Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 26 Απρ 2021
Ο Ιεό Μινγκ Πέι είναι ένας από τους πλέον ευφάνταστους αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Ο Ιεό Μινγκ Πέι (κινεζικά: 貝聿銘, πιν-γίν:Bèi Yùmíng), 26 Απριλίου 1917 –), συνήθως γνωστός με τα αρχικό του I.M. Πέι, είναι Kινέζος αρχιτέκτονας, γνωστός ως ένας από τους σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης αρχιτεκτονικής.Ο Πέι αποφοίτησε από το τμήμα αρχιτεκτονικής του ΜΙΤ το 1940 και εργάζεται με αφηρημένες μορφές, χρησιμοποιώντας ως υλικά την πέτρα, το σκυρόδεμα, το γυαλί και το χάλυβα. Ο Πέι κέρδισε το βραβείο Pritzker το 1983, και είναι ένας από τους πλέον επιτυχημένους αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα.

Γεννήθηκε στο Guangzhou, επαρχία Guangdong της Κίνας στις 26 Απριλίου 1917, γιος ενός εξέχοντα τραπεζίτη. Εκπαιδεύτηκε αρχικά στο πανεπιστήμιο St. John στη Σανγκάη και έπειτα στο κολέγιο St. Paul του Χονγκ Κονγκ, πριν μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ηλικία 18 ετών.Το 1935 μετακόμισε στις ΗΠΑ και έκανε αίτηση για το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια στο τμήμα αρχιτεκτονικής, αλλά γρήγορα μεταφέρθηκε στο Massachusetts Institute of Technology ίδρυμα τεχνολογίας της Μασσαχουσσέτης (MIT). Και στα δύο πανεπιστήμια οι σπουδές αρθρώνονταν με βάση το καλλιτεχνικό ρεύμα Beaux Art που είχε τις ρίζες του στις κλασικές αρχές της τέχνης και της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και στη Ρώμη. Δεν ήταν ευχαριστημένος με το γεγονός αυτό και στον ελεύθερό του χρόνο έψαχνε ανελισσόμενους αρχιτέκτονες και κυρίως για τον Le Corbusier. Αποφοίτησε απ’ το ΜΙΤ το 1940. Κατά την αποφοίτησή του παρέλαβε τα βραβεία Alpha Rho Chi Medal και το ΜΙΤ Traveling Fellowship. Στα τέλη της δεκαετίας του ’30, σε μια επίσκεψή του στην Ν. Υόρκη γνώρισε την Eileen Loo, η οποία σπούδαζε τότε στο Wellesley College και παντρεύτηκαν το 1942. Την ίδια χρονιά ο Πέι έκανε αίτηση εγγραφής στη μεταπτυχιακή σχολή σχεδίου του Χάρβαρντ (Harvard Graduate School of Design), όπου και μαθήτευσε υπό την διδασκαλία του Γκρόπιους (Walter Gropius). Έξι μήνες αργότερα τέθηκε εθελοντικά στις υπηρεσίες της Επιτροπής Ερευνών Εθνικής Άμυνας (National Defense Research Committee) στο Πρίνστον. Ο Πέι επέστρεψε στο Χάρβαρντ το 1944 και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του το 1946, ενώ ταυτόχρονα δίδασκε στη σχολή ως βοηθός καθηγητή (1945-48). Το 1951 βραβεύτηκε με το Wheelwright Traveling Fellowship από το Χάρβαρντ και ταξίδεψε εκτενώς στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Ο Ι.Μ.Πέι έγινε εγγεγραμμένος πολίτης των Ηνωμένων Πολιτειών το 1954.

Εργασία και σταδιοδρομία

Αμέσως μετά την αποφοίτησή του απ’ το ΜΙΤ είχε σκοπό να επιστρέψει άμεσα στην Κίνα αλλά λόγω των πολιτικών καταστάσεων παρέμεινε στις ΗΠΑ και εργάστηκε για δύο χρόνια (1940-1942) στην κατασκευαστική εταιρεία Stone & Webster στη Βοστώνη. Εκτός από την εθελοντική εργασία του στην Επιτροπή Ερευνών Εθνικής Άμυνας το 1943 και την εργασία του στο Χάρβαρντ κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού του, το 1948 ο William Zeckendorf προσκάλεσε τον Πέι να αποδεχτεί τη νέα θέση του διευθυντή στον τομέα της αρχιτεκτονικής στην Webb & Knapp, μια εταιρία κτηματομεσιτικής που πλέον αναλάμβανε μεγάλης κλίμακας αρχιτεκτονικά και σχεδιαστικά έργα σε όλη την χώρα. Το 1955 ο Πέι και οι στενοί συνεργάτες του σχημάτισαν την ανεξάρτητη εταιρία I. M. Pei & Associates, η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε σε I. M. Pei & Partners το 1966. Είχαν πλέον την ελευθερία να συνεργάζονται και με άλλες εταιρίες αλλά συνέχισαν να συνεργάζονται κυρίαρχα με τον Zeckendorf. Το 1989 η εταιρία μετονομάστηκε και πάλι, σε Pei Cobb Freed & Partners. Στην εταιρία απονεμήθηκε το 1968 το βραβείο Architectural Firm Award από το αμερικάνικο ινστιτούτο αρχιτεκτονικής.

Επιλεγμένα έργα

Πραγματοποιημένα έργα του αρχιτέκτονα υπάρχουν κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στην Κίνα και την Ιαπωνία.

  • Παρεκκλήσι Luce Memorial Chapel, Taichung, Taiwan 1963

Με μια ανοδική αύξηση που κορυφώνεται σε έναν σταυρό από χάλυβα, το παρεκκλήσι Luce Memorial αποτελεί κεντρικό τοπόσημο στις εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου Tunghai. Τοποθετημένο πάνω σε μια ακανόνιστη εξαγωνική βάση, με τις πλευρές του να στηρίζονται σε μια κατασκευή σε σχήμα τέντας, να «καμπυλώνουν» προς τα μέσα καθώς υψώνονται, το παρεκκλήσι ενσωματώνει ένα σύμπλεγμα τεχνολογίας και προηγμένης μηχανικής ως μέσα αισθητικής έκφρασης. Προκειμένου το κτίσμα να αντέξει στο κλίμα της Ταϊβάν με την υγρασία και τους τυφώνες, κατασκευάστηκε από ενισχυμένο σκυρόδεμα, ενώ η πυραμιδοειδής μορφή παρέχει επιπλέον σεισμική αντοχή. Η κατασκευή αποτελείται από τέσσερα στρεβλά φύλλα που στηρίζονται με πρόβολο πάνω από το έδαφος, ενώ τα δύο πίσω υπερκαλύπτουν ελαφρώς τα δύο χαμηλότερα μπροστά. Φαινομενικά ανεξάρτητα, τα φύλλα στην πραγματικότητα συνδέονται με μικρούς κατασκευαστικούς τέντωνες που στηρίζονται στο κορυφαίο δοκάρι. Με ξεκάθαρη προσέγγιση της δημιουργίας μορφών στο χώρο, το σχέδιο του παρεκκλησίου «ακολουθεί» το κατασκευαστικό σύστημα και τα χρησιμοποιούμενα υλικά με αυστηρή λογική και πειθαρχία.

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

  • Το προσωπικό αρχιτεκτονικό στυλ του αρχιτέκτονα καθορίστηκε με το σχέδιό του για το Κέντρο Ατμοσφαιρικής Έρευνας ( Center for Atmospheric Research) στο Κολοράντο(1965-67). Η απεραντοσύνη στα Βραχώδη όρη παρουσίασε τη μεγαλύτερη πρόκληση από άποψη σχεδιασμού. Το κτίριο «συνομιλεί» με το περιβάλλον μέσω των απλών μορφών του, την απουσία εντοπισμού της ανθρώπινης κλίμακας και τη χρήση τοπικών υλικών. Στεγάζει εργαστήρια, ερευνητικά κέντρα, χώρους συνεδριάσεων. Η πολυπλοκότητα που παρουσιάζει η όψη του κτιρίου από ανώμαλο σκυρόδεμα προκαλεί τις εντυπώσεις, ενώ η διαμόρφωση των χώρων, που θυμίζει λαβύρινθο, ενισχύει την συνεργασία μεταξύ των επιστημόνων και παρέχει πολλαπλές διαδρομές κίνησης σ’ όλη την έκταση του συγκροτήματος.

  • Το έργο με το οποίο απέσπασε τη διεθνή προσοχή ήταν το ανατολικό κτήριο της Εθνικής Πινακοθήκης στην Ουάσινγκτον (East Building of the National Gallery of Art in Washington 1968–78). Στο κτιριολογικό πρόγραμμα απαιτούνταν δύο διαφορετικά κτίρια: ένα μουσείο για να στεγάσει μεγάλες μη μόνιμες εκθέσεις και τις υποδομές που έλειπαν από το αρχικό κτήριο, και το δεύτερο για να στεγάσει ένα κέντρο μελέτης και γραφειακούς χώρους. Τελικά το τραπεζοειδές οικόπεδο χωρίστηκε σε δύο τριγωνικές περιοχές (μια για κάθε λειτουργία), με ένα τριγωνικό αίθριο για την ενοποίηση του συνόλου. Σε κάτοψη, τομή και όψη οι συμπλεκόμενοι όγκοι ενοποιούνται αδιάσπαστα με χωρικούς διαλόγους αυστηρής γεωμετρίας, τεχνικής καινοτομίας και τεχνικής επιδεξιότητας. Τα καινούρια και τα παλιά κτίρια ενώνονται λειτουργικά σε ένα ομοιογενές σύνολο μέσω ενός υπόγειου τούνελ που περιλαμβάνει πρισματικούς φωταγωγούς και ένα μεγάλο αριθμό από υπηρεσίες (φαγητού κ.α.).

  • Βιβλιοθήκη John Fitzgerald Kennedy, Βοστώνη 1965-1979

Το σχέδιο του κτιρίου έπρεπε να ανταποκρίνεται σε ένα σύνθετο πρόγραμμα λειτουργιών και παράλληλα να θυμίζει συμβολικά το τέλος του νεαρού προέδρου. Το συγκρότημα αποτελείται από ένα τριγωνικό «πύργο», ύψους 10 ορόφων που στεγάζει τον τομέα του αρχείου, εκπαιδευτικές και διοικητικές λειτουργίες, τη βάση του κτιρίου ύψους 2 ορόφων που περιλαμβάνει εκθεσιακό χώρο και δύο αμφιθέατρα 300 θέσεων και τέλος ένα περίπτερο- μνημείο ύψους 33,5 μέτρων, που προσδίδει συνοχή και έμφαση στο σύνολο. Την χρονιά αποπεράτωσης του έργου κερδίζει και το βραβείο ΑΙΑ Gold Medal.

  • Τράπεζα της Κίνας, Bank of China Tower, Hong Kong 1989

Η πρόκληση στο σχεδιασμό αυτού του κτιρίου ήταν η ανέγερση ενός ψηλού κτιρίου σε μια περιοχή που πλήττεται από τυφώνες. Το κτιριολογικό πρόγραμμα περιελάμβανε χώρους στέγασης των γραφείων της τράπεζας αλλά και χώρους- γραφεία προς ενοικίαση. Η λύση ενσωματώνει αρχιτεκτονική και μηχανική αδιάσπαστα και περιλαμβάνει έναν ασύμμετρο πύργο που αναφέρεται τόσο στον ορίζοντα όσο και στο επίπεδο του δρόμου. Αποτελούμενο από τέσσερις κάθετους άξονες, ο πύργος «αναδύεται» μέσα από έναν κύβο ύψους 52 μέτρων, και μειώνει τη μάζα του ανά τεταρτημόριο τη φορά, μέχρι να μείνει ένα μόνο τριγωνικό πρίσμα. Στο επίπεδο του εδάφους το κτίριο σημειώνει μια υποχώρηση απ’ το δρόμο για να συμπεριλάβει την κίνηση των πεζών και είναι πλήρως προσβάσιμη αλλά ταυτόχρονα και απομονωμένη απ’ τη συμφόρηση του αστικού κέντρου.

  • Μουσείο του Λούβρου, Grand Louvre, Paris 1989-1993

Το έργο του εκσυγχρονισμού του μουσείου του Λούβρου περιελάμβανε επέκταση, νέες λειτουργικές υποδομές και εκ νέου οργάνωση των λειτουργιών του προκειμένου να ενσωματωθεί στη πόλη και να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου μουσείου. Όλα αυτά χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η ακεραιότητα του ιστορικού κτιρίου. Η λύση του θέματος περιελάμβανε δύο φάσεις. Η πρώτη προέβλεπε την αναδιοργάνωση του γραμμικού κτιρίου σε ένα συνεχές μουσείο σχήματος Π γύρω από μια κεντρική αυλή. Η κεντρικά τοποθετημένη γυάλινη πυραμίδα αποτελεί τη νέα είσοδο και παρέχει άμεση πρόσβαση στους εκθεσιακούς χώρους σε κάθε μια απ’ τις τρεις πτέρυγες του μουσείου. Ταυτόχρονα η πυραμίδα χρησιμεύει και ως φωταγωγός για τον μεγάλο υπόγειο χώρο κάτω απ’ την κεντρική αυλή που στεγάζει την τεχνική υποστήριξη του μουσείου. Η δεύτερη φάση αποτελούνταν απ’ τη μετατροπή των κρατικών γραφείων σε εκθεσιακούς χώρους και απαιτούνταν επαναδημιουργία νέου χώρου μέσα σε ένα ιστορικό κέλυφος. Με εξαίρεση κάποιες ιστορικές αίθουσες, το εσωτερικό χτίστηκε απ’ την αρχή για να μπορεί να συμβαδίσει με την τριών επιπέδων εξωτερική όψη του παλατιού. Η δεύτερη φάση περιελάμβανε επίσης το υπόγειο συγκρότημα πολλαπλών χρήσεων γνωστό ως Carrousel du Louvre, την ανεστραμμένη πυραμίδα που φέρνει φως στο κέντρο, το υπόγειο γκαράζ και μια σειρά άλλων σχετικών έργων.

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου