Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 09 Δεκ 2011

 

Ένα απόσπασμα από το διήγημα “Παιδικές αναμνήσεις”

Τον συναντούσα σχεδόν πάντοτε καθισμένο σε μια καρέκλα κάτω από ένα μικρό δέντρο της αυλής του σπιτιού του. Ήταν ήρεμος παρ’ όλο που τα τελευταία χρόνια είχε δεχτεί απανωτά χτυπήματα στην υγεία του. Κουβέντιαζε μαζί μου με ένα τρόπο σαν να μην είχε συμβεί τίποτε το σοβαρό, ή ακόμα λες και όσα συνέβαιναν σ’ αυτόν ήταν κάτι που το γνώριζε από πριν και επομένως δεν υπήρχε λόγος να στενοχωριέται ή και να παραπονείται. Έτσι ήταν πάντα από παιδί ο Στέλιος. Στο πρόσωπό του διαγραφόταν ένα αχνό αδιόρατο θλιμμένο χαμόγελο ίσως από την απουσία της μάνας που έφυγε τόσο νωρίς από κοντά του. Στο σχολείο, στην τάξη, πάντα αγαπητός και πρωταγωνιστής χωρίς να το παίζει ποτέ αρχηγός. Στα μαθήματα αθόρυβα άριστος, και ας του κλέψαμε μερικοί από μας την πρώτη θέση στις μικρές τάξεις του Δημοτικού, κάτι που φοβάμαι την πήραμε και λίγο λόγω ονόματος και οικογενειακών προνομίων.

Σαν όμως λείψαμε για το Γυμνάσιο και ο Στέλιος δεν μπόρεσε ν’ ακολουθήσει προφανώς παρά την θέλησή του, ανταμείφθηκε δείχνοντας την αξία του με το να πάρει το βραβείο του καλύτερου μαθητή στο Σχολείο του χωριού μας....

Τον αγαπούσα τον Στέλιο και παρ’ όλο που τον συναγωνιζόμουνα σκληρά κατά βάθος παραδεχόμουνα πως σε πολλά με ξεπερνούσε. Στο τρέξιμο, στην μπάλα στο ψάρεμα, μα και στην δύναμη και ας μην την χρησιμοποίησε ποτέ για να καυγαδίσει, ή να κάνει τον παλικαρά! Σκληρό παιδί μα ψυχή μάλαμα και κάθε άλλο αμέτοχο σε αθώες αταξίες που δεν κατόρθωσε ποτέ να τις αποτρέψει το άγριο και απάνθρωπο ξύλο κάποιου συγγενή του, γιατί ο Στέλιος δεν χαμπάριαζε και δεν κώλωνε ποτέ να κάνει εκείνο που του έλεγε ο νους του, το “ξερό “του όπως του λέγαμε γελώντας. Αργότερα όταν ήρθαν τα χτυπήματα που φέρνει ο πανδαμάτορας χρόνος και ο Στέλιος τα ξεπερνούσε ένα-ένα, εμείς οι τυχεροί που δεν μας ακούμπησε ακόμα (έως πότε όμως), τον θαυμάζαμε και φοβόμαστε μήπως και δεν αντέξουμε όταν θα έρθει κείνη η ώρα και για εμάς. Το πόσο στωικός ήταν ο φίλος μου και πόσο αταλάντευτα δεν έκανε ποτέ πίσω ούτε για το πιο μικρό πράγμα που επιθυμούσε, ήταν αυτό το κωμικοτραγικό που μας διηγιόταν ένα βράδυ, στο καφενείο του χωριού.

«Ήμουνα για κάποια δουλειά στο Αίγιο», μας έλεγε γελώντας... «και περνώντας από τα ψαράδικα βλέπω έναν γαύρο ζωντανό. Δεν τον παίρνω σκέφτηκα να τον φάμε τηγανητό το μεσημέρι με την Γιωργία; Πήρα ένα κιλό μα καθώς πήγαινα αισθάνθηκα πως κάτι δεν πήγαινε καλά στο στήθος μου. Πήγα σε μια κλινική που εργαζόταν μια συγγενής μας. Μου έκαναν καρδιογράφημα και τους είδα όλους να γουρλώνουν τα μάτια τους και να τους πετάγονται μια πιθαμή έξω λέγοντας:

«Εμφραγμα!!!...περνάς έμφραγμα... ξάπλωσε γρήγορα μην κουνιέσαι, Θα παραμείνεις μέσα. Εμένα όμως δεν μου πήγαινε ν’ αφήσω το γαύρο να πάει χαμένος. Εντάξει τους είπα, αφήστε με όμως να πάω το γαύρο στο σπίτι πρώτα και θα έρθω το απόγευμα!!!..»

Αυτός ήταν ο Στέλιος!! ..μα δεν θυμάμαι αν τον άφησαν να πάει τα ψάρια σπίτι...

Πήρα το μήνυμα πως έφυγε μια Κυριακή πολύ πρωί από τον γιο του, ενώ βρισκόμουνα πολύ μακριά. Παρ’ όλο που πάντα το φοβόμουνα, ένιωσα ένα βαθύ πόνο στο στήθος. Έχασα ένα φίλο που δεν αντάλλαξα ποτέ ογδόντα τόσα χρόνια, ούτε μια σκληρή κουβέντα. Μέρες μετά πέρασα από τον δρόμο του σπιτιού του. Η καρέκλα στην αυλή ήταν ακόμα εκεί άδεια κάτω από το δέντρο. Πόνεσα ξανά και γύρισα αλλού το πρόσωπό μου, μα για μια στιγμή ένιωσα ν’ ακούω τη φωνή του. Κοίταξα πάλι και νόμισα πως τον είδα να κάθεται στο αγαπημένο του μέρος και να μου φωνάζει:

«Μην φοβάσαι παλιόφιλε δεν είναι τίποτα μια τελευταία ανάσα μόνο....» Δεν φοβάμαι Στέλιο, δεν φοβάμαι όταν θα έρθω να σε βρω!!!

 

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου