Loading...

Κατηγορίες

Τετάρτη 11 Σεπ 2013
 Επίκεντρο του πρόσφατου  “πολιτισµικού σεισµού” η Αρχαία Ελίκη
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Ο Πρύτανης Γεώργιος Παναγιωτάκης στηλιτεύει την αλαζονεία υψηλόβαθμων στελεχών του ΥΠΠΟΑ

 

Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών Γεώργιος Παναγιωτάκης απαντά για τις ανασκαφές στην Αρχαία Ελίκη αναφορικά με άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 8.8.2013, «Στοπ στις έρευνες για την Αρχαία Ελίκη» και σχετικά με τις δηλώσεις της Γ. Διευθύντριας Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ κ. Μ. Βλαζάκη:

“Ως προς το πρώτο σκέλος της αναληθέστατης δήλωσης της κας Γ. Διευθύντριας Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ περί μη νομιμοποίησης του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου μας να διεξάγει ανασκαφές, υπενθυμίζουμε στη Γ. Διευθύντρια -που γνωρίζει αλλά σκόπιμα παραλείπει- ότι το Τμήμα Γεωλογίας διεξάγει τις ανασκαφές στην Αρχαία Ελίκη ανελλιπώς από το 2000 κ.ε. ως έρευνα συνεργασίας αρχικά με τη Στ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων Πάτρας (2000-2002) και ακολούθως και μέχρι σήμερα με τον επίτιμο Εφορο Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ δρα Γ. Παπαθανασόπουλο, όπως ορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις.

Ως προς το δεύτερο σημείο της δήλωσης, η ατυχέστατη απόπειρα δικαιολόγησης της ανιστόρητης απαίτησης κατάχωσης των αρχαίων με τη φράση “να καταχωθούν οι διερευνητικές τομές προκειμένου να προστατευθούν”, πιστεύει άραγε η κα Γ. Διευθύντρια ότι τα ιδιαιτέρως σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα της Γεωμετρικής και Κλασικής περιόδου της Ελίκης, που ανακαλύφθηκαν από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Πατρών μόλις το 2012, θα πρέπει να ταφούν εκ νέου, χωρίς καν να ολοκληρωθεί η πλήρης διερεύνηση και ανασκαφή τους; Ασφαλώς, αν είχε ενδιαφερθεί και είχε επισκεφθεί το χώρο των ανασκαφών, θα γνώριζε περισσότερα, όπως εξάλλου και τα λοιπά μέλη του ΚΑΣ, τη γνωμοδότηση των οποίων επικαλείται. Οσο για τα κτηριακά κατάλοιπα “στη θέση Μουριές Βαλιμιτίκων”, στα οποία αναφέρεται χωρίς επίσης να τα γνωρίζει, το Πανεπιστήμιο Πατρών διά της Τεχνικής Υπηρεσίας έχει ήδη αναλάβει τη μελέτη προστασίας και ανάδειξής τους, ενώ με τη φροντίδα και την καθοδήγηση της Διευθύντριας της έρευνας Καθ. Αρχαιολογίας Ντόρας Κατσωνοπούλου, οι συντηρητές του προγράμματος έχουν ήδη προβεί στη στερέωση, για την προστασία τους, όλων των ευαίσθητων κατασκευών που έχουν ανακαλυφθεί στο συγκεκριμένο κτηριακό συγκρότημα.

Την άποψη, τέλος, της κας Γ. Διευθύντριας ότι ένα Πανεπιστημιακό Ιδρυμα και εν προκειμένω το τρίτο μεγαλύτερο της χώρας είναι ο “καθένας”, δεν θα σχολιάσουμε περαιτέρω. Οι αναγνώστες μπορούν να κρίνουν. Και πάντως, ο καθένας (παρά την περί του αντιθέτου άποψη της κας Γ. Διευθύντριας Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ) αντιλαμβάνεται ότι θα ήταν χρησιμότερο για το έθνος, εάν τα πρόσωπα που κατέχουν υψηλές θέσεις ευθύνης στη Δημόσια Διοίκηση επεδείκνυαν μεγαλύτερη υπευθυνότητα και λιγότερη αλαζονεία εξουσίας”.

 

Κοντόπουλος και Κατσωνοπούλου απαντούν σε ανυπόγραφο κείμενο του ΣΕΑ

 

Πάτρα, 23.8.2013

 

Καθ. Ν. Κοντόπουλος Διευθυντής του Τομέα Γεν. Θαλ. Γεωλ. & Γεωδ. του Τμήματος Γεωλογίας Πανεπιστημίου Πατρών και η Καθ. Ντόρα Κατσωνοπούλου Διευθύντρια των Ανασκαφών και Πρόεδρος της ΕΦΑΕΛ, απαντούν στο υπ’ αρ. 236/23.8.2013 ΔΤ του ΣΕΑ(Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων).

Προκαλεί κατάπληξη η αιφνίδια ενασχόληση του ΣΕΑμε τα δημοσιεύματα του τύπου για την Αρχαία Ελίκη, όταν επί 25 χρόνια ο ΣΕΑ δεν έχει ασχοληθεί με το έργο στην Αρχαία Ελίκη: ερευνητικό, εκπαιδευτικό, εκδοτικό -3 βιβλία Πρακτικών διεθνών Συνεδρίων και πάνω από 70 διεθνείς δημοσιεύσεις. Ως αποτέλεσμα, ο ΣΕΑ δεν γνωρίζει ούτε το χώρο των ανασκαφών, ούτε το εκτελούμενο έργο, ούτε το παραχθέν σημαντικότατο επιστημονικό έργο.

 

Είναι, επομένως, άξιο θαυμασμού το γεγονός ότι ήρθε σήμερα ο ΣΕΑ να υπενθυμίσει στο ευρύτερο κοινό δια του παραπλανητικού και συκοφαντικού περιεχομένου του εκδοθέντος ανυπόγραφου ΔΤ, πώς και από ποιους γίνονται ανασκαφές στη χώρα μας. Πάντως, πληροφορούμε τον ΣΕΑ που είτε δεν γνωρίζει, είτε γνωρίζει και σκόπιμα παραλείπει, ότι η ανασκαφή στην Αρχαία Ελίκη πραγματοποιείται ανελλιπώς από το 2000 κ.ε. από το Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών ως έρευνα συνεργασίας αρχικά με τη ΣΤ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων Πάτρας (2000-2002) και ακολούθως και μέχρι σήμερα με τον επίτιμο Έφορο Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ Δρα Γ. Παπαθανασόπουλο, όπως ορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις.

 

Είναι επίσης άξιο θαυμασμού το γεγονός ότι αναλαμβάνει ο ΣΕΑ με το εν λόγω ΔΤ να «μιλήσει» για λογαριασμό των μελών του ΚΑΣ και να ερμηνεύσει μάλιστα τις απόψεις τους, όμως μόνον υποθέτοντας. Αλλά αφού δεν γνωρίζει, γιατί υποθέτει και δεν κάνει τον κόπο να απευθυνθεί κατ’ αρχήν στους φορείς της έρευνας και να ενημερωθεί αντί να εκδίδει άκρως συκοφαντικά ΔΤ, παραπληροφορώντας τα μέλη του ΣΕΑ και το ευρύτερο κοινό μιλώντας περί παρατυπιών και άλλων θαυμαστών, όπως τα περί χρήσης εκσκαφέα, σκόπιμα αποκρύπτοντας βέβαια ότι στην Ελίκη τα ανακαλυφθέντα αρχαία είναι θαμμένα σε μεγάλα βάθη, κάτω από στείρα αλλουβιακά στρώματα, πάχους 2 και 3 μ.; Μήπως θα ήθελε να μας πει ο ΣΕΑ ότι στρώματα κροκάλων, αμμοχάλικου και στείρας αργίλου, πάχους 3 μ., μπορούν να αφαιρεθούν με εργατικό προσωπικό; Κατά τον ίδιο τρόπο κατακρίθηκε επιπόλαια και ανεύθυνα στο παρελθόν η εφαρμογή δειγματοληπτικών γεωτρήσεων στην Αρχαία Ελίκη και σήμερα αποτελεί πρακτική σε πλήθος αρχαιολογικών ερευνών.

 

Όσο για την ανησυχία του ΣΕΑ περί μέριμνας για τα αρχαιολογικά κατάλοιπα στην Αρχαία Ελίκη, στα οποία αναφέρεται χωρίς επίσης να τα γνωρίζει, τον πληροφορούμε ότι το Πανεπιστήμιο Πατρών δια της Τεχνικής Υπηρεσίας έχει ήδη αναλάβει τη μελέτη προστασίας και ανάδειξής τους ενώ με τη φροντίδα και την καθοδήγηση της Διευθύντριας της έρευνας Καθ. Αρχαιολογίας Ντόρας Κατσωνοπούλου, από τους συντηρητές του προγράμματος έχουν στερεωθεί, για την προστασία τους, όλες οι κατασκευές που έχουν μέχρι σήμερα ανακαλυφθεί.

 

Και επειδή ο ΣΕΑ αναφέρεται σε 25 χρόνια ανασκαφών, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά την πλήρη άγνοιά του για το έργο στην Αρχαία Ελίκη, τον πληροφορούμε ότι οι ανασκαφές διεξάγονται από το 2000 κ.ε., αφού προηγήθηκε μακρόχρονο διεπιστημονικό ερευνητικό έργο εφαρμογής σύγχρονης τεχνολογίας των γεω-επιστημών για να επιτευχθεί ο εντοπισμός του χώρου της. Όσο για τη μελέτη των ευρημάτων και τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων από την Αρχαία Ελίκη, δεν παρακολουθεί ο ΣΕΑ τη διεθνή βιβλιογραφία και δεν έχει διαβάσει τους τρεις τόμους των Πρακτικών Διεθνών Συνεδρίων που διαθέτουν όλες οι βιβλιοθήκες στη χώρα μας;

Και επειδή από τα αναφερόμενα στο ΔΤ προκύπτει ότι αντίθετα παρακολουθεί στενά τον ιστότοπο του Προγράμματος, δεν είδε ούτε εκεί τις δημοσιεύσεις και τους τόμους των Διεθνών Συνεδρίων; Ασχολήθηκε ωστόσο με το καθεστώς της έρευνας αν και δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητές του, φλυαρώντας με απαράδεκτα και συκοφαντικά υπονοούμενα. Είναι γεγονός ότι το Ερευνητικό Πρόγραμμα για την Αρχαία Ελίκη δεν έχει επιβαρύνει ποτέ τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως άλλοι, εκτελείται με τη χρηματοδότηση των φορέων του και λειτουργεί ως summer school με τη συμμετοχή προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων, ενισχύοντας μάλιστα την τοπική οικονομία.

Ας μην ανησυχεί επίσης ο ΣΕΑ για την τήρηση των νόμων που στη συγκεκριμένη περίπτωση τηρούνται στο έπακρον και ας ασχοληθεί με άλλα θέματα που χρήζουν παρακολούθησης και εξέτασης.

Τέλος, ερωτούμε τον ΣΕΑ το ανυπόγραφο ΔΤ που εξέδωσε, είναι αποτέλεσμα Γενικής Συνέλευσης και Απόφασης των μελών του;

 

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ

Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, 6937075765, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr

Αθήνα, 23/8/2013

Αρ. Πρωτ. : 236

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

Σχετικά με τα δημοσιεύματα για την γεωαρχαιολογική έρευνα του Πανεπιστημίου Πατρών στην περιοχή της αρχαίας Ελίκης

 

Η εξέλιξη της γεωαρχαιολογικής έρευνας στην περιοχή της αρχαίας Ελίκης έχει προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων και δημοσιευμάτων, τα περισσότερα από τα οποία δεν βασίζονται ούτε σε επιστημονικά δεδομένα, ούτε λαμβάνουν υπόψη τους τον Αρχαιολογικό Νόμο, οι ρυθμίσεις του οποίου θεσμοθετούν συγκεκριμένα δεδομένα για τις συστηματικές ανασκαφές. Ο Ν. 3028/2002 (άρθρα 35-36) ορίζει με σαφήνεια ποιοι είναι οι φορείς που μπορούν να διεξαγάγουν αρχαιολογικές και ανασκαφικές έρευνες στην Ελλάδα, τους όρους και τις προϋποθέσεις προκειμένου να εγκριθεί η πρόταση κάθε φορέα, καθώς και τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη και για να δοθεί νέα άδεια συστηματικής έρευνας μετά το πέρας της πενταετίας.

Με την ΥΠ.ΠΟ.Α/ΓΔΑΠΚ/ΔΙΠΚΑ/ΤΕΞΕΙΟΔΘ/29277/292/17.07.2013 Υπουργική Απόφαση χορηγήθηκε στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών η άδεια να συνεχίσει τις γεωφυσικές και γεωαρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή της αρχαίας Ελίκης, έρευνες για τις οποίες είναι επιστημονικά καθ΄ ύλην αρμόδιο. Δεν δόθηκε, όμως, άδεια για τη συνέχιση των ανασκαφικών εργασιών. Άλλωστε το Γεωλογικό Τμήμα δεν συγκαταλέγεται στους φορείς, που μπορούν να πραγματοποιούν συστηματικές ανασκαφές, σύμφωνα με τον Αρχαιολογικό Νόμο (άρθρο 35 & 36) αλλά και την επιστημονική δεοντολογία, καθώς οι μόνοι ελληνικοί πανεπιστημιακοί φορείς που δικαιούνται να διενεργούν συστηματικές ανασκαφές είναι τα Τμήματα Ιστορίας-Αρχαιολογίας και τα συναφή πανεπιστημιακά Τμήματα, στο γνωστικό αντικείμενο των οποίων συμπεριλαμβάνεται η ανασκαφική και αρχαιολογική έρευνα. Είναι απορίας άξιο λοιπόν για ποιο λόγο, στην εποχή της εξειδίκευσης της επιστημονικής έρευνας, κάτι τέτοιο μπορεί να θεωρείται «προσβολή» για ένα Τμήμα Γεωλογίας.

Με την ίδια Υπουργική Απόφαση δεν εγκρίθηκε ο νέος πενταετής προγραμματισμός που υποβλήθηκε από το Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών για συνέχιση των ανασκαφών τα έτη 2013-2017, καθώς –προφανώς– αξιολογήθηκε, όπως προβλέπεται από την παρ. 11 του άρθρου 36, από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ο τρόπος εκτέλεσης του εγκεκριμένου προηγούμενου πενταετούς προγράμματος 2008-2012. Υποθέτουμε ότι στην αξιολόγηση του προγράμματος της περασμένης πενταετίας βάρυνε αρνητικά -ως όφειλε- η εκτεταμένη χρήση, πέρα από κάθε επιστημονική δεοντολογία συστηματικής ανασκαφικής έρευνας, μηχανικού εκσκαφέα (!), η ανασκαφή σε περιοχές που δεν συμπεριλαμβάνονταν στην προηγούμενη άδεια και άλλες παρατυπίες που έχουν εντοπιστεί στη συγκεκριμένη έρευνα. Είναι πραγματική υποχρέωση του ΥΠ.ΠΟ.Α. απέναντι σε δεκάδες φορείς, ιδρύματα και ερευνητές, που διεξάγουν συστηματικές ανασκαφές τηρώντας απαρέγκλιτα τους όρους του Αρχαιολογικού Νόμου και την επιστημονική δεοντολογία, να μην αντιμετωπίζει τις έρευνες με «δύο μέτρα και δύο σταθμά».

Ταυτόχρονα, με την ίδια Υπουργική Απόφαση, ζητείται από τους φορείς της έρευνας η αυτονόητη μέριμνα για αρχαιολογικά κατάλοιπα που έχουν ανασκαφεί σε προηγούμενες περιόδους (μελέτη συντήρησης, στερέωσης και προστασίας από τα ύδατα και, σε κάποιες περιπτώσεις, κατάχωση, μία επιστημονικά ενδεδειγμένη μέθοδος προστασίας για αρχαιότητες που τυχόν δεν μπορούν να στερεωθούν ή αναδειχθούν στη θέση που βρίσκονται). Αντί να στηλιτεύεται αυτό το τμήμα της Υπουργικής Απόφασης, θα έπρεπε να αποτελεί βασική μέριμνα των ίδιων των ερευνητών: για την αρχαιολογική κοινότητα, εδώ και πολλές δεκαετίες, είναι εξίσου σημαντική με τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων των ανασκαφών και η μέριμνα για την αποκατάσταση των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύπτονται στις ανασκαφές και την απόδοσή τους στο ευρύ κοινό.

Η επιστημονική δεοντολογία άλλωστε επιτάσσει, μετά από 25 χρόνια ανασκαφών, να υπάρξει ο αναγκαίος χρόνος για τη μελέτη των ευρημάτων και την παρουσίαση των αποτελεσμάτων τους για κρίση στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, για τη μελέτη έκθεσής τους στο κοινό, για στερεωτικές και αναστηλωτικές παρεμβάσεις με τις απαραίτητες νόμιμες εγκρίσεις από τις αντίστοιχες Υπηρεσίες του ΥΠ.ΠΟ.Α.

Ακόμη περισσότερο, όμως, θα έπρεπε να απασχολήσει το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και το ΥΠ.ΠΟ.Α. το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη έρευνα απασχολούνται –με ποιο καθεστώς άραγε;– «εθελοντές» άσχετοι με τις σπουδές αρχαιολογίας από την Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι, σύμφωνα με τις αγγελίες που αναρτώνται στον ιστότοπο του Προγράμματος (helikeproject), καλούνται να καταβάλλουν (δεν διευκρινίζεται σε ποιον και με ποια νόμιμη απόδειξη) διόλου ευκαταφρόνητα ποσά (550-800 ευρώ την εβδομάδα!) για τη συμμετοχή τους στην ανασκαφή. Απορούμε πώς σχετίζεται με αυτή την πρακτική το Πανεπιστήμιο Πατρών και αν γνωρίζουν οι υπεύθυνοι του πανεπιστημίου ότι, από τον ιστότοπο του ίδιου Προγράμματος, διαφημιζόταν πρόγραμμα επιφανειακής έρευνας στην Πάρο, το οποίο επίσης καλούσε τους συμμετέχοντες «εθελοντές» να καταβάλλουν ποσά χωρίς να έχει ζητηθεί καν άδεια από το ΥΠ.ΠΟ.Α.!

Οι ανασκαφές στην Ελλάδα γίνονται με χρηματοδότηση φορέων, ιδρυμάτων και του ίδιου του ΥΠ.ΠΟ.Α. και απασχολούν ειδικευμένο προσωπικό (αρχαιολόγους, συντηρητές, μηχανικούς ή φοιτητές των αντίστοιχων σχολών, εργατοτεχνίτες ανασκαφής κ.ά.). Η πρακτική χρηματοδότησης της έρευνας από τους ίδιους τους συμμετέχοντες αποτελεί έμμεση ιδιωτικοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας, που εγείρει πλήθος ερωτηματικά. Πόσο μάλλον η πρακτική της προσέλκυσης «όποιου θέλει» σε μια ανασκαφή, που εγείρει ζητήματα ασφάλειας των αρχαιοτήτων.

Τέλος, σχετικά με δημοσιεύματα που υπονοούν «πολιτικές σκοπιμότητες» σχετικά με τη συγκεκριμένη γνωμοδότηση του ΚΑΣ, αλλά και τις πολιτικές παρεμβάσεις που υπάρχουν για τη συνέχιση της ανασκαφής, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων θέλει να υπενθυμίσει ότι οι όροι διεξαγωγής μιας επιστημονικής έρευνας σχετίζονται με την εφαρμογή του νόμου και της επιστημονικής δεοντολογίας και δεν μπορεί να γίνονται αντικείμενο πολιτικών πιέσεων. Υπενθυμίζουμε, τέλος, την πάγια θέση μας σχετικά με τη σύνθεση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου –με μέλη που θα εκλέγονται ή θα τοποθετούνται ex officio υπό την προεδρία ανώτατου δικαστικού– προκειμένου οι γνωμοδοτήσεις του ΚΑΣ ως επιστημονικού Συμβουλίου να μην επιδέχονται οποιαδήποτε παρερμηνεία.

 

 

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου