Θερμό καλοκαίρι προοιωνίζεται στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία κινδυνεύει να μετατραπεί σε νέα ζώνη αστάθειας στο κομβικό σημείο συνάντησης τριών ηπείρων. Μπορεί το πρώτο κύμα της πανδημίας της COVID-19 να δείχνει τάσεις εκτόνωσης, όμως τα ωστικά κύματα, που έχει ήδη δημιουργήσει, προκαλούν τριγμούς στις ευάλωτες οικονομίες της περιοχής και αυτό θα έχει αναπόφευκτα και γεωπολιτικές επιπτώσεις.

Ελλάδα: από «πυλώνας σταθερότητας» και πάλι «αδύναμος κρίκος»

 

Η Ελλάδα, η οποία βγήκε τραυματισμένη και σχετικά πρόσφατα από τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της σύγχρονης ιστορίας της, κινδυνεύει να ξαναπέσει σε αυτή. Ο τουρισμός, η «βαριά βιομηχανία» της χώρας, αποδεικνύεται αυτή τη φορά σε «αχίλλειο πτέρνα» της ελληνικής οικονομίας. Η προβλεπόμενη καθίζηση λόγω της COVID-19 (μείωση τουριστικών εσόδων από τα 18,5 δισ. Ευρώ το 2019 στα 8 δισ. Ευρώ για φέτος), θα μειώσει το ελληνικό ΑΕΠ κατά 5%. Αν μάλιστα υπολογιστούν και οι υπόλοιποι τομείς (π.χ. ναυτιλία, εμπόριο κ.ά.) τότε, σύμφωνα με τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών, η συνολική μείωση του ΑΕΠ της Ελλάδας για το 2020 θα φθάσει περίπου στο 10% του ΑΕΠ. Έτσι, στα τέλη του 2020, η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται στο χειρότερο σημείο καταβύθισης των τελευταίων 25 ετών, κατά 5% πιο κάτω σε σχέση με το χειρότερο σημείο που ήταν το φθινόπωρο του 2013. 

Αυτό σημαίνει αύξηση των χρεοκοπιών, εκτίναξη της ανεργίας, της φτώχειας, του ελλείμματος του προϋπολογισμού και συνεπώς αύξηση του δημόσιου χρέους, που προβλέπεται να φθάσει στο 200% του ΑΕΠ. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δεν θα πλήξουν μόνο την ελληνική οικονομία και κοινωνία, αλλά και τη γεωπολιτική θέση της χώρας, ειδικά αν συνδυαστούν με ατολμία, φοβικά σύνδρομα και συντηρητισμό στην εξωτερική της πολιτική. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει σα να μην έχει οράματα και σχέδιο, αλλά κινείται βάσει του «βλέποντας και κάνοντας», προσπαθώντας να σβήσει φωτιές αφού πρώτα έχουν ανάψει. Αυτό έκανε στο προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα, καθώς ξεκίνησε καταργώντας το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής για να το... επανιδρύσει λίγους μήνες αργότερα. Το ίδιο επανέλαβε όταν «πιάστηκε στον ύπνο» από την υπογραφή του τουρκο - λιβυκού συμφώνου για την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών στη Μεσόγειο, που καταπατούν κατάφωρα νόμιμα ελληνικά δικαιώματα και συμφέροντα. Είναι η γνωστή συντηρητική πολιτική του «δόγματος της αδράνειας», που είναι ό,τι πιο επικίνδυνο στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής.

Το επερχόμενο «στρίμωγμα» της Ελλάδας

Η επιδείνωση της οικονομικής θέσης της Ελλάδας, η πιθανή προσφυγή σε πρόωρες εκλογές, η υιοθέτηση ενός νέου Τέταρτου «Μνημονίου Μητσοτάκη» και η αναμενόμενη αύξηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας, σε συνδυασμό με την εκθετική αύξηση της τουρκικής προκλητικότητας και των διεκδικήσεων της Άγκυρας σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο, θα στριμώξουν την Ελλάδα, αν δεν αποδυναμώσουν σημαντικά τη γεωπολιτική της θέση. Αν όλα αυτά συνδυαστούν με μια άτολμη και  κοντόφθαλμη εξωτερική πολιτική, που στηρίζεται στον κατευνασμό και όχι στην αποτροπή, με μια διχασμένη και αναποφάσιστη Ευρωπαϊκή Ένωση, και με τις ΗΠΑ να έχουν βυθιστεί σε εσωστρέφεια λόγω του καταστροφικού πλήγματος της COVID-19 και των επερχόμενων προεδρικών εκλογών (Νοέμβριος 2020), τότε υπάρχει ο σοβαρός κίνδυνος η Ελλάδα να βρεθεί στριμωγμένη και σε δυσχερή γεωπολιτική θέση κατά τους επόμενους μήνες, όταν η κατάσταση στην Αν. Μεσόγειο ενδέχεται να φθάσει σε επικίνδυνα οριακό σημείο. 

 

Τουρκία: ο νέος «μεγάλος ασθενής» (αλλά με τάσεις μεγαλομανίας)

Από όλες τις χώρες της περιοχής η Τουρκία ήταν η πιο απροετοίμαστη για να αντιμετωπίσει την πανδημία της COVID-19 και τις επιπτώσεις της. Ειδικά η ευάλωτη οικονομία της, που βασίζεται υπερβολικά στον εξωτερικό δανεισμό για να μπορεί να σταθεί στα πόδια της. Το 2018 η τουρκική λίρα έχασε σε μερικούς μήνες το 50% της αξίας της, η αγοραστική δύναμη των Τούρκων καταβαραθρώθηκε και η οικονομία της βυθίστηκε σε ύφεση, που αποδείχθηκε ευτυχώς πρόσκαιρη. Η ανάκαμψη ήταν ωστόσο αναιμική και επισφαλής. Η έλευση της πανδημίας, όχι μόνο έδωσε τη χαριστική βολή στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας, αλλά επέτεινε τις πιέσεις στην λίρα και γενικώς στην τουρκική οικονομία, που αντιμετωπίζει πλέον ορατό το φάσμα της χρεοκοπίας.

Η Τουρκία του Ερντογάν αναζητεί απεγνωσμένα από το εξωτερικό χρηματοδότηση δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, υπό το φόβο μιας νέας νομισματικής κρίσης όπως και το 2018. Αυτή την περίοδο συνομιλεί με την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Κατάρ και την Κίνα, σχετικά με τη δημιουργία γραμμών swap νομισμάτων και για την επέκταση των υφιστάμενων χρηματοδοτικών εργαλείων. Αν αποτύχει να συγκεντρώσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια κινδυνεύει με νομισματική κατάρρευση, ακόμη και με χρεωκοπία. Ήδη τα συναλλαγματικά αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας σε συνάλλαγμα έπεσαν στα 26 δισ. δολάρια από 40 δισ. που ήταν τον Μάρτιο. Οι δωδεκάμηνες υποχρεώσεις της χώρας σε ξένο χρέος ανάγονται στα 168 δισεκατομμύρια δολάρια, με περίπου τα μισά να πρέπει να αποπληρωθούν έως τον Αύγουστο, ενώ οι απώλειες στον τουρισμό έχουν εκτοξεύσει το μηνιαίο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της χώρας σε περίπου 5 δισ. δολάρια. Οι περισσότερες επιχειρήσεις της χώρας είναι υπερχρεωμένες και μάλιστα σε ξένο νόμισμα και αναζητούν απεγνωσμένα τρόπους για να αναχρηματοδοτήσουν τα χρέη τους. 

Ένα εφιαλτικό σενάριο για την τουρκική οικονομία 

Όλα αυτά συνιστούν όμως μια συνταγή καταστροφής. Τα περιθώρια για την κυβέρνηση Ερντογάν στενεύουν ασφυκτικά. Αν δεν εξασφαλίσει σύντομα νέα διακρατικά δάνεια οι μόνες επιλογές θα είναι η εκτύπωση πληθωριστικού χρήματος, άρα άνοδος των τιμών, η υιοθέτηση capital controls, και η αναγκαστική προσφυγή σε δάνεια από το ΔΝΤ. Αυτό όμως είναι και ο εφιάλτης του Ερντογάν διότι όχι μόνο θα πληγεί βάναυσα η διεθνής αξιοπιστία της χώρας, αλλά η κυβέρνηση του θα χάσει την όποια δημοφιλία της στο εσωτερικό και η λαϊκή δυσαρέσκεια θα εκτιναχθεί. Η δε προσφυγή στο ΔΝΤ συνεπάγεται τέλος ή έστω πάγωμα της «περήφανης και ανεξάρτητης Τουρκίας», καθώς θα χρειάζεται την άδεια και έγκριση της Ουάσιγκτον σε εσωτερικά και περιφερειακά ζητήματα. Κάτι που ο «σουλτάνος» Ερντογάν δεν είναι έτοιμος να αποδεχθεί.

Επιδιώκοντας μόνιμη παρουσία στην κυπριακή ΑΟΖ

Μια επερχόμενη κατάρρευση και αποδυνάμωση της τουρκικής οικονομίας δε θα κάνει την Τουρκία λιγότερο προκλητική και διεκδικητική σε σχέση με τους γείτονές της. Τουναντίον. Η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει πως η Τουρκία διαπρέπει στην «εξαγωγή» των εσωτερικών της προβλημάτων προς την περιφέρεια της. Άλλωστε η συμμαχία Ερντογάν και εθνικιστικής δεξιάς προεξοφλεί πως, σε περίπτωση έξαρσης της οικονομικής κρίσης στο εσωτερικό, θα έχουμε και έξαρση της τουρκικής επιθετικότητας στο Κουρδικό, στη Συρία και ειδικά στην Ελλάδα και στην Κύπρο. 
Η αναστολή των εργασιών, λόγω των συνεπειών της πανδημίας του COVID-19 που ισοπέδωσε τις τιμές των υδρογονανθράκων, των νόμιμα αδειοδοτημένων εταιρειών στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς και η αποχώρηση των γαλλικών πολεμικών σκαφών που είχαν σταλεί ως προστασία, δημιούργησαν ένα κενό. Αυτό το κενό σπεύδει να αξιοποιήσει η Τουρκία στέλνοντας ερευνητικά σκάφη, γεωτρύπανα και πολεμικά πλοία στην κυπριακή ΑΟΖ, ουσιαστικά στρατιωτικοποιώντας την και μονιμοποιώντας την παρουσία της εκεί, επιδιώκοντας έτσι μια νέα, θαλάσσια αυτή τη φορά, κατοχή  της Κύπρου. 

 

Με τους άλλους παίκτες να έχουν αποχωρήσει από την κυπριακή ΑΟΖ, ως «μουσαφίρηδες» που γυρίζουν σπίτια τους, η Τουρκία, αν και κλονισμένη οικονομικά, θα μπορεί να δημιουργήσει τετελεσμένα και να προχωρήσει ακόμη και σε εξόρυξη υδρογονανθράκων και σε οικόπεδα νοτίως της Κύπρου, επικαλούμενη τα «συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων». Αντιδράσεις από Ελλάδα, Ε.Ε., Ισραήλ και Αίγυπτο δεν θα την πτοήσουν εκτός κι αν λάβουν στρατιωτικό χαρακτήρα.

Τούρκο - Λιβυκό σύμφωνο και ακύρωση της  άσκησης «Καταιγίδα 2020»

Σε σχέση με την Ελλάδα η Άγκυρα θα προσπαθήσει να εδραιώσει τις μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις της στην Αν. Μεσόγειο, τη νέα «Γαλάζια Πατρίδα» της, ποντάροντας στο τουρκο - λιβυκό σύμφωνο οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, που ουσιαστικά «πλευροκόπησε» τη χώρα μας πλήττοντας ζωτικά της συμφέροντα νοτίως της Κρήτης στην κεντρική Μεσόγειο. Αν και το διμερές αυτό σύμφωνο, που κατατέθηκε στον ΟΗΕ, θεωρείται από την Αθήνα παράνομο και «σα να μην έγινε», η Άγκυρα θα το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο σε μια «συνολική διαπραγμάτευση» που επιδιώκει για την επίλυση των ζητημάτων στις θαλάσσιες περιοχές που θεωρεί δικές της και όχι ελληνικές. Μέχρι τότε όμως υπάρχει ο ορατός κίνδυνος να ορίσει από κοινού με τη Λιβύη θαλάσσια οικόπεδα, σε περιοχές της ελληνικής ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, και να δούμε έτσι τουρκικά πολεμικά και ερευνητικά σκάφη να προβαίνουν σε γεωτρήσεις ακόμη και νοτίως της Κρήτης.

Θα αντιδράσει άραγε και πάλι καθυστερημένα η Αθήνα, σβήνοντας εκ των υστέρων φωτιές; Η ακύρωση της ελληνικής ναυτικής άσκησης «Καταιγίδα 2020», με πρόσχημα την πανδημία, κι ενώ το προηγούμενο διάστημα το Πολεμικό Ναυτικό εξέδιδε Νavtex σχετικές με την «Καταιγίδα», και η Άγκυρα επιχειρούσε με αντί-Νavtex να ακυρώσει στα χαρτιά την ελληνική άσκηση, ήταν μια κίνηση κατευνασμού και σίγουρα όχι αποτροπής.

«Φουρτούνες» στο Αιγαίο;

Στη ζώνη του Αιγαίου οι τουρκικές διεκδικήσεις άνοιξαν ακόμη περισσότερο και δεν περιορίζονται πλέον σε ζητήματα υφαλοκρηπίδας, ΑΟΖ, εναέριου χώρου και χωρικών υδάτων. Η Άγκυρα θέτει ανοικτά θέμα «18 νησιών και δύο βραχονησίδων στο Αιγαίο που ανήκουν στην Τουρκία» (η Τουρκία προβάλλεται έτσι ως η συνέχεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), καθώς δεν αναφέρονται ρητά και ονομαστικά ότι ανήκουν στην Ελλάδα με βάση τις συνθήκες Λονδίνου, Αθηνών, Λωζάνης και Παρισίων, με τις οποίες καθορίστηκε το εδαφικό καθεστώς στο Αιγαίο. Ανάμεσα στα διεκδικούμενα από την Άγκυρα νησιά είναι και η Γαύδος, νοτίως της Κρήτης, στο λιβυκό πέλαγος. Μπορεί αυτή η διεκδίκηση της Άγκυρας να φαντάζει αστεία και ανεδαφική και ουσιαστικό στόχο να έχει την επέκταση των «γκρίζων ζωνών» (τύπου Ίμια) και σε άλλες περιοχές του Αιγαίου, ωστόσο εκεί που επικεντρώνεται πλέον η Τουρκία είναι στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. 

Ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών

Η Άγκυρα  ζητάει να σεβαστεί η Αθήνα όσα έχει υπογράψει, υπονοώντας τις συνθήκες Λωζάνης και Παρισίων, που όριζαν όντως καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των παραμεθόριων νησιών του Αιγαίου. Όμως η Τουρκία ήταν η πρώτη που καταστρατήγησε αυτό το καθεστώς επαναστρατιωτικοποιώντας τα Στενά (Συνθήκη του Μοντρέ, 1936), και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, και στη συνέχεια με την ίδρυση της 4ης Στρατιάς Αιγαίου, και ειδικά με την εισβολή στην Κύπρο το 1974. 

Η Ελλάδα έχει κάθε νόμιμο δικαίωμα άμυνας στα εδάφη της, όταν κρίνει ότι απειλείται. Ωστόσο το ζήτημα είναι νομικά λεπτό και η Τουρκία μπορεί να βρει «νομικά παράθυρα» για να δημιουργήσει θέματα. Στόχος της Άγκυρας είναι η αύξηση της πίεσης προς την Ελλάδα ώστε, ανοίγοντας ταυτόχρονα τόσα πολλά ζητήματα -και εργαλειοποιώντας το ζήτημα των προσφυγικών ροών -, στο τέλος να εξαναγκάσει την ελληνική πλευρά σε συμβιβασμούς και υποχωρήσεις σε ζητήματα τα οποία την ενδιαφέρουν περισσότερο, όπως εκείνο της ΑΟΖ και της εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων. 

Ευρωπαϊκή καταδίκη της Τουρκίας

Το θετικό είναι πως στο πλευρό της Ελλάδας βρίσκεται η Ε.Ε. Σε πρόσφατη κοινή δήλωση των ΥΠΕΞ της Ε.Ε. καταδικάστηκε «η κλιμάκωση των τουρκικών παραβιάσεων στον ελληνικό εναέριο χώρο και στα χωρικά ύδατα της Ελλάδας», καθώς και οι «συνεχιζόμενες παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην ΑΟΖ της Κύπρου». Από την πλευρά η Άγκυρα αντέδρασε κατηγορώντας την Ε.Ε. ότι γίνεται «όμηρος των άδικων και παράνομων αξιώσεων της ελληνικής και ελληνοκυπριακής πλευράς». Η Άγκυρα υποστήριξε πως «η Ε.Ε. θα πρέπει να λάβει υπόψη της τα νόμιμα, με βάση το διεθνές δίκαιο, δικαιώματα της Τουρκίας» και καταλήγει σημειώνοντας πως «επαναλαμβάνουμε, όπως πάντα, ότι είμαστε ανοικτοί σε ένα δίκαιο διάλογο»

Στόχος μια «λύση-πακέτο» αλά Τούρκα 

Όταν η Τουρκία μιλάει για «δίκαιο διάλογο» αναφέρεται στην ουσία σε διμερείς διαπραγματεύσεις για «λύση - πακέτο» στα ζητήματα του Αιγαίου και της Αν. Μεσογείου με στόχο το win-win ή «Καζάν-καζάν», δηλαδή τίποτε λιγότερο από τα μισά, ασχέτως τι προβλέπουν οι διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο. Δηλαδή μια αναχρονιστική επιστροφή στο «δίκαιο του ισχυρού». Προφανώς κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατον να το αποδεχθεί μια δημοκρατικά εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση. Ή μήπως όχι;

Αντιμέτωπος με τόσα πολλά αδιέξοδα και πιεζόμενος από τον κίνδυνο κατάρρευσης της τουρκικής οικονομίας ο Ερντογάν ωθεί τη χώρα του σε σπασμωδικές και νευρικές κινήσεις, που αυξάνουν την πίεση προς την Ελλάδα, αλλά και τον κίνδυνο «ατυχήματος». Μέσα σε μια υποτονική τουριστική σεζόν, με μειωμένα ούτως ή άλλως τα τουριστικά έσοδα και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, προοιωνίζεται ένα ιδιαίτερα «θερμό» καλοκαίρι στο Αιγαίο. 

πηγη:https://tvxs.gr