«Μαύρη ημέρα», «Συμμαχία ντροπής»,«Πολιτικός σεισμός»,«Τεράστια πολιτική έκρηξη», «Εκλογή-φιάσκο» ήταν ενδεικτικά οι χαρακτηρισμοί για τη συνεργασία των Χριστιανοδημοκρατών της Μέρκελ (CDU) και της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD), με σκοπό την ανατροπή της Αριστεράς (Die Linke) στο κρατίδιο της Θουριγγίας.

Το πολιτικό πανδαιμόνιο που ακολούθησε, η γενική κατακραυγή στα μέσα ενημέρωσης αλλά και από τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι το AfD ανήκει στην ακροδεξιά και ο πρόεδρος της Μπγιόρν Χέκε χαρακτηρίζεται, μετά και από απόφαση δικαστηρίου, «φασίστας», αφού οι θέσεις του και η φρασεολογία του παραπέμπουν στους ναζί και το Γ΄ Ράιχ. Η σύμπραξη του CDU και του FDP με αυτό το κόμμα θεωρήθηκε ως σπάσιμο ενός ταμπού, ως παραβίαση του πολιτικού άβατου για τα δημοκρατικά κόμματα στη Γερμανία, αφού λόγω του σκοτεινού παρελθόντος των ναζί, δεν επιτρεπόταν καμία συνεργασία με το AfD.

 

Ακόμη και η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ χαρακτήρισε «ασυγχώρητη πράξη» τη στάση των βουλευτών του κόμματός της ενώ ακολούθησε τσουνάμι εξελίξεων.

Τα γεγονότα της ντροπής

Στις εκλογές το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) αναδείχθηκε πρώτο με 31%, τη δεύτερη θέση κατέκτησε η AfD με 23,4%, ακολούθησαν οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) με 21,7%, ενώ μονοψήφια ποσοστά έλαβαν οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι (FDP).

Για την ανάδειξη νέας κυβέρνησης στο τοπικό Κοινοβούλιο προβλέπονταν μέχρι τρεις ψηφοφορίες στην κρίσιμη συνεδρίαση της 5ης Φεβρουαρίου. Η επανεκλογή του αριστερού πρωθυπουργού Μπόντο Ράμελο, ως επικεφαλής μίας κυβέρνησης μειοψηφίας, θεωρούνταν για τους περισσότερους μια τυπική υπόθεση.

 

Το κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο δεν φαινόταν να επιτρέπει άλλη λύση από μία αριστερή κυβέρνηση μειοψηφίας, με δεδομένη την άρνηση των κομμάτων να συνεργαστούν με το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD). Ωστόσο, η AfD ήθελε να ανατρέψει από τον Μπόντο Ράμελο παρουσιάζοντας έναν δικό της υποψήφιο, τον Κρίστοφ Κίντερφατερ. Όπως αναμενόταν, κανείς από τους δύο δεν συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία στις δύο πρώτες ψηφοφορίες. Λίγο πριν την τρίτη ψηφοφορία, στην οποία θα αρκούσε η απλή πλειοψηφία, οι Φιλελεύθεροι ανακοίνωσαν αιφνιδιαστικά μία ακόμη υποψηφιότητα για το αξίωμα του πρωθυπουργού, εκείνη του επικεφαλής τους, Τόμας Κέμεριχ. Και πράγματι ο Κέμεριχ, επικεφαλής ενός κόμματος του 5%, εξελέγη πρωθυπουργός στην τρίτη και κρίσιμη ψηφοφορία, με τις ψήφους της AfD και των χριστιανοδημοκρατών.

Ακολούθησε θύελλα αντιδράσεων. Ο νεοεκλεγείς πρωθυπουργός Κέμεριχ επιχείρησε να κάνει μία πρώτη δήλωση στην τοπική Βουλή της Ερφούρτης, αλλά πολλοί βουλευτές τον διέκοπταν με γέλια και χαρακτηρισμούς όπως «τσαρλατάνε» και «υποκριτή».

Σε μία χαρακτηριστική εκδήλωση διαμαρτυρίας η βουλευτής της Αριστεράς, Σουζάνε Χένινγκ Βέλσοφ, πλησίασε τον νεοεκλεγέντα πρωθυπουργό με ένα μπουκέτο λουλούδια, όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις, ωστόσο δεν του τα έδωσε στο χέρι, αλλά τα πέταξε μπροστά του και αποχώρησε επιδεικτικά. Την ίδια στιγμή έξω από το Κοινοβούλιο αριστεροί διαδηλωτές εξέφραζαν την αγανάκτησή τους. «Πρώτος εθνικοσοσιαλιστής υπουργός το 1930, πρώτος πρωθυπουργός με τις ψήφους της AfD το 2020» έγραφε ένα από τα πανό.

Ο γενικός γραμματέας των κυβερνώντων Χριστιανοδημοκρατών, Πάουλ Τσέμιακ, έκανε λόγο για μία «μαύρη ημέρα» που «διχάζει τη χώρα», και ζήτησε τη διεξαγωγή νέων εκλογών, επικρίνοντας το γεγονός ότι εκλέχθηκε πρωθυπουργός με τις ψήφους «κάποιων ναζί, όπως ο Μπγιορν Χέκε».

Υπό αυτές τις συνθήκες ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων  (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ μετέβη εσπευσμένα στη Θουριγγία προκειμένου να προτρέψει τον Τ. Κέμεριχ σε παραίτηση και στην προκήρυξη επαναληπτικών εκλογών. Η ανακοίνωση της παραίτησης Κέμεριχ δεν ήταν όμως αρκετή για να κατευνάσει τα πνεύματα στους Φιλελεύθερους.


Μια ξεκάθαρη ήττα εισέπραξε και η πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών και διάδοχος της Άνγκελα Μέρκελ στην προεδρία του CDU Άνεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Αυτό που έκαναν οι χριστιανοδημοκράτες στη Θουριγγία ήταν «αντίθετο με τις συστάσεις, τις παρακλήσεις και τις οδηγίες του κόμματος» δήλωσε και αποφάσισε τελικά ότι δεν πρόκειται να είναι υποψήφια καγκελάριος και θα εγκαταλείψει το αξίωμα της προέδρου των Χριστιανοδημοκρατών. Αιτία είναι η απώλεια κύρους.

Τα προεδρεία των Χριστιανοδημοκρατών και των Φιλελεύθεροι επιδίωξαν στις έκτακτες συνεδριάσεις τους την Παρασκευή να δώσουν μια εικόνα ενότητας μετά το κομφούζιο. Το CDU επιβεβαίωσε ότι οι Χριστιανοδημοκράτες δεν πρόκειται να συνεργαστούν ούτε με το εθνικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και ούτε με το Αριστερό κόμμα (Die Linke) προκειμένου να εκλεγεί νέος πρωθυπουργός στη Θουριγγία.

Σε μια προσπάθεια να πετάξει τη μπάλα έξω από την περιοχή των Χριστιανοδημοκρατών κάλεσε τους Πράσινους και τους Σοσιαλδημοκράτες να προτείνουν δικό τους υποψήφιο «ο οποίος θα ενώνει και δεν θα διχάζει.» Την πρόταση αυτή απέρριψαν άμεσα εκπρόσωποι των δύο κομμάτων κατηγορώντας τους Χριστιανοδημοκράτες ότι επιδιώκουν να διασπάσουν την ενότητα που επικρατεί ανάμεσε σε Αριστερά, Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινους στο κρατίδιο.

Σε συνέντευξη της αργότερα η Κραμπ-Κάρενμπάουερ άφησε να εννοηθεί ότι οι Χριστιανοδημοκράτες θα ανεχτούν, εφόσον προκύψει, μια κυβέρνηση μειοψηφίας αυτών των τριών κομμάτων.

Από την πλευρά του ο Κρίστιαν Λίντνερ των Φιλελεύθερων εξέφρασε τη λύπη του ότι τα γεγονότα στη Θουριγγία προκάλεσαν «σε πολλούς αμφιβολίες για τη βασική στάση των Φιλελευθέρων». Όπως διαβεβαίωσε, το κόμμα του έχει μια «σαφή διαχωριστική γραμμή» απέναντι στο AfD. Πάντως, το στοίχημα για τους Φιλελεύθερους το επόμενο διάστημα είναι να ανακτήσουν χαμένη αξιοπιστία.

Πάντως, στον απόηχο των εξελίξεων σε δημοσκόπηση του ινστιτούτου Forsa οι Φιλελεύθεροι στη Θουριγγία συγκεντρώνουν μόλις 4% και μένουν εκτός βουλής. Θεαματική είναι και η εκλογική κάθοδος των Χριστιανοδημοκρατών, καθώς πέφτουν κατά σχεδόν 10 μονάδες στο 12%. Το δε ακροδεξιό AfD αυξάνει την εκλογή του δύναμη ελαφρώς στο 24%. Πρώτο κόμμα αναδεικνύεται με 37% Η Αριστερά (Die Linke) κερδίζοντας έξι μονάδες σε σχέση με τις τελευταίες εκλογές. Ενισχυμένοι εμφανίζονται και οι μέχρι πρότινος κυβερνητικοί του εταίροι. Οι Σοσιαλδημοκράτες ανεβαίνουν κατά μία μονάδα στο 9% και οι Πράσινοι αυξάνουν τη δύναμη τους κατά σχεδόν δύο μονάδες στο 7%.

Οι μνήμες

«Δεν υπάρχει κανένας κομψός τρόπος για να εξηγήσουμε τα πρόσφατα γεγονότα στο γερμανικό κρατίδιο της Θουριγγίας» γράφει το Foreign Policy, σύμφωνα με το οποίο όσα διαδραματίστηκαν υπογραμμίζουν ότι τα παραδοσιακά βασικά γερμανικά κόμματα δεν είναι πλέον το ασφαλέστερο στοίχημα για όσους επιδιώκουν να αντιταχθούν στην άνοδο της ακροδεξιάς.

Η Θουριγγία δεν κατάφερε να νομιμοποιήσει την αξιοποίηση ακροδεξιών ψήφων για να ανατρέψει την αριστερά και να κερδίσει την εξουσία. Εν τω μεταξύ, οι ιστορικοί έσπευσαν να θυμίσουν και να επισημάνουν τον σημαντικό ρόλο της Θουριγγίας στην αρχική άνοδο της δύναμης των Ναζί το 1930.

Το κρατίδιο της Θουριγγίας είναι περιοχή με ιδιαίτερη σημασία στη γερμανική ιστορία, αφού στην έκτασή της περιλαμβάνονται πόλεις όπως η Βαϊμάρη, η Ερφούρτη και η Γιένα, όπως και το στρατόπεδο του Μπούχενβαλτ. Το 1919 εγκαθιδρύθηκε η Δημοκρατία της Βαϊμάρης και σύντομα εξελίχθηκε σε προπύργιο των Ναζί, οι οποίοι στις τοπικές εκλογές του 1927, του 1929, και του 1932, έλαβαν 3,5%, 11% και 42,5% αντίστοιχα, ενώ το 1930 συμμετείχε για πρώτη φορά σε τοπική κυβέρνηση ένας ναζί υπουργός.

Οι συνειρμοί από τον ενδεχόμενο θρίαμβο της ακροδεξιάς «Εναλλακτικής για την Γερμανία» (AfD) είναι αναπόφευκτοι.

Εν τούτοις η Θουριγγία, που ανήκε στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, είναι -και ίσως παραμείνει αν αναδειχτεί πάλι πρώτο κόμμα- το μοναδικό κρατίδιο με αριστερό πρωθυπουργό και ήταν η πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού της Αριστεράς (Die Linke) με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους μετά την επανένωση των Γερμανιών.

Μάλιστα, είχε παραμείνει ένα προπύργιο της Αριστεράς, με τη Die Linke να είναι πρώτο κόμμα και με άνοδο στις εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου. Όμως, η υποχώρηση των χριστιανοδημοκρατών κατά 11,8% και η άνοδος της AfD κατά 12,8% και η κατάκτηση της δεύτερη θέσης διαμόρφωσαν μια νέα κατάσταση και ένα διαιρεμένο τοπικό κοινοβούλιο.

Οι χριστιανοδημοκράτες (CDU) είχαν μεν φτάσει το 1999 στο θηριώδες 51%, αλλά έχουν απωλέσει εν τω μεταξύ σχεδόν τους μισούς ψηφοφόρους τους. Οι δε Πράσινοι παραμένουν ένα μικρό κόμμα σε αντίθεση με την αλματώδη άνοδό τους σε ομοσπoνδιακό επίπεδο. Αλλά οι πολιτικές αντιφάσεις, όπως και οι πρωτοτυπίες δεν σταματούν εδώ.

Το Σύνταγμα της Θουριγγίας δίνει τη δυνατότητα στον αριστερό πρωθυπουργό Μπόντο Ράμελο να συνεχίσει να κυβερνά με τους νυν εταίρους του ως επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας χωρίς την συγκατάθεση της τοπικής Βουλής, αφού δεν προβλέπεται προθεσμία για τη λήξη των διερευνητικών εντολών. Kάτι τέτοιο βέβαια κατά τους συνταγματολόγους δεν μπορεί να συνεχιστεί επ΄ άπειρον και θα πρέπει να προκηρυχθούν αναγκαστικά νέες εκλογές.

Τα σενάρια

Όπως αναφέρει και η Deutsche Welle, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών στην Θουριγγία εκτιμά ως «κακό» το γεγονός ότι ο Τόμας Κέμεριχ ανέχθηκε να εκλεγεί και με τις ψήφους της ΑfD, ενώ το 56% εκτιμούν πάντως ότι η εκλογή του με αυτόν τον τρόπο θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο την Θουριγγία αλλά και το πολιτικό σύστημα συνολικά στη χώρα.

Η πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πρασίνων Kάτριν Γκέρινγκ-Έκαρντ ζήτησε από το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (CDU) να αλλάξει τη στάση του όσον αφορά την αντιμετώπιση του κόμματος της Αριστεράς (Die Linke): «Η λύση (στη Θουριγγία) έγκειται σε μια συμφωνία πέραν των συνόρων των κομμάτων - με εξαίρεση το κόμμα «Εναλλακτική για την Γερμανία» (AfD). Το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (CDU) πρέπει να επανεξετάσει την προηγούμενη θέση του, με την οποία αποκλείει τη συνεργασία με το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke). Η εξίσωση του κόμματος της Αριστεράς με έναν φασίστα και το AfD του δεν αποτελεί μόνο μια σχετικοποίηση του δεξιού εξτρεμισμού, αλλά προφανέστατα οδηγεί σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο», δήλωσε η Γκέρινγκ-Έκαρντ σε συνέντευξή της στις εφημερίδες του Ομίλου Funke.

Παράλληλα, ο Χριστιανοδημοκράτης (CDU) πρωθυπουργός της Σαξονίας Μίχαελ Κρέτσνερ, κάλεσε το κόμμα του να έλθει σε συνεννόηση με το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) στη Θουριγγία: «Βλέπω μεγάλη διαφορά μεταξύ του κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και του κόμματος της Αριστεράς (Die Linke). Η συμβουλή μου είναι να αφοπλιστούμε (πολιτικά), να αναζητήσουμε κοινές συνομιλίες και να σταματήσουμε να αναζωπυρώνουμε την κατάσταση. Η λύση έγκειται σε μια συμφωνία πέραν των κομματικών συνόρων - με εξαίρεση το κόμμα Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD)».

Με αυτά τα δεδομένα ο σχηματισμός κυβέρνησης στο ανατολικογερμανικό αυτό κρατίδιο, αναμένεται να εξελιχθεί σε ένα σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, αλλά να έχει και πολιτικό αντίκτυπο στο Βερολίνο.

Μεγάλη κερδισμένη ωστόσο θα είναι κατά τα φαινόμενα η ακροδεξιά «Εναλλακτική για την Γερμανία» η οποία θα λάβει πιθανόν το μεγαλύτερο ποσοστό από ιδρύσεώς της, διπλασιάζοντάς το. Ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό φαινόμενο για την επιρροή φιλοναζιστικών φωνών και στο Βερολίνο.

Αλλά και η Αριστερά θα ισχυροποιηθεί και σε ομοσπονδιακό επίπεδο αν τελικά συνεχίσει να (συν)κυβερνά.

Η Θουριγγία είναι ένα κρατίδιο στο οποίο έχουν συμβεί και συμβαίνουν τα πιο αντιφατικά πολιτικά γεγονότα. Προκειμένου να αποφευχθεί η ακυβερνησία και να αποδυναμωθεί η φιλοναζιστική ακροδεξιά ενδεχομένως επιτευχθεί κάποιος συνασπισμός που τώρα μοιάζει αδύνατος.

Πάντως και σύμφωνα με αναλυτές, με τα κεντροδεξιά αλλά και σε κάποιες περιπτώσεις και τα κεντροαριστερά κόμματα να μετατοπίζονται δεξιότερα σε ζητήματα μετανάστευσης, κρατικής καταστολής, αλλά και οικονομίας διαμορφώνεται ένας φαύλος κύκλος όπου η προσπάθεια να μπει φρένο στην άνοδο της ακροδεξιάς, καταλήγει στην νομιμοποίησή της, εφόσον οι θέσεις της υιοθετούνται στην ατζέντα των δημοκρατικών κομμάτων του κέντρου.

https://tvxs.gr