Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 28 Μάι 2020
Όταν η Θέμις έχει νεύρα...
Κλίκ για μεγέθυνση

Παλιά παροιμία του νομικού κόσμου: «Ο δικαστής (εννοείται και η δικάστρια) πρέπει να είναι πρωτίστως άνθρωπος με αίσθημα και συνείδηση δικαίου. Εάν, δε, γνωρίζει και πέντε νομικά παραπάνω, χρήσιμα είναι»

 

Είναι φυσιολογικό και επόμενο η Θέμις να έχει νεύρα όταν με καλυμμένους οφθαλμούς, έναν ζυγό κι ένα ξίφος καλείται να «μεροληπτεί» αξιοποιώντας την έννομο ισηγορία. Η απονομή δικαιοσύνης δεν είναι ουδέτερη διαδικασία. Τουναντίον, είναι διαδικασία φύσει ανταγωνιστική, η οποία γεννά νικητές και ηττημένους. Θεματοφύλακες της ισηγορίας όμως είναι οι δικηγόροι, οι οποίοι καλούνται εκ του θεσμικού τους ρόλου να αξιοποιούν κάθε στοιχείο ελαφρυντικό της παραβατικής θέσεως του / της εντολέα τους και ταυτόχρονα ενισχυτικό των εννόμων δικαιωμάτων του / της.

Στη δε ποινική Δικαιοσύνη, ο / η κατηγορούμενος / η είναι πρόσωπο τελών σε κατεξοχήν «μη προνομιούχο» θέση  διότι απέναντί του / της έχει το κράτος, δηλαδή την ηγεμονία (αγγλ. sovereignty), την κυριαρχία (εκ του ρήματος «κρατώ» = κυριαρχώ), εν προκειμένω τους θεσμικούς μηχανισμούς καταστολής και εννόμου αντεκδικήσεως (αγγλ. retributive justice). Τα ανθρώπινα δικαιώματα των κατηγορουμένων είναι ακατάλυτα και αναπαλλοτρίωτα στα λεγόμενα «πεπολιτισμένα» έθνη, ο δε δικαστικός λειτουργός έχει ιερό καθήκον να συμμορφώνει τη δράση του με αυτά.

Ανταγωνιστικός διάλογος

Η δίκη, εκτός από διαδικασία διαγνωστικού χαρακτήρα, δηλαδή διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας διά της επίκλησης και της αξιολόγησης στοιχείων κρίνεται το προς ποια πλευρά θα γείρει ο ζυγός της Θέμιδος, είναι διαδικασία κατεξοχήν ανταγωνιστικού διαλόγου. Κατά συνέπεια, είναι επιεικώς αψυχολόγητο να προσδοκούμε την έλλειψη ή ακόμα και την έκλειψη του συναισθηματικού στοιχείου από αυτήν. Στην ποινική δίκη όπου ο / η παραβάτης έρχεται αντιμέτωπος / η με την κοινωνία, την οποία διά της παραβατικής του / της συμπεριφοράς φέρεται προδήλως να έχει αποδυναμώσει ή ακόμα και απομειώσει, το συναισθηματικό στοιχείο είναι αναπόφευκτο. Η κοινωνία τον / τη διώκει διότι προδήλως ζημιώθηκε από αυτόν / ην.

Συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η δίκη του Σωκράτη, ο οποίος κατηγορήθηκε για διαφθορά νεανιών και για προσβολή τού «δημοκρατικού» πολιτεύματος. Συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η δίκη τού Ιησού, ο οποίος κατηγορήθηκε για προδοσία, για πρόκληση σε στάση, για βλασφημία και για αψήφιση τού μωσαϊκού νόμου. Συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η δίκη των Θ. Κολοκοτρώνη και Δ. Πλαπούτα, οι οποίοι κατηγορήθηκαν για προδοσία, εν προκειμένω για απόπειρα στάσεως κατά του πολιτεύματος. Συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η δίκη Μπελογιάννη και των συντρόφων του, μια δίκη αμιγώς «πολιτική», κατά την οποία η «αστικοδημοκρατική» αρχή του τεκμηρίου της αθωότητας φαλκιδεύτηκε εκ θεμελίων προκαλώντας την αγανάκτηση παντός θεσμικά συνειδητοποιημένου Έλληνα, ακόμα και κριτικά αντικομμουνιστή. Συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η δίκη των δραστών της δολοφονίας Λαμπράκη, ενός κοινοβουλευτικού, γιατί διά της δολοφονίας αυτής «δολοφονήθηκε» η ιδία η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η δίκη των δραστών τής Ελ. Τοπαλούδη διότι επί της ουσίας δεν κρίθηκε μόνο ο βαθμός ενοχής των δραστών αλλά και η ιδία η μνήμη του θύματος με σημείο αναφοράς τη γενετήσια τιμή της. Μαζί με την Ελένη «κακοποιηθήκαμε» όλοι, άνδρες και γυναίκες, που πιστεύουμε σε κάτι που λέγεται «έρωτας» και που είναι το εννοιολογικό αντίθετο της συναισθηματικά ανεύθυνης «διακόρευσης», sex δημοτικιστί.

Από τότε οπότε ο έρωτας υποβαθμίστηκε σε διαδικασία sex (συντομογραφία του όρου «sexual intercourse», ελλ. «ανταλλαγή φύλων»), από τότε οπότε δομήθηκε η ακραία sexουαλική συνείδηση, στα ’70s, αντί ως κοινωνίες να πάμε μπροστά, γυρίσαμε πίσω στον αγγλοσαξωνικό Μεσαίωνα, στο «εθιμικό» καθεστώς του FUCK (στη γνωστή σεξιστική ύβρη στη σύγχρονη αγγλική γλώσσα) που ως ακρωνύμιο τότε σήμαινε «Fornication under the Consent of the King» (ελλ. «Διακόρευσις υπό τη συναίνεση του βασιλέως»). Η γυναίκα ήταν αντικείμενο, ούτε καν υποκείμενο, διαπραγμάτευσης μεταξύ του φεουδάρχη και του θεσμικού «προϊσταμένου» του, του μονάρχη. Η γυναίκα έως και το πέρας της Αναγέννησης ήταν απόκτημα μαζί με τη γη, υπόκειτο εις τας ορέξεις του κύρη της, ακόμα και στον «συμμορφωσιακό» ξυλοδαρμό του τελευταίου. Κάποιοι άνδρες, δυστυχώς ιδιαίτερα νέοι, διατηρούν συνείδηση «φεουδάρχη» εν έτει 2020.

Είναι «ταξικό» το σύστημα;

Κακά τα ψέματα, στην ποινική δίκη δικάζεται, δοκιμάζεται η ιδία η κοινωνία, η συλλογική της συνείδηση και οι θεσμοί που η τελευταία έχει με δημοκρατικά μέσα θεσπίσει, δοκιμάζεται το ίδιο το σύστημα. Είναι πράγματι δίκαιο; Είναι πράγματι ευθύδικο; Καταστέλλει αναλογικά το έγκλημα; Διαφυλάττει την κοινωνική ειρήνη και ευταξία; Εντέλει, είναι το σύστημα επαρκώς κραταιό και αξιόπιστο ούτως ώστε να βρει σ’ αυτό το δίκιο του ο / η νοικοκύρης / ά της πλαϊνής θυρός; Πόσο «ταξικό» είναι το σύστημα;

Άλλη μία συναισθηματικά φορτισμένη δίκη να προσμένουμε για τους δράστες της 34χρονης, θύματος βαριάς σωματικής βλάβης με τοξικό υγρό. Πόσο φλεγματική δύναται να τηρηθεί η Θέμις και εν τοιαύτη περιπτώσει;

Θέμις για όλους

Θεμιτό λοιπόν είναι η Θέμις, ως πληγωμένη, ως προδομένη, ως απογοητευμένη γυναίκα, να έχει νεύρα. Θεμιτό λοιπόν είναι και ο / η δικαστικός λειτουργός και ο / η δικηγόρος να φορτίζονται όταν έκαστος / η από το μετερίζι του / της έχει επωμιστεί την ευθύνη τού να αποδείξει πως το σύστημα λειτουργεί, πως πράγματι υλοποιεί τα δικαιώματα, τα πραγματώνει και για τους ζώντες, και για τη μνήμη των εκλιπόντων, και για τους προνομιούχους, και για τους μη προνομιούχους.

Για να θυμηθούμε μια παλαιά παροιμία του νομικού κόσμου: «Ο δικαστής (εννοείται και η δικάστρια) πρέπει να είναι πρωτίστως άνθρωπος με αίσθημα και συνείδηση δικαίου. Εάν δε γνωρίζει και πέντε νομικά παραπάνω, χρήσιμα είναι». Με ή χωρίς νεύρα λοιπόν, αυτό που μετρά είναι η Θέμις να παραμένει με σταθερά καλυμμένους τους οφθαλμούς της και συναισθηματικά αμερόληπτη ούτως ώστε να δύναται να «μεροληπτεί» εν δικαίω και εν τη ασφαλεία του τελευταίου.

Άλλωστε, στην ελληνική μυθολογία «θεώθηκαν» οι ανθρώπινες ιδιότητες, αναμεταξύ τους και τα νεύρα. Τάδε μας παραδίδει ως δίδαγμα ο Ν. Τσιφόρος στο σατιρικό μυθιστόρημα τον τίτλο του οποίου δανείζεται το παρόν άρθρο.

* Ο Δημήτρης Π. Κυριακαράκος είναι δικηγόρος

πηγή: Αυγή

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου