’, η ιστορία του Borges στην οποία η εταιρεία του Yarvin παίρνει το όνομά της, περιγράφει μια μυστική εταιρεία, την Orbis Tertius, που σχεδιάζουν έναν εντελώς νέο κόσμο, τον Tlön, εκδίδοντας μια εγκυκλοπαίδεια που τον περιγράφει. Με την πάροδο του χρόνου, κομμάτια αυτού του φανταστικού κόσμου αρχίζουν να αναδύονται στον πραγματικό κόσμο, καταναλώνοντάς τον, έτσι ώστε ‘ο κόσμος θα γίνει ο Tlön’».

Το Urbit είναι ένα «ασφαλές peer-to-peer δίκτυο προσωπικών διακομιστών, βασισμένο σε μια στοίβα συστημικού λογισμικού καθαρής πλάκας» που «αντικαθιστά τις πολλαπλές διαδικτυακές υπηρεσίες που φιλοξενούνται από προγραμματιστές σε πολλαπλούς ξένους διακομιστές, με πολλαπλές αυτο-φιλοξενούμενες εφαρμογές σε έναν προσωπικό διακομιστή». Ο στόχος, όπως φαίνεται, είναι να «επαναποσυγκεντρωθεί» ο ιστός για τον 21ο αιώνα, επειδή «το διαδίκτυο έχει χάσει το δρόμο του» και πρέπει να φτιαχτεί «σωστά αυτή τη φορά». Ήδη βλέπουμε υπαινιγμούς μεταξύ του Urbit και της DIY ιδεολογικής «επανεγκατάστασης» του Φορμαλισμού μέσω των θεμελιωδών αρχών, επαναπροσδιορίζοντας νέες αρχιτεκτονικές σχέσεις μεταξύ παρόχων υπηρεσιών, χρηστών και δεδομένων, τοποθετώντας το Urbit ως ένα λειτουργικό σύστημα και δίκτυο από μηδενική βάση. Ο διευθύνων σύμβουλος του Urbit, Galen Wolfe-Pauly, του οποίου το υπόβαθρο είναι στην αρχιτεκτονική, το περιγράφει ως μια «παγκόσμια υπολογιστική πλατφόρμα» με πρωτόκολλα, γλώσσες προγραμματισμού, βάσεις δεδομένων, λειτουργικό σύστημα και ψηφιακή ταυτότητα. Το Urbit αναδιαμορφώνει την εμπειρία χρήστη/νέφους αντιστρέφοντας το δίκτυο· αντί να εκτελούν εφαρμογές σε μηχανές προγραμματιστών, οι χρήστες θα τις εκτελούν στον δικό τους εικονικό υπολογιστή, επιτρέποντας στους χρήστες του Urbit να «κατέχουν και να ελέγχουν» τα «δικά τους δεδομένα, κώδικα και ταυτότητα». Αυτό σημαίνει ότι «σ’ έναν Urbit κόσμο, τα δεδομένα σας δεν είναι πλέον παγιδευμένα σε ένα συνονθύλευμα ιδιόκτητων διακομιστών. Το Urbit σας είναι ένα μόνιμο, εκδοτικό, δακτυλογραφημένο αρχείο στο μέγεθος της ψηφιακής σας ζωής». Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για τη «δυτική απάντηση στο WeChat» – ένα απρόσκοπτα επεκτάσιμο κοινωνικό δίκτυο «αλλά χωρίς την επιτήρηση».

Οι αντιδράσεις για το Urbit ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, ανάμεικτες. Ο Tseng (2019) θεωρεί ότι το λογισμικό είναι απελπιστικά μολυσμένο από την NRx ιδεολογία. Άλλοι, από την κοινότητα της κωδικοποίησης, οι οποίοι είναι ίσως πιο δεκτικοί στην NRx, αν και αρχικά επικριτικοί και σαστισμένοι, έχουν, με την πάροδο του χρόνου, ισχυριστεί ότι είναι σε θέση να δουν κάποια αξία στο έργο. Η Sandifer, αν και πρόθυμος να δεχτεί ότι το Urbit μπορεί να είναι «μια φιλόδοξη επανεφεύρεση του διαδικτύου σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές», καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τελικά:

«είναι σχεδόν άχρηστο. Τα προβλήματα που επιλύει είναι τόσο δεμένα με τις αρχές του για το τι σημαίνει ασφάλεια και ελευθερία στο πλαίσιο του σχεδιασμού λογισμικού που μόνο μια χούφτα ανθρώπων στον κόσμο ενδιαφέρονται γι’ αυτό … Και ίσως το πιο σημαντικό, είναι αναμφισβήτητα ακόμα πιο τρελό από το [UR] … . Ο Yarvin δεν είναι το είδος του μηχανικού λογισμικού που ξοδεύει πολύ χρόνο για να σκεφτεί τον χρήστη, δηλαδή δεν είναι το είδος του μηχανικού λογισμικού με πολλή ενσυναίσθηση».

Την εποχή που το έγραφε αυτό, πριν από μερικά χρόνια, η Sandifer μπορεί κάλλιστα να είχε δίκιο στον ισχυρισμό της ότι μόνο μια χούφτα άνθρωποι νοιάζονταν για τα ζητήματα που η Urbit ισχυριζόταν ότι έβαζε στο προσκήνιο. Σήμερα, ωστόσο, οι κοινωνικές επιπτώσεις των κατεστημένων πλατφορμών που βασίζονται στη διαφημιστική τεχνολογία και των μονολιθικών παρόχων υπηρεσιών όπως η Google και το Facebook («MEGACORP», για να δανειστώ από το Urbit) αποτελούν πλέον κυρίαρχες ανησυχίες. Για το θέμα αυτό, υποθέτουμε ότι ο Yarvin πράγματι σκέφτεται για τους χρήστες, αλλά μέσω του NRx φίλτρου της διεκδίκησης συγκεκριμένων εννοιών, προερχόμενων από υπολογιστικές οντολογίες, της κυριαρχίας των δεδομένων ως ατομικής ελευθερίας. Η σημασία της κατοχής και της διαχείρισης του προσωπικού διακομιστή και η ανάγκη επανεφεύρεσης των δικτυακών πρωτοκόλλων ώστε να ανταποκρίνονται στις αναδυόμενες κοινωνικο-τεχνικές ανάγκες είναι πλέον εμφανείς και αλλού. Πλατφόρμες όπως η Blockstack, η Sandstorm και η Solid, μια αποκεντρωμένη πλατφόρμα που αναπτύσσεται από την εταιρεία Inrupt του Σερ Tim Berners-Lee, αντιπροσωπεύουν διαφορετικές προσεγγίσεις για την επανεφεύρεση διαφόρων συστημάτων επαναποσυγκέντρωσης ώστε να αντιστοιχούν σε αναδυόμενα προνόμια ελέγχου δεδομένων για αυτό που, όπως εικάζουν ορισμένοι, θα είναι η επόμενη γενιά διαδικτυακών εφαρμογών και υπηρεσιών. Ενώ το Urbit θα μπορούσε να αγνοηθεί ως ένας μόνο από τους πρόσφατους επαναπροσδιορισμούς των αποκεντρωμένων αρχιτεκτονικών του διαδικτύου, ο Yarvin αναμφισβήτητα εμφυσά την NRx σκέψη στα ίδια τα πρωτόκολλα και τις αρχιτεκτονικές δεδομένων του Urbit, ανακατασκευάζοντας πλήρως τον υπολογιστικό πυρήνα του, ενώ παράλληλα υποστηρίζει ένα νέο σύνταγμα για τη διακυβέρνηση του διαδικτύου που έχει τις ρίζες του στις φιλοσοφίες της NRx. Οι προγραμματιστές του Urbit υποστηρίζουν ότι τα υπάρχοντα πρωτόκολλα, όπως το TCP/IP και το HTTP, βασίζονται σε «αρχαία» UNIX γλώσσα που δεν σχεδιάστηκε ποτέ για τα είδη αποκεντρωμένης δικτύωσης που αναδύονται μέσω του blockchain και των σχετικών τεχνολογιών. Η αμοιβαία πεποίθηση ότι το διαδίκτυο έχει «χάσει το δρόμο του» μέσω της υπερ-εμπορευματοποίησης και ότι δεν είναι βιώσιμο για μελλοντικές διαδικτυακές εφαρμογές και οικονομίες, είναι ακριβώς ο σύνδεσμος που συνδέει τους ιδεολογικούς και υπολογιστικούς πυρήνες του σε μια υπερδαιμονική αναλυτική.

Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, το εγχείρημα του Urbit ξεκίνησε το 2002, οι πρώτες δοκιμές του σε ζωντανή λειτουργία πραγματοποιήθηκαν το 2013 και η πρώτη δημόσια πώληση του χώρου διευθύνσεων Urbit πραγματοποιήθηκε το 2016. Η τεχνική ανάπτυξη του πυρήνα του Urbit μετριέται με βάση την «έκδοση Kelvin»: κατεβαίνοντας σε εκδόσεις προς το απόλυτο μηδέν, όταν τα τεχνικά πρωτόκολλα έχουν συσσωρευτεί σε όλο το δίκτυο και δεν χρειάζεται ποτέ να ενημερωθούν. Από το 2019, το Urbit αποτελείται από τρία επίπεδα: Arvo, το λειτουργικό σύστημα και ο πυρήνας· Azimuth, το στρώμα ταυτότητας· και Aegean, ένα αφηρημένο «μοτίβο ανεξάρτητων, αποκεντρωμένων κοινωνιών στην κορυφή του δικτύου Arvo» (Urbit, n.d.). Το Urbit τρέχει με μόλις 50.000 γραμμές κώδικα. Δεν υπάρχουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή πνευματική ιδιοκτησία, επειδή το Urbit θεωρεί τον εαυτό του ως την επόμενη υπερδομή ανοιχτού κώδικα για το διαδίκτυο.

Το Urbit φαντάζεται τον εαυτό του ως ηγέτη ενός κινήματος προς την κατεύθυνση της «ήρεμης» και «καθαρής» πληροφορικής που παρέχει μια εμπειρία χρήστη χωρίς τριβές, καθαρή, εν μέρει λόγω του τρόπου με τον οποίο το Urbit ενοποιεί την ψηφιακή ταυτότητα, την ιδιοκτησία και την εξουσία στο Azimuth. Το σύστημα διευθύνσεων μοιάζει με μια κοσμολογική ταξινόμηση των ταυτοτήτων Urbit, γνωστών ως πλοία, ένα «σημείο» του Azimuth στο Ethereum. Τα πλοία χρησιμοποιούν φωνητικές διευθύνσεις IP – έναν «προφερόμενο» αριθμό τηλεφώνου – όπως το «~iirbyr-napbes\» που δηλώνει τόσο το μήκος των bit (στην προκειμένη περίπτωση 32 bit) όσο και τη σχέση τους με το δίκτυο Urbit. Ένας πλανήτης 32-bit είναι μέλος ενός αστέρα 16-bit, ο οποίος ανήκει σε έναν γαλαξία 8-bit, το πιο πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο του Urbit. Υπάρχουν περίπου 4 δισεκατομμύρια πλανήτες, 65.280 αστέρια και μόνο 256 γαλαξίες που είναι δυνατόν να υπάρχουν στο Urbit. Επειδή τα πλοία είναι πεπερασμένα περιουσιακά στοιχεία, η Urbit υποστηρίζει ότι σταδιακά θα αποκτήσουν φήμη και αξία ως κρυπτογραφική ιδιοκτησία. Επομένως, τα πλοία λειτουργούν ως η απαραίτητη κρυπτογραφική ταυτότητα με την οποία κωδικοποιείται η κυριαρχία στον χώρο του Urbit – ένα multipass που χρησιμεύει τόσο ως ταυτότητα όσο και ως πορτοφόλι, «τόσο ως δίπλωμα οδήγησης όσο και ως πιστωτική κάρτα». Ταυτότητα και χρήμα. Σκεφτείτε το ως ένα ‘πολιτιστικό κλειδί’ για τη νέα κοινωνία».

Ο πεπερασμένος ιεραρχικός σχεδιασμός των πλοίων Urbit ευθυγραμμίζεται με την έννοια της κυριαρχίας Patchwork του Yarvin, σύμφωνα με την οποία η φύση της εξουσίας είναι ανάλογη με τα είδη της ψηφιακής ιδιοκτησίας που κατέχει: «Αν το Bitcoin είναι το χρήμα και το Ethereum είναι ο νόμος, το Urbit είναι η γη». Ο διευθύνων σύμβουλος της Urbit, Galen Wolfe-Pauley, συγκρίνει συχνά το Urbit με μια πόλη, επειδή και οι δύο θεωρούνται ως αποκεντρωμένες «πλατφόρμες» με τις οποίες ένα σύμπλεγμα κοινωνικών διαδικασιών (ή «συστημάτων») λαμβάνει χώρα εντός μιας φυσικής υποδομής που υπόκειται σε συγκεκριμένους κανόνες και λογικές ενός συστήματος. Αυτή η σύγκριση προϋποθέτει ένα βαθύτερο σύνολο πολιτικών πεποιθήσεων σχετικά με τη φύση του χώρου ως θεμελιωδώς εργαλειακού χαρακτήρα: ένα σπίτι είναι «ένα εργαλείο για να ζεις», και με αυτόν τον τρόπο, το Urbit σας είναι ένα εργαλείο για να είσαι. Το δίκτυο Aegean είναι το απαραίτητο χωρικό κεφάλαιο «για την οικοδόμηση πόλεων» με την ομαδοποίηση ατόμων που εκτελούν παρόμοια προγράμματα στους διακομιστές τους Arvo. Αυτές οι πόλεις υπάρχουν ως ιδιαίτεροι συνδυασμοί εφαρμογών και εργαλείων που λειτουργούν μαζί με αυτοδιοικητικό τρόπο και προσφέρουν στους χρήστες τόσο το δικαίωμα αυτοδιάθεσης στη δική τους πόλη όσο και το δικαίωμα εξόδου ή ελεύθερης μετακίνησης από τη μία πόλη Urbit στην άλλη. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι ένα εικονικό επακόλουθο των φανταστικών δυναμικών γεωγραφιών των θαλάσσιων οικισμών: «ένα απέραντο αρχιπέλαγος υπερπολιτισμών». Ένα αποκεντρωμένο δίκτυο δικτύων πάνω στην ουδέτερη υποδομή του Arvo και του Azimuth».

Ως «εικονική πόλη» ή κρυπτογραφική «γη», το Urbit βλέπει τον ψηφιακό κώδικα ως νόμο που προσφέρει επαρκείς δομές διακυβέρνησης. Υπό αυτές τις συνθήκες, το Urbit μπορεί να ακολουθήσει μια τελεολογική πορεία από μια «εταιρική περιφραγμένη κοινότητα» προς μια «πραγματική πόλη-κράτος: μια αυτοδιοικούμενη ψηφιακή δημοκρατία που προσφέρει την ευκαιρία για ψηφιακή ελευθερία».

«Το Urbit, ως εικονική πόλη, είναι μια πλατφόρμα που συγκεντρώνει όλες τις ροές δεδομένων μας – από τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέχρι τους χτύπους της καρδιάς – με τρόπο που ελέγχουμε εμείς οι ίδιοι. Μπορούμε να συνεργαστούμε για να αντιστοιχίσουμε πρόσωπα σε φωτογραφίες, χωρίς να υποταχθούμε σε κάποιο πανοπτικό στο Μάουντεν Βιού; Ενώ το πρώτο βήμα στην ελευθερία είναι το δικαίωμα να αφεθούμε στην ησυχία μας, το δεύτερο είναι η δύναμη να δημιουργήσουμε νέες σκόπιμες κοινότητες, να δημιουργήσουμε και να εξελίξουμε έναν εθελοντικό ορισμό του δημόσιου χώρου. Δεν έχουμε καμία ιδέα για το τι θα κάνουν οι άνθρωποι με αυτή τη δύναμη».

Αυτό μοιάζει πραγματικά με ρετροφουτουρισμό. Όπως έχουμε σημειώσει, ήδη από το 1992 το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας Snow Crash του Neal Stephenson παρουσίαζε ένα «μετασύμπαν» (metaverse) ή έναν κοινόχρηστο συλλογικό εικονικό χώρο που εμφανιζόταν στους χρήστες, ή πιο συγκεκριμένα στα εικονικά τους άβαταρ, ως αυτοτελή αστικά περιβάλλοντα με εικονικά ακίνητα που διέπονταν από την Global Multimedia Protocol Group. Αυτές οι φιλοσοφίες απηχούν μια παλαιότερη ιδεολογία της διαδικτυακής κουλτούρας που ορίζεται από την πίστη στην υπέρβαση των υφιστάμενων κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών ιεραρχιών μέσω αποκεντρωμένων συστημάτων επικοινωνίας. Ωστόσο, για το Urbit, ακόμη και το ίδιο το διαδίκτυο πρέπει να αποβάλει την κοινωνικοτεχνική του ιστορία, την αρχαϊκή του γλώσσα προγραμματισμού, τα μονοπωλιακά οικοσυστήματα των μέσων ενημέρωσης που κυριαρχούνται από τη λογική του νικητή και την «υψηλής ταχύτητας οικονομία σκουπιδιών» που οικοδομήθηκε από τους «Κρατιστές Κεϋνσιανούς».

Το Urbit είναι μια από μηδενική βάση επανασχεδίαση των δικτύων ως διακυβέρνηση Patchwork. Πράγματι, η διακυβέρνηση βρίσκεται στο επίκεντρο της φιλοσοφίας του Urbit. Το «σύνταγμα» του Urbit, δανεισμένο «από έγκυρες ιστορικές δομές, κυρίως ρωμαϊκές και αγγλοαμερικανικές», δηλώνει ότι είναι μια ψηφιακή δημοκρατία με τις δικές της κοινοβουλευτικές δομές, όπως ύπατους, γερουσία, κογκρέσο και συνέλευση. Αυτή η ιεραρχία των δομών αντανακλά την κοσμολογική της διάταξη. Η συνέλευση είναι το σύνολο όλων των ενεργών πλανητών, το κογκρέσο είναι το σύνολο όλων των ενεργών αστέρων και η γερουσία είναι το σύνολο των γαλαξιών. Ο διευθύνων σύμβουλος της Urbit και ο προγραμματιστής Raymond Pasco, υπηρετούν σήμερα ως οι δύο ύπατοι της Urbit και λειτουργούν ως εκτελεστική αρχή. Συγκεκριμένοι κλάδοι της κυβέρνησης είναι επίσης επιφορτισμένοι με συγκεκριμένες αρμοδιότητες διαχείρισης είτε τεχνικών είτε μη τεχνικών θεμάτων. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό τοποθετεί τους ιδρυτές της Urbit και τους εταίρους της σε επιχειρηματικό κεφάλαιο σε εξαιρετική θέση για να κυβερνούν μέσω της ιδιοκτησίας του δικτύου. Πράγματι, η ιδιοκτησία των γαλαξιών της Urbit έχει ήδη αποφασιστεί. Από τους 256 γαλαξίες του Urbit, η Tlön κατέχει περίπου το 37%· η Urbit.org: το 19%· οι εργαζόμενοι της Tlön: το 15 τοις εκατό (ο Yarvin κατέχει 24 γαλαξίες, όλοι οι άλλοι 16)· οι εξωτερικοί επενδυτές της Tlön: 13%· και δωρητές και συνεργατες της Urbit: 14%. Η ανάλυση του Tseng (2019) σχετικά με την κατανομή των γαλαξιών και των αστέρων δείχνει μια σαφή συγκέντρωση προς την Tlön και τους υπαλλήλους της. Για να το θέσουμε διαφορετικά, παρά την επιμονή της Urbit στην «επαναποσυγκέντρωση», εντούτοις είναι προφητικό της συγκετρωτικής ιδιοκτησίας και της άκαμπτης ιεραρχίας του χώρου διευθύνσεων. Ωστόσο, οι δημιουργοί του Urbit δεν ασχολούνται με αυτή την κριτική, υποστηρίζοντας μάλιστα στο καταστατικό του Urbit ότι: «Το Urbit δεν πρέπει ποτέ να υπαχθεί σε κανενός είδους κεντρικό έλεγχο. Όλες οι μεταβάσεις στην ιδιοκτησία γαλαξιών θα πρέπει να διαιρούν τις θέσεις, όχι να τις ενώνουν» και ότι, «τα δικαιώματα ιδιοκτησίας είναι τυχαία και συμπτωματικά, όχι ηθικά ή τιμητικά. Ένα περιουσιολόγιο δεν καταγράφει γιατί ένας ιδιοκτήτης αξίζει κάποια ιδιοκτησία. Η ιδιοκτησία δεν είναι ούτε ανταμοιβή ούτε δικαίωμα· είναι ένα γεγονός». Η έξοδος είναι το μόνο συνταγματικό δικαίωμα. Δεν υπάρχει δημοκρατική διαφωνία, καθώς η Urbit κυβερνάται αναγκαστικά από μια τεχνοκρατική ελίτ αστέρων και γαλαξιών. Οι πλανήτες που είναι δυσαρεστημένοι με το μητρικό τους αστέρι είναι ελεύθεροι να αποκολληθούν και να μετακινηθούν αλλού, αλλά πρέπει να ανήκουν κάπου. Οι γαλαξίες ασκούν τη διακυβέρνηση των υποδομών μόνο σε αστέρια που συμμετέχουν ελεύθερα. Στο Urbit, οι υπολογιστικές οντολογίες υπερισχύουν κάθε έννοιας κοινωνικής διακυβέρνησης και η μόνη ελευθερία είναι η έξοδος.

Συμπεράσματα

Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, γράφοντας πριν από σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα, ο James Dale Davidson και ο Λόρδος William Rees-Mogg (πατέρας του αρχι-Brexiteer βουλευτή του Ηνωμένου Βασιλείου Jacob Rees-Mogg) δημοσίευσαν το The Sovereign Individual, ένα βιβλίο που ο Thiel ισχυρίζεται ότι επηρέασε σημαντικά την κοσμοθεωρία του. Σε αυτό, προβλέπουν την τελική κατάρρευση του έθνους-κράτους και την έκλειψη της πολιτικής από εταιρικές πρωτοβουλίες (οι θαλάσσιοι οικισμοί και το Urbit ταιριάζουν εύκολα σε αυτή τη κατηγορία). Η πρόβλεψή τους βασίζεται στην επιτάχυνση της επεξεργασίας πληροφοριών από αποκεντρωμένα δίκτυα τηλεπικοινωνιών. Μέσω αυτών, τα εθνικά κράτη δεν θα είναι σε θέση να «προλάβουν» την ταχύτητα των κρυπτογραφημένων συναλλαγών, καθιστώντας ανεπαρκείς τους υπάρχοντες θεσμούς είσπραξης φόρων. Το εμπόριο θα μεταναστεύσει στο διαδίκτυο και ο «κυβερνοχώρος» θα γίνει «η απόλυτη υπεράκτια δικαιοδοσία». Αυτός ο «θρίαμβος της αποτελεσματικότητας επί της εξουσίας», όπως τον περιγράφουν, έχει ενδιαφέρον όχι μόνο επειδή θεωρητικοποιούν το έθνος-κράτος ως παραλυμένο από τη «μικρο-επεξεργασία», αλλά και επειδή αυτοί οι πρωτο-νεοαντιδραστικοί αντλούν ειδικά από υπερδαιμονικές έννοιες όπως το μετασύμπαν του Snow Crash ως μετα-νεοφιλελεύθερο φαντασιακό. Αυτός ο θρίαμβος προβλέπεται ότι θα οδηγήσει στην αύξηση της βίας και του οργανωμένου εγκλήματος μετά την παρακμή των εθνικών κρατών, αλλά και στην ανάδυση νέων πληροφοριακών αγαθών. Οι εικονικές εταιρείες και τα κυρίαρχα άτομα που οραματίζονται οι Yarvin, Land, Thiel, Friedman, Davidson και τον Rees-Mogg είναι γεωγραφικά δυναμικές οντότητες ικανές για ταχεία κινητοποίηση από τη δικαιοδοτική εξουσία. Όπως πιστεύουμε, αυτές οι απόψεις δεν αποτελούν απλώς κερδοσκοπικές προβλέψεις ενός μετα-νεοφιλελεύθερου μέλλοντος, αλλά έχουν διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο-κλειδί στην καθοδήγηση των μοτίβων των κεφαλαιακών επενδύσεων σε μέρη όπως η Silicon Valley. Ο Davidson και Rees-Mogg υπήρξαν αμφότεροι διευθυντές του Strategic Investment, και ο ίδιος ο Davidson είναι ένας κεφαλαιούχος επενδυτής με κλίση στο αποκαλυπτικό. Σε κάθε περίπτωση, όλες αυτές οι οικονομίες πρόβλεψης βασίζονται σε υποθέσεις ότι το κεφάλαιο θα προσελκύεται στο χάος επειδή μπορεί εύκολα να αποχωρήσει αν οι συνθήκες αλλάξουν.

Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τον τρόπο με τον οποίο τα πολιτικά σχέδια που στηρίζουν την NRx λειτουργούν στις κοινωνικο-τεχνικές υποδομές της καθημερινής ζωής. Έργα όπως το Urbit και άλλες στρατηγικές εξόδου της NRx, όπως οι θαλάσσιοι οικισμοί, προσφέρουν ζωηρές φανταστικές πηγές για όσους έχουν ήδη μια προτίμηση στην κοινωνική απόσυρση από τις προφανείς κρίσεις και αποτυχίες του σύγχρονου παγκόσμιου καπιταλισμού. Η λειτουργία της δημοκρατικής αστικής μορφής – ιδίως των αμερικανικών πόλεων – έχει αποτελέσει ιδιαίτερο στόχο δυσφήμισης. Αντίθετα, η έξοδος προς ευημερούσες, τεχνολογικά προηγμένες, υποτίθεται καλά λειτουργικές αλλά αντιδημοκρατικές πόλεις-κράτη – Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ (πριν από τις τρέχουσες ταραχές τουλάχιστον), Ντουμπάι και άλλες παρόμοιες – προτείνεται ως μοντέλο για το μέλλον. Τέτοιες ερμηνείες έχουν συμβολική και πολιτική ισχύ. Βλέπουμε παρόμοιες διαδικασίες να συμβαίνουν στο πλαίσιο της κριτικής του Urbit πάνω στις υπάρχουσες αρχιτεκτονικές δικτύων και δομές εξουσίας. Αληθινές ή όχι, αυτές οι κριτικές λειτουργούν για την προώθηση ενός υπερδαιμονικού φαντασιακού μιας μοναδικά διαφορετικής αρχιτεκτονικής δικτύου που βασίζεται σε συγκεκριμένες πεποιθήσεις για το πώς τα υποκείμενα δεδομένων και οι κοινότητες θα πρέπει να αλληλεπιδρούν μέσω αποκεντρωμένων αποσχιστικών λογικών, και τα πολιτικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις (αν υπάρχουν) που απορρέουν από αυτές.

Οι αρχιτεκτονικές εξόδου της NRx, όπως παρατηρεί ο Steorts (2017), είναι ισχυρές ακριβώς επειδή υπεραπλουστεύουν. Τα κίνητρα ευθυγραμμίζονται με την αποτελεσματική επιδίωξή τους: «Ένας επιστήμονας πληροφορικής θα σκεφτόταν με τον εξής τρόπο: Απλώς θέτεις τους κανόνες και ο μηχανισμός σου τους ακολουθεί». Οποιαδήποτε έννοια πολιτικής κυριαρχίας βρίσκεται, με άλλα λόγια, στα χέρια των τεχνολόγων που εργάζονται μέσω μιας «κρυπτογραφικής αλυσίδας εντολών». Θεωρούμε ότι πλατφόρμες όπως η Urbit αντιπροσωπεύουν προσπάθειες συγκεκριμενοποίησης τέτοιων μηχανιστικών υπολογιστικών «κοινωνικών» θεωριών ενός υπερ-αποτελεσματικού νεο-αντιδραστικού κράτους. Η εξουσία του ελέγχου των συνθηκών εξόδου, αν και πιθανώς μάταιη για την υλοποίηση οποιασδήποτε φαντασίωσης περί διάσπασης του πολιτικού status quo για την αποκατάσταση ενός μύθου κυριαρχίας, έχει ωστόσο μια κάποια έλξη για τους νεοαντιδραστικούς που ισχυρίζονται ότι έχουν πρόσβαση σε κάποια προνομιακή, σχεδόν μυθική, κατανόηση της σύγχρονης κοινωνικής τάξης που διαπιστώνεται μόνο μέσω του «κόκκινου χαπιού». Εδώ είναι που το ερώτημα του πόσο σοβαρά πρέπει να πάρουμε τα γραπτά ανθρώπων όπως ο Yarvin και ο Land για την έξοδο αποκτά σημασία. Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, η ευκολία με την οποία οι κατά τα άλλα «τρελές» ιδέες έχουν γίνει mainstream τα τελευταία χρόνια είναι ίσως ένα σημάδι της «νέας σκοτεινής εποχής» στην οποία ζούμε. Με βάση οποιονδήποτε ορισμό, εδώ έχουμε να κάνουμε με φασισμό, αλλά ταυτόχρονα θα ήμασταν ανόητοι αν απορρίπταμε τη μνημονική, σχεδόν μεταδοτική ποιότητα που διαθέτουν η NRx και ο Σκοτεινός Διαφωτισμός. Το λεγόμενο «Παράθυρο του Overton» μετακινείται προς τα δεξιά και, όπως υποστηρίζει ο Gilroy, η πολιτική συμπεριφορά έχει επαναπροσδιοριστεί· φράξιες της alt-right θεωρούν πλέον τους εαυτούς τους γκραμσιανούς και λενινιστές και σκοπεύουν «να παίξουν ένα μακροχρόνιο παιχνίδι».

Υποθέτουμε ότι αυτά τα ρήγματα ενισχύουν μια αναδυόμενη πολιτική τάξη που απεικονίζεται από εγχειρήματα όπως το Urbit και οι θαλάσσιοι οικισμοί, προκειμένου να παρέχουν υλικές εκδοχές αρχιτεκτονικών εξόδου. Αυτά αντιπροσωπεύουν ένα ιδιαίτερο είδος κράτους που κινείται προς τις φανταστικές μετα-νεοφιλελεύθερες τάξεις που χαρακτηρίζονται από τη διάσπαση του γραφειοκρατικού διοικητικού κράτους και την αντικατάστασή του από «κυβερνητικά σώματα». Αξίζει να εξετάσουμε ποιες εξουσίες, αν υπάρχουν, θα μπορούσαν να έχουν όσοι δεν κατέχουν γη Urbit, ποιες επιλογές θα είχε κανείς πραγματικά για να βγει από το δίκτυο και ποιες ηθικές ή δεοντολογικές δομές θα διέπουν αυτόν τον φανταστικό χώρο. Πράγματι, οι συζητήσεις για την έξοδο αγγίζουν βασικές ηθικές συζητήσεις που αντιμετωπίζει η Silicon Valley σχετικά με το βαθμό στον οποίο οι εταιρείες τεχνολογίας θα πρέπει να συμμετέχουν σε τέτοια θέματα. Ο Alex Karp, διευθύνων σύμβουλος και συνιδρυτής (μαζί με τον Peter Thiel) της εταιρείας τεχνητής νοημοσύνης Palantir, υποστήριξε στην Washington Post ότι οι εταιρείες τεχνολογίας δεν έχουν καμία απολύτως ηθική υποχρέωση να επηρεάσουν την πολιτική σε μια ευρεία κριτική της προοδευτικής ατζέντας: «όταν μια μικρή ομάδα στελεχών στις μεγαλύτερες εταιρείες του Διαδικτύου στη Silicon Valley προσπαθούν να επιβάλουν το ηθικό τους πλαίσιο στην Αμερική, κάτι έχει πάει σοβαρά και επικίνδυνα στραβά». Αφήνοντας για λίγο στην άκρη το κατά πόσο τέτοια ηθικά πλαίσια αποτελούν πράγματι μειοψηφική θέση (πιθανότατα δεν είναι) ή κατά πόσο ο Karp προσυπογράφει τις αρχές της NRx, η άποψή του αναδεικνύει μια υποβόσκουσα αλήθεια πίσω από τον «τεχνο-ουτοπικό δεξιό-ελευθεριανισμό» που διαπερνά τόσο την ηθική όσο και την αισθητική της Silicon Valley (Armistead, 2016). Δηλαδή, ότι ο μετα-νεοφιλελευθερισμός, όπως κυριαρχείται από τα πολιτικά και πολιτισμικά πλαίσια των τεχνολογικών start-ups, θα πρέπει να είναι αποφασιστικά αντιπολιτικός και αδιάφορος για τα υπάρχοντα ηθικά διλήμματα, ακριβώς επειδή η έξοδος θα προσφέρει τον υπερβατικό μηχανισμό για αποκεντρωμένη πολιτική αλλαγή. Ο απολογητής της εξόδου Balaji Srinivasan (2013) βλέπει το μέλλον ως μια τεχνο-ουτοπία επειδή τα υποκείμενα μπορούν να επιλέξουν το «επίπεδο εξόδου» που επιθυμούν: «υπάρχει ένας ολόκληρος ψηφιακός κόσμος εδώ πάνω στον οποίο μπορούμε να βάλουμε το μυαλό μας και να επιλέξουμε την έξοδο». Ο στόχος είναι να μειωθούν οι φραγμοί εξόδου με τη διάσπαση της δημόσιας διοίκησης και της αγοράς της προοδευτικής κοινωνικής θεωρίας μέσω νεοφυών επιχειρήσεων που υπερ-διεγείρονται από τη χρηματοδότηση δισεκατομμυριούχων. Ξεφεύγοντας από τη διαβόητη νεοφιλελεύθερη ρητορική της Θάτσερ, ο Σκοτεινός Διαφωτισμός θα έχει τέτοια πράγματα όπως οι κοινωνίες, αλλά μόνο σε opt-in βάση.
Δημοσιεύθηκε την

Διαβάστε: Το Σκοτάδι Στο Βάθος Του Τούνελ: Τεχνητή Νοημοσύνη Και Νεοαντίδραση του Shuja Haider από το blog In.Media.Res


απο:https://geniusloci2017.wordpress.com