Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερβαίνοντας για άλλη μια φορά τη μικροπολιτική διαχείριση των σοβαρών ζητημάτων της χώρας και δείχνοντας συνέπεια λόγων και έργων και υψηλό αίσθημα ευθύνης, αποφάσισε να εγκρίνει την υποψηφιότητα Σακελλαροπούλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας. 

Κι ο Αλέξης Τσίπρας, ανακοινώνοντας την απόφαση, πρόσθεσε με νόημα ότι δεν πρόκειται ποτέ, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να γίνει Μητσοτάκης.

Προφανώς ο Αλέξης Τσίπρας δεν εννοούσε ότι δεν μπορεί να γίνει δεξιός, συντηρητικός ή οπισθοδρομικός. Αυτά είναι δεδομένα. Ούτε προφανώς εννοούσε ότι δεν μπορεί να γίνει νεοφιλελεύθερος, ή εκπρόσωπος επιχειρηματικών συμφερόντων, ή γόνος οικογένειας του παλαιού πολιτικού κατεστημένου, ή διαπλεκόμενος. Αυτές είναι αντικειμενικές και εξ ορισμού πολιτικές διαφορές, με βάση τις οποίες δομείται η πολιτική διαφορά, η καθημερινή πολιτική διαμάχη και οι κοινωνικές συγκρούσεις.

Αυτό που εννοούσε ο Αλέξης Τσίπρας ότι ο ίδιος δεν μπορεί να κάνει ποτέ και το οποίο δεν μπορεί να καταλάβει εύκολα ένας αλαζόνας νεοφιλελεύθερος γόνος πολιτικής οικογένειας που θεωρεί τον εαυτό του ιδιοκτήτη του συστήματος, είναι να έχει ως οδηγό των πολιτικών του αποφάσεων τη μικροπολιτική, τον τακτικισμό και την εκμετάλλευση των σοβαρών ζητημάτων της χώρας και ως γνώμονα το κοντόφθαλμο συμφέρον της εκάστοτε συγκυρίας. Γιατί αυτό είναι προνόμιο «γαλαζοαίματων» πολιτικών που πιστεύουν ότι γεννήθηκαν για να άρχουν και από αυτή την πεποίθηση αντλούν και το δικαίωμα να εκμεταλλεύονται τα πάντα προς ίδιο όφελος.

Τι άλλο έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αντιπολίτευση, προκειμένου να κερδίσει την κυβερνητική εξουσία, από το να εκμεταλλεύεται την εκάστοτε πολιτική συγκυρία προς ίδιο πολιτικό όφελος, αγνοώντας, συχνά εγκληματικά, το εθνικό και το δημόσιο συμφέρον;

Τι άλλο έκανε στην κορυφαία εθνική υπόθεση της Συμφωνίας των Πρεσπών, από το να εκμεταλλευτεί μικροπολιτικά τη μείζονος σημασίας ιστορική συγκυρία; Αγνόησε το εθνικό όφελος της Συμφωνίας, αγνόησε τις επιπτώσεις που αυτή είχε στη διεθνή εικόνα της Ελλάδας, αγνόησε ακόμη και τον κίνδυνο εθνικού διχασμού μπροστά σε ένα σοβαρό εθνικό ζήτημα και καλλιεργώντας και χαϊδεύοντας τα πιο επικίνδυνα εθνικιστικά και ακροδεξιά ένστικτα, εγκλωβίστηκε σε μια αυτιστική και εσωστρεφή εξωτερική πολιτική, μετατρέποντας ένα μείζονος σημασίας εθνικό ζήτημα σε προπύργιο προεκλογικών σκοπιμοτήτων.

Ποτέ άλλοτε στην πρόσφατη πολιτική ιστορία η λέξη «προδότης» δεν ακούστηκε τόσο συχνά στους δρόμους, στα κανάλια και στα κοινωνικά δίκτυα.

Αυτή την κοντόφθαλμη και μικροπολιτική του συμπεριφορά πληρώνει σήμερα ο Μητσοτάκης - και μαζί με αυτόν δυστυχώς και η Ελλάδα - με το Βατερλώ της εξωτερικής του πολιτικής.

Γιατί όπως λέει μια παροιμία, «όποιος κατουράει στη θάλασσα, το βρίσκει στο αλάτι». 

Ή με άλλα λόγια, όπως κανείς στρώνει, έτσι κοιμάται.

Έστρωσε λοιπόν μικροπολιτικά και μικροσυμφεροντολογικά την εξωτερική του πολιτική και γι’ αυτό σήμερα κοιμάται μόνος και απομονωμένος από τη διεθνή κοινότητα.

Αφού κατάφερε, σε λίγους μόλις μήνες από το καλοκαίρι του 2019 μέχρι σήμερα, να οδηγήσει σε ναυάγιο το προσφυγικό και το μεταναστευτικό πρόβλημα, μαζεύοντας τώρα άρον άρον την καταστροφική πολιτική του για ένα μείζονος σημασίας πρόβλημα. Μια πολιτική που προεκλογικά στηρίζονταν στην άγονη κριτική και το σαχλό τρολλάρισμα των πρωτοβουλιών και των προσπαθειών της κυβέρνησης Τσίπρα, που είχε καταφέρει πάντως να διαχειριστεί σε ικανοποιητικό βαθμό ένα εξαιρετικά δύσκολο από τη φύση του και πρωτόγνωρο πρόβλημα.

Αλλά και στην εξωτερική πολιτική, κατάφερε σε λίγους μόλις μήνες να απομονώσει τη χώρα διεθνώς, με συνέπεια να μην προσκαλείται τώρα η Ελλάδα στη Διάσκεψη για τη Λιβύη στο Βερολίνο, σε μια τόσο σημαντική στιγμή για την τύχη των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στο Αιγαίο, μετά τη συμφωνία Τουρκίας - Λιβύης. 

Τη στιγμή που η πολυδιάστατη και ανοικτών οριζόντων εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τσίπρα, είχε επιτύχει τη συμμετοχή της Ελλάδας στην προηγούμενη αντίστοιχη Διάσκεψη, μετά από έγκαιρο αίτημα και βέτο που είχε ασκήσει ο τότε υπουργός των εξωτερικών, ο Νίκος Κοτζιάς.

Και τέλος, ο σημερινός πρωθυπουργός κατάφερε το διεθνώς πρωτότυπο, να επισκεφτεί τις ΗΠΑ με έναν εχθρό και πολλούς φίλους και να επιστρέψει με δύο εχθρούς και λιγότερους φίλους

Αφού δεν κατάφερε να ακουστούν οι θέσεις της Ελλάδας και να καταδικαστεί η επιθετικότητα της Τουρκίας, μια και ούτε κοινή συνέντευξη τύπου δεν δέχθηκε να δώσει μαζί του ο Τραμπ, όπως είχε κάνει τόσο αυτός, όσο και ο προκάτοχός του, ο Ομπάμα, στις δύο αντίστοιχες επισκέψεις Τσίπρα. 

Πολύ περισσότερο όμως, σπεύδοντας ο Έλληνας πρωθυπουργός να πάρει τη θέση των ΗΠΑ στην προκλητική, όσο και εκτός πλαισίου διεθνούς δικαίου δολοφονία του Ιρανού αξιωματούχου, απομονώθηκε από τους φυσικούς μας συμμάχους στην Ευρώπη, οι οποίοι κράτησαν πολύ προσεκτική απόσταση από αυτή την πρωτοβουλία Τραμπ. 
Κι ακόμη χειρότερα, έχασε και την υποστήριξη των παραδοσιακών μας φίλων στη Μ. Ανατολή, εμπλέκοντας την Ελλάδα σε νέους και ασύμμετρους κινδύνους. 

Και επιπλέον, υποστηρίζοντας μια δολοφονία που προσβάλλει κάθε έννοια δικαίου, απώλεσε το σημαντικότερο επιχείρημά μας απέναντι στην Τουρκική επιθετικότητα, αυτό της προάσπισης του διεθνούς δικαίου.

Κατάφερε έτσι, σε λίγο μόνο χρόνο, να εκτρέψει την εξωτερική μας πολιτική από τις γραμμές της εθνικής στρατηγικής που από χρόνια ακολουθείται στο κορυφαίο εθνικό ζήτημα της χώρας, στα Ελληνοτουρκικά και να χάσει τους συμμάχους μας, προσθέτοντας εχθρούς και απομονώνοντας διεθνώς την Ελλάδα σε μια ιστορική συγκυρία που η διεθνής υποστήριξη είναι περισσότερο από αναγκαία για την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων.

Αυτά είναι τα επίχειρα μιας μικροπολιτικής και συμφεροντολογικής πολιτικής διαχείρισης των εθνικών μας θεμάτων, που ξεκίνησε προεκλογικά με την εκμετάλλευση της Συμφωνίας των Πρεσπών και κατέληξε σήμερα στη διεθνή απομόνωση της χώρας.

Γι’ αυτούς τους λόγους ούτε ο Τσίπρας ποτέ θα γίνει Μητσοτάκης, ούτε όμως ο Μητσοτάκης μπορεί να γίνει ποτέ Τσίπρας. Γιατί ο Τσίπρας απέδειξε τόσο ως πρωθυπουργός, όσο και σήμερα ως αρχηγός της αντιπολίτευσης ότι γνωρίζει να προτάσσει το μείζον του ελάσσονος, να είναι διορατικός και να βλέπει πολύ πέρα από τη μύτη του

Έτσι και στην υπόθεση της υποψηφιότητας Σακελλαροπούλου, ο Αλέξης Τσίπρας προέταξε το μείζον, που είναι η πολιτική θωράκιση του θεσμού και η υποστήριξη του προσώπου της Προέδρου της Δημοκρατίας που υπέδειξε ο Μητσοτάκης, από το έλασσον, που είναι οι τακτικισμοί και οι μικροπολιτικές επιδιώξεις του σημερινού πρωθυπουργού, που σκοπό έχουν να φέρουν δήθεν σε δύσκολη επικοινωνιακά και γι' αυτό προσωρινά, θέση τον Αλέξη Τσίπρα.

Ο οποίος, υπερβαίνοντας τον σκόπελο, έδειξε, όπως πάντα άλλωστε, μια γενναία πολιτική στάση που εκτός από την πολιτική υπεροχή του, έδειξε και κάτι ακόμη: Μη πέφτοντας στην κουτοπόνηρη παγίδα Μητσοτάκη, να χαρίσει τη νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας στον σημερινό πρωθυπουργό με συνέπεια να απομονωθεί πολιτικά, έστειλε το μήνυμα ότι η κορυφαία πολιτική αρετή είναι η ευθύνη και η προάσπιση του εθνικού συμφέροντος και όχι οι τακτικισμοί, η μικροπολιτική διαχείριση της πολιτικής, οι επικοινωνιακοί χειρισμοί και οι κουτοπονηριές της εκάστοτε συγκυρίας. Που σκοπό μπορεί να έχουν να φέρουν προσωρινά σε δύσκολη θέση τον αντίπαλο, μακροπρόθεσμα όμως έχουν ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της χώρας.

* Ο Καθηγητής Γιάννης Μυλόπουλος είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του «ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία»
https://tvxs.gr