Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 14 Ιαν 2014
Γκρο πλάν στη «Μικρά Αγγλία»
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Στο Αίγιο ο σκηνοθέτης Παντελής Βούλγαρης

 

 

Η ΠΡΩΤΗ ευχάριστη πολιτιστική έκπληξη για το 2014 ήταν η προβολή της κινηματογραφικής ταινίας «Μικρά Αγγλία» στο Δημοτικό Κινηματογράφο «Απόλλωνα» Αιγίου την Παρασκευή 3 Ιανουαρίου, με τον δημιουργό της Παντελή Βούλγαρη να επισκέπτεται την πόλη του Αιγίου, αποδεχόμενος την πρόσκληση του προέδρου του Δ.Σ. της ΔΗ.Κ.ΕΠ.Α. Κ. Κλάγκου, για μια ειδική εκδήλωση-προβολή της 12ης ταινίας του. Ο σπουδαίος σκηνοθέτης πριν της έναρξη της ταινίας παραχώρησε συνέντευξη τύπου στα ΜΜΕ και ανθρώπους της τέχνης, ακολούθως προλόγισε την ταινία του και μετά το τέλος της ταινίας άκουσε τους σινεφίλ της περιοχής, δεχόμενος τις θερμές ευχαριστίες εκ μέρους της πόλης από το δήμαρχο κ. Στάθη Θεοδωρακόπουλο

Η «Μικρά Αγγλία» είναι το μπεστ σέλερ της γνωστής συγγραφέως Ιωάννας Καρυστιάνη και συζύγου του Παντελή Βούλγαρη που μεταφέρθηκε στην οθόνη του κινηματογράφου και επιμελήθηκε τη σεναριακή διασκευή του. Η ταινία «Μικρά Αγγλία» μας μεταφέρει στο ασφυκτικό κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο της Άνδρου του ’30, όπου οι ερωτικές επιθυμίες θυσιάζονται στο βωμό του συμφέροντος. Το κόστος της υποταγής κοριτσιών(Όρσας και Μόσχας) στις κυνικές βουλές της μάνας τους θα είναι βαρύ. Το οικογενειακό δράμα ξετυλίγεται με φόντο την νησιωτική αγριάδα, εκεί που ο αέρας και η θάλασσα διαβρώνουν λογική και επιθυμίες. Μια χώρα που θέλει να απαλλαχτεί από τα βαρίδια και τη μιζέρια του παρελθόντος… αλλά δεν μπορεί.

 

 

Το Αίγιο είναι η πρώτη πόλη που επισκέπτομαι το 2014. Πηγαίνω όπου με καλούνε και είναι τιμή μου που είμαι εδώ με ανθρώπους που ξέρουν τη δουλειά μου και με τιμάνε.»

Με αυτά τα θερμά λόγια ο Παντελής Βούλγαρης υποδέχθηκε στο χωρο του κινηματοθέατρου «Απόλλων» δημοσιογράφους , ηθοποιούς και σινεφίλ, στην προγραμματισμένη συνέντευξή του και συνέχισε:

«Μέσα από την προσπάθεια για να ξεπεράσουμε την κρίση εμείς οι κινηματογραφιστές μέσα από τη δουλειά μας, προσπαθούμε να σταθούμε κοντά στους ανθρώπους που μας υποστηρίζουν χρόνια με την παρουσία τους. γνωρίζουμε ότι η τέχνη μπορεί να μην λύνει προβλήματα πολιτικά ή κοινωνικά, αλλά μέσα από τη διαδικασία της τέχνης, μπορούμε να καταλάβουμε περισσότερο τα ανθρώπινα, να καταλάβουμε περισσότερο το πώς φτάσαμε ως εδώ και σ’ αυτήν την προσπάθεια η « Μικρά Αγγλία» η οποία ταξιδεύει εδώ και ένα μήνα στους κινηματογράφους, βρίσκει αποδοχή, βρίσκει συγκίνηση. Ξαφνιάστηκα με τις αντιδράσεις του κόσμου, γιατί πάντα μια ταινία βρίσκει αποδέκτη μόνο το κοινό, διότι εκεί ολοκληρώνει τη διαδικασία της. Με αυτή την αφορμή είμαι στο Αίγιο , είχα ξανάρθει, - είναι ένα μέρος που αγαπώ πολύ, είναι ένα μέρος που μένει ο αδερφός μου χρόνια και είχα πολύ καιρό να τον συναντήσω.

Είναι η 12η ταινία που έχω κάνει, και στηρίζεται πάνω σε ένα αγαπημένο βιβλίο της Ιωάννας Καρυστιάνη που είναι και σύντροφός μου, βιβλίο που διαβάστηκε και αγαπήθηκε πολύ. Ήταν ένας στόχος από τότε που κυκλοφόρησε, κάποια στιγμή να βρεθεί τρόπος για τη μεταφορά του στον κινηματογράφο. Ξέροντας ότι η μεταφορά μιας ταινίας που βασίζεται σ’ ένα αγαπημένο βιβλίο, πολλές φορές αντιμετωπίζει την καχυποψία του αναγνώστη που έχει αγαπήσει πολύ το βιβλίο. Ο αναγνώστης είναι ο πρώτος σκηνοθέτης. Έχει φανταστεί τα πρόσωπα με τον τρόπο του. Έχει επικοινωνήσει με την ιστορία ή με την ατμόσφαιρα του βιβλίου, που σημαίνει όταν ξεκινά η προβολή μιας ταινίας, θέλει να επαληθεύσει αυτό που έχει φτιάξει στο μυαλό του. Ξέρω από εμπειρία ότι πολλές προσπάθειες τέτοιες απέτυχαν, δηλαδή το κοινό απογοητεύτηκε γιατί δεν βρήκε τη συγκίνηση που είχε νοιώσει όταν διάβαζε ένα βιβλίο. Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που η ταινία έμεινε πιστή στο λογοτεχνικό κείμενο, και σε σπάνιες περιπτώσεις το ξεπέρασε.

Έχω καταφέρει να είμαστε μέσα στο πνεύμα της ιστορίας που διαδραματίζεται μέσα σε 17 χρόνια, μια ιδιαίτερης εποχής στο νησί της Άνδρου από το 1930έως το 1947. ένα νησί που οι άνδρες λείπουν για χρόνια στη θάλασσα και για χρόνια οι γυναίκες μένουν μόνες, που σημαίνει ότι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για έναν κινηματογραφιστή είναι, να προσπαθήσει να καταγράψει, να αναλύσει να φωτίσει, τις ιδιαίτερες συνθήκες ζωής των γυναικών, συναισθήματα που κρύβονται, απωθημένα, αισθήματα που αλλάζουν με τη μορφή της ζωής.

Τώρα που τέλειωσε η ταινία, και έχω πάντα ένα «τρακ’ έστω και στη δωδέκατη ταινία, νομίζω ότι αυτό που έχει προκύψει στις εικόνες, είναι το ταλέντο, η αγάπη όλων των συνεργατών μου ηθοποιών και κινηματογραφιστών, το πιο σημαντικό του κοινού των ανθρώπων που ζουν στην Άνδρο το χειμώνα που συμμετείχαν, άνοιξαν τα σπίτια τους για να κινηματογραφήσουμε τις σκηνές της ιστορίας με απόλυτη πειστικότητα. Και σ’ αυτή την ταινία έχω το τρακ όπως το είχα στις μικρού μήκους ταινίες. Το σενάριο το έγραψε η Ιωάννα που το επεξεργαστήκαμε μαζί. Η προετοιμασία της ταινίας μας πήρε γύρω στους πέντε μήνες στην Άνδρο. Βασικό και λειτουργικό στοιχείο μιας ταινίας είναι η πολύ βαθιά και στην απόλυτη λεπτομέρεια προετοιμασία μιας ταινίας. Το γύρισμα μας πήρε 9 βδομάδες και η τελική προετοιμασία – μοντάζ και τεχνική επεξεργασία - ήταν γύρω στους 5 μήνες.

Ο χρόνος του γυρίσματος της ταινίας είναι ο δαπανηρός χρόνος, γιατί έχεις πάρα πολύ κόσμο. Ιδιαίτερα μια ταινία που δεν γυρίζεται στην Αθήνα, αλλά ταξιδεύει εκτός της πόλης, σημαίνει, έξοδα διαμονής, διατροφής κλπ. κλπ. Γι’ αυτό τολόγο η προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα της ταινίας, σε πρόβες με τους ηθοποιούς, στη διαμόρφωση όλων των χώρων του γυρίσματος, στα σκηνικά, στα διάφορα τεστ μακιγιάζ αφού τα πρόσωπα αυτά αλλάζουν μέσα στα 17 χρόνια. Αυτό όλο ήταν ένα απαραίτητο κομμάτι που με τους συνεργάτες μου με πάρα πολλές λεπτομέρειες και πάρα πολύ δουλειά τα καταφέραμε.»

Ερ. Β.Α.: Υπάρχει απόσταση... ανάμεσα στο βιβλίο και στο σενάριο;

Π.Β: Να μην αφαιρεθεί κάτι είναι σχεδόν αδύνατο. Ο θεατής ξέρει ότι άλλη είναι η τέχνη της λογοτεχνίας και άλλη η τέχνη του κινηματογράφου. Δηλαδή ένα πολύ κοντινό πλάνο ενός προσώπου και ένα βλέμμα ενός ηθοποιού μπορεί να υποκαταστήσει δυο σελίδες αφηγηματικής διαδικασίας. Σημασία έχει, ο σκηνοθέτης να αισθάνεται ελεύθερος, να κάνει αυτό που έχει στο μυαλό του, όσο μπορεί πιο πειστικά και πιο κοντά στη δικιά του φαντασία και το πιο σημαντικό είναι να καταφέρει το πνεύμα του βιβλίου, το ήθος του βιβλίου, η εντιμότητα, η αγάπη του βιβλίου να τη μεταφέρει στις εικόνες.

Παίζουν: Πηνελόπη Τσιλίκα (Όρσα), Σοφία Κόκκαλη (Μόσχα), Ανδρέας Κωνσταντίνου (υποπλοίαρχος Σπύρος Μαλταμπές), Αννέζα Παπαδοπούλου (μάνα), Μάξιμος Μουμούρης (καπετάνιος Ν. Βατοκούζης), Β. Βασιλάκης, Χρήστος Καλαβρούζος, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Ειρήνη Ιγγλέση..

Από εντυπώσεις όσων είδαν την ταινία, πολλοί είπαν ότι δεν είχαν διαβάσει το βιβλίο αλλά δεν χρειάζεται να το διαβάσουν, άλλοι είπαν ότι είναι η καλύτερή μας δουλειά μαζί με την Ιωάννα. Δεν βρήκα κριτική που να λείπει κάτι από την ατμόσφαιρα του βιβλίου.

 

Το σημαντικό με την 12η ταινία είναι η εξής: επειδή η δουλειά μας είναι πολύ πρωινή και κοιμόμαστε νωρίς το βράδυ, συμβαίνει τώρα στον ένα μήνα που παίζεται η ταινία, τα τηλέφωνα να κτυπάνε στο σπίτι στις 9:30 και στις 10:00 και μετά. Έχω συνειδητοποιήσει που είναι θεατές – φίλοι , άγνωστοι- που έχουν δει την ταινία και θέλουν να μεταφέρουν τη συγκίνησή τους αμέσως μετά την προβολή. Δεν περιμένουν να μας ψάξουν την ημέρα και αυτό μου συμβαίνει για πρώτη φορά, παρ΄ όλο που κι’ άλλες ταινίες ήταν επιτυχημένες.

Ερ. Β.Α: Η γυναίκα σας παρεμβαίνει, παίρνει μέρος στη σκηνοθεσία;

Π.Β: Φυσικά. Έχουμε παρατηρήσει στους τίτλους της ταινίας, ότι το όνομα το σκηνοθέτη εμφανίζεται με μεγάλα γράμματα και περισσότερη διάρκεια προβολής. Βεβαίως υπάρχει ένα μυαλό κατευθυντήριο στην τέχνη του κινηματογράφου, αλλά πιστεύω είναι συμπληρωματική, συνεργατική και προσαρμοστική των ανθρώπων που δουλεύουν. Εγώ πολύ τις παρατηρήσεις των ηθοποιών ή των τεχνικών όταν γυρίζουν την ταινία γιατί είναι και οι πρώτοι μου θεατές. Από τις πρώτες μέρες του γυρίσματος όλη αυτή ομάδα είναι ένα σώμα και ζούμε για την κατασκευή της ταινίας, και από κει και πέρα είμαι όλο αυτιά και μάτια για να ακούσω παρατηρήσεις που μπορεί να είναι πολύτιμες για την ολοκλήρωση της ταινίας. Σ’ αυτό το ρόλο ήταν και η γυναίκα μου. Ήταν δίπλα στην ταινία, έκανε παρατηρήσεις, κάποιες τις άκουσα, άλλες που δεν μου άρεσαν την έδειχνα να μου φέρει έναν καφέ. Αλλά πολλές φορές επειδή ήξερε το βιβλίο και τις αλλαγές της εποχής, οι συμβουλές της ήταν βοηθητικές και ουσιαστικές. Η γυναίκα μου είναι ένας από τους συνεργάτες της ταινίας.

 

Ερ. Β.Α: Ποια μηνύματα περνάτε μέσα από την ταινία;

Π.Β: Όταν κάνω μια ταινία δεν έχω στο μυαλό μου κάτι συγκεκριμένο ότι πρέπει να αισθανθεί ο θεατής. Είναι μια πολυμέτωπη διαδικασία η επαφή της εικόνας με τον κόσμο. Πολλές φορές έχω παρατηρήσει ότι πράγματα που δεν τα είχα προσδιορίσει και δεν τα είχα αξιολογήσει όσο έπρεπε, αυτά ξεχωρίσανε και συγκρατήσανε το θεατή. Από την στιγμή που έχω τελειώσει και σεις βλέπετε την ταινία , εσείς είστε ελεύθερος να συγκινηθείτε ή να αδιαφορήσετε με κάθε τι που σας παρουσιάζω.

Μου έχει συμβεί στην «Μικρά Αγγλία» και καις «Νύφες», σκηνές οι οποίες εμένα δεν μου αρέσανε και προσπαθούσα να τις αποφύγω για να τις γυρίσω, και επειδή ήμουνα υποχρεωμένος λόγω του συμβολαίου που είχα και τις γύρισα, αυτές οι σκηνές ήταν και οι πιο αγαπημένες. Θέλω να πω και εγώ που φτιάχνω την ταινία είναι τόσο έντονη η διαδικασία της συνάντησης όλου αυτού του κόσμου στην πραγματοποίηση μιας ταινίας, που δεν έχω απόλυτη κρίση. Απλώς αισθάνομαι, όταν τελειώνω το γύρισμα ότι κάτι πάει καλά, ότι κάτι σημαντικό κάνουμε ή κάτι σημαντικό λείπει και πρέπει να το ψάξουμε.

Ερ. Δ.Τ.: Υπάρχουν οι προσωπικότητες στο χώρο της τέχνης και του πνεύματος όπως στη δεκαετία του 40, στην επταετία της χούντας, που μπορούν να βοηθήσουν στο ξεπέρασμα της κρίσης, ή υπάρχει κρίση αξιών;

Π.Β: Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος. Πάντα ελπίζω σ’ αυτό που έρχεται. Πάντα ελπίζω σ’ αυτούς τους νέους που προσπαθούν να δράσουν, να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της κρίσης με πρωτοβουλίες δημιουργικές χωρίς να αναφέρομαι μόνο στο χώρο της τέχνης αλλά στη γενικότερη προσπάθεια με αναφορά την επιστροφή και τη δράση στον τόπο μου. Στην περιφέρεια βλέπω τέτοιες προσπάθειες νέων δημιουργών, επιχειρηματιών, πνευματικών ανθρώπων να θέλουν μέσα από το ζόφο αυτής της περιόδου, να καταφέρουν κάτι που θα μας σπρώξει όλους μαζί πιο μπροστά. Στο δικό μου χώρο, αυτή τη στιγμή υπάρχουν άπειροι θίασοι από νέα παιδιά που θέλουν να δείξουν τη δουλειά τους, χωρίς να παίρνουν ένα ευρώ το μήνα και ξέρω δημιουργούς που γράφουν τραγούδια, ξέρω ποιητές νέους, κινηματογραφιστές –στα 3,4 τελευταία χρόνια υπάρχει μια νέα γενιά σκηνοθετών δημιουργών που ταξιδεύει και βραβεύεται έξω-. Αυτό το καυτό δυναμικό με το διάλογο που αναπτύσσεται μέσα από τη δημιουργία τη δικιά μας – όχι μέσω συμβουλών- μπορεί να δώσει το αποτέλεσμα που περιμένουμε.

Ερ. Β: Οι θεατές λένε ότι είναι η καλύτερη ταινία σας, για σας είναι η καλύτερη;

Π.Β: Μ’ αρέσει που το λέει ο κόσμος. Δεν το αισθάνομαι , δεν την έχω ξεχωρίσει από τις 12 ταινίες μου. Εξακολουθώ να θέλω να γυρίσω ταινίες. Δεν έχω ολοκληρώσει στο μυαλό μου μια και πολύ καλή. Πάντα λέω ότι στην επόμενη θα καταφέρω κάτι καλύτερο σε σχέση με την ταινία που έχει τελειώσει. Το ότι αρέσει στον κόσμο δεν το αναρωτιέμαι, γιατί συνήθως την επιτυχία στην αποδοχή, έχεις καλυφθεί ψυχολογικά, έχεις ηρεμήσει. Αναρωτιέσαι όταν αυτό το πράγμα που έφτιαξες δεν έχει συναντήσει το κοινό και επειδή το έχω ζήσει τότε αναρωτιέσαι, αφού είχα τους καλύτερους συνεργάτες, αφού ήθελαν να κάνουν την ταινία, γιατί δεν μπήκαν μέσα να δουν την ταινία; Αυτό δεν το ξέρει κανένας. Δεν ξέρουμε τη συνταγή, πως θα μπει ο κόσμος μέσα. Αυτό είναι και το μεγάλο ρίσκο. Είμαστε πολύ σκληροί παίκτες του ρίσκου της κινηματογραφικής ταινίας. Στη ζωή μου είχα τρεις ολοκληρωτικές οικονομικές καταστροφές.

 

Σε ερώτηση του Β.Τ. για το εαν η αγάπη που έχει για την Αιγιάλεια μπορεί να μεταφραστεί σε μια μελοντική ταινία ταινία του στο Αίγιο, απαντά:

Π. Β: Εγώ συνδέομαι με τον τόπο μεσα από τους ανθρώπους του. Ένα τοπίο δεν μου λέει και πάρα πολλά, αν δεν τον δω συνδυασμένο με ένα πρόσωπο που είναι ενδιαφέρον που έχει ζεστασιά, που έχει κάτι να πει. Υποστηρίζω αυτό που έλεγε ο Ίγκμαν Μπέρκμαν ότι το ωραιότερο τοπίο στον κινηματογράφο είναι το ανθρώπινο πρόσωπο.

 

Υπερήφανος για τα παιδιά του που ανήκουν στην οικογένεια των σκηνοιθετών ο Π. Βούλγαρης απαντά στον Κ.Κ:

Π. Β: Τα παιδιά μου παρακολούθησαν και τα γυρίσματα της ταινίας. Η κόρη μου η Κωνσταντίνα έκανε το καστινκγ (casting), βοηθώντας με στη διανομή των ρόλων που εκεί ήμουν πολύ τυχερός. Βρήκα δυο νέα κορίτσια που μόλις βγάλανε τη σχολή του εθνικού παίξανε τους βασικούς ρόλους. Είχα πιο έμπειρους ηθοποιούς, αφού η επιλογή και διανομή των προσώπων, των χαρακτήρων είναι πολύ σημαντικό αφού είναι το τοπίο που διαμορφώνει την ιστορία. Είναι μια διαδικασία αγαπημένη και χρονοβόρα και περνά πολύς καιρός για να βρω τους ηθοποιούς. Ο γιος μου ο Αλέξανδρος με βοήθησε στο making of, δηλαδή κινηματογραφούσε στην Άνδρο σκηνές, αλλά επειδή βλέπαμε πάντα την ταινία, άκουγα τη γνώμη τους. Είναι ένα βαρόμετρο επειδή είναι και αυστηρά τα παιδιά μου.

 

Για την επιλογή των ηθοπιών και το ρόλο τους. απαντά :

Π.Β. Υπάρχουν ταινίες - που όταν έγραφα δικές μου ιστορίες καθώς έγραφα την ιστορία έβρισκα και τα πρόσωπα. δηλαδή το πρόσωπο που περιέγραφα τη συμπεριφορά του τη διαδρομή του, τη ζωή του πολλές φορές μου έρχονταν και το πρόσωπο του ηθοποιού που θα ερμήνευε αυτόν τον χαρακτήρα. Στις «Ίσιες μέρες του Αυγούστου» τη μια ιστορία για το σενάριο την έγραψα Παρασκευή, το Σάββατο την άλλη και την τρίτη την Κυριακή. Τη Δευτέρα διάβασα αυτές τις ιστορίες και κατέληξα στους ηθοποιούς. Είναι η πιο σύντομη διαδικασία που είχα. Στις «Νύφες» είχα 1600 κορίτσια για να διαλέξω τα δυο βασικά.

Στην «Μικρά Αγγλία» τη βασική ηρωίδα την Όρσα την παίζει η Πηνελόπη Τσιλίκα την είδα σε ένα γύρισμα στην ταινία της κόρης μου Κωνσταντίνας και τη Σοφία Κόκκαλη που παίζει το δεύτερο κορίτσι τη Μόσχα την επέλεξα από τους ηθοποιούς και τα βιογραφικά τους που είχαν προτείνει στην Κωνσταντίνα. Η διαδικασία της διανομής δεν είναι εύκολη και δεν είναι και σύντομη. Πρέπει να δεις τα πρόσωπα, να τα κουβεντιάσεις, να τα ακούσεις να τα ξαναδείς και σιγά-σιγά να κτίσεις ένα τρόπο εμπιστοσύνης φιλίας και άνεσης για να μπορέσουν να βιώσουν τη διαδικασία που είναι δύσκολη.

Με την Αννέζα είχα προσπαθήσει να δουλέψω στο «Ακροπόλ». Στο διερευνητικό στάδιο, αισθάνθηκα ότι, ήταν απασχολημένη, αμφέβαλε, ότι δεν τον πολύ-πάει τον κινηματογράφο, μιας και έχει κάνει πολύ λίγο κινηματογράφο. Ήταν όμως μοναδική εμπειρία με την Αννέζα.

Παρατηρώ τους ηθοποιούς όταν κάθομαι στο γύρισμα και τους βλέπω πως μπαίνουν στον χώρο, πως τον διαισθάνονται, πως βλέπουν τα αντικείμενα. Καταλαβαίνεις ότι ο ηθοποιός που θα μπει δεν θα περιμένει εντολές δικές μου, αλλά θα προσπαθήσει να ανιχνεύσει το χώρο.

Στο ερώτημα που είχα, τι είναι ηθοποιός; Σ’ αυτήν την ταινία, ένα ποσοστό είναι ευφυΐα, είναι εξυπνάδα, είναι να μην κολλάει ο ηθοποιός και να αμύνεται σε κάτι που έχει καταφέρει να το αισθανθεί, αλλά σε συνεργασία με το σκηνοθέτη πρέπει να το αλλάξει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, γιατί όλα αυτά γίνονται με την πίεση του χρόνου. Ο χρόνος στον κινηματογράφο είναι καθοριστικός.

Εμένα μου αρέσει ο Χίτσκοκ καθώς και οι σκηνοθέτες της δεκαετίας, που 50 είναι επαγγελματίες σκηνοθέτες. Τελειώνοντας τη μια ταινία αρχίζουν την άλλη σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Ο Βούλγαρης σε μια ταινία 3 ωρών με την ελπιδοφόρα ερμηνεία νέων και έμπειρων ηθοποιών, κατάφερε με τον καλύτερο τρόπο, σε ένα προβλέψιμο πλοκής σενάριο και με πολύ λίγες στιγμές-σκηνές που σε συγκλονίζουν, μιαν άριστη σκηνοθεσία και φωτογραφία!

 

Β. Αντωνίου

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου