Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 31 Ιούλ 2023
Ἡ «ἀναρχικὴ κοινωνία»
Κλίκ για μεγέθυνση











Ἕνα καταφανῶς «εὔκολο» συμπέρασμα εἶναι ἡ μορφὴ –ἀλλὰ καὶ τὸ περιεχόμενο– τὸ ὁποῖο θὰ ἀναδειχθῆ μετὰ τὴν δημιουργία συνθηκῶν ἀναρχικῆς διαβιώσεως τῶν ἀνθρώπων. Τὰ ἀνοικτὰ ζητήματα καθ’ ὅσον αφορᾶ τὴν μορφὴν καὶ τὸ περιεχόμενο αὐτὴς τῆς ἐπερχομένης καταστάσεως εἶναι ἀρκετὰ. Δὲν εἶναι, ὅμως, ἀδύνατη ἡ διερεύνησίς τους παρὰ τὶς σκιὲς οἱ ὁποῖες ρίπτονται ἀπὸ τὶς, πολύχρονες μὲν ἐπιπόλαιες δέ, καθ’ ἕξιν καὶ ὄχι κατ’ οὐσίαν τοποθετήσεις ἐπ’ αυτῶν.

Δὲν εἶναι πρόθεσις τοῦ παρόντος κειμένου νὰ δώση ἀπαντήσεις καὶ λύσεις. Αυτὲς θὰ δωθοῦν ἀπό ἀνθρώπους προσηλωμένους στὰ ἀναρχικὰ ἰδεώδη μέσα ἀπὸ συλλογικὲς προσπάθειες κατὰ τὴν πορεία ἐλευθερώσεως. Βεβαίως, γιὰ νὰ καταστῆ δυνατὸ νὰ εὐοδωθῆ αὐτὴ ἡ πορεία ἀπαιτεῖται νὰ ὑπάρχουν σταθερὲς βάσεις, σαφεῖς σκέψεις καὶ μὴ αντιφατικὲς διεργασίες ἐπειδὴ τὸ ἀντιφατικὸ ἔρχεται συνήθως νὰ ἀνατρέψη ὄχι ἁπλῶς μόνον ἕνα τμῆμα, ἀλλά νὰ συμπαρασύρη καὶ τὸ συνολικό οἰκοδόμημα. Ἂς κρατηθῆ αὐτὴ ἡ εἰκόνα τοῦ καταρρέοντος οικοδομήματος διότι μέσω αὐτῆς θὰ γίνη κατανοητὸ τὸ περιεχόμενο τῶν ὅσων πρόκειται νὰ ἀναπτυχθοῦν ἐν συνεχεία.

Οἱ ἰδέες, οἱ σκέψεις καὶ οἱ πράξεις ὀφείλουμε νά ἔχουν μίαν ἁρμονική, μεταξύ τους, σχέσιν καί θέσι. Οἱ λέξεις νὰ ἀποδίδουν τὴν ἔννοια καί ὄχι νὰ ἀποτελοῦν μία κωδικὴ ἔκφραση στὴν ὁποία, σύμφωνα μὲ τὰ κατὰ περίστασι συμφέροντα, νὰ δίδεται καὶ ἡ ἀνάλογη «ἑρμηνεὶα» ἢ σὲ αυτὴν τὴν κωδικὴ λέξι νὰ συγχωνεύονται ὄχι ἁπλῶς διαφορετικὲς ἔννοιες καὶ καταστάσεις ἀλλὰ τελείως αντιθετικὲς.

Καὶ ἐξηγούμεθα.

Ἡ ἐξουσιαστικὴ λογικὴ διατρέχει καὶ διαποτίζει κάθε πτυχὴ τῆς δραστηριότητος ὅσων εὑρίσκονται ὑπὸ τὸν πλήρη ἔλεγχό της, ἀλλὰ καὶ, ἐπίσης, σὲ υψηλὸ βαθμὸ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους. Ἔτσι, παραδείγματος χάριν, τὸ ἐπιστημονικὸ καὶ διδακτικὸ προσωπικὸ τῶν κατωτέρων ἕως καὶ τῶν ἀνωτέρων βαθμίδων ἐκπαιδεύσεως εἶναι ὑποχρεωμένο νὰ ἀκολουθῆ κατὰ γράμμα τὴν διδακτέα ὕλη –καὶ σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις νὰ πλειοδοτῆ, ἄνευ οἱασδήποτε δυνατότητος ἢ θελήσεως νὰ παραβιασθοῦν τὰ προκαθορισθέντα.

Ἐντὸς αὐτοῦ τοῦ ἐξουσιαστικοῦ πλέγματος διαπιστώνεται ἡ ἐγκαθίδρυσις τῆς πλήρους συγχύσεως μεταξύ τῶν πραγματικοτήτων-ἐννοιῶν, ἐν προκειμένω τῆς κουλτούρας και τοῦ πολιτισμοῦ, ὄπου ἡ κουλτούρα θάπτεται (κυριολεκτικὰ ἀλλὰ καὶ μεταφορικά) κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τὰ ὁποῖα ἔχει προκαλέσει ὁ πολιτισμός. Ἡ προαιώνια δημιουργικότης τῶν ἀνθρωπίνων ὁμάδων, ἡ κουλτούρα[1], βαπτίζεται πολιτισμός, ἐνῶ ἡ σύγχρονος δραστηριότης καὶ δημιουργικότης ὡρισμένων ἀνθρώπων (καὶ τὸ ἔργο τους) ἀποτελεῖ μερικὸ συστατικὸ τοῦ πολιτισμοῦ, εἶναι δηλαδὴ ἐνταγμένο σὲ αὐτὸν[2] καὶ διαχωρισμένο τόσον οὐσιαστικὰ ὅσον καὶ μορφολογικὰ ἀπὸ τὶς ρίζες του, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν προγενέστερα ἁρμονική, καὶ καταφανῶς λειτουργική, σχέσι, ὅπου συνεφύετο μὲ τὶς δημιουργοὺς ἀνθρώπινες ὁμάδες.

Ὁμοίως, γιὰ νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ ἕνα ἀκόμη χαρακτηριστικὸ δεῖγμα ταυτίσεως δύο σαφῶς ἀντιθετικῶν ἐννοιῶν-πραγματικοτήτων ἔχομε τὴν ταύτισιν τῆς κοινότητος μὲ τὴν κοινωνία. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις συμβαίνει γιὰ λόγους πολιτικῶν σκοπιμοτήτων νὰ ἐξαφανίζονται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἱστορικὴ πορεία οἱ κοινότητες καὶ νὰ αντικαθίστανται ἀπὸ τὶς κοινωνίες. Ὅμως, πέραν τῶν πολιτικῶν σκοπιμοτήτων, ἔρχονται καὶ κάποιες βαθυστόχαστες διατριβὲς καὶ ἀναλύσεις οἱ ὁποῖες ἀγνοοῦν τὴν ὕπαρξιν κοινοτήτων.

Ἡ σύγχυσις, σκόπιμη ἢ μὴ δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει, ἡ ὁποία προκαλεῖται εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἐξουσιαστικῆς ἀντιλήψεως ἡ ὁποία ἀπορροφᾶ, οἰκειοποιεῖται καὶ ἐν τέλει διαστρέφει τὴν πραγματικότητα, μὲ τὴν κατασκευὴ μιᾶς ψευδοῦς εἰκόνος (καὶ συνειδήσεως) γιὰ τὸ παρελθὸν προκειμένου νὰ ἀναζητήση βάσεις γιὰ τὸ αἴολον παρόν[3].

Εἶναι ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὲς οἱ διάφορες ἐπιφανειακὲς διατυπώσεις μὲ τὶς ὁποῖες ἐπιχειρεῖται νὰ περιγραφῆ ἡ κοινότητα. Παίρνομε ἐνδεικτικὰ τὴν φράσι σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία: «Οἱ κοινότητες ὡς συσσωματώσεις ἀτόμων ὑπῆρξαν σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη τῆς ὑδρογείου, ὡς σύνολα παραγωγῆς πολιτισμοῦ ἢ φορεῖς ἐπιβίωσης τῶν ἀτόμων ποὺ τὶς ἀπάρτιζαν ἀπό τὰ πανάρχαια χρόνια».

Αὐτὸ τὸ ὁποῖον εὐθὺς διαπιστώνεται εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωσις ὅσων ἔχουν προαναφερθεῖ. Τὸ στοιχεῖον τῆς παραγωγῆς πολιτισμοῦ ἀπέχει παρασάγγας ἀπὸ τὴν πραγματικότητα καὶ συγκρούεται μὲ τὴν ἀλήθεια, διότι ἡ κοινότητα δὲν παράγει πολιτισμὸ ἀλλὰ δημιουργεῖ κουλτούρα, ἐνῶ ἀντιθέτως τὸ κράτος καὶ ἡ κοινωνία εἶναι αὐτὰ τὰ ὁποῖα συνδέονται μὲ τὸν πολιτισμὸ, ἡ παραγωγὴ τοῦ ὁποίου εἶναι οἱ ἐπιβεβλημένες ἐξουσιαστικὲς συνθῆκες.

Τὸ ἑπόμενο σημεῖο εἶναι ἡ άναφορὰ στὶς συσσωματώσεις ἀτόμων. Εἶναι προφανές ὅτι οἱ κοινότητες δὲν συνιστοῦν συσσωματώσεις, δηλαδὴ συνενώσεις δύο ἤ περισσοτέρων ἀτόμων σὲ μία μάζα, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἁρμονικὴ συνύπαρξις ἀνθρώπων μέσω τῆς ἀναδείξεως καὶ κατοχυρώσεως τῶν πολύμορφων καὶ πολυδιάστατων μεταξύ τους συνθέσεων. Στὴν πραγματικότητα, ἡ κοινωνία εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία ἀναδεικνύει συσσωματώσεις ἀτόμων, δηλαδὴ μαζοποιήσεις.

Ἄς ἔλθουμε, ὅμως, στὸ ὑπὸ ἐξέτασιν ζήτημα, τὴν ουσιαστικὴ διαφορά ἀνάμεσα στὴν κοινότητα καὶ τὴν κοινωνία.

Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ κοινωνία εἶναι μεταγενέστερη τῆς κοινότητος, δὲν ἀποτελεῖ ἐξέλιξίν της ἀλλὰ εἶναι μία βίαιη διακοπὴ τῆς πορείας της. Αὐτὴ ἡ διακοπὴ ἀνέτρεψε τὴν ὑφισταμένη πραγματικότητα τῆς συνυπάρξεως ἀνθρώπινων ὁμάδων σὲ μία χωρὶς ἐξαναγκασμούς διαβίωση, ἡ ὁποία ἔχει ἕνα πλούσιο, σὲ ἐλεύθερες σχέσεις, περιεχόμενο. Ἡ πρωτογενὴς κοινότητα διαφέρει ἀπὸ τὶς μορφές οἱ ὁποῖες ἀναδείχθηκαν κατὰ τὶς περιόδους παρακμῆς τῶν ἐξουσιαστικῶν συστημάτων[4]. Σὲ αυτὲς τὶς μεταγενέστερες μορφὲς κοινοτικοῦ βίου τὰ δημιουργικὰ χαρακτηριστικὰ καὶ οἱ σχέσεις ἐλευθερίας μεταξὺ τῶν, ἐντὸς αὐτῶν, συμβιούντων ἀνθρώπων συνιστοῦν ἀντανακλάσεις τῶν προγενεστέρων μορφῶν.

Ἡ κοινωνία, ὅπως εἰπώθηκε, εἶναι ἕνα ἀνταγωνιστικὸ προς τὴν κοινότητα σχῆμα τὸ ὁποῖο κατασκευάσθηκε ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὴν δομημένη ἐξουσία, τὸ κράτος. Πρόκειται γιὰ μίαν κατόπιν συνεχοῦς ἐπικοινωνίας ἐπιβαλλόμενη μεταξὺ ἑτεροκλίτων συμμετοχήν καὶ συνύπαρξιν, ἡ ὁποία καθορίζεται ἐπὶ τῆ βάσει κανόνων μὴ οἰκειοθελῶς καὶ καθολικῶς ἀποδεκτῶν. Κράτος και κοινωνία συνυπάρχουν. Κοινωνία χωρὶς κράτος δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξη καὶ ἀντιστοίχως κράτος ἄνευ κοινωνίας στερεῖται βάσεως στὴν ὁποία θὰ στηρίζεται καὶ θὰ δύναται νὰ ἀναπτύσσεται ἢ νὰ διατηρεῖται. Ὅπως τὸ κράτος κατασκεύασε τὴν κοινωνία κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ γιὰ τοὺς ἐνυπάρχοντες λόγους τῆς μεταξύ τους δυναμικῆς σχέσεως, ἡ διατήρησις καὶ ἐνίσχυσις τῆς κοινωνίας, μετὰ τὴν ἀποδιοργάνωσιν τῶν ἐξουσιαστικῶν δομήσεων καὶ θεσμῶν ἀναπόφευκτα θὰ ἐπανασυστήση τὶς κρατικὲς δομές καὶ τὴν παλινόρθωσιν τῆς πρόσκαιρα ἀπομακρυνθείσης Τάξεως.

Αὐτὴ εἶναι μία θεμελιώδης ἀναρχικὴ τοποθέτησις ἡ ὁποία ἔχει σκεπασθεῖ ἀπὸ ἀφρούς οἱ ὁποῖοι ἔφεραν στὴν ἐπιφάνεια τὸ κοινωνικὸ ζήτημα, τὸν κοινωνισμὸ καὶ τὴν πρόσδεση στὸ ἐξουσιαστικὸ σοσιαλιστικὸ ἅρμα πολλῶν ἀπὸ τὶς ἀναρχικὰ ἰδεώδη[5].

Κάτω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὁπτικὴ θὰ χρειασθῆ νὰ ἐξετασθοῦν ἐν συντομία δύο ζητήματα τὰ ὁποῖα προκύπτουν καὶ σχετίζονται μὲ τὸ κατὰ πόσον ὁ ἀναρχικὸς ἀγῶνας εἶναι καὶ ἀντικοινωνικὸς καὶ κατὰ πόσον εὐσταθεῖ ἡ ἄποψις συμφώνως πρὸς τὴν ὁποίαν ἡ «άναρχικὴ κοινωνία» εἶναι ἐπιδίωξις τῶν ἀναρχικῶν.

Εἶναι χαρακτηριστικὸ τοῦ ἐξουσιαστικοῦ τρόπου ἀντιμετωπίσεως τῆς πραγματικότητος ἡ ὁμαδοποίησις πολλῶν ἀντιτιθεμένων καταστάσεων οἱ ὁποῖες ἐμφανίζονται κάτω ἀπὸ μία κοινὴ ὀνομασία (ὅπως, παραδείγματος χάριν, ἡ περίπτωσις τῆς κοινωνίας). Γιὰ τὸν ἀναρχικὸν τρόπο σκέψεως αὐτὸ δὲν ἰσχύει καὶ δὲν ἀκολουθεῖται ἡ πρακτικὴ τοῦ «τσουβαλιάσματος». Δὲν προκύπτει, ἑπομένως, κανενὸς εἴδους λογικὴ ἡ ὁποία νὰ ἀποδέχεται κάποιον ἀντικοινωνικὸ ἀγῶνα[6], δεδομένης τῆς πολυσυνθετότητος τῆς κοινωνίας. Τὸ καθοριστικὸν –καὶ κυρίως αὐτό– γιὰ τὴν ἐλευθερωτικὴ διεργασία εἶναι ἡ συμβολὴ στὴν ἀνέλιξιν τοῦ κοινωνικοῦ ἀνταγωνισμοῦ ὑπὸ τὴν στενήν του ἔννοιαν καὶ διάστασιν οὕτως ὥστε νὰ συμπεριλαμβάνει τὸ περιεχόμενον τῆς καταστροφικῆς ἀναδημιουργίας, καταστροφικῆς γιὰ τὸ κράτος, τὸ κατασκεύασμά του (κοινωνία) καὶ τὶς ἐξουσιαστικὲς σχέσεις καὶ ἀναδημιουργίας τοῦ κοινοτικοῦ βίου σὲ ἀναβαθμισμένη μορφὴ καὶ περιεχόμενο. Μία συνειδητὴ πορεία ἡ ὁποία δὲν ἀποβλέπει στὴν τεχνητὴ ἀντιπαράθεσι μὲ τὸ δομικό πλέγμα τῆς ἐξουσίας (κράτος-κοινωνία) ἀλλὰ μὲ τὴν κατ’ οὐσίαν σύνθεσιν τῶν κοινοτικῶν διαχρονικῶν χαρακτηριστικῶν, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν τὸ δυναμικὸ συστατικὸ γιὰ τὴν ἀναδημιουργία τοῦ κοινοτικοῦ βίου.

Συνεπῶς, ὅταν γίνεται λόγος γιὰ «ἀναρχικὴ κοινωνία» πρέπει νὰ λαμβάνεται ὑπ’ ὅψιν ὅτι ἀναιρεῖται ὁ ἀναρχικὸς χαρακτῆρας καὶ σκοπὸς καὶ μάλιστα ἐκ θεμελίων, δεδομένου ὅτι ἡ ὅλη πορεία πρὸς τὴν «ἀναρχικὴ κοινωνία», θὰ «ἐμπλουτίζεται» ἀπὸ μὴ ἀναρχικὰ χαρακτηριστικὰ[7] τὰ ὁποῖα θὰ κατευθύνουν πρὸς τὴν κατασκευήν ἑνὸς «ἀναρχικοῦ κράτους». Κατ’ αυτόν τὸν τρόπο τὸ οἰκοδόμημα ἔχει καταρρεύσει, ὅπως ἔχει γραφεῖ στὴν ἀρχὴ αὐτοῦ τοῦ κειμένου.

Θὰ μποροῦσε νὰ προβληθῆ ὁ ἰσχυρισμὀς ὅτι ἡ χρῆσις τοῦ ὅρου κοινωνία εἶναι τυπικὴ καὶ ὅτι ὅταν λέμε κοινωνία, ἐννοοῦμε κοινότητα ἢ ὅτι δὲν ἔχει σημασία ἡ ὀνομασία ἀλλὰ τὸ περιεχόμενο τὸ ὁποῖο δίνεται. Ἐν προκειμένω παρακάμπτεται ἡ περίπτωσις τῆς κραυγαλέας ἀφέλειας καὶ μᾶλλον θὰ πρέπει να θεωρηθῆ ὅτι πρόκειται περὶ ἀκραίας κουτοπονηριᾶς. Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν σὲ κάθε περίπτωσι γραπτῆς ἤ προφορικῆς ἀπευθύνσεως νὰ γίνεται ἡ ἐπεξήγησις ὅτι λέγοντες κοινωνία ἐννοοῦμε κοινότητα. Γιὰ ποιὸ λόγο ἄλλωστε νὰ γίνεται κάτι τέτοιο; Στὴν πραγματικότητα, βεβαίως, αὐτὸ δὲν θὰ γίνεται καὶ προφανῶς μία τέτοια στάσις ταυτίσεως κοινωνίας καὶ κοινότητος ὑποκρύπτει ὑστεροβουλία. Ἄλλως τε ὑπάρχει χαώδης ἀπόστασις μεταξὺ τῆς συνενοήσεως μέσω τῆς χρήσεως ἀπὸ κοινοῦ κατανοητῶν ἐννοιῶν καὶ τῆς ἐπικοινωνίας ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ τὶς λέξεις ὑπὸ μορφὴν κωδίκων. Σὲ ἕνα κώδικα ὁ κονδυλοφόρος μπορεῖ νὰ ἀναφέρεται ὡς ἱπποπόταμος, ὅμως δὲν εἶναι κατάλληλος γιὰ νὰ γραφῆ ἕνα κείμενο.

Ποῦ καταλήγομεν ἐν τέλει;

Στὸ πολὺ ἁπλὸ συμπέρασμα, ὅτι ἡ διατύπωσις, ἀλλἀ καὶ κάθε τοποθέτησις καὶ δραστηριότητα γιὰ «ἀναρχικὴ κοινωνία» δὲν εἶναι ἁπλῶς μὴ ἀποδεκτή, ἀλλὰ ἀπολύτως ἀνταγωνιστικὴ πρὸς τὴν ἀναρχικὴ προοπτική.

Συσπείρωση Αναρχικών


[1] Ἡ καλλιέργεια, δηλαδὴ τὰ καλὰ ἔργα τὰ ὁποῖα προφανῶς ἀποσκοποῦν στὴν ἐξυπηρέτησιν καὶ τέρψιν τοῦ συνόλου.

[2] Ἀποτελεῖ, μάλιστα, ἀντικείμενο χρηματικῆς συναλλαγῆς καὶ πλουτισμοῦ, ἐντασσομένη σέ κανόνες, νόμους καὶ κατασκευασμένες ἰδιαιτερότητες, πρὸς τέρψιν, ἐπίδειξιν καὶ προβολή, ἀλλὰ καὶ ἀνάδειξιν «εἰδημόνων».

[3] Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἐγκαθιδρυμένη ψευδὴς συνείδησις περὶ τῆς μοναδικότητος τοῦ κράτος, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν κατανοοῦν ὅτι τὸ ἀνθρώπινο γένος ἔχει προϋπάρξει τοῦ κράτους καὶ ἔχει ἀναπτυχθεῖ χωρίς αὐτό.

[4] Ὅπως αὐτὲς τοῦ μεσαίωνα ἤ τῶν κατοπινῶν χρόνων.

[5] Σχετικὰ μὲ αυτὴν τὴν κατάστασιν ἡ ὁποία ἔχει προκύψει θὰ ἀπαιτηθῆ εὑρυτέρα ἀνάλυσις.

[6] Βλέπε σχετικὰ τὸ ἄρθρο: Τὸ κοινωνικὸν ἀνιστόρητον καὶ ἡ ἐχθρότητα πρὸς τὴν κοινωνία, στὸ φύλλο 66, Νοέμβριος 2007, τῆς ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ.

[7] Αὐτὸς ὁ ἐμπλουτισμὸς φαίνεται ξεκάθαρα μὲ τὴν υἱοθέτησιν τῆς πολιτικῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα κατ’ ἐξοχὴν ἐξουσιαστικὸ μέσο.

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.202, Μάρτιος 2020

πηγη: https://anarchypress.wordpress.com

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου