Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 11 Μάρ 2024
Ο δημιουργός που «έπαιζε» με τις selfies πριν εφευρεθούν
Κλίκ για μεγέθυνση
Λουκάς Σαμαράς (1936-2024)







 
«Εφυγε» στα 87 του ο Ελληνοαμερικανός εικαστικός που υπήρξε από τις ηγετικές φυσιογνωμίες της νεοϋορκέζικης αβανγκάρντ του ’60 και του ’70 ● «Πέθανε ο καλλιτέχνης που ήταν ο ίδιος ο καμβάς του» έγραψαν οι New York Times.

Ενας Σαμάνος της σύγχρονης τέχνης. Οσο χρειαζόταν ριζοσπαστικός και τολμηρός, όσο χρειαζόταν προβοκάτορας, όσο χρειαζόταν νάρκισσος, πάντα εκτός «σχολών», τάσεων και κυρίως εκτός συμβάσεων. Πρωτοπόρος των ψηφιακών τεχνών ή και «εφευρέτης» των εικαστικών αυτοπορτρέτων, των selfies κατά μία έννοια.

Ενα εικαστικό «κίνημα» από μόνος του, ως «πατέρας της αυτο-απεικόνισης» - όπως τον είχαν χαρακτηρίσει. Αφοσιωμένος σε ένα ατελείωτο παιχνίδι παραμορφωτικών αντανακλάσεων, εναλλαγής ρόλων και επανεπινόησης των ορίων ή της ίδιας της έννοιας της προσωπογραφίας και της αυτοπροσωπογραφίας με μέσο τη ζωγραφική και τη γλυπτική, αλλά πιο σταθερά κι αφοσιωμένα από τη στιγμή που ανακάλυψε τη φωτογραφία και τις installations.

Ο Λουκάς Σαμαράς. Που ξεκίνησε παιδί από την Καστοριά και μεγαλούργησε στη Νέα Υόρκη ως μέλος της αμερικανικής αβανγκάρντ από τη δεκαετία ’60, διατηρώντας την προφορά της ελληνικής του καταγωγής, όπως έλεγε γελώντας, και ταυτόχρονα υπονομεύοντας με κάθε ευκαιρία και με χαρακτηριστική συνέπεια στην καλλιτεχνική του αναζήτηση την έννοια της «καταγωγής». Και που πέθανε την Πέμπτη στα 87 του χρόνια, στο σπίτι του στο Μανχάταν, από επιπλοκές μετά από μια σοβαρή πτώση, όπως ανακοίνωσε η γκαλερί Pace, η οποία τον εκπροσωπούσε εδώ και 50 χρόνια έχοντας διοργανώσει κατά καιρούς 30 εκθέσεις έργων του.

«Πέθανε στα 87 του ο Λουκάς Σαμαράς, ο καλλιτέχνης που ήταν ο ίδιος ο καμβάς του» έγραψαν οι New York Times, επισημαίνοντας εξαρχής ότι ακόμα και με τα πρότυπα της ρηξικέλευθης νεοϋορκέζικης δεκαετίας του ’60, ο ίδιος ήταν ένας διαρκής εικαστικός «μπαλαντέρ» που ήδη από τότε εξηγούσε ότι βασικό εργαλείο της τέχνης του είναι ο εαυτός του «επειδή εξακολουθεί να είναι ανορθόδοξο να χρησιμοποιεί κανείς τον εαυτό του».

Και συνεχίζει το εκτενές αφιέρωμα της αμερικανικής εφημερίδας επισημαίνοντας: «Αναδυόμενος στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ανάμεσα σε μια γενιά καλλιτεχνών, όπως οι Claes Oldenburg, Allan Kaprow και Carolee Schneemann, που ώθησαν τον αμερικανικό κόσμο της τέχνης σε νέες τολμηρές κατευθύνσεις μετά την αυστηρότητα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, ο Σαμαράς ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση ακόμη και μέσα σε ένα ταλαντούχο πλήθος που ξεσήκωνε μεγάλο θόρυβο.

»Μουτζουρωμένα παστέλ που μοιάζουν με κινούμενα σχέδια συνυπήρχαν με ακατέργαστα γύψινα έργα και κουτιά με κοσμήματα στολισμένα περίτεχνα με μαλλί, γυαλί, καρφίτσες, μαχαίρια και μερικές φορές ταριχευμένα πουλιά - ανιμιστικά αντικείμενα που δεν έμοιαζαν με τίποτα άλλο κατασκευασμένο τη δεκαετία του 1960.

»Το 1964, σε ηλικία 28 ετών, αναδημιούργησε σχολαστικά το στούντιο του υπνοδωματίου του ως έργο τέχνης μέσα στην Green Gallery στο Μανχάταν. Ηταν “μια συγκλονιστική απεικόνιση του τόπου και της απώλειας με τη μορφή μιας νεκρής εννοιολογικής τέχνης”».

Σε μια σειρά «αυτοσυνεντεύξεων» που είχε κάνει στις αρχές της δεκαετίας του 1970, αναρωτήθηκε: «Γιατί ενδιαφέρεστε τόσο πολύ για τον εαυτό σας;». Και απάντησε: «Χρησιμοποιώντας τον εαυτό μου δεν χρειάζεται να περάσω από άλλα “εξωτερικά” είδη σχέσεων, όπως η εύρεση μοντέλων και η προσποίηση καλλιτεχνικής απόστασης...». Επιμένοντας αυτο-ερωτήθηκε: «Αυτό δεν το λες όμως ναρκισσισμό;». Κι απάντησε: «Πες το όπως θέλεις. Πάντως έτσι τελειώνω τις δουλειές μου».

Είχε γεννηθεί στις 14 Σεπτεμβρίου 1936 στην Καστοριά και μεγάλωσε μέσα στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου. Μάλιστα όταν ακόμα ήταν μωρό το σπίτι τους καταστράφηκε από πυρά που σκότωσαν και τη γιαγιά του. Ο πατέρας του, ο Δαμιανός Σαμαράς, ήταν γουναράς που κάποια στιγμή αποφάσισε να μεταναστεύσει στη Νέα Υόρκη. Ετσι ο μικρός Λουκάς δέθηκε πολύ με τη μητέρα του Τρυγώνα και με δύο θείες του μοδίστρες που του έδειξαν πώς να σχεδιάζει και να κόβει πατρόν. Τελικά το 1948 όλη η οικογένεια μετανάστευσε στις ΗΠΑ κι εγκαταστάθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ.

Το 1955 έγινε δεκτός με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο Rutgers - εστία της αμερικανικής πρωτοπορίας με καθηγητές όπως οι καλλιτέχνες Robert Watts, Geoffrey Hendricks κι αργότερα ο Roy Lichtenstein.

Μαζί με συμφοιτητές και φίλους, όπως οι Robert Whitman, George Brecht και George Segal, άρχισαν να συλλαμβάνουν και να εξερευνούν την εννοιολογική τέχνη, την Pop Art και ό,τι θα γινόταν γνωστό ως performance art, βασισμένοι στη φιλοσοφία της κατάργησης των τεχνητών φραγμών μεταξύ τέχνης και καθημερινής ζωής, αλλά και με έδρα την αυτοδιοικούμενη γκαλερί Reuben στο East Village στον επαναπροσδιορισμό του «Νταντά των αρχών του 20ού αιώνα».

Αυτό έκανε τον Σαμαρά να σπουδάσει και υποκριτική στην περίφημη σχολή της Stella Adler, συμμετέχοντας σε πρωτοποριακές καλλιτεχνικές παραστάσεις, αν και συνειδητοποίησε γρήγορα ότι οι δικές του καλλιτεχνικές φαντασιώσεις «ήταν πολύ περίτεχνες για να τις πραγματοποιήσει με άλλους ανθρώπους, και έτσι άρχισε να διοχετεύει τις παρορμήσεις του καταρχάς στη γλυπτική και τις εγκαταστάσεις». Συνέχισε πάντως τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, επιλέγοντας Ιστορία της Τέχνης υπό τον Meyer Schapiro. Το 1968 άρχισε να συμμετέχει σε ομαδικές εκθέσεις. Κι έναν χρόνο μετά συναντιέται με ό,τι θα διαμορφώσει το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα, ανακαλύπτοντας τις Polaroid και ξεκινώντας να αυτοφωτογραφίζεται, αλλά και να εξερευνά τις τεχνικές της φωτογραφίας παρεμβαίνοντας στο τελικό αποτέλεσμα.

Το 1973, ένας υπάλληλος της Polaroid Corporation δίνει στον Σαμαρά, όπως και σε άλλους καλλιτέχνες, το νέο μοντέλο της εταιρείας, το SX 70. Κι εκείνος πειραματιζόμενος τεχνικά δημιουργεί την ενότητα έργων «Φωτο-Μεταμορφώσεις» (Photo-Transformations, 1973-1976).

Τη δεκαετία του 1990 αξιοποιεί τη νέα τεχνολογία, παίρνει ψηφιακή κάμερα και ψηφιακή φωτογραφική μηχανή και ξεκινά την επεξεργασία φωτογραφιών με Photoshop, συνεχίζοντας να πρωτοπορεί σε νέους ανεξερεύνητους δρόμους. Πρώτα φωτογραφίζει τον εαυτό του, αργότερα στους δρόμους της πόλης κάθε είδους αντικείμενα ή σκουπίδια που του τραβούν το βλέμμα. Επεξεργάζεται αυτές τις φωτογραφίες ψηφιακά στην υπολογιστή, παρεμβαίνοντας στα χρώματα και ονομάζοντας αυτά τα έργα «Vertiginous» («Ιλιγγιώδη»).

Το 2009 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας με τα PARAXENA: τρεις σειρές φωτογραφικών έργων και βίντεο της περιόδου 2005-2009 τοποθετημένες δίπλα σε ένα μικρό γλυπτικό σύνολο έργων της δεκαετίας του ’60. Ανάμεσα στα βίντεο ήταν και αυτά που αποτύπωναν σε 24 οθόνες τις εκφράσεις και τα αισθήματα γνωστών ανθρώπων της τέχνης, διαφορετικών ηλικιών, καθώς παρακολουθούσαν τον Σαμαρά να γδύνεται.

«Τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής μου στις Ηνωμένες Πολιτείες ονειρευόμουν συνέχεια να επιστρέψω στην Ελλάδα. Επειτα, μια μέρα, τα όνειρα σταμάτησαν. Ωστόσο, η αίσθηση ότι ήμουν ξένος διατηρήθηκε...», είχε πει σε κάποια συνέντευξή του. Παρ’ όλα αυτά έχαιρε μέχρι τέλους της αναγνώρισης μιας ηγετικής φυσιογνωμίας της αμερικανικής αβανγκάρντ.
10.03.24 23:59
από:  https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου