Διάλεξη που δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην συνδικαλιστική εφημερίδα La Révolution Prolétarienne το 1953 υπό το τίτλο «Αποκαθιστώντας την Αξία της Ελευθερίας», τυπώθηκε ξανά την ίδια χρονιά με τον τίτλο «Ψωμί και Ελευθερία», διαθέσιμο στα αγγλικά από τη σελίδα Anarchist FAQ.







Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας
Δημοσιεύθηκε την 29 Μαΐου, 2023





Αν αθροίσουμε τις παραβάσεις και τα πολλά εγκλήματα που μας αποκαλύφθηκαν, μπορούμε να προβλέψουμε μια εποχή που, σε μια Ευρώπη στρατοπέδων συγκέντρωσης, μόνο οι δεσμοφύλακες θα είναι ελεύθεροι, που ακόμη  όμως θα πρέπει να φυλακίζουν ο ένας τον άλλο. Όταν μείνει μόνο ένας, θα οριστεί αρχιδεσμοφύλακας και αυτή θα είναι η τέλεια κοινωνία μέσα στην οποία τα προβλήματα της εναντίωσης, ο εφιάλτης των κυβερνήσεων του 20ου αιώνα, επιτέλους και οριστικά θα επιλυθεί.

Φυσικά, αυτό είναι μόνο μια προφητεία και αν και οι κυβερνήσεις και οι αστυνομικές δυνάμεις σε όλο το κόσμο προσπαθούν, με πολύ καλή θέληση, να φτάσουν σε ένα τέτοιο ευτυχές αποτέλεσμα, δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί. Ανάμεσά μας για παράδειγμα, στην Δυτική Ευρώπη, η ελευθερία επισήμως την βλέπουμε θετικά. Στη πραγματικότητα με κάνει να σκέφτομαι εκείνη τη φτωχή ξαδέρφη που βλέπουμε σε κάποιες αστικές οικογένειες. Η ξαδέρφη χήρεψε, έχασε το φυσικό της προστάτη. Έτσι την μάζεψαν, της έδωσαν ένα δωμάτιο στο πάνω πάτωμα και την ανέχονται στη κουζίνα. Περιστασιακά την πάνε βόλτα στη πόλη, κάποια Κυριακή, για να δείξουν πως είναι ενάρετοι και όχι σκυλιά. Αλλά για όλα τα άλλα, και ειδικά σε ειδικές περιπτώσεις, της ζητούν να κρατήσει το στόμα της κλειστό. Και ακόμη αν ένας αστυνομικός τη κακοποιήσει λίγο σε κάποια γωνία, δεν το κάνουν μεγάλο θέμα, έχει περάσει χειρότερα με το κύριο του σπιτιού, και, εν τέλει, δεν αξίζει να μπλέξεις με τις αρχές. Στην Ανατολή, πρέπει να ειπωθεί πως είναι πιο ειλικρινείς. Έχουν τακτοποιήσει το θέμα της ξαδέρφης μια και καλή και την πέταξαν σε μια ντουλάπα με δυο γερές κλειδαριές. Θα βγει μάλλον σε καμιά πενηνταριά χρόνια, όταν η ιδανική κοινωνία θα έχει σίγουρα καθιερωθεί. Τότε θα έχουμε γιορτές προς τιμή της. Αλλά κατά τη γνώμη μου μάλλον θα είναι σκοροφαγωμένη μέχρι τότε και φοβάμαι πως δεν θα τους είναι χρήσιμη πλέον. Όταν προσθέσουμε πως το καθένα από αυτά τα δυο πλαίσια ελευθερίας, εκείνο της ντουλάπας και εκείνο της κουζίνας, είναι αποφασισμένο να υπερισχύσει του άλλου, και είναι υποχρεωμένα σε όλη αυτή την αναστάτωση να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τις κινήσεις της ξαδέρφης, εύκολα θα γίνει κατανοητό πως η ιστορία μας είναι περισσότερο εκείνη της υποταγής παρά της ελευθερίας και πως ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι εκείνος που απλά μιλάμε για αυτόν, που ξεπηδά από την εφημερίδα κάθε πρωί για να κάνει τις μέρες και τις βδομάδες μας μια μοναδική μέρα οργής και απέχθειας.

Το πιο απλό και ως εκ τούτου το πιο δελεαστικό πράγμα είναι να κατηγορήσουμε κυβερνήσεις, ή κάποιες σκοτεινές δυνάμεις, για αυτά τα διαβολικά πράγματα. Πέρα από αυτό είναι πράγματι αλήθεια πως είναι ένοχες, και για ένα έγκλημα τόσο σκοτεινό και τόσο διαρκές πως έχουμε χάσει πια το ξεκίνημα του. Δεν είναι όμως οι μόνες υπεύθυνες. Στο τέλος, αν η ελευθερία είχε μόνο κυβερνήσεις να φυλάνε την ανάπτυξη της, είναι πιθανό πως θα ήταν ακόμη σε βρεφικό στάδιο, ή θα μένη για την αιωνιότητα με την επιγραφή «ένας άγγελος του ουρανού». Δεν έχει ανατεθεί ποτέ, στο βαθμό που γνωρίζω, στη κοινωνία του χρήματος και της εκμετάλλευσης η εξασφάλιση της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Τα αστυνομικά κράτη ποτέ δεν άνοιξαν νομικές σχολές στα υπόγεια που ανακρίνουν τους υπηκόους τους. Έτσι, όταν καταπιέζουν και εκμεταλλεύονται, κάνουν τη δουλειά τους, και οποιοσδήποτε τους δίνει απεριόριστο εύρος ελευθερίας δεν έχει δικαίωμα να εκπλήσσεται όταν αυτή γίνεται αμέσως αντικείμενο κατάχρησης.  Αν η ελευθερία σήμερα ταπεινώνεται ή βρίσκεται με αλυσίδες, δεν είναι επειδή οι εχθροί της χρησιμοποίησαν δόλο. Είναι επειδή έχει χάσει το φυσικό της προστάτη. Ναι η ελευθερία έχει χηρέψει, αλλά πρέπει να ειπωθεί επειδή είναι αλήθεια. Έχει χηρέψει από όλους εμάς.

Η ελευθερία είναι το αντικείμενο των καταπιεσμένων, και οι φυσικοί προστάτες της πάντα ξεπηδούσαν από τους καταπιεσμένους. Στη φεουδαρχική Ευρώπη ήταν οι κοινότητες που συντήρησαν τις ζυμώσεις της ελευθερίας, οι κάτοικοι των χωριών και των πόλεων που εξασφάλισαν τον φευγαλέο θρίαμβο της το 1789, και από τον 19ο αιώνα ήταν οι εργάτες που ανέλαβαν την ευθύνη για τη διπλή τιμή της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, που ποτέ δε διανοήθηκαν να πουν πως ήταν ασύμβατες. Ήταν οι χειρώνακτες και πνευματικοί εργάτες που έδωσαν στην ελευθερία ένα σώμα, και που την έκαναν να διαδοθεί στο κόσμο μέχρι που έγινε η ίδια η αρχή της σκέψης μας, ο αέρας που δίχως αυτόν δεν μπορούμε, που αναπνέουμε δίχως καν να το καταλάβουμε, μέχρι τη στιγμή, που έχοντας τον στερηθεί, αισθανόμαστε να πεθαίνουμε. Και αν σήμερα, η ελευθερία παρακμάζει σε ένα μεγάλο τμήμα του κόσμου, αναμφίβολα οφείλεται πως εξαιτίας του ότι η διαδικασία της υποδούλωσης δεν ήταν ποτέ τόσο κυνική ή καλύτερα εξοπλισμένη αλλά είναι επίσης και λόγω του ότι οι πραγματικοί υπερασπιστές της, από κούραση, από απελπισία, ή από τη ψεύτικη ιδέα της στρατηγικής και της αποτελεσματικότητας, έχουν απομακρυνθεί από αυτή. Ναι, το μεγάλο γεγονός του 20ου αιώνα ήταν η εγκατάλειψη των αξιών της ελευθερίας από το επαναστατικό κίνημα, η προοδευτική οπισθοχώρηση του σοσιαλισμού της ελευθερίας μπροστά σε ένα καισαρικό και πολεμικό σοσιαλισμό. Από εκείνη τη στιγμή, μια ιδιαίτερη ελπίδα χάθηκε από το κόσμο, μια μοναξιά άρχισε για κάθε ελεύθερο άνθρωπο.

Όταν, μετά τον Marx, ξεκίνησε να διαδίδεται και να ενισχύεται η φήμη πως η ελευθερία ήταν μια αστική απάτη (balançoire), μια μοναδική λέξη τοποθετήθηκε λάθος στον ορισμό αυτό, αλλά στους σπασμούς του αιώνα μας πληρώνουμε ακόμη για αυτή τη λάθος τοποθέτηση. Γιατί θα έπρεπε απλά να λέει πως η αστική ελευθερία ήταν απάτη, όχι κάθε ελευθερία. Έπρεπε να αναφέρεται ειδικά πως η αστική ελευθερία δεν ήταν ελευθερία  ή, στη καλύτερη των περιπτώσεων, δεν ήταν ακόμη ελευθερία. Αλλά όμως πως υπήρχαν ελευθερίες  να κατακτηθούν και για να μην παραδοθούν ποτέ. Είναι πράγματι αλήθεια πως δεν υπάρχει πιθανή ελευθερία για τον άνθρωπο που είναι κολλημένος στο τόρνο όλη μέρα και που, όταν έρχεται το βράδυ, μαζεύει την οικογένεια του σε ένα μοναδικό δωμάτιο. Αυτό όμως καταγγέλλει μια τάξη, μια κοινωνία και την υποταγή που προϋποθέτει, όχι την ίδια την ελευθερία που δίχως αυτή δεν μπορούν οι φτωχότεροι από εμάς. Γιατί ακόμη και η κοινωνία μεταμορφώνονταν ξαφνικά και γίνονταν αξιοπρεπής και άνετη για όλους, θα παρέμενε βαρβαρική αν δεν βασίλευε εκεί η ελευθερία. Και επειδή η αστική κοινωνία μιλά για ελευθερία δίχως να την ασκεί, πρέπει και οι εργάτες να την εγκαταλείψουν, και να καυχιόνται μόνο και μόνο επειδή δεν μιλάνε για αυτή; Όμως το μπέρδεμα έγινε και η ελευθερία σταδιακά καταδικάστηκε μέσα στο επαναστατικό κίνημα επειδή η αστική κοινωνία τη χρησιμοποίησε ως τέχνασμα. Από τη δικαιολογημένη και υγιή καχυποψία στην εκπόρνευση που επέβαλε η αστική κοινωνία πάνω στην ελευθερία, φτάσαμε να μην εμπιστευόμαστε την ίδια την ελευθερία. Στην καλύτερη των περιπτώσεων την έχουμε αναβάλλει ως το τέλος του χρόνου, και στο ενδιάμεσο ευχόμαστε να μην ξαναμιλήσουμε για αυτή ξανά. Έχει διακηρυχθεί πως η δικαιοσύνη είναι8 η πρώτη ανάγκη και πως την ελευθερία θα τη δούμε μετά, λες και οι σκλάβοι δεν είχαν ποτέ την ελπίδα να κερδίσουν δικαιοσύνη. Και λαμπροί διανοούμενοι ανακοίνωσαν στον εργάτη πως ήταν το ψωμί μόνο που τον ένοιαζε και όχι η ελευθερία, λες και ο εργάτης δεν ήξερε πως το ψωμί του εξαρτιόνταν και από την ελευθερία του. Και φυσικά, μπροστά στην τεράστια αδικία της αστικής κοινωνίας, ο πειρασμός να φτάσουν σε τέτοια άκρα ήταν μεγάλος. Εν τέλει, ίσως δεν υπάρχει κανείς αναμεσά μας που, στη δράση ή τη σκέψη, δεν έχει υποταχθεί σ’ αυτό. η ιστορία όμως προχώρησε και αυτά που έχουμε δει πρέπει τώρα να μας κάνουν να το ξανασκεφτούμε. Η επανάσταση που έγινε από τους εργάτες το 1917 και ήταν τότε η αυγή  της πραγματικής ελευθερίας και της μεγαλύτερης ελπίδας που γνώρισε ο κόσμος. Η επανάσταση όμως αυτή, περικυκλωμένη, απειλούμενη από μέσα και έξω, οπλίστηκε, εξοπλίστηκε με μια αστυνομική δύναμη. Κληρονομώντας μια αντίληψη και ένα δόγμα που δυστυχώς την έκανε καχύποπτη απέναντι στην ελευθερία, η επανάσταση σταδιακά εξασθένησε καθώς η αστυνομία δυνάμωνε, και η μεγαλύτερη ελπίδα του κόσμου απολιθώθηκε στην πιο αποτελεσματική δικτατορία του κόσμου. Η κίβδηλη ελευθερία της αστικής κοινωνίας ωστόσο δεν είναι χειρότερη. Αυτό που θανατώθηκε στις δίκες της Μόσχας και αλλού, και στα στρατόπεδα της επανάστασης, αυτό που δολοφονείται όταν πυροβολούν έναν εργάτη του σιδηρόδρομου, όπως στην Ουγγαρία, για ένα λάθος στη δουλειά, δεν είναι η αστική ελευθερία, είναι η ελευθερία ΤΟΥ 1917. Η αστική ελευθερία στο μεταξύ μπορεί να αξιοποιήσει όλα της τεχνάσματα. Οι δίκες, οι διαστροφές της επαναστατικής κοινωνίας της προσφέρουν καθαρή συνείδηση και επιχειρήματα.

Τελικά, αυτό που χαρακτηρίζει το κόσμο που ζούμε είναι ακριβώς αυτή η κυνική διαλεκτική που τοποθετεί την αδικία εναντίον της υποδούλωσης και που ενισχύει την μία μέσω της άλλης. Όταν φέρνουν στο παλάτι του πολιτισμού τον Franco, το φίλο του Goebbels και του Himmler, το Franco, τον πραγματικό νικητή του 2ου ΠΠ, σε εκείνους που λένε πως τα δικαιώματα του ανθρώπου που είναι κατο0χυρωμένα στο καταστατικό της UNESCO χλευάζονται καθημερινά στις φυλακές του Franco, απαντούν με ανέκφραστο πρόσωπο πως και η Πολωνία είναι στην UNESCO και πως με όρους σεβασμού στις δημόσιες ελευθερίες, η μια δεν είναι καλύτερη του άλλου. Ένα ηλίθιο επιχείρημα, φυσικά! Αν είχες την ατυχία να παντρέψεις τη μεγάλη σου κόρη με ένα λοχία ενός τάγματος κατάδικων (bataillons d’Afrique), αυτό δεν είναι λόγος να παντρέψεις τη μικρότερη με ένα επιθεωρητή του Τμήματος Ηθών· ένα μαύρο πρόβατο στην οικογένεια είναι αρκετό. Ωστόσο το ηλίθιο επιχείρημα είναι αποτελεσματικό, όπως αποδεικνύεται καθημερινά. Σε εκείνους που αναφέρουν το σκλάβο στις αποικίες που φωνάζει για δικαιοσύνη, του δείχνουν τους φυλακισμένους στα ρωσικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, και το αντίστροφο. Και αν διαμαρτυρηθείς για τη δολοφονία στη Πράγα ενός αντιπολιτευόμενου ιστορικού όπως ο Kalandra, σου πετάνε στο πρόσωπο δυο ή τρεις Αμερικάνους Μαύρους. Σε αυτό τον αηδιαστικό ανταγωνισμό, μόνο ένα πράγμα δεν αλλάζει, το θύμα, πάντα το ίδιο, μόνο μια αξία παραβιάζεται ή εκπορνεύεται διαρκώς, η ελευθερία, και τότε συνειδητοποιούμε πως μαζί με αυτή και η δικαιοσύνη ξευτελίζεται παντού.

Πως να σπάσουμε έτσι αυτόν τον καταραμένο κύκλο; Είναι προφανές πως μπορούμε να το κάνουμε αυτό μόνο με την αποκατάσταση, αμέσως τώρα,  μέσα μας και γύρω μας, την αξία της ελευθερίας – και με το να μην συμφωνήσουμε ποτέ ξανά να θυσιαστεί, ακόμη και προσωρινά, ή να χωριστεί από την απαίτηση μας για δικαιοσύνη. Το μότο της ημέρας, για όλους εμάς, μπορεί να είναι μόνο αυτό: δίχως να παραχωρήσουμε τίποτα στο πεδίο της δικαιοσύνης, να μην εγκαταλείπουμε ποτέ εκείνο της ελευθερίας. Συγκεκριμένα, οι ελάχιστες δημοκρατικές ελευθερίες που απολαμβάνουμε ακόμη δεν είναι ασήμαντες ψευδαισθήσεις, και που μπορούμε να επιτρέψουμε να κλαπούν από εμάς δίχως διαμαρτυρία. Αντιπροσωπεύουν ακριβώς ότι έχει απομείνει από τις μεγάλες επαναστατικές κατακτήσεις των δυο τελευταίων αιώνων, δεν είναι λοιπόν, όπως τόσοι πολλοί πονηροί δημαγωγοί μας λένε, η ακύρωση της πραγματικής ελευθερίας. Δεν είναι μια ιδανική ελευθερία που θα μας δοθεί μια μέρα με μιας, όπως παίρνουμε τη σύνταξη μας στο τέλος της ζωής μας. Υπάρχουν ελευθερίες να κατακτηθούν, επώδυνα, η μια μετά την άλλη, και εκείνες που έχουμε ακόμη είναι σκαλοπάτια, σίγουρα όχι αρκετά, αλλά ωστόσο σκαλοπάτια προς τη κατεύθυνση μιας αληθινής απελευθέρωσης. Αν συμφωνήσουμε να τις καταστείλουμε, αυτό δε σημαίνει πως κινούμαστε προς τα εμπρός. Το αντίθετο, υποχωρούμε και κάποια μέρα θα χρειαστεί να επαναλάβουμε τη διαδρομή, η νέα όμως αυτή προσπάθεια θα ικανοποιηθεί ξανά με τον ιδρώτα και το αίμα των ανθρώπων.

Όχι, η επιλογή της ελευθερίας σήμερα δεν είναι, σαν ένας Kravchenko, που από οπορτουνιστής για το σοβιετικό καθεστώς έγινε οπορτουνιστής για το αστικό καθεστώς. Για εμένα θα ήταν αντίθετα, θα ήταν επιλογή διπλής υποταγής και, μια τελική καταδίκη, η επιλογή της δυο φορές για άλλους. Η επιλογή της ελευθερίας δεν είναι, όπως μα λένε, επιλογή εναντίον της δικαιοσύνης. Το αντίθετο, σήμερα επιλέγουμε ελευθερία στο ίδιο επίπεδο όπως εκείνοι που υποφέρουν και μάχονται παντού, και μόνο εκεί. Την επιλέγουμε την ίδια στιγμή όπως τη δικαιοσύνη και, στη πραγματικότητα, δεν μπορούμε να επιλέξουμε  πλέον τη μια δίχως την άλλη. Αν κάποιος σου πάρει το ψωμί, αφαιρεί και την ελευθερία σου ταυτόχρονα. Αν κάποιος όμως σου κλέψει την ελευθερία, να είσαι σίγουρος, το ψωμί σου απειλείται, γιατί πλέον δεν εξαρτάται από σένα και τον αγώνα σου αλλά από το καπρίτσιο του αφέντη.  Η ανέχεια αυξάνει όσο η ελευθερία μειώνεται στο κόσμο, και το αντίστροφο. Και αν αυτός ο ανελέητος αιώνας μας έχει διδάξει κάτι, είναι πως  η οικονομική επανάσταση θα είναι ελεύθερη ή δεν θα υπάρξει, όπως η ελευθερία θα είναι οικονομική ή δεν θα είναι τίποτα. Οι καταπιεσμένοι δεν θέλουν μόνο να ελευθερωθούν από τη πείνα τους, θέλουν επίσης να απελευθερωθούν από τους αφέντες τους. Γνωρίζουν πολύ καλά πως ουσιαστικά θα απελευθερωθούν από τη πείνα μόνο αν κρατήσουν τους αφέντες τους, όλους τους αφέντες τους, υπό έλεγχο.

Τέλος, θα ήθελα να προσθέσω πως χωρίζοντας την ελευθερία από τη δικαιοσύνη είναι το ίδιο με το να χωρίζεις το πολιτισμό από την εργασία, που είναι το απόλυτο κοινωνικό αμάρτημα. Η σύγχυση του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη πηγάζει εν μέρει από το γεγονός πως έχασε το πραγματικό της σπίτι, εκείνο μέσα στο οποίο ανακτούσε τις δυνάμεις του μετά από όλες τις ήττες, και που ήταν η πίστη στην ελευθερία. Όμως παρομοίως, η σύγχυση των Ευρωπαίων διανοούμενων προκύπτει εξαιτίας της διπλής παραπλάνησης, αστικής και ψευδοεπαναστατικής, που τους απόκοψε από τη μοναδική πηγή αυθεντικότητας, τη δουλειά και το πόνο όλων, ξεκόβοντας τους από τους μοναδικούς φυσικούς συμμάχους τους, τους εργάτες. Όσο για εμένα, δεν έχω αναγνωρίσει παρά μόνο δυο αριστοκρατίες, εκείνη της εργασίας και εκείνη της ευφυίας, και ξέρω πως είναι παράλογο και εγκληματικό να υποτάξεις τη μια στην άλλη, ξέρω πως οι δυο τους δημιουργούν μια μοναδική ευγένεια, πως η αλήθεια και πάνω από όλα η αποτελεσματικότητα τους βρίσκεται στην ενότητα, που χωρισμένες θα επιτρέψουν οι ίδιες να μειωθούν η μια μετά την άλλη από τις δυνάμεις της τυραννίας και της βαρβαρότητας, αλλά που από την άλλη, ενωμένες θα κυβερνήσουν το κόσμο. Για αυτό κάθε προσπάθεια που στοχεύει στην αποσύνδεση και το χωρισμό τους είναι εγχείρημα ενάντια στον άνθρωπο και τις υψηλότερες ελπίδες του. Για αυτό η πρώτη πράξη κάθε δικτατορικού εγχειρήματος είναι να υποτάξει ταυτόχρονα το κόσμο της εργασίας και του πολιτισμού. Είναι αναγκαίο ουσιαστικά να τους φιμώσει και τους δυο διαφορετικά, οι τύραννοι ξέρουν πολύ καλά, πως αργά ή γρήγορα κάποιο θα μιλήσει για το άλλο. Έτσι είναι, κατά τη γνώμη μου, που σήμερα υπάρχουν δυο τρόποι για να προδώσει ένας διανοούμενος και στις δυο περιπτώσεις, προδίδει επειδή δέχεται ένα πράγμα: το διαχωρισμό μεταξύ εργασίας και κουλτούρας. Ο πρώτος χαρακτηρίζει τους αστούς διανοούμενους που δέχονται πως τα προνόμια τους πληρώνονται από την υποδούλωση των εργατών. Συχνά λένε πως υπερασπίζονται την ελευθερία, αλλά υπερασπίζονται πρώτα τα προνόμια που τους δίνει η ελευθερία, αυτά και μόνο. Ο δεύτερος χαρακτηρίζει διανοούμενους που πιστεύουν πως ανήκουν στην αριστερά και που, μέσα από την δυσπιστία για την ελευθερία, δέχονται πως ο πολιτισμός, και η ελευθερία που προϋποθέτει, πρέπει να διευθύνεται υπό το ματαιόδοξο πρόσχημα της υπηρέτησης της μελλοντικής δικαιοσύνης. Και στις δυο περιπτώσεις, είτε είναι οπορτουνιστές της αδικίας είτε φυγάδες της ελευθερίας, επικυρώνουν, ευλογούν το διαχωρισμό πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας που καταδικάζει και την εργασία και τη κουλτούρα σε ανικανότητα, ευτελίζοντας ταυτόχρονα και την ελευθερία και την δικαιοσύνη.

Είναι αλήθεια πως η ελευθερία, όταν είναι φτιαγμένη κυρίως από προνόμια, προσβάλει την εργασία και την ξεκόβει από το πολιτισμό. Η ελευθερία όμως δεν είναι φτιαγμένη κατά βάση από προνόμια, είναι φτιαγμένη πάνω από όλα από καθήκοντα. Και από τη στιγμή που όποιος από εμάς προσπαθεί να εξασφαλίσει πως τα καθήκοντα της ελευθερίας υπερισχύουν των προνομίων της , από εκείνη τη στιγμή, η ελευθερία ενώνει εργασία και κουλτούρα και θέτει σε κίνηση τη μόνη δύναμη υπηρετεί αποτελεσματικά την δικαιοσύνη. Η αρχή της δράσης μας, το μυστικό της αντίστασης μας, μπορεί έτσι να εκφραστεί απλά: ότι ταπεινώνει την εργασία, ταπεινώνει τη διανόηση, και το αντίστροφο. Και ο επαναστατικός αγώνας, ο πανάρχαιος μόχθος για ελευθερία ορίζεται πρώτα από όλα ως διπλή και αέναη απόρριψη της ταπείνωσης.

Για να πούμε την αλήθεια, δεν έχουμε ξεφύγει ακόμη από αυτή τη ταπείνωση, ο τροχός όμως γυρίζει, η ιστορία αλλάζει, πλησιάζει μια εποχή, είμαι βέβαιος, που δεν θα είμαστε πλέον μόνοι. Για εμένα, η συνάντηση μας σήμερα είναι ήδη σημάδι. Το γεγονός πως συνδικαλιστές συναντιόνται και ενώνονται γύρω από τις ελευθερίες μας για να τις υπερασπιστούν, ναι, αυτό πράγματι άξιζε να τρέξουν όλοι από όλες τις διευθύνσεις για να δείξουν την ενότητα και την ελπίδα τους. Ο δρόμος προς τα εμπρός είναι μακρύς. Όμως αν δεν έρθει ο πόλεμος να τα μπλέξει όλα σε μια απαίσια ασάφεια, θα έχουμε χρόνο να δώσουμε κάποιο σχήμα στη δικαιοσύνη και στην ελευθερία που χρειαζόμαστε. Για αυτό όμως, πρέπει από εδώ και μπρος να αρνηθούμε κατηγορηματικά, δίχως οργή αλλά ανυποχώρητα, τα ψέματα με τα οποία μας αναγκάζουν να τρεφόμαστε. Όχι, δεν χτίζουμε ελευθερία σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ούτε πάνω στους υποταγμένους ανθρώπους των αποικιών, ούτε πάνω στην ανέχεια της εργατικής τάξης! Όχι, τα περιστέρια της ειρήνης δεν κουρνιάζουν σε αγχόνες, όχι, οι δυνάμεις της ειρήνης δεν μπορούν να μπλέξουν τα παιδιά των θυμάτων με τους δήμιους της Μαδρίτης και αλλού! Για αυτό, τουλάχιστον από εδώ και εμπρός θα είμαστε σίγουροι, όπως θα είμαστε σίγουροι πως η ελευθερία δεν είναι δώρο που παίρνουμε από το Κράτος ή κάποιο ηγέτη, αλλά ένα αγαθό που κατακτάμε κάθε μέρα, με τη προσπάθεια του καθένα και την ενότητα όλων.

πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com