Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ το 1840
Τον Ιανουάριο του 1833 μετακομίζει στο Βίρτζμπουργκ και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της χορωδίας και του θεάτρου της πόλης. Στις 6 Ιανουαρίου 1834 ολοκληρώνει την πρώτη του όπερα με τίτλο Οι Νεράιδες, βασισμένο σ’ ένα παραμύθι του βενετσιάνου Κάρλο Γκότσι (1720-1806), αλλά θα πρέπει να περιμένει 55 χρόνια ακόμα για να δει την πρεμιέρα του έργου του αυτού. Στις 10 Ιουνίου δημοσιεύει το πρώτο του άρθρο με τίτλο Η Γερμανική Όπερα. Στα μέσα Ιουλίου πηγαίνει στο Μαγδεμβούργο για να αναλάβει τη διεύθυνση του τοπικού λυρικού θιάσου. Εκεί θα γράψει την όπερα Απαγορευμένη Αγάπη, βασισμένη στο σεξπιρικό Με το ίδιο μέτρο (1835-1836), της οποίας το ανέβασμα θα σημειώσει παταγώδη αποτυχία, εξαιτίας της ανεπάρκειας των ερμηνευτών της.
Στο Μαγδεμβούργο θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί σφοδρά την κατά τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του ηθοποιό, Μίνα Πλάνερ (1809-1866), την οποία θα νυμφευθεί στις 24 Νοεμβρίου 1836. Το 1837 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του θεάτρου του Κένιξμπεργκ, το οποίο γρήγορα θα χρεοκοπήσει. Ο Βάγκνερ δεν έχει εισοδήματα από άλλη πηγή και τα χρέη του γίνονται δυσβάστακτα, καθώς ξοδεύει ασυλλόγιστα. Η Μίνα εγκαταλείπει προσωρινά τη συζυγική εστία, έχοντας ερωτεύεται ένα πλούσιο έμπορο από τη Δρέσδη. Ο Βάγκνερ σπεύδει να τη συναντήσει και αυτή του ζητά διαζύγιο. Περί τα τέλη Ιουλίου του 1837, ο Βάγκνερ διαβάζει το μυθιστόρημα του Άγγλου συγγραφέα Έντουαρντ Μπάλγουερ - Λίτον Ριέντσι, εντυπωσιάζεται και αποφασίζει να το μεταφέρει στην όπερα.
Στις 21 Αυγούστου μετακομίζει στη Ρίγα, όπου βρίσκει την ηρεμία του. Οι δανειστές του δεν μπορεί να τον βρουν εκεί και επιπλέον αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Δημοτικού Θεάτρου της πόλης. Το 1838, έχοντας συμφιλιωθεί με τη γυναίκα του, αρχίζει τη σύνθεση της όπερας Ριέντσι, την οποία θα ολοκληρώσει στα τέλη του 1839. Εν τω μεταξύ, τον Μάρτιο του 1839 χάνει τη δουλειά του στη Ρίγα, αλλά δεν σκοπεύει να γυρίσει στη Γερμανία, όπου τον καταδιώκουν οι δανειστές του. Παίρνει το δρόμο για την Κοπεγχάγη, αλλά μετά από μια περιπετειώδη διαδρομή δια ξηράς και θαλάσσης θα βρεθεί αρχικά στο Λονδίνο και στη συνέχεια στο Παρίσι. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, η άμαξα που τους μετέφερε ανατράπηκε και η γυναίκα του τραυματίστηκε ελαφρά, ενώ το πλοίο με αρχικό προορισμό την Κοπεγχάγη έπεσε σε τρικυμία και παραλίγο να βυθισθεί. Από τις διηγήσεις των μελών του πληρώματος, ο Βάγκνερ θα εμπνευστεί την κατοπινή του όπερα Ο Ιπτάμενος Ολλανδός.
Κατά την τριετή παραμονή του στο Παρίσι δεν μπόρεσε να ανεβάσει κάποιο έργο του, παρά τις συστάσεις του γερμανικής καταγωγής συνθέτη Τζιάκομο Μέγερμπερ, που μεσουρανούσε εκείνη την περίοδο στο γαλλικό μουσικό στερέωμα. Τα οικονομικά του ζεύγους παρέμεναν σε άθλια κατάσταση και ο Βάγκνερ αναγκάστηκε να καταφύγει σε ενεχυροδανειστήριο της πόλης, καταθέτοντας όλα τα τιμαλφή του. Την ίδια περίοδο γράφει μία σειρά άρθρων για τον Μότσαρτ και τον Μπετόβεν. Σ’ ένα από αυτά ομολογεί: «Πιστεύω στο Θεό, στον Μότσαρτ και τον Μπετόβεν». Από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 1841 συνθέτει την όπερα Ο Ιπτάμενος Ολλανδός.
Στις αρχές του 1842 το ζεύγος Βάγκνερ εγκαταλείπει το Παρίσι και μετά από αρκετές περιπλανήσεις στα γερμανικά κρατίδια, εγκαθίσταται στη Δρέσδη, όπου επιβλέπει ανέβασμα του Ριέντσι, ενώ ξεκινά να γράφει το λιμπρέτο του Ταγχόιζερ. Η θριαμβευτική υποδοχή του Ριέντσι από κοινό και τύπο τον ανακουφίζει, τόσο συναισθηματικά, όσο και οικονομικά. Η καλλιτεχνική του διαδρομή είναι ανοδική και οι διακρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη. Το 1842 ονομάζεται αρχιμουσικός της Αυλής της Βαϊμάρης και το 1843 αρχιμουσικός του παρεκκλησίου της βασιλικής Αυλής της Σαξονίας. Στις 19 Οκτωβρίου 1845 δίνεται η πρεμιέρα του Ταγχόιζερ στη Δρέσδη, με διευθυντή τον ίδιο τον Βάγκνερ. Οι κριτικές δεν είναι οι καλύτερες δυνατές, αλλά δεν πτοείται. Απαντά με το λιμπρέτο της όπερας Λόενγκριν. Τα χρέη του βρίσκονται στο κόκκινο, καθώς η δανείστριά του Βιλελμίνε Σρέντερ - Ντεβρίντ (δραματική σοπράνο και πρωταγωνίστρια σε έργα του) εγείρει αγωγή εναντίον του Βάγκνερ, απαιτώντας το ποσό των 5.000 ταλίρων, που της οφείλει.
Το Φεβρουάριο του 1848 σοβαρά γεγονότα σημαδεύουν την πολιτική ιστορία της Ευρώπης. Πτώση της μοναρχίας στη Γαλλία, βίαιες συγκρούσεις στα γερμανικά κρατίδια. Στη Δρέσδη, ο λαός κατεβαίνει στους δρόμους και απαιτεί από τον μονάρχη της Σαξονίας, δικαιοσύνη, καλύτερους όρους ζωής, λιγότερους φόρους και ελευθερία του λόγου. Στις διαδηλώσεις παίρνει ενεργό μέρος και ο Βάγκνερ, που αδιαφορεί για τις τυχόν επιπτώσεις στην καριέρα του. Στα μέσα Αυγούστου ασχολείται με τη μελέτη της Γερμανικής Μυθολογίας και ιδιαίτερα με τον μύθο των Νιμπελούγκεν, που θα αποτελέσει το υλικό για το αριστούργημά του, την τετραλογία Το δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν.