Η υπόθεση με το ξήλωμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού θα κυριαρχήσει στην πολιτική αντιπαράθεση για αρκετό καιρό ακόμη. Μπορεί η κυβέρνηση με την πρωτόγνωρη νομοθετική της παρέμβαση να κατάφερε να αποπέμψει την Πρόεδρο Βασιλική Θάνου και μέλη της Επιτροπής, όμως ήταν η πρώτη μάχη ενός πολέμου που θα ακολουθήσει σε πολλά επίπεδα.

Από τη μία πλευρά τόσο η Βασιλική Θάνου όσο και η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Άννα Νάκου, που επίσης παύθηκε, προσφεύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακύρωσης και αντίστοιχη αίτηση αναστολής, η οποία τεκμηριώνεται με αρκετά και ισχυρά επιχειρήματα. 

Η αξιωματική αντιπολίτευση από την πλευρά της αναδεικνύει το θέμα πολιτικά, εντός και εκτός συνόρων. Βασικό επιχείρημα είναι η παραβίαση της Οδηγίας 2019/1 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που υποχρεώνει το νομοθέτη να ορίζει τα ασυμβίβαστα των μελών των Ανεξάρτητων Επιτροπών κατά το χρόνο διορισμού τους και όχι αναδρομικά, όπως άλλωστε επισημάνθηκε σαφέστατα και από εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πριν η σχετική διάταξη κατατεθεί στη Βουλή. 

Με την επιστολή που απέστειλε ο Γιάννης Δραγασάκης προς την Ευρωπαία Επίτροπο Ανταγωνισμού Μάργκαρετ Βεστάγκερ ζητά την άμεση παρέμβαση της για τον έλεγχο νομιμότητας της επίμαχης διάταξης, προκειμένου να μην δημιουργηθούν τετελεσμένα που θα πλήξουν το κύρος και την αξιοπιστία της Επιτροπής. Άλλωστε, όπως σημειώνει ο πρώην Υπουργός Οικονομίας, η μεθόδευση της κυβέρνησης  «συνιστά ένα ανεπανόρθωτο τραύμα στην ανεξαρτησία και αξιοπιστία της Επιτροπής καθώς και στις αποφάσεις αυτής και εν τέλει ένα πλήγμα στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη, αφού η ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού λειτουργεί και ως εφαρμοστής του ευρωπαϊκού δικαίου του ανταγωνισμού».  

Δεν έχει ενσωματωθεί αλλά...

Ο  ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση είχε ήδη προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για την ενσωμάτωση στο Εθνικό Δίκαιο της Οδηγίας που είχε ψηφιστεί το Γενάρη, είχε συστήσει τη σχετική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή και κινήθηκε αρκετά γρήγορα πλην όμως δεν ολοκλήρωσε τη διαδικασία λόγω των πολιτικών εξελίξεων. Παράλληλα, όμως, αυτό που επισημαίνεται τόσο από πολιτικούς όσο και από νομικούς κύκλους είναι ότι ακόμη και πριν την ενσωμάτωση μιας Οδηγίας στο Εθνικό Δίκαιο, τα εθνικά κοινοβούλια δεν μπορούν να νομοθετήσουν κατά παράβαση του κοινοτικού δικαίου, το οποίο υπερισχύει. 

Οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ επικαλούνται, τέλος, και την αντίστοιχη περίπτωση που είχε καταγραφεί  το Γενάρη του 2016, όταν ο τότε Υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης - τρία χρόνια πριν ψηφιστεί η σχετική οδηγία- είχε τροποποιήσει τα ασυμβίβαστα και τα όρια ηλικίας των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί «φωτογραφική» παρέμβαση εις βάρος του συζύγου της νυν Υπουργού Νίκης Κεραμέως. Η σχετική διάταξη είχε τροποποιηθεί και προέβλεψε μεταβατικά μέτρα, με αποτέλεσμα τα μέλη που ενέπιπταν σε ασυμβίβαστα, να ολοκληρώσουν κανονικά τη θητεία τους στην Επιτροπή. Εξάλλου, για θέματα πρόωρης απομάκρυνσης μελών των εθνικών αρχών ανταγωνισμού, έχει αποφανθεί αρνητικά και το Δικαστήριο της ΕΕ σε μια σειρά από υποθέσεις. 

Τόσο τα πολιτικά όσο και τα νομικά δεδομένα της υπόθεσης δείχνουν ότι η αντιπαράθεση μόλις ξεκινά. Από την πλευρά της η κυβέρνηση με την εσπευσμένη νομοθέτηση και δημοσίευση σε ΦΕΚ με ημερομηνία Σαββάτου, πριν την γνωστοποίηση του πορίσματος για το μονοπώλιο στη διανομή του Τύπου, «έδειξε» το πολιτικό σκεπτικό της. Ενδεχομένως να έδωσε ένα επιπλέον επιχείρημα στην αντίπαλη πλευρά. 

https://tvxs.gr