Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 23 Απρ 2020
Η μέρα που «γιορτάζει» το βιβλίο - Πέντε αποσπάσματα βιβλίων που αγαπάμε
Κλίκ για μεγέθυνση
ΒΙΒΛΙΟ

 

Με αφορμή την Παγκόσμια μέρα βιβλίου στις 23 Απριλίου, ας θυμηθούμε μερικά υπέροχα αποσπάσματα από βιβλία που αγαπήσαμε, βιβλία που ποτέ δεν θα τα νικήσει ο χρόνος, βιβλία που όσα χρόνια και να περάσουν πάντα θα έχουν κάτι να πουν στην ανθρώπινη ψυχή.



Η ενεργός αγάπη είναι κάτι πολύ πιο σκληρό και φοβερό από την αγάπη που περιορίζεται στα όνειρα. Η ονειροπόλα αγάπη διψάει για σύντομα κατορθώματα, ζητάει μια γρήγορη ικανοποίηση και το γενικό θαυμασμό.

Σε τέτοιες περιπτώσεις μερικοί φτάνουν πραγματικά να θυσιάσουν και τη ζωή τους ακόμα, αρκεί να μην περιμένουν πολύ, μα να πραγματοποιηθεί γρήγορα τ' όνειρό τους.

Και να' ναι σα μια θεατρική παράσταση που να τη βλέπουν όλοι και να τη χειροκροτούν. Μα η ενεργός αγάπη χρειάζεται δουλειά κι επίμονη αυτοκυριαρχία και για μερικούς είναι ίσως-ίσως ολόκληρη επιστήμη.

Μα σας προλέγω πως ακόμα και τη στιγμή που θα δείτε με φρίκη πως παρ' όλες σας τις προσπάθειες όχι μονάχα δεν πλησιάσατε τον σκοπό σας, μα αντίθετα ξεφύγατε απ' αυτόν, εκείνην ακριβώς τη στιγμή, σας το προλέγω, θα 'χετε φτάσει στο σκοπό.
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμάζοφ



Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο. Καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο. Το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.

Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· Ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός· Κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.

Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή· κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.

Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα τα δυο τούτα ρέματα παλεύουν: α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία·

β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο.

Και τα δυο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει· σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές· μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντου.

Αλλιώς, πούθε η περανθρώπινη δύναμη που μας σφεντονίζει από το αγέννητο στο γεννητό και μας γκαρδιώνει φυτά, ζώα, ανθρώπους στον αγώνα; Και τα δυο αντίδρομα ρέματα είναι άγια.

Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ’ όραμα που χωράει κι εναρμονίζει τις δυο τεράστιες τούτες άναρχες, ακατάλυτες Ορμές. Και με τ’ όραμα τούτο να ρυθμίσουμε το στοχασμό μας και την πράξη.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη, Ασκητική



Και ποιος έψαχνε στα χαλάσματα της ζωής του κάποιο νόημα, ποιος υπέφερε το φαινομενικά ανόητο, ποιος ζούσε το φαινομενικά τρελό, ποιος ήλπιζε μυστικά μέσα στο τελικό χάος να βρει την αποκάλυψη και την ύπαρξη του θεού?

Στα σημάδια του λύκου της στέπας διέκρινες τον άνθρωπο της νύχτας. Το πρωί ήταν γι' αυτόν μια άσχημη ώρα, που την φοβόταν και ποτέ δεν του είχε φέρει τίποτα καλό.

Όχι, δεν ήταν, για τίποτα που πέρασε δεν ήταν κρίμα. Κρίμα είναι μόνο για το σήμερα και το τώρα, για όλες αυτές τις αμέτρητες ώρες και μέρες που έχανα, που υπέφερα μόνο, και οι οποίες ούτε δώρα έφερναν ούτε συγκινήσεις.

Είμαι περίεργος να δω πόσα μπορεί ν' αντέξει ένας άνθρωπος. όταν φτάσω τα όρια της αντοχής, το μόνο που θα κάνω είναι ν' ανοίξω την πόρτα και θά 'χω σωθεί.

Ο αστός είναι έτσι απ' τη φύση του, ένα πλάσμα με αδύναμο ζωτικό ένστικτο, φοβισμένο, που φοβάται ακόμα και στον εαυτό του να παραδοθεί.

Βλέπουμε ότι έχει ισχυρές παρορμήσεις, τόσο για να γίνει άγιος όσο και άθλιος, αλλά λόγω κάποιας αδυναμίας ή αδράνειας δεν κατάφερε να πάρει φόρα και να βγει στο ελεύθερο σύμπαν και παρέμεινε δεμένος στην τροχιά του μητρικού πλανήτη της αστικής κοινωνίας.

Να ζεις στον κόσμο σαν να μην ήταν ο κόσμος, να τηρείς τους νόμους κι όμως να είσαι υπεράνω τους, να κατέχεις ''σαν να μην κατέχεις'', ν' απαρνιέσαι σαν να μην ήταν άρνηση.

Όμως τα πράγματα στη ζωή δεν είναι τόσο απλά όπως μέσα στις σκέψεις μας κι ούτε τόσο χοντροκομμένα όπως στη φτωχή μας γλώσσα των ηλιθίων.

Επειδή είμαι κάτι σαν καθρέφτης σου, γιατί υπάρχει μέσα μου κάτι που σε νιώθει και σου δίνει μια απάντηση. Και θα' πρεπε κανονικά, όλοι οι άνθρωποι να είναι τέτοιοι καθρέφτες και να επικοινωνούν έτσι ο ένας με τον άλλο...
Ο Λύκος της Στέπας, Έρμαν Έσσε




Αισθάνθηκε ξεχασμένος, όχι με την επανορθώσιμη λησμονιά της καρδιάς, αλλά με την σκληρή και αμετάκλητη λησμονιά του θανάτου.

Είχε πάει στον άλλο κόσμο, αλλά γύρισε γιατί δεν άντεξε την μοναξιά.

Έφτασε να υποκρίνεται με τόση αληθοφάνεια, ώστε κατέληξε να παρηγορείται με τα ίδια της τα ψέματα.

Στην πραγματικότητα δεν τον ενδιέφερε ο θάνατος, μόνο η ζωή, και γι’ αυτό το συναίσθημα που αισθάνθηκε , όταν απήγγειλαν την καταδίκη ( σε θάνατο), δεν ήταν φόβος αλλά νοσταλγία.

Το μυστικό για τα καλά γηρατειά δεν ήταν τίποτε άλλο από μια τίμια συμφωνία με τη μοναξιά.

Δεν πεθαίνει κανείς όταν πρέπει, αλλά όταν μπορεί.

Ο άλλος πόλεμος, ο αιματοκυλισμένος είκοσι χρόνια, δεν τους είχε στοιχίσει τόσο όσο ο διαβρωτικός πόλεμος των αιώνιων αναβολών.

Ο κόσμος θα’ χει γα..θεί πέρα για πέρα τη μέρα που οι άνθρωποι θα ταξιδεύουν στην πρώτη θέση και η λογοτεχνία στο βαγόνι με τα εμπορεύματα.

Είχε φύγει μακριά της, προσπαθώντας να τη βγάλει από το μυαλό του, όχι μόνο με την απόσταση, αλλά και με μια απερίσκεπτη ορμή, που οι σύντροφοι του έπαιρναν για τόλμη.

Αλλά όσο περισσότερο βούταγε την εικόνα της στη λάσπη του πολέμου τόσο περισσότερο ο πόλεμος έμοιαζε με την Αμαράντα. Έτσι, είχε βασανιστεί στην εξορία, ψάχνοντας να βρεί τρόπο να τη σκοτώσει με τον ίδιο το θάνατο του.

Έσκαψε τόσο βαθιά στα αισθήματα του και αναζητώντας το συμφέρον, συνάντησε τον έρωτα, γιατί προσπαθώντας να την κάνει να τον αγαπήσει, κατέληξε να την αγαπήσει αυτός.

Τη συνάντησε στην εικόνα που πλημμύριζε την ίδια την τρομερή του μοναξιά.

Μετά από τόσα χρόνια θάνατο, ήταν τόση η λαχτάρα για τους ζωντανούς, τόσο πιεστική η ανάγκη για συντροφιά, τόσο τρομακτική η προσέγγιση σ’ εκείνον τον άλλο θάνατο που υπάρχει μέσα στο θάνατο, που ο Προυδένσιο Αγκιλάρ είχε φτάσει ν’ αγαπήσει το χειρότερο εχθρό του.
Γκάμπριελ Γκαρσία Μάρκες, 100 χρόνια Μοναξιάς




Το γέλιο ελευθερώνει τον αγροίκο από τον φόβο του διαβόλου, γιατί μες στη γιορτή των τρελών και ο διάβολος φαίνεται φτωχός και ηλίθιος, κι επομένως ελέγξιμος. Αυτό το βιβλίο, όμως, μπορεί να διδάξει ότι η απελευθέρωση από τον φόβο του διαβόλου είναι σοφία.

Όταν ο αγροίκος γελά, με το κρασί να κελαρύζει στο λαρύγγι του, νιώθει αφέντης, γιατί έχει αντιστρέψει τις σχέσεις της εξουσίας: το βιβλίο αυτό, όμως, μπορεί να διδάξει στους μορφωμένους τα έξυπνα, και από τη στιγμή εκείνη ένδοξα, τεχνάσματα με τα οποία θα νομιμοποιήσουν αυτή την αντιστροφή. Τότε αυτό που στην ενστικτώδη κίνηση του αγροίκου παραμένει, ακόμα κι ευτυχώς, λειτουργία της κοιλιάς θα μεταμορφωθεί σε λειτουργία της διανοίας. Το ότι το γέλιο είναι ίδιον του ανθρώπου είναι σημείο των ορίων μας ως αμαρτωλών. Όμως από αυτό το βιβλίο πόσες διάνοιες διαβρωμένες σαν τη δική σου δεν θα αντλήσουν τον έσχατο συλλογισμό ότι το γέλιο είναι σκοπός του ανθρώπου!

Το γέλιο αποσπά για μερικές στιγμές τον αγροίκο από τον φόβο. Μα ο νόμος επιβάλλεται με το δέος, του οποίου το αληθινό όνομα είναι «φόβος Θεού». Και από το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να ξεκινήσει η σπίθα του Εωσφόρου που θα έβαζε μια νέα φωτιά σ' ολόκληρο τον κόσμο: και το γέλιο θα διαγραφόταν σαν ένα νέο τέχνασμα, που κι ο Προμηθέας ακόμη αγνοούσε, για να κατανικηθεί ο φόβος. Ο αγροίκος που γελάει δεν νοιάζεται τη στιγμή εκείνη αν πεθάνει: αργότερα όμως, όταν πάψει η ελευθεριότητά του, η λειτουργία τού επιβάλλει και πάλι, σύμφωνα με το θείο σχέδιο, το φόβο του θανάτου. Και απ' αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να γεννηθεί η νέα και καταστροφική επιδίωξη να καταστραφεί ο θάνατος με την απελευθέρωση από τον φόβο. Και τι θα 'μασταν, εμείς τα πλάσματα τα αμαρτωλά, χωρίς τον φόβο, το πιο συνετό και στοργικό ίσως από τα θεία δώρα; Για αιώνες οι δάσκαλοι και οι πατέρες ανέδιδαν μυροβόλες ουσίες ιερής σοφίας για να φέρουν τη λύτρωση, με τη σκέψη των υψηλών πραγμάτων, από την αθλιότητα και τον πειρασμό των ποταπών πραγμάτων. Και το βιβλίο αυτό, δικαιώνοντας την κωμωδία, τη σάτιρα και τη μιμική ως θαυματουργά ιάματα, που φέρνουν την κάθαρση των παθών με την αναπαράσταση του ελαττώματος, της ατέλειας, της αδυναμίας, θα παρακινούσε τους ψευτοσοφούς σε μια προσπάθεια για την υποτίμηση του υψηλού (σε μια διαβολική αναστροφή) με την αποδοχή του ποταπού.

Από το βιβλίο αυτό θα γεννιόταν η σκέψη ότι ο άνθρωπος μπορεί να απαιτήσει στον κόσμο αυτό (όπως πρότεινε ο Βάκων σου στο θέμα της φυσικής μαγείας) την αφθονία της χώρας των ονείρων. Όμως αυτό είναι που δεν πρέπει και δεν μπορούμε να δεχτούμε. Κοίτα τους νεαρούς καλογήρους που αποχαλινώνονται με τη γελοία παρωδία της Coena Cypriani. Τι διαβολική παραμόρφωση της Αγίας Γραφής! Κι όμως, όταν το κάνουν ξέρουν ότι είναι κακό. Την ημέρα όμως που ο λόγος του Φιλόσοφου θα δικαιώσει τα παιχνίδια των περιθωρίων κάθε ακόλαστης φαντασίας, ω, πραγματικά, τότε αυτό που ήταν στο περιθώριο θα ξεπηδήσει στο κέντρο, και θα χαθεί κάθε ίχνος του κέντρου.

Ο λαός του Θεού θα μεταμορφωνόταν σε μια σύνοδο τεράτων που ξέρασαν οι άβυσσοι της terra incognita, και τότε καρδιά του χριστιανικού βασιλείου θα γινόταν η περιφέρεια της γνωστής γης, οι Αριμασποί θ΄ ανέβαιναν στον θρόνο του Πέτρου, οι Βλέμυες στα μοναστήρια, οι νάνοι με τις χοντρές κοιλιές και τα τεράστια κεφάλια θα φύλαγαν τη βιβλιοθήκη! Οι δούλοι θα υπαγόρευαν τους νόμους, εμείς (μα κι εσύ επίσης) θα υπακούαμε, καθώς κάθε νόμος θα είχε καταλυθεί. Κάποιος Έλληνας φιλόσοφος (που αποσπάσματά του παραθέτει εδώ ο Αριστοτέλης σου, συνένοχη και ρυπαρή auctoritas) είπε ότι η σοβαρότητα των αντιπάλων θα πρέπει να διασκεδάζεται με το γέλιο, και το γέλιο να αντιπαρατίθεται στη σοβαρότητα. Η σωφροσύνη των πατέρων μας έχει κάνει την επιλογή της: αν το γέλιο είναι η τέρψη του όχλου, η ακολασία του όχλου αναχαιτίζεται, ταπεινώνεται και πειθαναγκάζεται με τη σοβαρότητα. Και ο όχλος δεν έχει τα εφόδια για να εξευγενίσει το γέλιο του, έτσι που να το κάνει όπλο κατά της σοβαρότητας των ποιμένων, που οφείλουν να τον οδηγήσουν στην αιώνια ζωή και να τον απομακρύνουν από τους πειρασμούς της κοιλιάς, των γεννητικών οργάνων, της τροφής, των πρόστυχων του επιθυμιών. Αν όμως μια μέρα κάποιος, ανακινώντας τα λόγια του Φιλοσόφου, και μιλώντας επομένως σαν φιλόσοφος, αναγάγει την τέχνη του γέλιου σε επιδέξιο όπλο, αν η ρητορική της πειθούς αντικατασταθεί από τη ρητορική του χλευασμού, αν η ρητορεία, που σκοπεύει σε υπομονετική και σωτήρια δημιουργία εικόνων λύτρωσης, αντικατασταθεί από την ρητορεία της ανυπόμονης καταστροφής και της παραμόρφωσης των πιο ιερών και σεβαστών εικόνων –ω! την ημέρα εκείνη ακόμα κι εσύ και όλη η σοφία σου Γουλιέλμο, θα έχετε ανατραπεί!»
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο - Το όνομα του ρόδου

πηγη:https://www.koutipandoras.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου