Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 24 Σεπ 2023
Τα νέα ταλέντα της μικρής φόρμας
Κλίκ για μεγέθυνση
 



















46ο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Δράμας


24.09.23 11:57

 
Οι «Νησίδες» ταξίδεψαν στη Δράμα είδαν πολλές ταινίες και συνομίλησαν με τους βραβευμένους σκηνοθέτες Χρυσιάννα Παπαδάκη - Στέργιο Ντινόπουλο, Νεριτάν Ζιντζιρία, Δημήτρη Κεχρή και με τη Γιάννα Σαρρή, υπεύθυνη του ολοκαίνουργιου τμήματος Short Film Hub.

Με 182 ταινίες από 41 χώρες και με δύο καινούργια τμήματα, το Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Δράμας μεγαλώνει, εξελίσσεται, πρωτοπορεί. Στην ακριτική και όμορφη Δράμα η 46η διοργάνωση (4-10/9/23), με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Γιάννη Σακαρίδη και το εκλεκτό επιτελείο συνεργατών του, ήταν μια μεγάλη γιορτή των νέων κινηματογραφιστών και της 7ης τέχνης από την Ελλάδα και το εξωτερικό που επηρεάστηκε, σε επίπεδο ψυχολογίας και συζητήσεων, από τα τραγικά γεγονότα που τις ίδιες ημέρες χτύπησαν τη χώρα μας. Ανάσα και παρηγοριά, η κινηματογραφική τέχνη των νέων και ελπιδοφόρων δημιουργών που βρίσκονται στην αυγή της πορείας τους. Μάλιστα φέτος ήταν η χρονιά των σπουδαστικών ταινιών, καθώς το Εθνικό Σπουδαστικό Διαγωνιστικό έκλεψε τις εντυπώσεις με τις υψηλού επιπέδου μικρού μήκους κι ας γυρίστηκαν με μηδενικό προϋπολογισμό. Οι παρέες τελικά μεγαλούργησαν και έκαναν τη διαφορά.

festival dramas festival dramas

Κι ας μην έβγαλε το υπουργείο Πολιτισμού μια ανακοίνωση για να συγχαρεί τους βραβευμένους σκηνοθέτες/τριες από όλα τα τμήματα, μετά την απονομή (10/9), σε αντίθεση με την αυτονόητη συγχαρητήρια ανακοίνωση για τον Γιώργο Λάνθιμο που μία ημέρα νωρίτερα (9/9) είχε σηκώσει στη Βενετία τον Χρυσό Λέοντα, σκορπίζοντας τρελό ενθουσιασμό σε όσους παρακολουθούμε εξαρχής το έργο του ιδιοφυούς σκηνοθέτη. Η κυρία Μενδώνη έχει δηλώσει, πάντως, ότι αγαπάει τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, γεγονός που μας κάνει να αναρωτιόμαστε αν έχει δει Λάνθιμο ή σύγχρονες μικρού μήκους ταινίες. Από το μεγάλο φυτώριο της Δράμας και των ταινιών της μικρής φόρμας ίσως ξεπηδήσει το καινούργιο μεγάλο ταλέντο. Και τότε πολλοί θα σπεύσουν να υποκλιθούν.

Οι «Νησίδες» ταξίδεψαν στη Δράμα (εξάλλου η «Εφ.Συν.» είναι εκ των χορηγών επικοινωνίας), είδαν πολλές ταινίες και συνομίλησαν με ορισμένους από τους βραβευμένους σκηνοθέτες και μια σκηνοθέτρια αλλά και με τη Γιάννα Σαρρή, υπεύθυνη του ολοκαίνουργιου Short Film Hub.

«Αρκουδότρυπα»

tainia-arkoudotrypa

Σκηνοθεσία: Χρυσιάννα Παπαδάκη, Στέργιος Ντινόπουλος
■ ΧΡΥΣΟΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ, ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ, ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ

Η «Αρκουδότρυπα» σήκωσε τον Χρυσό Διόνυσο και η πρωταγωνίστριά της, Χαρά Κυριαζή, απέσπασε το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας, Είναι ανεξάρτητη παραγωγή. Εγινε από την κολεκτίβα «Πάμε Λίγο» σε σενάριο και σκηνοθεσία της Χρυσιάννας Παπαδάκη και του Στέργιου Ντινόπουλου.

stergios-ntinopoulos Στέργιος Ντινόπουλος
 

Ο οικονομικός προϋπολογισμός της ήταν μόλις 8.000 ευρώ (!), ποσόν που συγκεντρώθηκε με crowdfunding, την πρακτική χρηματοδότησης που φαίνεται ότι εξαπλώνεται, πλέον, και στη χώρα μας. Με φόντο την ελληνική επαρχία αφηγείται τον έρωτα ανάμεσα σε δύο νεαρές γυναίκες, κολλητές φίλες που ζουν πλάι πλάι. Πρόκειται για θέμα που δεν αγγίζουν εύκολα οι κινηματογραφιστές στις ελληνικές ταινίες, σε αντίθεση με τις σχέσεις ανάμεσα σε δύο άντρες. «Είναι μια σχέση που δεν βλέπουμε συχνά στον κινηματογράφο και αυτό δίνει μια βαρύτητα.

Ξεκινήσαμε γράφοντας μικρά δοκίμια με χαρακτήρες που μας ενδιέφεραν», λέει η Χρυσιάννα Παπαδάκη. «Προφανώς το θέμα μας είναι επηρεασμένο από βιώματα, από κόσμο που γνωρίζουμε. Είναι ένα μωσαϊκό διαφορετικών ανθρώπων που εν τέλει βρίσκουν τον χώρο τους σε κάποιον χαρακτήρα της ταινίας. Αυτός ο έρωτας βγήκε κάπως οργανικά ανάμεσα στα δύο κορίτσια. Μας ενδιέφερε ο έρωτας μέσα στη φιλία και πώς ξετυλίγεται. Δεν προέκυψε όμως ως επιλογή θέματος, αλλά ως μια ανάγκη να μιλήσουμε για τις σχέσεις ανάμεσα σε δύο γυναίκες και μάλιστα στην ελληνική επαρχία», συμπληρώνει ο Στέργιος Ντινόπουλος.

Οι δύο δημιουργοί επέστρεψαν από το εξωτερικό, όπου βρίσκονταν για σπουδές και δουλειές την εποχή της πανδημίας. Επειτα από μεγάλο διάστημα ξανασυναντήθηκαν στην Αθήνα και στην καραντίνα άρχισαν να συν-γράφουν προκειμένου να δημιουργήσουν τη δική τους κινηματογραφική ιστορία. Το 2023 ίδρυσαν την κολεκτίβα «Πάμε Λίγο» με στόχο την προώθηση εγχειρημάτων από νέους δημιουργούς με συλλογικό και αλληλέγγυο τρόπο. Αφού συγκέντρωσαν το μικρό ποσόν των 8.000 ευρώ, ξεκίνησαν γυρίσματα. «Μπορεί το ποσόν να είναι μικρό, αλλά υπήρξε μεγάλη υποστήριξη σε είδος. Από συναδέλφους, φίλους και την τοπική κοινωνία», λένε, ενώ στην ερώτηση πώς είναι να γυρίζεις μια ταινία όχι με μια εταιρεία παραγωγής αλλά μέσα σε μια κολεκτίβα αναφέρουν:

xrysianna-papadaki
 

«Υπάρχει μια πιο οριζόντια και πιο ευέλικτη προσέγγιση στους ρόλους ανάμεσα σε όσους συμμετέχουν, ενώ σε ένα κινηματογραφικό συνεργείο ακολουθείται αυστηρά η ιεραρχία και ο καθένας έχει μια συγκεκριμένη δουλειά. Προφανώς κάποια από αυτά τα στοιχεία τηρήθηκαν γιατί χρειάζονται στο γύρισμα, αλλά η δική μας προσέγγιση επιτρέπει μια ευρύτερη έννοια της δημιουργικότητας. Πολλοί από την ομάδα συνέβαλαν στον γενικότερο χαρακτήρα της ταινίας», λέει η Χρυσιάννα Παπαδάκη.

«Αποφασίσαμε, αντί να πάμε σε μια εταιρεία που θα αναλάβει την αποπεράτωση του έργου και θα έχει την ευθύνη, να κάνουμε μόνοι μας την παραγωγή με την παρέα και άλλων κινηματογραφιστών. Το εγχείρημα ξεκίνησε από εμάς τους δύο και ακολούθησαν η φωτογράφος μας Αρσινόη Πηλού και ο Θανάσης Μιχαλόπουλος, διευθυντής παραγωγής. Μπορεί να μην είχαμε τις υποδομές που σου εξασφαλίζει μια εταιρεία, αλλά μάθαμε να κάνουμε παραγωγή με συλλογικό τρόπο», συμπληρώνει ο Στέργιος Ντινόπουλος.

Η κινηματογράφηση έγινε στην Ελάτη Τρικάλων και ό,τι δεν μπορούσε να καλύψει το ποσόν των 8.000 ευρώ, δόθηκε σε είδος: «Μέναμε στο σπίτι της γιαγιάς του Στέργιου και μας στήριξαν φίλοι, η τοπική κοινωνία, οι άνθρωποι που μας παραχωρούσαν τα αγροτικά τους και μας μετέφεραν σε διαφορετικές τοποθεσίες. Μας βοήθησαν πάρα πολύ με πράγματα που δεν αντικατοπτρίζονται οικονομικά», εξηγούν.

Η ιστορία της «Αρκουδότρυπας» πρόκειται να συνεχιστεί στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία τους, για την οποία αυτή τη φορά θα αναζητήσουν χρηματοδότηση. «Αναγκαστικά, γιατί οι μεγάλου μήκους ταινίες έχουν άλλη κλίμακα. Ο στόχος μας είναι να μείνουμε όσο πιο ανεξάρτητοι μπορούμε στην παραγωγή, αλλά χρειάζονται μεγαλύτεροι πόροι και υποστήριξη».

«Φῶς ἐκ Φωτός»

tainia-fos ek fotos

Σκηνοθεσία: Νεριτάν Ζιντζιρία
■ ΒΡΑΒΕΙΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ, ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ

Η κινηματογραφική γλώσσα και η διαχείριση του φιλμικού χρόνου είναι ζητούμενα για τον Νεριτάν Ζιντζιρία, από τους πιο χαρισματικούς, ταλαντούχους σκηνοθέτες της νέας γενιάς. Το «Χαμομήλι» του (2012), η πρώτη μικρού μήκους ταινία του που τον σύστησε στο κοινό, σάρωσε τα βραβεία και τον έβαλε στο κινηματογραφικό επίκεντρο κάνοντας πολλούς να τον συγκρίνουν με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο και τον Αμπάς Κιαροστάμι, κι ας ήταν μόλις 23 ετών. Εκτοτε γύρισε άλλες τέσσερις μικρού μήκους και ετοιμάζει την πρώτη μεγάλου μήκους του.

Η καινούργια «Φως εκ Φωτός» (έκανε πρεμιέρα στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ του Ρότερνταμ), ένα 13λεπτο docufiction, είναι ένας ύμνος στην πνευματικότητα, τη μυσταγωγία, την αγιορείτικη κοινότητα, τη δύναμη της εικόνας, τον ουμανισμό.

Μια ταινία «βαθιά ποιητική και υπαρξιακή», σύμφωνα με το σκεπτικό της κριτικής επιτροπής που απένειμε το βραβείο Ντοκιμαντέρ. Πρόκειται για τη φιλμική αναζήτηση από ένα νέο κινηματογραφιστή της ιστορίας του αγιορείτη ιερομόναχου Προκόπιου, ο οποίος κατασκεύασε τη δική του φωτογραφική μηχανή περί το 1910 και μέχρι τον θάνατό του, το 1932, τράβηξε μεγάλο αριθμό φωτογραφιών.

«Είχα μπροστά μου το παράδειγμα ενός ανθρώπου ο οποίος έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας με γράμματα που έστελνε στην Κωνσταντινούπολη, όχι για να μείνει στην Ιστορία, όχι για να εκφραστεί καλλιτεχνικά, αλλά για να μη χαθούν το πρόσωπο του συνασκητή του και το όνομά του. Να μη νικήσει ο χρόνος τη μνήμη. Το βρήκα ασύλληπτο γιατί με βοήθησε να αποκτήσω άλλη διάσταση, να γίνω ένα με το χώμα, ένα με την κάμερα. Να υπάρχω και να μην υπάρχω. Δεν προτιμώ το είδος του ντοκιμαντέρ, αλλά μου αρέσει να εφευρίσκω τρόπους όπου παντρεύεται το ντοκουμέντο με το φιξιόν, όπως έκανε αριστοτεχνικά ο Κιαροστάμι στο “Close-up”», λέει ο Ζιντζιρία, που γεννήθηκε στην Αλβανία και μεγάλωσε στην Ελλάδα.

Η διαδικασία δημιουργίας της ταινίας κράτησε σχεδόν πέντε χρόνια και ξεκίνησε εντελώς απρόσμενα το 2017. «Βρέθηκα τυχαία στην κοινωνία του Αθω. Είχα πάρει ανάθεση από έναν σημαντικό αρχιτέκτονα προκειμένου να τραβήξω ορισμένες φωτογραφίες για ένα φιλμάκι επάνω στην αγιογραφία και την τυπολογία της μοναστηριακής αρχιτεκτονικής του Αγίου Ορους. Την τελευταία ημέρα με πλησίασε ένας πολύ γλυκός και ευγενικός μοναχός και μου ζήτησε να δει τι τραβάω.

Επαίνεσε τις φωτογραφίες μου και με ρώτησε αν ενδιαφέρομαι να δω κάποιες φωτογραφίες που είχε τραβήξει ένας μοναχός. Το μυαλό μου πήγε, κακώς βέβαια, σε κάποιες στερεοτυπικές τουριστικού τύπου φωτογραφίες. Βρισκόμασταν στον τελευταίο όροφο στη Σιμωνόπετρα, ένα εξαιρετικό κτίριο. Δεν έχω νιώσει έτσι ούτε για τον Παρθενώνα. Ακούγεται βαρύγδουπο, αλλά αυτό αισθάνθηκα. Τον ακολούθησα στο αρχείο της μονής.

Ενιωσα ότι αυτή η μικρή διαδρομή ήταν σαν ένα καινούργιο κεφάλαιο της ζωής μου. Μετρούσα το κάθε βήμα. Δεν μπορούσα να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου, αλλά το ένιωθα στο στομάχι μου. Πριν το καταλάβω είχε αρχίσει να μου δείχνει τις γυάλινες φωτογραφικές πλάκες. Ηταν κεραυνός. Αμέσως είπα ότι αυτές οι φωτογραφίες είναι μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς. Είναι δύσκολο να με κερδίσει κάτι. Λόγω της δουλειάς το μάτι έφτασε σε ένα σημείο να είναι πολύ απαιτητικό. Εχω τεράστιο θέμα με την υπερεκμετάλλευση της εικόνας. Εφυγα αλλά κουβάλησα μέσα μου την επίγευση».

Νεριτάν Ζιντζιρία

Επέστρεψε στο Αγιον Ορος, έμεινε για μεγάλο διάστημα στη Μονή της Σίμωνος Πέτρας, περιηγήθηκε σε μοναστήρια, κελιά, καλύβια, σκήτες. «Ηθελα να απορροφήσω όσα περισσότερα μπορώ. Αφησα την ασκητική ζωή να με διαπεράσει. Αυτό ήταν απόκοσμα υπέροχο. Είναι συγκινητικό ότι στο πίσω μέρος του Αθω υπάρχει η έρημος, ένας τρομερός τόπος υπό διερεύνηση. Εκεί ζουν οι ασκητές που περιμένουν τον θάνατο. Είναι κανάλι του χρόνου. Και αυτό ήταν στοίχημα για την ταινία, γιατί για τον σκηνοθέτη η διαχείριση του χρόνου είναι ζητούμενο. Μια ταινία σφραγίζεται από τον χρόνο και ο χρόνος είμαστε εμείς. Είναι τεράστιο στοίχημα για να μεγαλώσουμε, για να μην κάνουμε μια ταινία που απλά θα πάει σε φεστιβάλ».

Αποφάσισε να κάνει ταινία τον «θησαυρό» που του αποκαλύφθηκε, καθώς «κάθε ταινία πρέπει να αποτελεί μια πρόσκληση σε έναν καινούργιο κόσμο. Νιώθω ότι έχω την ανάγκη να προτείνω πράγματα που θα ήθελα να μου προτείνουν άλλοι κινηματογραφιστές.

Ακόμα κι αν αποτύχουν ή δεν ολοκληρωθούν με τον καλύτερο τρόπο. Μετά το πέρας της πενταετίας είσαι πλούσιος σε πληροφορία, σε συναίσθημα, αλλά δεν ξέρεις τι πραγματικά έχεις κάνει. Οταν τελείωσε η ταινία δεν ήμουν σίγουρος ότι θα τύχει αποδοχής. Τελικά έτυχε κι αυτό είναι συγκινητικό». Σε όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας ο Ζιντζιρία επαναλαμβάνει τον θαυμασμό για τη μοναστική ζωή, τους μοναχούς, αλλά και το βάρος της ευθύνης που αισθάνθηκε. «Είναι παράδειγμα ύπαρξης, παράδειγμα επαναπροσδιορισμού ποιος είσαι, πώς στέκεται ο ένας απέναντι στον άλλο. Ο σεβασμός απέναντι στον συνάνθρωπο είναι θεμελιακή αρχή, πόσο μάλλον τώρα που βρισκόμαστε υπό καθεστώς πλήρους σύγχυσης. Είναι σημαντικό να συνεχίσουν να υπάρχουν τα μοναστήρια. Θεωρώ ότι δεν τους έχουμε σεβαστεί στον βαθμό που τους αξίζει. Ηθελα με την ταινία μου όχι απλώς να είμαι τυπικά εντάξει, αλλά να δώσω κάτι πίσω. Γιατί με σεβάστηκαν, με βοήθησαν, μου έδωσαν μια νέα ταυτότητα».

«Αθήνα, αγάπη μου»

tainia-athina agapi mou

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Κεχρής
■ ΒΡΑΒΕΙΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ, ΕΘΝΙΚΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ

«Ο τίτλος “Αθήνα, αγάπη μου” είναι ευθεία παραπομπή στο “Χιροσίμα, αγάπη μου” (1959) του Αλέν Ρενέ και τούτο διότι το εν λόγω έργο αποτέλεσε για μένα, τόσο κατασκευαστικά όσο και πολιτικά, ένα υπόδειγμα ως προς τη διαχείριση της μνήμης, του συλλογικού τραύματος και της απουσίας ιχνών (στον δημόσιο χώρο) από μείζονος σημασίας πολιτικά γεγονότα», λέει ο Δημήτρης Κεχρής. Φωτογράφος, κινηματογραφιστής, επιμελητής εκθέσεων και υποψήφιος διδάκτωρ Ιστορίας και Θεωρίας του Κινηματογράφου στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, παρουσίασε στο φεστιβάλ την εξαιρετική ταινία του, η οποία διεισδύει στο σώμα της Αθήνας κι ανασύρει μνήμες και πρόσωπα, κοινωνικούς αγώνες και εξεγέρσεις που το κράτος προσπαθεί να εξαλείψει από τον χάρτη της σύγχρονης πολιτικής Ιστορίας της πρωτεύουσας.

«Ζω και περπατώ επί αρκετά χρόνια στο κέντρο της Αθήνας. Παρατηρώ την πόλη και φωτογραφίζω. Κάποια στιγμή άρχισα να επικεντρώνω την προσοχή μου σε μνημεία ή σε ίχνη που βρίσκονται στον δημόσιο χώρο και συνδέονται με κοινωνικούς αγώνες από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά. Ετσι, μου δημιουργήθηκε το ερώτημα ποιοι άνθρωποι και ποια γεγονότα μνημονεύονται ή δεν μνημονεύονται. Γρήγορα διαπίστωσα ότι υπάρχουν περιπτώσεις (όπως η μάχη του Δεκέμβρη του 1944 ή τα Ιουλιανά του 1965) που καθόρισαν σημαντικά τη σύγχρονη ιστορία της Αθήνας και της Ελλάδας, σχετικά με τις οποίες, όμως, τα αποτυπώματα στο σώμα της πόλης είναι ελάχιστα και συχνά περνούν απαρατήρητα, ενώ σίγουρα δεν αναδεικνύονται με κάποιον θεσμικό τρόπο εκ μέρους της Πολιτείας», μας λέει σχετικά με την αφετηρία της μικρού μήκους ταινίας του. «Αυτό το τελευταίο, μάλιστα, θεωρώ ότι συμβαίνει επειδή οι περιπτώσεις αυτές φέρουν ένα φορτίο που καθιστά εμφανείς τους κοινωνικοπολιτικούς ανταγωνισμούς και την ενδεχομενικότητα που χαρακτηρίζει την ιστορική κίνηση και άρα δεν μπορούν εύκολα να ενσωματωθούν σε στερεοτυπικά αφηγήματα που παρουσιάζουν με γραμμικό τρόπο την ελληνική ιστορία ως μια διαρκή προσπάθεια για δημοκρατία, όπως σημειώνει και στην ταινία ο θεωρητικός της αρχιτεκτονικής Σταύρος Σταυρίδης.

Δημήτρης Κεχρής

Αυτό το έλλειμμα ως προς την (ανα)παράσταση τέτοιων περιπτώσεων καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη μια απόπειρα κινηματογραφικής πραγμάτευσής τους με τις μεθόδους του παραδοσιακού ντοκιμαντέρ.

Ετσι, προκειμένου να χτίσω μια αντι-αφήγηση για ό,τι απουσιάζει, οδηγήθηκα, ως προς τη μορφή του έργου, στο ιδίωμα του φιλμικού δοκιμίου (essay-film) που έλκει την καταγωγή του από την “Αριστερή Οχθη” του γαλλικού κινηματογράφου (Αλέν Ρενέ, Ανιές Βαρντά, Κρις Μαρκέρ κ.ά.). Ως προς το περιεχόμενο, η καθοδηγητική ιδέα βρίσκεται στη σκέψη του Βάλτερ Μπένγιαμιν, ο οποίος δεν θεωρεί το παρελθόν τελεσίδικα συντελεσμένο, αλλά ενεργό πεδίο αναμέτρησης. Σε αυτό το πεδίο, αποπειράθηκα ως “σκαπανέας” να εξορύξω ορισμένα θραύσματα εναλλακτικών προοπτικών που “θάφτηκαν” και να τα συσχετίσω με το παρόν».

Η έρευνά του ξεκίνησε το 2013. Παράλληλα του παραχωρήθηκε αρχειακό υλικό από φορείς, ενώ οι συνεντεύξεις και το μεγαλύτερο μέρος της κινηματογράφησης πραγματοποιήθηκαν εντός 8μηνου, πέρυσι.

Μια απαραίτητη «γέφυρα» επικοινωνίας

Από αριστερά Γιάννα Σαρρή, Γιάννης Σακαρίδης, Αλεξία Θεοδωράκη, Βένια Βέργου και Σοφία Σταυριανίδου

Το φιλόδοξο Short Film Hub έχει στόχο «να δημιουργήσει έναν χώρο επικοινωνίας ανάμεσα στους νέους σκηνοθέτες και σε αναγνωρισμένους επαγγελματίες του κινηματογράφου, να τους προσφέρει ένα δίκτυο επαφών και χρηστικά εργαλεία για την προώθηση των ταινιών τους», εξηγεί η Γιάννα Σαρρή. «Οσες φορές είχα έρθει στο Φεστιβάλ Δράμας ως καλεσμένη, έβλεπα ότι υπήρχαν δύο κόσμοι. Ο κόσμος των νέων σκηνοθετών που έχει μια φανταστική ενέργεια και των έμπειρων επαγγελματιών, οι οποίοι όμως δεν συναντιούνταν. Το συζητήσαμε με τον Γιάννη Σακαρίδη και αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε το Short Film Hub στήνοντας μια γέφυρα επικοινωνίας ανάμεσα στους σκηνοθέτες, στους επαγγελματίες του σινεμά αλλά και σε εκπροσώπους φεστιβάλ από το εξωτερικό. Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη και στο διήμερο workshop με τη Νατάσα Κριστιάν, εξαιρετική επιμελήτρια φωτογραφίας από τη Βαρκελώνη, αλλά και στις συζητήσεις που διοργανώναμε. Οι ομιλητές-επαγγελματίες έδωσαν χρηστικές πληροφορίες, πρακτικά εργαλεία, όπως τι σημαίνει market, μουσικά δικαιώματα στον κινηματογράφο ή τα οφέλη από την Crew United Greece, την πλατφόρμα που πλέον ήρθε και στην Ελλάδα και απευθύνεται αποκλειστικά στους επαγγελματίες του κινηματογράφου», καταλήγει.
από:  https://www.efsyn.gr

 
Copyright © 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου