Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 18 Αύγ 2023
Είναι μακρά η... παράδοση στο ρουσφέτι!
Κλίκ για μεγέθυνση






 
Η «Εφ.Συν.» φέρνει στο φως δύο έγγραφα, ένα από το 1934 και ένα από το 1953, που δείχνουν ότι οι υποσχέσεις ρουσφετολογικών διορισμών ψηφοφόρων δεν αποτελούν σύγχρονο φαινόμενο αλλά μάλλον ταυτίζονται με την ίδια την ιστορία του ελληνικού κράτους ● Παραμένει άγνωστο εάν οι ψηφοφόροι είδαν ποτέ τις υποσχέσεις να υλοποιούνται...

«Ρουσφέτι: εξυπηρέτηση πολιτικού σε ψηφοφόρους με αντάλλαγμα την εκλογική του υποστήριξη· κατ’ επέκταση κάθε εκδούλευση», είναι ο ορισμός που δίνει το Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας της Ακαδημίας Αθηνών στην παραπάνω λέξη, η οποία προέρχεται από την τουρκική γλώσσα και τη λέξη rüşvet, αν και πολλοί εντοπίζουν τις ρίζες της στην αραβική γλώσσα και τη λέξη που προφέρεται rişwat – αμφότερες των περιπτώσεων μεταφράζονται ως «δωροδοκία». Ανεξαρτήτως προέλευσης, το ρουσφέτι αποτελεί μια πρακτική (πιθανότατα μάστιγα) άρρηκτα και διαχρονικά συνδεδεμένη με το ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Ρουσφέτια εντοπίζονται από τη γέννηση του νεοελληνικού κράτους έως σήμερα. Δεν είναι απαραίτητο να γίνεται από έναν πολιτικό προς έναν ψηφοφόρο του (κάτι που αποτελεί τον κανόνα, όπως μαρτυρά και ο παραπάνω ορισμός του Χρηστικού Λεξικού), αλλά και κάποιον άλλο που κατέχει ένα αξίωμα ή μια θέση που του προσφέρει ανάλογη εξουσία για την εξυπηρέτηση ενός άλλου προσώπου. Τα κριτήρια της διευκόλυνσης είναι κομματικά, φιλικά, συγγενικά κ.ο.κ. Ενα ρουσφέτι μπορεί να αποτελεί έναν διορισμό σε θέση εργασίας στο Δημόσιο, την αναβάθμιση ενός προσώπου σε μια θέση με κάποια ισχύ, μια οποιαδήποτε διευκόλυνση οικονομικού χαρακτήρα (π.χ. μια απαλλοτρίωση με υψηλή αποζημίωση), ή ακόμα και μια πιο… σύνθετη εξυπηρέτηση, όπως την προώθηση μιας φωτογραφικής νομοθετικής ρύθμισης για την απεμπλοκή ενός προσώπου κατώτερης ιεραρχίας από μια υπόθεση με νομικές προεκτάσεις.

Ενας διορισμός, ωστόσο, είναι το πρώτο που έρχεται στον νου μας όταν ακούμε τη θρυλική λέξη ρουσφέτι. Η πρακτική των ρουσφετολογικών διορισμών έχει εφαρμοστεί επί δεκαετίες (ή καλύτερα πάνω από έναν αιώνα) στην Ελλάδα. Ενίοτε αποτέλεσε βασικό σημείο της προεκλογικής εκστρατείας ενός υποψηφίου που κατέβαινε βουλευτής ή δήμαρχος. Οι υποσχέσεις προς το ακροατήριό του έδιναν κι έπαιρναν. Οι ψηφοφόροι κρατούσαν αυτές τις υποσχέσεις (ακόμα και στα χέρια τους, με τα γνωστά «μπιλιετάκια») και ανέμεναν την υλοποίησή τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι υποσχέσεις παρέμεναν υποσχέσεις και μόνο…

Αφορμή για το σημερινό μας δημοσίευμα είναι δύο τέτοια «μπιλιετάκια» που μοιράστηκε μαζί μας αναγνώστρια της «Εφ.Συν.», βρίσκοντας τα συγκεκριμένα σημειώματα στην πραμάτεια ενός παλαιοπώλη. Το πρώτο χρονολογείται από το 1934 και αποτελεί μια σύντομη επιστολή από το Γραφείο του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος προς μια γυναίκα που ζήτησε έναν διορισμό. Ο συντάκτης της επιστολής ενημερώνει τη γυναίκα ότι έλαβε το γράμμα της και «εφρόντισα ήδη διά τον διορισμό σας παρά τη εταιρεία. Μου τον υποσχέθηκαν», ξεκαθαρίζει και επισημαίνει στην ενδιαφερόμενη ότι εάν δεχθεί σχετική ειδοποίηση, θα είναι… κατόπιν ενεργειών του.

Το δεύτερο «μπιλιετάκι» χρονολογείται στο 1953. Βουλευτής Αιγιαλείας του Ελληνικού Συναγερμού (συντηρητικό κόμμα με ιδρυτή και πρόεδρο τον Αλέξανδρο Παπάγο, πρωθυπουργό κατά την περίοδο 1952-1955) ζητά τον διορισμό μιας δασκάλας «σε οιανδήποτε εκπαιδευτικήν περιφέρειαν», σημειώνοντας ότι κατάγεται από τον τόπο εκλογής του, το Αίγιο.

Είναι άγνωστο εάν, εν τέλει, τα παραπάνω ρουσφέτια… έπιασαν τόπο και ολοκληρώθηκαν σε διορισμούς. Το σίγουρο είναι ότι αυτή η πρακτική έμεινε αναλλοίωτη στον χρόνο – ενδεχομένως να έγινε πιο κυνική και απροκάλυπτη.

Υποθέτουμε ότι δεν είναι λίγοι όσοι θυμούνται την… απόβαση Μεσσήνιων στο Μουσείο της Ακρόπολης: δημοσιογραφικά ρεπορτάζ το 2009 είχαν αποκαλύψει ότι ένα πλήθος υπαλλήλων του (νέου, τότε) μουσείου καταγόταν από την ιδιαίτερη πατρίδα του τότε υπουργού Πολιτισμού (και μετέπειτα πρωθυπουργού) Αντ. Σαμαρά (χαρακτηριστική ήταν η δήλωση ανυποψίαστου υπαλλήλου στην κάμερα ότι «όλοι εδώ από την Καλαμάτα είναι!»).

Το κράτος ως λάφυρο

Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 2012, επί τρικομματικής κυβέρνησης Ν.Δ. (Αντ. Σαμαράς), ΠΑΣΟΚ (Ευάγγ. Βενιζέλος), ΔΗΜΑΡ (Φ. Κουβέλης), οι ρουσφετολογικές πρακτικές στην κατανομή υψηλόβαθμων θέσεων του Δημοσίου αποθεώθηκαν με το περιβόητο σύστημα «4-2-1», την αναλογία δηλαδή θέσεων που αντιστοιχούσε σε καθένα από τα τρία κόμματα. Τα ντοκουμέντα που αποκάλυψε η «Εφ.Συν.» λίγα χρόνια αργότερα (βλ. «Ντοκουμέντο: Το κράτος ως λάφυρο», 25/1/2016) επιβεβαίωσε τη λειτουργία ενός μηχανισμού που μετέτρεψε το ρουσφέτι σε επιστήμη και μοίρασε θέσεις της κρατικής μηχανής (από ασφαλιστικά ταμεία και νοσοκομεία έως συγκοινωνιακούς φορείς και γεωργικούς οργανισμούς) με έναν ανεπανάληπτο πελατειακό μηχανισμό.

Τα «μπιλιετάκια», τότε, είχαν… αμφίδρομες κατευθύνσεις: δεν ήταν μόνο μεσάζοντες που υπέγραφαν βιογραφικά «υποψηφίων» επισημαίνοντας ότι «ο [χ] έχει διοριστεί από τον [ψ] στο παρελθόν και τον προωθεί ο [z]», αλλά και οι ίδιοι οι «υποψήφιοι» (κομματικά στελέχη) που εξέφραζαν ενδιαφέρον και «διάθεση προσφοράς», μη παραλείποντας να σημειώσουν στο βιογραφικό τους ιδιαίτερες πτυχές της σταδιοδρομίας τους: π.χ. ένας έκρινε σκόπιμο να ενημερώσει ότι ήταν ιδρυτικό στέλεχος της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ Παλέρμου Ιταλίας!...

Είτε αφορά τον διορισμό σε μια θέση εργατοϋπαλλήλου στο Δημόσιο είτε την τοποθέτηση σε μια θέση ευθύνης ή/και εξουσίας, το ρουσφέτι συνιστά ένα βαθύτατο πρόβλημα. Ενας υποψήφιος με ένα αξιοζήλευτο βιογραφικό θα βρεθεί σε μειονεκτική θέση έναντι ενός κομματικού στρατιώτη, ο οποίος άπαξ και πετύχει τον στόχο του θα έχει σχέσεις εξάρτησης με την (εκάστοτε) κομματική εξουσία και θα είναι αναγκασμένος να πειθαρχεί σε ανάλογες εντολές. Δεν αποτελεί (και δεν πρέπει να αποτελεί) μια «απενοχοποιημένη» πρακτική που προβάλλεται ως (άλλη μιία) ελληνική «κανονικότητα». Αντιθέτως, μπορεί να αποδειχθεί άκρως επικίνδυνη. Το απέδειξε πολύ πρόσφατα η πολύνεκρη τραγωδία των Τεμπών.

πηγή:  https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου