Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 01 Μάρ 2021
Χιντέο Κομπαγιάσι
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Χιντέο Κομπαγιάσι
Kobayashi H.jpg
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
小林秀雄 (Ιαπωνικά)
Γέννηση 11  Απριλίου 1902[1][2][3]
Kanda-Sarugakuchō
Θάνατος 3  Ιανουαρίου 1983[1] ή 1  Μαρτίου 1983[4]
Keio University Hospital
Αιτία θανάτου ουραιμία
Συνθήκες θανάτου φυσικά αίτια
Τόπος ταφής Τοκέι τζι
Χώρα πολιτογράφησης Ιαπωνία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσες Ιαπωνικά[5]
Σπουδές Πανεπιστήμιο του Τόκιο
d:Q11563044
Hibiya High School
first higher school
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητα συγγραφέας
κριτικός λογοτεχνίας
φιλόσοφος
Εργοδότης Πανεπιστήμιο Μέιτζι
Sogensha
Οικογένεια
Σύντροφος Yasuko Hasegawa
Γονείς Kobayashi Toyozō
Αδέλφια Takamizawa Junko
Συγγενείς Kōji Nishimura (πρωτοξάδερφος) και Teiji Nishimura (πρωτοξάδερφος)
Αξιώματα και βραβεύσεις
Βραβεύσεις Τάξη του Πολιτισμού (1967)
Japanese Literature Grand Prix (1978)
Πρόσωπο Πολιτιστικής Αξίας (1963)
Japan Art Academy Prize (1951)
βραβείο Ιομιούρι (1953)
λογοτεχνικό βραβείο Νόμα (1958)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Χιντέο Κομπαγιάσι (小林 秀雄, 11 Απριλίου 19021 Μαρτίου 1983) ήταν Ιάπωνας συγγραφέας, που καθιέρωσε την κριτική της λογοτεχνίας ως ανεξάρτητο πεδίο μελετών στην Ιαπωνία.

Οικογένεια και νεανική ηλικία

Ο Κομπαγιάσι γεννήθηκε στη συνοικία Κάντα του Τόκιο. Ο πατέρας του ήταν αξιόλογος μηχανικός, που εισήγαγε την ευρωπαϊκή τεχνολογία κατεργασίας διαμαντιών στην Ιαπωνία και είχε επινοήσει μία βελόνα γραμμοφώνου με ρουμπίνι. Ο νεαρός Κομπαγιάσι σπούδασε γαλλική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, όπου είχε συμφοιτητές τους Χιντέμι Κον και Tatsuji Miyoshi. Συνάντησε τον Τσούγια Νακαχάρα τον Απρίλιο του 1925 και έγιναν φίλοι, αλλά τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Κομπαγιάσι άρχισε να συζεί με την πρώην ερωμένη τού Νακαχάρα, την ηθοποιό Γιασούκο Χασεγκάβα. Πήρε πτυχίο τον Μάρτιο του 1928 και μερικές ημέρες αργότερα μετακόμισε στην Οσάκα για λίγους μήνες, προτού εγκατασταθεί στη Νάρα, όπου έμενε στο σπίτι του πεζογράφου Ναόγια Σίγκα, από τον Μάιο του 1928. Η σχέση του με τη Γιασούκο Χασεγκάβα έληξε περίπου εκείνο τον καιρό. Τον Σεπτέμβριο του 1929 υπέβαλε ένα άρθρο σε έναν διαγωνισμό του λογοτεχνικού περιοδικού Καϊζό και κέρδισε τη δεύτερη θέση.

Κριτική της λογοτεχνίας

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο Κομπαγιάσι συνδέθηκε με τους μυθιστοριογράφους Γιασουνάρι Καβαμπάτα και Ριίτσι Γιοκομίτσου. Συνεργάσθηκε με το λογοτεχνικό περιοδικό Μπουνγκακουκάι, του οποίου έγινε τελικά συντάκτης, τον Ιανουάριο του 1935. Τότε ο Κομπαγιάσι αισθάνθηκε ότι η λογοτεχνία θα έπρεπε να συνδέεται με την κοινωνία, και οι συγγραφείς και κριτικοί να εξασκούν την κοινωνική τους ευθύνη. Τα κείμενά του στο περιοδικό κάλυπταν μία ευρεία περιοχή θεμάτων, από τη σύγχρονη και την κλασική λογοτεχνία μέχρι τη φιλοσοφία και τις τέχνες. Δημοσίευε σε συνέχειες τη βιογραφία του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. Την ίδια περίοδο δημοσίευσε και το Watakushi Shosetsu Ron, μια επίθεση κατά του λαϊκού ιαπωνικού λογοτεχνικού είδους σισοσέτσου, δηλαδή του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος. Παράλληλα, από τον Απρίλιο του 1932 εργαζόταν επίσης ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Μειτζί και προάχθηκε σε καθηγητή τον Ιούνιο του 1938.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, ο Κομπαγιάσι ήταν καθιερωμένος ως κριτικός της λογοτεχνίας. Η αποστροφή του προς τις αφηρημένες ιδέες και γενικά προς την εννοιολογική λογοτεχνία ήταν γνωστή, όπως και η προτίμησή του για τον αυθορμητισμό και τη διαίσθηση. Επεφύλασσε τους μεγαλύτερους επαίνους του για τα έργα των Καν Κικούτσι και Ναόγια Σίγκα, ενώ εξέφρασε τη χαμηλή του εκτίμηση για τον Ρυουνοσούκε Ακουταγκάβα επειδή τον εβρισκε υπερβολικά εγκεφαλικό.

Από το 1931 ο Κομπαγιάσι κατοικούσε στην Καμακούρα και αποτελούσε κεντρική μορφή στην τοπική λογοτεχνική δραστηριότητα.

Προπαγάνδα υπέρ του πολέμου

Ο Κομπαγιάσι επαίνεσε τα κείμενα του εθνικιστή Σουμέι Οκάβα. Τον Νοέμβριο του 1937, έγραψε ένα δοκίμιο με σκληρές λέξεις, το Senso ni tsuite («Επί του πολέμου»), που δημοσιεύθηκε στο περιοδιό Καϊζό. Σε αυτό το κείμενο επέκρινε τους συγγραφείς και διανοουμένους που συνέχιζαν να αντιτίθενται στον πόλεμο στην Κίνα, υπενθυμίζοντάς τους ότι το καθήκον τους ως υποκειμένων του Αυτοκράτορα προείχε σε σχέση με οτιδήποτε άλλο. Δεν είχε σχεδόν καμιά σημασία το αντικείμενο του πολέμου, όλη η ουσία ήταν ότι υπήρχε και ότι έπρεπε να ασχοληθούν. Ο Κομπαγιάσι έγραψε για τον πόλεμο σαν να ήταν μια ενέργεια της φύσης, όπως μια θύελλα, αδιαπέραστη από ηθικές συζητήσεις και πέρα από τον ανθρώπινο έλεγχο.

Ο Κομπαγιάσι πήγε στην Κίνα για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 1938, ως ειδικός ανταποκριτής του περιοδικού Μπουνγκεϊσουντζού και ως φιλοξενούμενος του Ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Στρατού. Αυτό ήταν το πρώτο από τα 6 «πολεμικά ταξίδια» του στην ηπειρωτική Ασία, κατά τα οποία επισκέφθηκε τις κατεχόμενες από την Ιαπωνία περιοχές της ανατολικής και της βόρειας Κίνας. Το 1940, μαζί με τον Καν Κικούτσι και 52 άλλους συγγραφείς (μεταξύ των οποίων οι Γιασουνάρι Καβαμπάτα και Ριίτσι Γιοκομίτσου), ο Κομπαγιάσι περιόδευσε στην Ιαπωνία, στην κατεχόμενη από την Ιαπωνία Κορέα και στο Μαντσουκούο.

Μεταπολεμική δράση

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο Κομπαγιάσι δέχθηκε επιθέσεις από την Αριστερά για τη συνεργασία του με τον στρατό, αλλά οι αρχές της αμερικανικής κατοχής ποτέ δεν διατύπωσαν κάποια κατηγορία εναντίον του, ούτε και αποκλείστηκε από τη δημόσια ζωή. Η φήμη του ως λαμπρού κριτικού της λογοτεχνίας ξεπρόβαλλε και πάλι μετά τον πόλεμο σχεδόν άθικτη. Απλώς παραιτήθηκε από τη διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο Μειτζί τον Αύγουστο του 1946. Μία ανθολογία των κειμένων του κέρδισε το Βραβείο της Ακαδημίας Τεχνών της Ιαπωνίας το 1951.

Μεταπολεμικά, ο Κομπαγιάσι ξεκίνησε μια επιχείρηση ως έμπορος παλαιών αντικειμένων, συγκεντρώνοντας μια σημαντική συλλογή ιαπωνικής τέχνης, ταξίδεψε στην Ευρώπη, συνέγραφε δοκίμια και έδινε διαλέξεις για μεγάλη ποικιλία θεμάτων. Μιλούσε στο ραδιόφωνο και συμμετείχε σε συζητήσεις με συγγραφείς, καλλιτέχνες και επιστήμονες. Τα βιβλία του Watashi no jinseikan («Η άποψή μου για τη ζωή») και Kangaeru hinto («Οδηγίες για τη σκέψη») έγιναν εκδοτικές επιτυχίες.

Το 1958 ο Κομπαγιάσι βραβεύθηκε με το Λογοτεχνικό Βραβείο Νόμα για το Kindai kaiga (= «Σύγχρονες ζωγραφιές»). Το 1959 έγινε μέλος της Ακαδημίας Τεχνών της Ιαπωνίας. Πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια σε ηλικία 81 ετών. Ο τάφος του είναι στον ναό Τοκέι-τζι στην Καμακούρα.

Βραβείο Κομπαγιάσι

Το Βραβείο Κομπαγιάσι Χιντέο θεσμοθετήθηκε το 2002 από τη Shinchō Bungei Shinkō Kai («Εταιρεία Σιντσό για την Προαγωγή της Λογοτεχνίας»). Απονέμεται ετησίως σε δοκιμιακό έργο δημοσιευμένο στην ιαπωνική γλώσσα, που «προσφέρει μια φρέσκια εικόνα του κόσμου με βάση την επίδειξη ελεύθερου πνεύματος και ευέλικτου πνεύματος». Ο νικητής λαμβάνει αναμνηστικό και χρηματικό ποσό 1 εκατομμυρίου γιεν.

Δείτε επίσης

Πηγές

  • Anderer, Paul (επιμ.): Literature of the Lost Home: Kobayashi Hideo Literary Criticism, 1924-1939, Stanford University Press (1995), ISBN 0-8047-4115-8
  • Dorsey, James: Critical Aesthetics: Kobayashi Hideo, Modernity, and Wartime Japan, Harvard Asia Center/Harvard UP, 2009, ISBN 0-674-03284-5
  • Takamizawa, Junko: My Brother Hideo Kobayashi, University of Hawaii Press, 2001, ISBN 1-876957-00-X
  Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Hideo Kobayashi της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 3.0. (ιστορικό/συντάκτες).
  1.  
Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) BnF authorities. data.bnf.fr/ark:/12148/cb13493165q. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου