«Είναι σημαντικό να πούμε ότι δεν θα ανεχθούμε πλέον τα μικροαδικήματα. Η βασική αρχή εδώ είναι να πούμε ότι, ναι, είναι δίκαιο να είμαστε δυσανεκτικοί απέναντι στους άστεγους που είναι στο δρόμο».
Τόνυ Μπλερ, δήλωση (1997) του πρωθυπουργού της Μ. Βρετανίας
«Δεν πρόκειται να αφήσουμε τη χώρα εκτεθειμένη στον κίνδυνο της διεθνούς ανυποληψίας και της περιθωριοποίησης, γιατί εκεί οδηγείται μια χώρα με ταυτότητα ανομίας. Προέχει η απαξίωση της κοινωνικής αντίληψης του τζαμπατζή και η πολιτική κατάρρευση του ψευδοομοιώματος προοδευτισμού, που κάποιοι προβάλλουν»
Δημήτρης Ρέππας, υπουργός μεταφορών, αναφερόμενος σε κοινωνικές πρακτικές άρνησης πληρωμής των διοδίων, Καθημερινή, 6.2.2011.
«Δεν γίνεται να υπάρχουν φοιτητές, οι οποίοι να προβαίνουν σε τέτοιες παράνομες πράξεις κατ’ επανάληψη και τα πανεπιστήμια να μην προχωρούν στην προφανή κίνηση, που δεν είναι άλλη από τη διαγραφή τους από το Πανεπιστήμιο».
Κυριάκος Μητσοτάκης, (19-3-2024) απειλώντας με διαγραφές τους απείθαρχους φοιτητές ενώπιον της προέδρου της δημοκρατίας Κ. Σακελαροπούλου
την ημέρα ψήφισης του νομοσχεδίου. Ακολουθούν ξυλοδαρμοί φοιτητών από τα ΜΑΤ, τραυματίζονται συνολικά 9 φοιτητές.
Η γλώσσα της εξουσίας είναι πρώτα απ’ όλα η γλώσσα της πολιτικής, δηλαδή η γλώσσα της εξαπάτησης, της παραπλάνησης, της σύγχυσης και της χειραγώγησης. Ο πομπός (η εξουσία) στοχεύει στην κατάκτηση του δέκτη (κοινωνία) στην ακινητοποίησή του, στην αποδοχή της υποτελούς σχέσης. Η αναδιατύπωση του εξουσιαστικού μηνύματος, οι συνεχείς επαναλήψεις του, στοχεύουν στην εμπέδωσή του «γεγονότος», της αναγκαιότητας της μη αμφισβήτησης του.
Δεν είναι τυχαίο, ότι η έκφραση «πλύση εγκεφάλου» τείνει να εκλείψει από τον λεγόμενο δημόσιο λόγο, παρ’ ότι ασκείται αδιαλείπτως και με τον πλέον επιστημονικό τρόπο. Οι «αυταπόδεικτες αλήθειες», επιβάλλονται μέσω του διατακτικού χαρακτήρα των διατυπώσεων στους λόγους των πολιτικών, που εκφέρονται άλλοτε με φιλικό τόνο, άλλοτε με διδακτικό και άλλοτε με αυστηρό και απειλητικό. Οι τεχνικοί της εξουσίας το παραδέχονται: η γλώσσα είναι το μέτωπο, η ασάφεια και η διαστροφή νοημάτων, εννοιών και σημασιών είναι από τα αποτελεσματικότερα πυρομαχικά.
Η περίπτωση της προπαγάνδας σχετικά με την περιβόητη «ανομία» αποτελεί από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα, με την συστηματικά ασαφή χρήση του όρου να στοχεύει στην όσο το δυνατόν πιο άνετη επιβολή των κρατικών σχεδιασμών.
Α-νομία κυριολεκτικά σημαίνει έλλειψη νόμων, δηλαδή παντελή ανυπαρξία νόμων ή συνολικότερα έννομης τάξης, θεσμών και μηχανισμών επιβολής της. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι υφίσταται αυτή τη στιγμή μια παρόμοια κατάσταση. Φυσικά και όχι. Παρ’ όλα αυτά η λέξη α-νομία χρησιμοποιείται ευρέως για να περιγράψει την μη εφαρμογή των νόμων, μια πράξη ή μια δραστηριότητα, που αντιβαίνει στον νόμο, ενώ για την κατάσταση αυτή υπάρχει η λέξη παρα-νομία, που σημαίνει, ότι ενώ υπάρχουν νόμοι, παρ’ όλα αυτά παραβιάζονται ορισμένοι από αυτούς είτε συστηματικά είτε περιστασιακά από μεμονωμένα άτομα ή κοινωνικές ομάδες. Επίσης, η λέξη παραβατικότητα καταδεικνύει, κυρίως, την παροδική τάση για παραβίαση των νόμων και η χρήση της αποσκοπεί στην ηπιότερη καταγραφή και ποινική αντιμετώπισή της (λόγου χάριν η αρπαγή ενός αυτοκινήτου ή μιας μηχανής από εφήβους και η εγκατάλειψη τους, ή μικροκλοπές κοκ χαρακτηρίζονταν παραβατικότητα και όχι «έγκλημα» σύμφωνα με το δόγμα της «μηδενικής ανοχής»).
Ο Αιμίλιος Ντυρκέμ, (Γάλλος κοινωνιολόγος) χρησιμοποίησε την έννοια της ανομίας για να περιγράψει μια κατάσταση «απορρύθμισης» της κοινωνίας, αναφερόμενος σε μια συνθήκη, όπου οι κανόνες για το πώς οι άνθρωποι θα έπρεπε να συμπεριφέρονται μεταξύ τους διασπώνται ή οι προσδοκίες για συμπεριφορές είναι ασαφείς ή δεν υπάρχουν με αποτέλεσμα να εκδηλώνονται παρεκκλίνουσες συμπεριφορές.
Ο Ντυρκέμ θεωρούσε, ότι οι ξαφνικές αλλαγές κατά την διάρκεια μιας μεγάλης ακμής ή ιδιαίτερα μιας μεγάλης ύφεσης ωθούν μια κοινωνία σε μια κατάσταση ανομίας. Παρ’ ότι δεν πίστευε στην ουδετερότητα των νόμων, αφού γνώριζε ότι οι ισχυροί τους έκοβαν και τους έραβαν στα μέτρα τους, θεωρούσε ότι η εφαρμογή τους είναι εκείνη που διαφυλάσσει τους ανίσχυρους, οι οποίοι οδηγούνται στην μη τήρηση τους λόγω έλλειψης κανόνων και προτύπων, για την οποία την ευθύνη επέρριπτε στις κυρίαρχες κοινωνικές ομάδες.
Η σύγχυση και ασάφεια βέβαια δεν καλύπτουν τους πάντες, και δεν θα μπορούσε άλλωστε να συμβαίνει κάτι τέτοιο σε καθολικό βαθμό.
«Νόμοι υπάρχουν», παραδέχονται ενίτοτε τα κάθε λογής παπαγαλάκια της εξουσίας, «αλλά δεν εφαρμόζονται». Οπότε; Η θεραπεία θα έρθει, όπως προτείνουν, με την αυστηροποίηση των ποινών και την γενίκευση των προβλέψεων εγκλεισμού, που ήδη υπάρχουν και έτσι θα αντιμετωπισθεί και η «ατιμωρησία» στην οποία δήθεν οφείλεται η «εγκληματικότητα».
Σύμφωνα με τον υπουργό «δικαιοσύνης» Γ. Φλωρίδη: «Υπάρχει μια αίσθηση ανομίας στους πολίτες, η οποία επικεντρώνεται στη μικρομεσαία εγκληματικότητα που παραμένει ατιμώρητη. Έτσι, θα μπει τέλος στην ατιμωρησία». Επομένως η αυστηροποίηση των ποινών αποτελεί κοινωνικό αίτημα και έτσι εύκολα συνεπάγεται ως δεδομένη η κοινωνική συναίνεση στην επιβολή του νέου αυστηρότερου νομοθετικού πλαισίου και της αύξησης των ποσοστών του εγκλεισμού όσων δικάζονται ακόμα και για πλημμελήματα με μια δήθεν «σχετική» διαβάθμιση.
Ο ιστός της αράχνης, λοιπόν, μεγαλώνει. Στόχος τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, οι εξαρτημένοι, οι μετανάστες, οι ταραξίες, οι αναρχικοί, η νεανική παραβατικότητα, οι καταληψίες φοιτητές, οι φτωχοδιάβολοι, που μπαινοβγαίνουν στις φυλακές.
Όπως γράφαμε πριν δυο μήνες «η διάγνωση των ειδικών, ότι οι παραβατικοί νέοι συγκροτούν εκ νέου μια επικίνδυνη κοινωνική ομάδα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη της «κρίσης» είναι δεδομένη, η διαχείρισή της αναγκαία και επείγουσα. Έτσι, η «νέα κρίση» εντάσσεται σε μια ευρύτερη περίοδο, όπου η μία «επικίνδυνη» κατάσταση, υποτίθεται σε μια γραμμική συνέχεια, δίνει τη θέση της στην επόμενη σε μια συνεχή «σκυταλοδρομία» δίχως τέλος. Σημειωτέον, ότι η εναλλαγή των «κρίσεων», δεν ορίζει την απαρχή ενός «νέου προβλήματος», αλλά αποκτά σπουδαιότητα, εφ’ όσον διατηρείται η κατάσταση «κινδύνου» σ’ ένα διαρκές απειλητικό παρόν, στο οποίο ο «μεγάλος ασθενής», δηλαδή, η ίδια η κοινωνία εθίζεται στο «φάρμακο», που λέγεται «εξαιρετικά μέτρα».
Τα «έκτακτα» μέτρα, λοιπόν, αποτελούν την «νέα κανονικότητα». Η πολιορκία συνεχίζεται επ’ αόριστον. Ενδεικτική είναι η αντιμετώπιση των φοιτητικών κινητοποιήσεων ενάντια στην ψηφισμένη πλέον μεταρρύθμιση, που προβλέπει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Κινητοποιήσεις, οι οποίες κατά γενική παραδοχή στο σύνολο τους δεν χαρακτηρίστηκαν ούτε από την μαζικότητα ούτε από τις εκτεταμένες συγκρούσεις, που καταγράφηκαν αντίστοιχα την περίοδο του 2006-2007, ενώ δεν υπήρξε απώλεια όλης της εξεταστικής σε κάποιο τμήμα – σχολή, εκτός από τη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Παρ’ όλα αυτά οι καταλήψεις των πανεπιστημίων δέχθηκαν συστηματική καταστολή και συκοφάντηση, με τις κατασταλτικές δυνάμεις να εισβάλλουν επανειλημμένα σε πανεπιστημιακούς χώρους και να προβαίνουν σε αθρόες συλλήψεις.
Αντίθετα, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε κόσμιες τις αγροτικές κινητοποιήσεις εκφράζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την ικανοποίησή του «για τις οργανωμένες και συντεταγμένες εκδηλώσεις» σύμφωνα με τους αγροτοπατέρες, τις οποίες λιβάνιζαν ολημερίς και ολονυχτίς τα ΜΜΕ. Κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε πλήρη συνεννόηση με τις αστυνομικές δυνάμεις επιβεβαιώνοντας, ότι η υπακοή, η παθητικότητα, η δειλία και η δουλοφροσύνη παραμένει σταθερά το πιο αξιόπιστο στήριγμα κάθε εξουσίας γι’ αυτό και επιβραβεύονται.
Οι αγρότες έδωσαν το «καλό παράδειγμα», αλλού όμως πίπτει ράβδος.
Στις 16/3 πραγματοποιείται εισβολή κατασταλτικών δυνάμεων (των ΜΑΤ, της Ομάδας Πρόληψης και Καταστολής και της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης) στην Σχολή Θετικών επιστημών του ΑΠΘ, με την προσχηματική επίκληση ανώνυμου τηλεφωνήματος σύμφωνα με το οποίο άγνωστοι προσπάθησαν να προκαλέσουν φθορές στην υπό ανέγερση βιβλιοθήκη, στον χώρο της πρώην κατάληψης του Βιολογικού. Ακολουθεί η σύλληψη 49 ατόμων, φοιτητών και μη, και σχηματίζεται δικογραφία για διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας, φθορά ξένης ιδιοκτησίας, παράβαση του νόμου περί όπλων και περί φωτοβολίδων. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Φοιτητικού Συλλόγου Φυσικού ΑΠΘ, η εισβολή των ΜΑΤ στον χώρο του πανεπιστημίου έγινε, ενώ ήταν σε εξέλιξη εκδήλωση «επανοικειοποίησης του χώρου στον πλάτανο της σχολής» με ποτά και φαγητά. Λίγα 24ωρα αργότερα έρχεται στο «φως της δημοσιότητας» η «είδηση», ότι πριν περίπου ενάμισι μήνα σχεδόν γλυτώσαμε στο παρά πέντε από πυρηνικό ολοκαύτωμα λόγω «πυρηνικού ριφιφί» στο ΑΠΘ.
Συγκεκριμένα στην εφημερίδα τα ΝΕΑ (πρωτοσέλιδο 19-3-2024) διαβάζουμε:
«Απόπειρα επίθεσης, με αλυσοπρίονο, από κουκουλοφόρους, στον υπόγειο χώρο της Φυσικομαθηματικής Σχολής – όπου βρίσκεται πυρηνικός αντιδραστήρας – για να καταλάβουν πάλι τη Βιολογική Σχολή.
Κατέστρεψαν το πρώτο από τα δύο συστήματα θωράκισης του αντιδραστήρα, ο οποίος έχει ποσότητα ουρανίου και η διαρροή θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες».
Φυσικά η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική, αφού δεν υπήρξε ο παραμικρός κίνδυνος «απρόβλεπτων συνεπειών».
Ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Χαράλαμπος Φείδας άμεσα διαψεύδει (συνέντευξη στον Open) τα περί νέας «Φουκουσίμα», που προπαγάνδιζε με τον πλέον άθλιο τρόπο τον δημοσίευμα των ΝΕΩΝ: «Πρόκειται για έναν υποκρίσιμο πυρηνικό αντιδραστήρα ο οποίος χρησιμοποιείται καθαρά για εκπαιδευτικούς λόγους από το 1974. Δεν τίθεται θέμα διαρροής ή ανάφλεξης. Υπόκειται σε όλους τους ρυθμιστικούς ελέγχους από την αρμόδια ελληνική και ευρωπαϊκή επιτροπή. Ο υποκρίσιμος πυρηνικός αντιδραστήρας φυλάσσεται σε υπόγειο χώρο όπου υπάρχει θωρακισμένη πόρτα. Πριν ενάμιση μήνα βρέθηκε σπασμένο λουκέτο πόρτας που οδηγεί στο υπόγειο. Δεν υπήρξε καμία άλλη παραβίαση. Δεν υπήρξε διαρροή ούτε υπάρχει δυνατότητα διαρροής καθώς χρησιμοποιείται μόνο για εκπαιδευτικούς λόγους». Όπως πρόσθεσε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, Status 107,7 «Ουδέποτε παραβιάστηκε ή επιχειρήθηκε να παραβιαστεί ο χώρος όπου φυλάσσεται η διάταξη αυτή».
Δεν είναι, βέβαια, άσχετο το γεγονός, ότι στην Θεσσαλονίκη οι δυναμικές αντιδράσεις κατά την διάρκεια των φοιτητικών κινητοποιήσεων ήταν εντονότερες και συχνότερες από την Αθήνα. Σ’ αυτό το κλίμα και με εμφανή διάθεση εκδικητικότητας στους κινητοποιούμενους φοιτητές έρχονται οι δηλώσεις Μητσοτάκη που απαιτεί την διαγραφή των απείθαρχων φοιτητών. Αλλά και οι συνεχείς προτροπές γνωστών και μη εξαιρετέων δημοσιογράφων (όπως ο Χιώτης και ο Νότης Παπαδόπουλος του Σκάι, 20-3, που απαιτούσαν από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο την καταστολή του Αναρχικού Στεκιού της Φιλοσοφικής με αφορμή την ανακοίνωση μιας εκδήλωσης-συζήτησης για το ζήτημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης) που ζητούν καθημερινά με ύφος χιλίων χωροφυλάκων την επέμβαση των κατασταλτικών δυνάμεων στα πανεπιστήμια και την ενεργοποίηση εκ νέου της πανεπιστημιακής αστυνομίας εντός των πανεπιστημιακών χώρων.
Είχαμε παλαιότερα εξηγήσει με τον διεξοδικότερο τρόπο, ότι η κατασκευή και θεσμοποίηση του περίφημου πανεπιστημιακού ασύλου εκτός των άλλων στόχευε να εμπεδώσει στους σπουδάζοντες την πεποίθηση ότι αυτός ο «χώρος» είναι δικός τους, ότι τους «ανήκει». Η ψευδαίσθηση αυτή εκτός των άλλων ήθελε να συγκρατήσει σε δημοκρατικά πλαίσια τις όποιες ούτως ή άλλως συντεχνιακές διεκδικήσεις, να απομπολήσει κάθε συγκρουσιακή διάθεση. Όποτε στο παρελθόν το κράτος απέφευγε να εισβάλλει σε πανεπιστημιακούς χώρους αυτό γινόταν, επειδή φοβόταν την εξάπλωση της κοινωνικής σύγκρουσης.
Μ’ άλλα λόγια ουδέποτε χρειάστηκε στην πραγματικότητα κάποια έγκριση ή την άδεια των πρυτανικών αρχών παρά μόνον για τυπικούς λόγους. Γράφαμε το 1992, «Είναι γεγονός πως το κράτος έχει φτιάξει ορισμένους θεσμούς με στόχο να διασφαλίσει την κυριαρχία του, τον διαχωρισμό των ανθρώπων και την υποταγή των ανθρώπων σ’ αυτό. Σε κάθε περίπτωση που διασαλεύεται η κυριαρχία του δεν έχει κανένα δισταγμό να καταργήσει θεσμούς και νόμους που έχει καταρτίσει προηγούμενα και για τους οποίους έχουν χυθεί τόνοι κροκοδείλια δάκρυα και μελάνι, ατελείωτες σκηνοθετημένες παραστάσεις προκειμένου οι καταπιεσμένοι να πιστέψουν σ’ όλες αυτές τις ψευτιές και τις απάτες. Για παράδειγμα ο υπέρτατος για τους εξουσιαστές θεσμός του κοινοβουλίου έχει καταργηθεί πάμπολες φορές, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συνολικότερα συμφέροντα των κυριάρχων και θα έδειχνε δισταγμό να καταργήσει με τη βία ένα θεσμό όπως το «Πανεπιστημιακό άσυλο»; Αστεία πράγματα» (Αναρχική Θεώρηση, τχ. 5, Καταλήψεις και Πανεπιστημιακό άσυλο).
Οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι πρέπει να γνωρίζουν, ότι μόνον όσο βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις, μόνον όταν παραμένουν αποφασισμένοι και αδιάλλακτοι, μόνον όταν δεν παζαρεύουν τις ιδέες τους μπορούν να αντιταχθούν στους εξουσιαστικούς σχεδιασμούς. Μόνον τότε δεν έχουν να χάσουν τίποτα. Ο διάλογος, η αναγνώριση άμεσα ή έμμεσα της δημοκρατικής νομιμότητας, η αποδοχή του φοιτητικού ρόλου και της ένταξης στην πανεπιστημιακή «κοινότητα», η εμμονή σε περιχαρακωμένες συντεχνιακές διεκδικήσεις, ο σεβασμός στους θεσμούς (λόγου χάριν η μη παράκαμψη του άρθρο 16), και η αναγνώριση των κομματικών μηχανισμών οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην αναγνώριση συνολικότερα της εξουσιαστικής βαρβαρότητας.
που απαντούν με ευρεία χρήση χημικών. Οι διαδηλωτές ανασυγκροτούνται δίχως να υποχωρήσουν και παραμένουν έξω από το κοινοβούλιο.
Οι αναρχικοί δεν μιλούν για κεκτημένα, δεν σέβονται τους νόμους, περιφρονούν τα μέτρα πειθάρχησης που επιβάλλει η οιαδήποτε εξουσία και περιγελούν κάθε μορφής και έννοια «κράτος δικαίου», γιατί δεν αναγνωρίζουν κράτος και εξουσία, δεν θέλουν τίποτα λιγότερο από να ρίξουν στην φωτιά όλους τους νόμους και τους κώδικες, να γκρεμίσουν κάθε δικαστήριο, κάθε φυλακή και αναμορφωτήριο. Οι αναρχικοί δεν αισθάνονται ποτέ «λίγοι», ούτε νιώθουν την ανάγκη να φανούν «λιγάκι» πονηροί αλλάζοντας τις απόψεις τους για να γίνουν αρεστοί στην μεγάλη μάζα των κινητοποιούμενων. Αυτές οι τεχνικές ανήκουν στην πολιτική, στα κόμματα και στους συνδικαλιστές και όχι σε όσους ευαγγελίζονται την απελευθερωτική προοπτική.
Δεν υπάρχουν χαμένες γενιές, ούτε ένδοξοι αγώνες του παρελθόντος που οφείλουν σήμερα οι αγωνιζόμενοι να αντιγράψουν. Μπορούν, όμως, να προσπαθήσουν να τους γνωρίσουν, να τους μελετήσουν, να μην αφήσουν την λήθη να σβήσει τα χνάρια τους, για να μπορέσουν να τους συνεχίσουν.
Γνωρίζουμε, ότι το κράτος δεν πρόκειται να υποχωρήσει στους σχεδιασμούς του για να ισχυροποιήσει την θέση του, τα δεκανίκια του, αριστερά και δεξιά, πορεύονται όπως πάντα σε αγαστή συνεργασία, όπως αποδείχθηκε με τον πλέον περίτρανο τρόπο στα λεγόμενα μνημονιακά χρόνια. Οι πολιτικοί ταγοί, αριστεροί και δεξιοί, έχουν αναλάβει ισχυρές δεσμεύσεις και υποχρεώσεις στα μεγάλα πολιτικά και οικονομικά αφεντικά, που κάποτε αποκαλούσαν τρόικα. Και θα τις τηρήσουν.
Οι εκμεταλλευόμενοι και καταπιεζόμενοι άνθρωποι δεν έχουν, όπως πάντα, να περιμένουν απολύτως τίποτα από τους δυνάστες τους. Η «νέα κανονικότητα» αφορά μόνον τους τελευταίους και σημαίνει κοινωνική ειρήνη, και ξεζούμισμα του κοινωνικού χώρου. Τα ξεροκόμματα θα πέφτουν από το τραπέζι για τους πλέον αδύνατους, ενώ όσοι εντάσσονται λειτουργικά σε κάθε χρήσιμο πόστο στην «νέα μεταμνημονιακή» εποχή θα αμείβονται ανάλογα. Στο ίδιο, άλλωστε, καζάνι πάνω κάτω ήδη βράζουν οι δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, οι οποίες βαπτίζονται προπολεμικές στην «σκιά» (;) του πολέμου στην Ουκρανία και της σφαγής, που εξελίσσεται στην ήδη ισοπεδωμένη Γάζα.
Θα κλείσουμε υπενθυμίζοντας ορισμένα, πάντα επίκαιρα, λόγια του Πέτρου Κροπότκιν (Νόμος και Εξουσία): «Τέλος τα κριτικά πνεύματα βλέπουν τον δεσμοφύλακα να χάνει κάθε ανθρώπινο αίσθημα, τον αστυνομικό να εκπαιδεύεται σαν κυνηγόσκυλο, τον καταδότη της αστυνομίας να σιχαίνεται τον εαυτό του · το «κάρφωμα» να μεταμορφώνεται σε αρετή· την διαφθορά να ανυψώνεται σε σύστημα· όλα τα ελαττώματα, όλες τις κακές ιδιότητες της ανθρωπότητας να ενθαρρύνονται και να καλλιεργούνται για να εξασφαλιστεί ο θρίαμβος του νόμου. Αυτά όλα τα βλέπουμε, και γι’ αυτό αντί να επαναλάβουμε μάταια την παλιά φόρμουλα, «Σεβασμός στον νόμο», λέμε, «Περιφρονήστε τον νόμο και όλα τα επακόλουθα του!» Στη θέση της δειλής φράσης, «Υπακούστε στον νόμο», η κραυγή μας είναι «Εξεγερθείτε ενάντια σ’ όλους τους νόμους!» Συγκρίνετε μόνο τα κακά που γίνονται στ’ όνομα κάθε νόμου με τα καλά που μπόρεσε να κάνει, ζυγίστε προσεκτικά τα καλά και τα κακά και θα δείτε αν έχουμε δίκιο». 20-3-2024,
Συσπείρωση Αναρχικών