Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 30 Απρ 2021
Αδιαφορία της αγέλης
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 Αν πρόκειται τόσοι θάνατοι να μην πάνε χαμένοι, σαν εκείνον του Ελπήνορα, χρειάζεται αναστοχασμός

 


Παναγιώτης Τζανετής



30/04/2021 | 19:27
 

Γλυκοχαράζει, κι ο ντουνιάς αμέριμνος γλεντάει». Ο σωστός τίτλος του ρεμπέτικου (1949) του Απόστολου Χατζηχρήστου είναι γλυκοβραδιάζει, ωστόσο συχνά συναντάται και μ’ αυτό τον τίτλο. Τραγουδά την «αμεριμνησία» των υπολοίπων ανθρώπων κατά την κρίσιμη στιγμή, το «ανέλπιστο» της τελικής έκβασης της μάχης του θανάτου και την «εγκατάλειψη» ακόμη κι από τους οικείους μπροστά στο θηρίο.

Το 1959, όταν ο συνθέτης έφυγε από την ζωή, δεν είχε φανταστεί την πανδημία του covid 19 ούτε ότι θα προκαλούσε 10.000 νεκρούς, με σχετικά χλιαρές αντιδράσεις. Αυτή είναι όμως και η διαφορά του κλασσικού, δεν σχολιάζει την ιστορία αλλά η ιστορία μπαίνει στον κόπο να το συναντήσει. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που ένα κλασσικό κομμάτι, μιλά τόσο προφητικά.

Αμεριμνησία: «Γλυκοβραδιάζει κι ο ντουνιάς αμέριμνος γλεντάει, την ώρα που ο Χάροντας την πόρτα μου χτυπάει…»

Όσον αφορά την «αμεριμνησία» των υπολοίπων, για το τι τραβάνε όσοι μπλέξανε, τα πράγματα έχουν εξελιχθεί απείρως χειρότερα από τότε. Ακόμη κι όταν οι απώλειες είναι τόσο πολυπληθείς, όσο εκείνες του ελληνο-ιταλικού πολέμου στην Αλβανία, αυτό δεν θεωρείται λόγος πένθους ή άλλης τροποποίησης συμπεριφοράς, ενδεικτικής συμπάθειας. Ιδιαιτέρως αυτό ισχύει στις μεγάλες πόλεις. Ο βίος είναι πλέον υπόθεση απηνώς ατομική και διόλου συλλογική, οπότε το ίδιο ισχύει και για το τέλος του.

Ανέλπιστο: «Απελπισμένος κι άδικα βοήθεια γυρεύω, μονάχος με το Χάροντα ανέλπιστα παλεύω»

Το «ανέλπιστο» της μάχης του θανάτου δεν οφείλεται στην άγνοια της διασωλήνωσης και των παραλλαγών της.

Το άφαντο πρόσωπο του θανάτου, που δεν το είδε ποτέ κανείς, δεν είναι άλλο παρά εκείνο του δικού του θανάτου. Αυτό είναι πολύ παρήγορο κατά τον Επίκουρο. Ο θάνατος βιώνεται σε δεύτερο πρόσωπο κι έτσι το μόνο ορατό πρόσωπο είναι  ο θάνατος των άλλων. «Μελλοντικός νεκρός ο καθένας μας, κυκλοφορεί ανάμεσα σε τωρινούς και αβοήθητους νεκρούς. Ανέκαθεν έτσι είχαν τα πράγματα.», ξεκαθαρίζει ο Κωστής Παπαγιώργης.

Το «ανέλπιστο» κρύβεται και σήμερα πίσω από την παράδοξη συμπεριφορά των πανηγυριστών πλατειών και πάρκων, εν μέσω χιλιάδων τελετών. Το να θεωρήσει κανείς τους πλείστους νεκρούς ξένους και να προσπεράσει, επιλέγεται ως προστατευτικός μηχανισμός. Μόνο τους οικείους πενθούμε κι όχι τους ξένους! Δεν βλέπουν λοιπόν λόγο οι πανηγυριστές να προπενθήσουν με κάθε ευκαιρία τον εαυτό τους, αποδεχόμενοι την προσωρινότητα τους.

Όμως οι οικείοι νεκροί, αυτοί που τους πενθούμε, δεν μας ωθούν στην θανατολογία της κατάθλιψης, αντιθέτως μας ωθούν στο να δούμε τη ζωή ως κάτι άλλο από μια χαριστική αναβολή του τέλους. Νοηματοδοτούν αλλιώς την ζωή των επιζώντων οικείων και δια του πένθους καθίστανται σταδιακά μη οικείοι. Πιθανώς η τεχνητή παράλειψη αυτής της διαδικασίας να αποστερεί έναν προστατευτικό μηχανισμό.

Εγκατάλειψη: «Φίλοι, αδέλφια, συγγενείς κάνουν για να με σώσουν μα μπρος στο θάνατο σκορπούν, τρέχουν για να γλιτώσουν»

Τα πράγματα αλλάζουν όταν το λαχείο πέσει στο δικό μας σπίτι και τότε ο εγωκεντρισμός, αιφνιδίως, δέχεται πλήθος σκληρών μαθημάτων. Ο θάνατος των οικείων είναι στρατηγικά αιφνίδιος! Η ζωή τους υπήρξε ο κανόνας και η διακοπή της είναι κάτι πρωτοφανές και απόλυτο.

Ακόμη και στην σύγχρονη κοινωνία, που η έννοια του οικείου έχει περιοριστεί δραστικά, ο συνθέτης προειδοποιεί πως ο θάνατος του οικείου δεν είναι οιονεί δικός μας, όσο κι αν είναι συντριπτικός. Όλοι αυτοί που «κάνουν για να» βοηθήσουν το οικείο θύμα μπροστά στο θάνατο «σκορπούν και τρέχουν»! Είναι η πικρή συμπεριφορά που εισπράττει ο θνήσκων από το περιβάλλον (συχνά και το θεραπευτικό) όταν η επιστημονική πρόγνωση τον έχει κατατάξει στους καταδικασμένους. Είναι εντυπωσιακή η ξεκάθαρη σύλληψη του φαινομένου από έναν άνθρωπο χωρίς επαγγελματική εμπλοκή αλλά με ιδιαίτερη ευαισθησία, όπως ο Απόστολος Χατζηχρήστος (Σμυρνιωτάκι).

Ο ασθενής που καταλήγει σε συνθήκες λοιμώδους απομόνωσης, ιδιαίτερα αυτός που έχει τις αισθήσεις του, βιώνει την εγκατάλειψη πολύ έντονα με την επιβάρυνση της θεσμικής επιβολής της απομόνωσης του αλλά και του εμφανούς φόβου των «άλλων» μη τυχόν τους το μεταδώσει.

Επίμετρο

Αν πρόκειται τόσοι θάνατοι να μην πάνε χαμένοι, σαν εκείνον του Ελπήνορα, χρειάζεται αναστοχασμός. Ας μην αφεθεί αυτό στους κυβερνώντες, στους εμπειρογνώμονες και σε άλλους «ακαταδίωκτους». Γιατί τότε οι νεκροί της πανδημίας δεν θα έχουν ούτε καν τα καντηλάκια,  που θυμίζουν το πέρασμα όσων βρήκαν τον Χάρο καθ’ οδόν.

Ακόμη κι όσοι δεν είναι πρόθυμοι για τέτοιες αναζητήσεις και προτιμούν να συνεχίσουν τη ζωή τους, ματαιοπονούν προσπαθώντας να μείνουν συναισθηματικά αλώβητοι από τέτοια μαζική τραγωδία. Η σημερινή μαζική «άρνηση» δεν θα είναι παρά το πρώτο, προσωρινό, στάδιο του πένθους. Η όλη διαδρομή αποκλείεται να παρακαμφθεί με στάσεις τύπου αδιαφορίας της αγέλης.

Πολύ περισσότερο δε απατώνται, όσοι υπολογίζουν να την καταστήσουν πολιτική τους πλατφόρμα, δεδομένου ότι το επόμενο στάδιο του φαινομένου είναι η οργή.

Πηγή: Η Αυγή
πηγη: https://www.koutipandoras.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου