Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 01 Ιαν 2021
To μέλλον του Κυπριακού σε αχαρτογράφητα νερά
Κλίκ για μεγέθυνση
 
 

Και τι δεν ζήσαμε αυτή τη δεκαετία! Μια νοσηρή δημοσιονομική κρίση με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, Brexit, την βίαιη προσάρτηση της Κριμαίας, Αραβικές εξεγέρσεις με αλλαγές καθεστώτων, εμφυλίους πολέμους σε Συρία, Υεμένη και Λιβύη, μια προσφυγική κρίση, την άνοδο και πτώση (;) του ISIS, απόπειρα πραξικοπήματος στη Τουρκία, εντάσεις δίχως προηγούμενο (τουλάχιστον από το 1996) στις ελληνοτουρκικές σχέσεις τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο και μια πανδημία. Α, και ένα ακόμη αδιέξοδο στις συνομιλίες για το Κυπριακό. Το τελευταίο μάλλον προκαλεί τη μικρότερη έκπληξη στο δημοσιογραφικό κοινό. Για αυτό δεν καλύπτεται εκτενώς δημοσιογραφικά. Με εξαίρεση το πρόσφατο show του Τούρκου Προέδρου στα Βαρώσια – παρουσία του νεοεκλεγέντος «προέδρου» Ερσίν Τατάρ στα κατεχόμενα και  σε κατάφωρη παραβίαση του ψηφίσματος 550/1984 του Συμβουλίου Ασφαλείας- το μέλλον της επανένωσης του νησιού δεν αποτελεί καν θέμα δημόσιας συζήτησης.

Του Δρ. Βασίλειου Π. Καρακάση

Μετά τις αποτυχημένες συνομιλίες στο Κρανς Μοντανά τον Ιούλιο του 2017 δεν έχει υπάρξει προς το παρόν, εξ όσων τουλάχιστον γνωρίζουμε, οργανωμένη πρωτοβουλία για επανέναρξη διαπραγματεύσεων προς την κατεύθυνση επίλυσης του Κυπριακού. Μοναδική, ίσως, εξαίρεση, συνιστά η έκκληση του Γενικού Γραμματέα Αντόνιο Γκουτιέρες για άτυπη πενταμερή συνδιάσκεψη το 2021 προκειμένου να συζητηθούν τα της επανένωσης (;) του νησιού. Παραδοσιακά, από το 1977 το προσχέδιο επίλυσης βασιζόταν στην ιδέα της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας (ΔΔΟ). Αυτή τη στιγμή, όμως, δεν είναι βέβαιο κατά πόσον το προσχέδιο αυτό αποτελεί πλέον τη βάση επίλυσης του Κυπριακού. Ήδη την επαύριον των ατελέσφορων συνομιλιών του 2017, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, Μevlüt Çavuşoğlu, είχε αναφέρει inter alia: «το [αποτυχημένο] αποτέλεσμα δείχνει ότι δεν γίνεται να βρεθεί λύση μέσα στις υφιστάμενες παραμέτρους των Καλών Υπηρεσιών του ΟΗΕ. Δεν υπάρχει νόημα να αναζητούμε λύση στα πλαίσια αυτών των παραμέτρων». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο εκπρόσωπος Τύπου του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, Hami Aksoy, υπεστήριξε ότι πρέπει να αναζητηθεί ένας διαφορετικός δρόμος χωρίς, όμως, να αποσαφηνίσει περί τίνος δρόμου πρόκειται. Στρέφοντας το βλέμμα μας προς αυτή την άτυπη πενταμερή, τι ερμηνεία, άραγε, θα μπορούσαμε να δώσουμε σε αυτό τον «διαφορετικό δρόμο»;

Νίκος Αναστασιάδης, Αντόνιο Γκουτιέρες και Μουσταφά Ακιντζί στο Κρανς Μοντανά της Ελβετίας στις 30 Ιουνίου του 2017. Credit: Jean-Christophe Bott / Keystone via AP.

1η ερμηνεία: διχοτόμηση

Κατά την ερμηνεία αυτή, η Τουρκία θα σχεδιάσει μια επίλυση στη βάση σύστασης δύο κρατών. Κοινώς, η Τουρκία θα εντείνει -αν δεν το έχει ήδη κάνει- τις διπλωματικές προσπάθειες που θα επιτρέψουν στους Τουρκοκύπριους να τύχουν διεθνούς αναγνώρισης ως κρατική οντότητα. Έως σήμερα τουλάχιστον, κανένα κράτος στον ΟΗΕ, πλην της Τουρκίας, δεν έχει αναγνωρίσει τα κατεχόμενα de jure. Έχουν υπάρξει εμπορικές συναλλαγές με άλλες χώρες, ανταλλαγές φοιτητών και υπηρεσιών (de facto, κοινώς) αλλά δεν υφίσταται νομική αναγνώριση. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, υπό το πρίσμα αυτό, η Τουρκία να «λομπάρει» έντονα στον Οργανισμό Ισλαμικής Συνδιάσκεψης υπέρ de jure αναγνώρισης των κατεχομένων και να ελκύσει μέσω φορολογικών διευκολύνσεων οικονομικές επενδύσεις στον Βορρά. Βέβαια, αμφιβάλλω κατά πόσο το οικονομικό μοντέλο των Τουρκοκυπρίων, που βασίζεται έντονα σε «δίκην Μνημονίου» παροχές της Τουρκίας, θα αλλάξει δραστικά εις ό,τι αφορά προσέλκυση επενδύσεων από άλλες χώρες. Χρειάζονται διοικητικοί μηχανισμοί που δεν ξέρω κατά πόσο θα είναι λειτουργικοί προς αυτή τη κατεύθυνση.

Την περί δύο κρατών θέση έχει υιοθετήσει και ο Jack Straw, πρώην Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών (2001-2006), ο οποίος μετά το Κρανς Μοντανά είχε υποστηρίξει μεταξύ άλλων: «Έχει έρθει η ώρα, κατά την άποψή μου, για τη διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει αυτή τη πραγματικότητα και να προχωρήσει στη διχοτόμηση του νησιού. Ένα τέτοιο σενάριο θα είχε περισσότερες πιθανότητες να βελτιώσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων [Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων]  παρά η συνέχιση ενός άχρηστου καρουζέλ περαιτέρω διαπραγματεύσεων για μια λύση που ποτέ δεν θα έρθει». Αυτή τη θέση φαίνεται να ενστερνίζεται ανοιχτά και ο νεοεκλεγείς Τουρκοκύπριος ηγέτης, Ερσίν Τατάρ.

O Jack Straw, ΥΠΕΞ επί διακυβέρνησης Tony Blair, με τον Τούρκο ομόλογό του Abdullah Gül, στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, στις 3 Απριλίου 2003. Credit: NATO. 

2η ερμηνεία: συνομοσπονδία αντί ομοσπονδίας

Στα πλαίσια ενός «βελούδινου διαζυγίου» δεν αποκλείεται η συζήτηση να περιστραφεί γύρω από μία χαλαρή ένωση δύο συνιστώντων κρατιδίων. Μια τέτοια συμφωνία θα εμπεριείχε πιθανώς και εδαφικές αναπροσαρμογές υπέρ των Ελληνοκυπρίων και πιθανώς ένα modus operandi για τη διανομή των εσόδων από τη διαχείριση των υδρογονανθράκων.

Από την άλλη, ο Διαπραγματευτής της Ελληνοκυπριακής πλευράς στις συνομιλίες για το Κυπριακό, Ανδρέας Μαυρογιάννης, θεωρεί ότι αυτό το σενάριο αποτελεί μια «συγκεκαλυμμένη Τουρκική προσέγγιση, που παρουσιάζεται κατ’ ευφημισμόν ως ελκυστική, ανώδυνη, αμοιβαίως αποδεκτή και αποδοτική λύση. Οι συνέπειες της εισβολής και κατοχής δεν θα αναιρούνταν από τη νομιμοποίησή τους και ο λαός μας δεν θα δικαιωνόταν από την παραίτηση των δικαιωμάτων του: το μέλλον δεν διασφαλίζεται με την ωραιοποίηση των προβλημάτων». Από τη πλευρά του, ο πρώην Τουρκοκύπριος ηγέτης, Μουσταφά Ακιντζί, είχε υποστηρίξει ξεκάθαρα ότι η ιδέα της συνομοσπονδίας και η λύση των δύο κρατών (1η ερμηνεία) ήταν κάτι που δεν θα επεδίωκε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μετά, όμως, την ήττα του στις εκλογές, διερωτώμαι μήπως το σενάριο αυτό αποτελέσει στρατηγική επιδίωξη τόσο της Τουρκίας όσο και της παρούσης τουρκοκυπριακής ηγεσίας.

3η ερμηνεία: προσάρτηση των κατεχομένων

Το τρίτο σενάριο είναι η προσάρτηση των κατεχομένων, κοινώς, του 36,2% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας από τη Τουρκία. Δυστυχώς, υπάρχει και ιστορικό προηγούμενο για την υλοποίηση ενός τέτοιου σεναρίου. Το 1939 και μετά από δημοψήφισμα, η Τουρκία με τη βοήθεια των Γαλλικών στρατιωτικών δυνάμεων που δρούσαν σε Συρία και Λίβανο υπό την αιγίδα της Κοινωνίας των Εθνών (του τότε ΟΗΕ) προσήρτησαν την επαρχία του Iskenderun, γνωστή ως Αλεξανδρέττα, που ανήκε προηγουμένως στη Συρία. Με μία αντίστοιχη λογική, τα κατεχόμενα θα μπορούσαν να καταστούν η 82η επαρχία της Τουρκίας, διατηρώντας, ίσως λόγω πρότερης εμπειρίας, ένα σύστημα αυτο-διακυβέρνησης.

Το πραγματικό αγκάθι

Στη δική μου οπτική όλα τα σενάρια είναι αρνητικά και πράγματι δεν μπορώ με ακρίβεια να διαπιστώσω ποιο από όλα είναι το χειρότερο για την εξέλιξη του Κυπριακού. Η ερευνητική μου εμπειρία έχει δείξει ότι, ανεξαρτήτως αναζητούμενων λύσεων εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας, το μεγαλύτερο αγκάθι είναι η αναντιστοιχία των επιδιωκόμενων στόχων μεταξύ διεθνούς κοινότητας και των παροικούντων στη Μεγαλόνησο. Για τη διεθνή κοινότητα το μεγαλύτερο διακύβευμα είναι η λύση και η απαλλαγή από ένα πρόβλημα που έχει ταλανίσει το Συμβούλιο Ασφαλείας και όλους τους Γενικούς Γραμματείς του ΟΗΕ από το 1964 μέχρι σήμερα. Για τους κατοίκους του νησιού, όμως, είναι η απόδοση δικαιοσύνης, όπως κάθε πλευρά την αντιλαμβάνεται.

Βαρώσια, η “πόλη-φάντασμα”, στο νότιο τμήμα της Αμμοχώστου. Credit: Katia Christodoulou, CNA.

Το Κυπριακό εμπεριέχει ακανθώδη ζητήματα όπως της ασφάλειας, των επεμβατικών δικαιωμάτων, των εγγυήσεων, των αγνοουμένων,  το εδαφικό, το σύστημα διακυβέρνησης, το περιουσιακό και της παρουσίας των εποίκων. Ο διάλογος γύρω από αυτά τα ζητήματα επιβαρύνεται από την έλλειψη εμπιστοσύνης, τον φόβο και την καχυποψία που διέπει τα αντιμαχόμενα μέρη. Όπως έχω τονίσει και αλλού, στα μάτια των Ελληνοκυπρίων, οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν σε μεγάλο βαθμό τον «Δούρειο Ίππο» της Τουρκίας, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ’50 και έπειτα. Τους αντιμετωπίζουν ως ένα «στρατηγικό εξάρτημα» της Τουρκίας που προωθεί τα συμφέροντά της σε μια περιοχή-ζωτικό χώρο για την ίδια. Η μονομερής εξάρτηση των Τουρκοκυπρίων από τη Τουρκία σε οικονομικό, στρατιωτικό και -ιδιαίτερα τη τελευταία δεκαετία- σε θρησκευτικό/πολιτιστικό επίπεδο, μπορεί να δικαιολογήσει σε μεγάλο βαθμό αυτές τις ανησυχίες. Από την άλλη, οι Τουρκοκύπριοι πιστεύουν ότι οι Ελληνοκύπριοι τους αντιμετωπίζουν ως μειονότητα και όχι ως ισότιμη κοινότητα. Θεωρούν ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν έχουν κανένα κίνητρο να επιλύσουν το Κυπριακό διότι το τωρινό status quo τους παρέχει τη νομιμότητα που χρειάζονται στα μάτια της διεθνούς κοινότητας.

Από τη στιγμή που οι φόβοι αυτοί έχουν εδραιωθεί στην κοινή συνείδηση, κάθε πλευρά έχει διαμορφώσει και ίδιον πολιτικό συμφέρον στη συνέχιση της παρούσης αντιπαράθεσης και σε μια αντίληψη μηδενικού αθροίσματος για τις διαπραγματεύσεις. Για αυτό οι λήπτες αποφάσεων και οι διαπραγματευτές των δύο πλευρών θεωρούν ότι έχει μικρότερο κόστος η συνέχιση του status quo από μια πολιτική προσπάθεια να το αλλάξουν. Τόσο καιρό η κωλυσιεργία ξεδιπλωνόταν στη βάση της ΔΔΟ. Τώρα, όμως; Για αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην ατζέντα που θα ετοιμάσουμε απέναντι σε αυτή της Τουρκίας εφόσον, τελικώς, πάμε σε άτυπη συνδιάσκεψη το 2021.

 *Ο Δρ. Βασίλειος Π. Καρακάσης είναι λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Leiden και διευθυντής του Sen Foundation of Research & Education on International Cooperation.

πηγη:https://rosa.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου