«Δεν γεννιόμαστε ίσοι, ίσοι γινόμαστε μόνο ως μέλη μιας ομάδας λόγω της απόφασής μας να εγγυηθούμε ο ένας στον άλλο ίσα δικαιώματα.»
Hannah Arendt, “Es gibt nur ein einziges Menschenrecht“,Die Wandlung, 1949
Δεν είχε περάσει ένας χρόνος από την δημοσίευση της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948), όταν η Χάνα Άρεντ δημοσίευε το δοκίμιο «Υπάρχει μόνο ένα ανθρώπινο δικαίωμα», για να καταλήξει στη σκέψη ότι «υπάρχει ένα δικαίωμα που δεν πηγάζει από το έθνος και απαιτεί μια εγγύηση διαφορετική από την εθνική, δηλαδή το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να είναι μέλος μιας πολιτικής κοινότητας» (1949: 766). Ως εκ τούτου, οι ανισότητες που βασίζονται στο φύλο, την οικονομική κατάσταση, την εθνικότητα, τη θρησκεία, ακόμη και την πολιτική καταπίεση θα πρέπει όχι απλώς να αμβλυνθούν αλλά να λυθούν. Ωστόσο, η ιδέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι εφεύρεση του 20ού αιώνα. Ούτε του Διαφωτισμού. Αν θέλουμε να αναζητήσουμε τις ρίζες των ανθρώπινων δικαιωμάτων, θα πρέπει να επιστρέψουμε στον 3ο π.Χ. αιώνα, σε μια ιδανική «Πολιτεία». Όχι, στην Πολιτεία του Πλάτωνα, ένα έργο αναφοράς έως σήμερα, αλλά στην Πολιτεία του Ζήνωνα, την οποία μεταφέρει συνοπτικά ο Πλούταρχος:
«Και πράγματι, η θαυμαστή Πολιτεία του ιδρυτή της Στωικής Σχολής Ζήνωνα μπορεί να συνοψιστεί σ’ αυτό το κύριο σημείο: να μην κατοικούμε χωρισμένοι σε πόλεις ούτε σε δήμους με ιδιαίτερους ο καθένας νόμους, αλλά να θεωρούμε όλους τους ανθρώπους συνδημότες και συμπολίτες (πάντας ἀνθρώπους ἡγώμεθα δημότας καὶ πολίτας) και η ζωή να είναι κοινή όπως και ο κόσμος, σαν να είναι μια αγέλη που βόσκει μαζί και τρέφεται μαζί από έναν κοινό νόμο. Αυτό το έγραψε ο Ζήνων σαν όνειρο ή είδωλο μιας ευνομούμενης πολιτείας του φιλοσόφου. Αλλά ήταν ο Αλέξανδρος εκείνος ο οποίος πραγματοποίησε αυτή τη θεωρία».
Πλούταρχος, Περὶ Ἀλεξάνδρου τύχης καὶ ἀρετῆς, 6, 329 A-D
Ο Αλέξανδρος βέβαια δεν θα μπορούσα να έχει ακολουθήσει τη Στωική φιλοσοφία, καθώς η ίδρυσή της έπεται του θανάτου του Μακεδόνα στρατηλάτη. Ο αναχρονισμός του Πλούταρχου μικρή σημασία έχει, καθώς σκοπό έχει να συνδέσει τη Στωική φιλοσοφία (που έπεται) και όχι την Αριστοτελική (από την οποία έλαβε τη μόρφωσή του) με το έργο του Αλέξανδρου. Είναι αλήθεια ότι κατά την ελληνιστική περίοδο το αίτημα για ειρήνη ήταν αδύνατο να επιτευχθεί, αποδεικνύοντας πως η εθνική καταγωγή δεν μπορεί να αποτελέσει ασφαλές κριτήριο συγκρότησης μιας πολιτείας. Ο κύκλος πρέπει να είναι ευρύτερος της κοινής καταγωγής των πολιτών. Τα σύνορα των αυτοκρατοριών (που ορίζονται από τις φιλοδοξίες των εκάστοτε ηγετών) μεγεθύνονται και οι λαοί αναμειγνύονται και οφείλουν να συνυπάρξουν αρμονικά καθώς «ο κόσμος μεγαλώνει». Οι φαινομενικές (περιβαλλοντικές-πολιτισμικές) διαφορές πρέπει να παύσουν να αποτελούν τη βάση της διάκρισης των πολιτών. Η φύση είναι το υπόδειγμα (κατά φύσιν ζην).