Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 10 Νοέ 2020
Μαρτίνος Λούθηρος
Κλίκ για μεγέθυνση
Ο Μαρτίνος Λούθηρος (10 Νοεμβρίου 1483 – 18 Φεβρουαρίου 1546) ήταν Γερμανός μοναχός, ιερέας, καθηγητής, θεολόγος, ηγέτης της εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης του 16ου αιώνα στη Γερμανία, και θεμελιωτής των χριστιανικών δογμάτων και πρακτικών του Προτεσταντισμού.
 
Γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1483 στο Αϊσλέμπεν της Σαξονίας από φτωχή οικογένεια. Μετά τη γέννηση του, οι γονείς του εγκαταστάθηκαν στην πόλη Μάνσφελντ, όπου ο πατέρας του εργαζόταν στα εκεί μεταλλεία. Ο Λούθηρος ανατράφηκε μέσα σε ένα ευσεβές και αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον. Η ίδια αυστηρότητα επικρατούσε και στο λατινικό σχολείο, στο οποίο φοιτούσε. Τις βασικές του σπουδές τις έκανε στο Μαγδεβούργο και στο Άϊζεναχ, όπου μια πλούσια αστική οικογένεια, του Κουντς Κόττα, τον πήρε στο σπίτι της. Εκεί, βρήκε δασκάλους, οι οποίοι τον δίδαξαν ανώτερα λατινικά, φιλολογία και ρητορική, ενώ ταυτόχρονα δούλευε ως πλανόδιος τραγουδιστής. Το 1501, με την οικονομική συμπαράσταση μιας πλούσιας χήρας, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης και σπούδασε φιλοσοφία. Κατά επιθυμία του πατέρα του άρχισε, το Μάιο του 1505, να σπουδάζει νομικά. Αλλά δυο μήνες αργότερα, απαρνήθηκε τον κόσμο κι έγινε μοναχός στο μοναστήρι των Αυγουστίνων ερημιτών, στην Έρφουρτ. Στο μοναστήρι ο Λούθηρος παρακολούθησε θεολογικά μαθήματα και, το 1507, χειροτονήθηκε ιερέας. Κατόπι, συνέχισε τις θεολογικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης.
 
Το 1512, ονομάστηκε Διδάκτορας της φιλολογίας και ανέλαβε στο ίδιο πανεπιστήμιο την έδρα της Βιβλικής φιλολογίας. Το 1507, χειροτονήθηκε ιερέας σε μια μονή Αυγουστινιανών μοναχών και σπούδασε για δυο χρόνια Θεολογία στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης. Ένα χρόνο αργότερα, έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιτεμβέργης, από όπου το 1512 πήρε και το διδακτορικό του δίπλωμα στη Θεολογία. Μια επίσκεψή του στη Ρώμη τον ανάγκασε να αναθεωρήσει τις απόψεις του σχετικά με την Παπική εκκλησία, βλέποντας τη διαφθορά που επικρατούσε εκεί σχετικά με τα συγχωροχάρτια και την «ειδική» για ιερωμένους πορνεία.
 
Ύστερα από μελέτη της Προς Ρωμαίους Επιστολής, πείστηκε πως η σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου ήταν αποτέλεσμα μόνο της Θείας Χάρης και της πίστης, κι όχι των αγαθών ή μη έργων. Για το λόγο αυτό ήρθε σε σύγκρουση με το θεσμό του συγχωροχαρτιού, που έδινε τότε η Καθολική Εκκλησία και με τον τρόπο αυτό δινόταν άφεση των αμαρτιών.
 
Στις 31 Οκτωβρίου 1517, και ενώ είχε ήδη εκφράσει την αντίθεσή του σε κάθε σχέση με τις πρακτικές της Καθολικής Εκκλησίας στους φοιτητές του, θυροκόλλησε στην εξώπορτα του Μητροπολιτικού Ναού της Βιτεμβέργης τις 95 Θέσεις του, που αποτέλεσαν μια ανοιχτή πλέον επίθεση εναντίον του Παπισμού. Οι 95 Θέσεις, μεταφράστηκαν στα γερμανικά και διαδόθηκαν από τους φίλους του. Σύντομα ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία στην Αυγούστα, ενώπιον του επιτετραμμένου του Πάπα στη Γερμανία. Εκεί αρνήθηκε να ανακαλέσει και φυγαδεύτηκε νύχτα από φίλους του. Οι αντι-Θέσεις που κυκλοφόρησε ο Γιόχαν Τέτσελ δεν είχαν καμιά απήχηση, και μάλιστα οι φοιτητές τις έκαιγαν δημόσια. Με τα επόμενα έργα του ο Λούθηρος μεγάλωσε το χάσμα που τον χώριζε από την Καθολική Εκκλησία, ενώ βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες της βόρειας, κυρίως, Ευρώπης.
 
Το 1520, ο πάπας Λέων Ι΄ εξέδωσε τη βούλα Exsurge Domine, καταδικάζοντας ως αιρετικές 41 από τις 95 Θέσεις του Λούθηρου, τον οποίο κάλεσε να αποκηρύξει δημόσια τις Θέσεις του μέσα σε 60 μέρες, ενώ οι απανταχού πιστοί διατάχθηκαν να κάψουν όλα τα βιβλία του, ώστε να μην αφοριστούν, συλληφθούν, και τιμωρηθούν ως αμετανόητοι αιρετικοί. Αντιδρώντας στην είδηση, πως στα πανεπιστήμια του Παρισίου και της Κολωνίας κάηκαν τα βιβλία του, στις 10 Δεκεμβρίου ο Λούθηρος έκαψε δημόσια την παπική βούλα και απάντησε γράφοντας το βιβλίο Ενάντια στη Βλάσφημη Βούλα του Αντίχριστου. Στις 3 Ιανουαρίου 1521, ο Λέων Ι’ εκδίδει δεύτερη Βούλα, με την οποία ο Λούθηρος αφορίζεται.
 
Τελικά, ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία ενώπιον της Δίαιτας της Βορμς, τον Απρίλιο του 1521. Εκεί, αρνήθηκε να ανακαλέσει τις θέσεις του. Η απολογία του τελείωσε με τα εξής λόγια:
 
Εάν δε με πείσουν, με επιχειρήματα από την Αγία Γραφή ή με αδιάσειστη λογική, δεν μπορώ να αναιρέσω τις θέσεις μου, γιατί δεν πιστεύω στο αλάθητο του πάπα, ούτε στο αλάθητο των συνόδων, γιατί όλοι γνωρίζουν ότι πολλές φορές και οι πάπες και οι σύνοδοι έχουν σφάλει και έχουν πέσει σε αντιφάσεις. Εγώ έχω πειστεί από τα βιβλικά επιχειρήματα που έχω ήδη αναφέρει, και είμαι απόλυτα ενωμένος με το λόγο του Θεού. Δεν μπορώ και δε θέλω να ανακαλέσω τίποτα, γιατί δεν είναι ορθό, και αντίθετα είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα με τη φωνή της συνείδησής του. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν
Τελικά, ο Λούθηρος φυγαδεύτηκε με την βοήθεια του Εκλέκτορα της Σαξονίας, και μεταφέρθηκε στον Πύργο του Βάρτμπουργκ κοντά στο Άιζεναχ, όπου παρέμεινε ως Πρίγκιπας Γεώργιος. Εκεί έγραψε αρκετά κείμενα και μετέφρασε στα γερμανικά την Αγία Γραφή.
 
Πλέον, η διδασκαλία του Λούθηρου κηρύττεται από αρκετές Γερμανικές εκκλησίες. Πολλοί μοναχοί εγκαταλείπουν τις μονές τους προκειμένου να κηρύξουν τις αρχές της Μεταρρύθμισης, ενώ οι φοιτητές, αλλά και μεγάλος αριθμός Πανεπιστημιακών της Γερμανίας τάσσεται, σχεδόν στο σύνολό του, υπέρ της Μεταρρύθμισης.[3] Όμως, κάποιοι από τους μεταρρυθμιστές με ηγέτη τον Αντρέα Κάρλσταντ, ριζοσπαστικοποίησαν τις ιδέες του Λούθηρου, με αποτέλεσμα να σημειωθούν επεισόδια σε εκκλησίες. Ο Λούθηρος πληροφορήθηκε για τις εξελίξεις, και στις 6 Μαρτίου 1522 επέστρεψε στην Βιττεμβέργη όπου συντέλεσε στην εξομάλυνση της κατάστασης.
 
Τον Ιούνιο του 1524, ξέσπασε ο λεγόμενος Πόλεμος των Χωρικών, ο οποίος εξαπλώθηκε ταχύτατα από την νότια Γερμανία μέχρι την Θουριγγία[4] και είχε ως βασικά αιτήματα την κατάργηση της δουλοπαροικίας, την ελάφρυνση των φορολογικών μέτρων και γενικά την αποτίναξη της άρχουσας τάξης και της Παπικής εκκλησίας. Ο Λούθηρος στις 6 Μαΐου 1525 γράφει την Προτροπή προς Ειρήνευση, στην οποία υποστηρίζει την ειρηνική διευθέτηση, ενώ κατηγορεί την άρχουσα τάξη ως υπεύθυνη για την καταπίεση που ασκούσε στους χωρικούς, και συμβουλεύει τους τελευταίους να αποφύγουν τις εκδικητικές πράξεις. Όμως η βιαιότητα των εξεγερμένων, κάνει τον Λούθηρο να γράψει το τετρασέλιδο φυλλάδιο Κατά των ληστρικών και δολοφονικών ορδών των χωρικών, με την οποία ζητά από τους ευγενείς να καταστείλουν το κίνημα των χωρικών. Οι βιαιοπραγίες τελειώνουν το Μάιο του 1525, με την καταστολή και την εκτέλεση των ηγετών του κινήματος.
 
Στις 13 Ιουνίου 1525, ο Λούθηρος παντρεύεται την πρώην μοναχή Καταρίνα φον Μπόρα, με την οποία αποκτά έξι παιδιά.
 
Στις 20 Ιουνίου 1530, ο Κάρολος Ε’ συγκαλεί νέα Δίαιτα στην Αυγούστα, ζητώντας να κατατεθούν Ομολογίες Πίστεως από τους Καθολικούς και τους εκπροσώπους της Μεταρρύθμισης. Ο Λούθηρος δεν συμμετέχει λόγω της ισχύος της Εδίκτου της Βόρμς, αλλά στην Δίαιτα παραδίδεται η Ομολογία της Αυγούστας που είχε γραφτεί από αυτόν. Η Μεταρρύθμιση καταδικάζεται για ακόμα μία φορά, με αποτέλεσμα οι πρίγκιπες και οι εκπρόσωποι των ελεύθερων πόλεων που ανήκαν στις γραμμές της Μεταρρύθμισης, να συγκροτήσουν την Ένωση του Σμαλκάλντεν.
 
Ο Λούθηρος πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου του 1546 στην πατρίδα του, το Άισλεμπεν. Εννιά χρόνια αργότερα δόθηκε σχετική ελευθερία για την άσκηση της Αναμορφωμένης πίστης.
 
Στη Σχολαστική θεολογία η Σωτηρία γίνεται αντιληπτή σύμφωνα με την Αυγουστίνεια αντίληψη: η περί προπατορικού αμαρτήματος διδασκαλία του βασίζεται στην έννοια της κληρονομικής ενοχής για το αμάρτημα του Αδάμ. Η massa damnata της πεσμένης ανθρωπότητας αποτελεί το αντικείμενο της θείας οργής γιατί είναι ένοχη. Μπορεί να δικαιωθεί με τη χάρη που αρχικά συγχωρεί και αποκαθιστά τη θέα της θείας ουσίας από την ανθρώπινη ψυχή. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο μεταθανάτια. Σε συνδυασμό με τη διδασκαλία του Άνσελμου Καντερβουρίας για τη Θεία ικανοποίηση που γνώριζε ευρεία διάδοση, η λυτρωτική θυσία του Χριστού ερμηνεύτηκε με τρόπο διαφορετικό: μέσα από αυτήν είμαστε όλοι δικαιωμένοι μπροστά στο Θεό. Οι καρποί της θυσίας απονέμονται μέσα από τη χάρη, η οποία πρώτα μας δικαιώνει κι έπειτα δημιουργεί μια κατάσταση μέσα μας ώστε οι πράξεις μας να αποκτούν χαρακτήρα αξιών. Η Εκκλησία ως η μόνη διαθέτουσα τη δωρεά της χάρης μέσα στον κόσμο έχει την ισχύ να απονέμει τον χαρακτήρα αξιών στις πράξεις αυτές. έτσι προκύπτουν οι εξουσίες της αναφορικά με την τέλεση των μυστηρίων και την άφεση των αμαρτιών.
 
Για τον Λούθηρο έχει σημασία η σωτηρία πρώτιστα sola Fide και sola gratia χωρίς οτιδήποτε άλλο παρά μόνο την άμεση εξουσία της αγάπης του Θεού και της ανθρώπινης πίστης που δέχεται τη χάρη του, χωρίς οποιαδήποτε αξιέπαινα έργα, χωρίς όλες εκείνες τις μαγικές πράξεις που συχνά αγοράζονταν με χρήμα που υποτίθεται ότι εξασφάλιζαν τη χάρη,με τρόπο αυτόματο και ατομικό.
 
Η διδασκαλία του και ειδικότερα η μετάφραση της Αγία Γραφής στη Γερμανική, τόνωσε το πατριωτικό αίσθημα των Γερμανών, που ήθελαν να κόψουν κάθε εξάρτηση με την Εκκλησία της Ρώμης και τους συχνούς φόρους της, και πιστεύεται ότι σ’ αυτό οφείλεται, κατά ένα μέρος, η τεράστια ανάπτυξη της Λουθηρανικής Εκκλησίας στη Γερμανία. Δημοσίευσε πολλά έργα θεολογικού περιεχόμενου και μετέφρασε στα Γερμανικά την Αγία Γραφή, συμβάλλοντας στην περαιτέρω ανάπτυξη της γερμανικής γλώσσας και της τέχνης της μετάφρασης. Επίσης ο Λούθηρος συνέθεσε διάφορους χριστιανικούς ύμνους με πιο γνωστό τον ύμνο Θεός το Φρούριον ημών.

Βιβλιογραφία

  • Κώστας Δεληκωσταντής, «Διπλή ηθική: Η διαλεκτική της ελευθερίας στο Λούθηρο», Σύναξη, τ/χ.51 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1994), σελ.41-58
  • Συλλογικό: Λούθηρος. Η Διαμαρτυρία που έγινε Εκκλησία, Ε Ιστορικά, Ελευθεροτυπία, 20 Ιουλίου 2000
  • Hanz Schwartz, «Θεμελιώδεις αρχές της περί θεού διδασκαλίας του Λουθήρου», Θεολογία, τομ.82, τ/χ.3 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2011), σελ. 169-182
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου