Η εικόνα μιας νέας γυναίκας στο τιμόνι του Υπουργείου Παιδείας είναι όμορφη. Και επειδή πρόκειται για νέο άνθρωπο και επειδή πρόκειται για γυναίκα. Αν προσθέσει κανείς σ’ αυτά τις άριστες σπουδές της κας Κεραμέως, οι προοπτικές φαίνονται άριστες. Είναι όμως;

Η καλή μέρα απ’ την αρχή φαίνεται - κι η κακή επίσης. Οι πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης στον τομέα της Παιδείας δεν δείχνουν σχέδιο, αλλά βιασύνη. Κατ’ αρχήν, είναι εντελώς αψυχολόγητη η παράταση της προθεσμίας δηλώσεων στο μηχανογραφικό, όχι ως παράταση που διευκολύνει τα παιδιά να διαλέξουν, αλλά ως προοίμιο κατάργησης πανεπιστημιακών Τμημάτων που μόλις δημιουργήθηκαν. Ενστάσεις για τη δημιουργία νέων Τμημάτων υπήρξαν πολλές και η κυβέρνηση, αφού εισέπραξε το 40%, έχει κάθε δικαίωμα να τα καταργήσει και να ξεδιπλώσει τη δική της πολιτική στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Αλλά οι καταργήσεις Τμημάτων, ή η αναστολή της εισαγωγής νέων φοιτητών, δεν γίνονται έτσι απλά, εις βάρος των φετινών υποψηφίων. Τα παιδιά κι οι οικογένειές τους έχουν κάνει τον λογαριασμό τους. Αν ήθελε η κυβέρνηση να δώσει το στίγμα των προθέσεών της στο συγκεκριμένο θέμα, το στοιχειώδες θα ήταν να πει ταυτοχρόνως ότι, εάν υπάρξει θέμα με κάποια νέα Τμήματα λόγω ελλείψεων, θα ληφθεί μέριμνα για τη μετεγγραφή των φοιτητών τους. Το σοφό θα ήταν βέβαια να μην πουν και να μην κάνουν τίποτε. Τόσα χρόνια κατηγορούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ για «προχειρότητα». Τώρα δηλαδή προχωρούν με προσοχή; Ο Ιπποκράτης συμβούλευε τους γιατρούς, όταν δεν ξέρουν τί ακριβώς να κάνουν, να μην κάνουν απολύτως τίποτα. Κι εδώ, αυτό ισχύει στο ακέραιο.

 

Το δεύτερο δυσοίωνο μήνυμα που εξέπεμψε η κα. Κεραμέως ήταν οι δηλώσεις της στην τελετή παράδοσης-παραλαβής. Εντάξει, το καταλάβαμε όλοι ότι η Νέα Δημοκρατία σέβεται τα θεία –ή μάλλον τα θρησκευτικά- από την αντιπολίτευση που άσκησε τόσα χρόνια. Καλώς ή κακώς, υπάρχουν όμως και οι χριστιανοί που δυσανασχετούν με τους κληρικούς, , οι μη χριστιανοί, οι μη θρησκευόμενοι, οι (φιλοσοφικά) αδιάφοροι, οι αγνωστικιστές εκ πεποιθήσεως. Μ’ αυτούς τί γίνεται στο Μαρούσι, ποιος τους εκφράζει και ποιος τους προστατεύει –με τη συνταγματική έννοια του όρου και με την έννοια του πολιτικού πολιτισμού; Δεν μπορεί το Υπουργείο να κάνει έμμεσο κήρυγμα και κατήχηση.

Το τρίτο ολίσθημα, που δεν ήταν βέβαια και τόσο ολίσθημα, αλλά μια καλά μελετημένη κίνηση, ήταν η μεταφορά του Τομέα Έρευνας και Καινοτομίας από το Υπουργείο Παιδείας στο Υπουργείο Ανάπτυξης –του οποίου προϊσταται όποιος προϊσταται. Τί σηματοδοτεί αυτό;  Μα βέβαια το ότι η επιστημονική έρευνα (τα 2/3 της οποίας γίνεται στα Πανεπιστήμια) έχει για τη Νέα Δημοκρατία μεγαλύτερη σχέση με την «ανάπτυξη» -και τις επιχειρήσεις- παρά με το ακαδημαϊκό-ερευνητικό οικοσύστημα. Και ότι σ’ αυτόν τον τομέα, οι «ειδικοί» φαίνεται ότι είναι οι κκ Δήμας και Γεωργιάδης.

Όλα αυτά είναι μια σοβαρή πλάνη. Αν ο – καθ’ όλα θεμιτός - στόχος της κυβέρνησης ήταν η προαγωγή της οικονομίας μέσω της ανάπτυξης της καινοτομίας, τότε θα έπρεπε να αφήσει τα πράγματα όπως ακριβώς είχαν. Διότι στην Ελλάδα – αλλά ακόμα και σε προηγμένες χώρες - την καινοτομία δεν την παράγουν πρωτογενώς οι επιχειρήσεις για να την κατευθύνουν μετά στους «χρήστες», ανάμεσα στους οποίους είναι και τα Πανεπιστήμια. Συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα στην έρευνα και την καινοτομία στην Ελλάδα είναι παγίως και συστηματικά χαμηλότατες. Αν υπάρχει λοιπόν μια ελπίδα, αυτή προέρχεται από τον ακαδημαϊκό χώρο και τον ιστό των ερευνητικών κέντρων. Τί είδος «σχέδιο» έχουν οι επιτελείς της Νέας Δημοκρατίας όταν βάζουν το κάρο μπροστά απ’ το άλογο;  Και σε κάθε περίπτωση, τί σχέση έχουν μ’ όλα αυτά ο νέος υπουργός κι ο υφυπουργός; Στις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος βρίσκονται άνθρωποι ανάλογου κύρους και εμπειρίας με τον τέως αναπληρωτή υπουργό Κώστα Φωτάκη. Γιατί δεν τους αξιοποίησε;

 
 

 

Όπως καταλαβαίνετε, τα ερωτήματα είναι μάλλον ρητορικά. Παρά τις διαβεβαιώσεις της νέας κυβέρνησης, ο μανδύας ορθολογισμού και νοικοκυροσύνης αρχίζει να γλιστράει σιγά-σιγά από πάνω της, αποκαλύπτοντας ένα βασικό «ελάττωμα» του νεοφιλελευθερισμού: την έλλειψη κάθε λογικής συνοχής όταν δεις τα όσα υπόσχεται συγκεκριμένα κι από κοντά. Θυμάστε τί έλεγε και τί διαλαλούσε ο Στέφανος Μάνος; Να διώξουμε τους μισούς δημόσιους υπαλλήλους και να τους πληρώνουμε το 80% του μισθού τους για μια επταετία – μέχρι να βρουν δουλειά. Πολύ γενναιόδωρο ακούγεται, αλλά το λογικό σφάλμα – ή, αν το προτιμάτε, η απάτη - αποκαλύπτεται όταν συνυπολογίσει κανείς ότι η ανεργία ήταν τότε δυσθεώρητη – και είναι ακόμα. Άρα, πού θα έβρισκε δουλειά όλος αυτός ο κόσμος; Πουθενά. Και ποιες θα ήταν οι συνέπειες για την οικονομία όταν η αγοραστική δύναμη όλων αυτών των ανθρώπων έπεφτε στο ναδίρ; Για πολλοστή φορά, ο Στέφανος Μάνος κάνει προτάσεις με ορίζοντα μιας βδομάδας. Μετά, γαία πυρί μειχθήτω.

 

Υπάρχουν κι άλλα εντυπωσιακά παραδείγματα αυτής της νεοφιλελεύθερης λογικής. Κάποτε στην Αμερική έγινε ντόρος για το λεγόμενο «deregulation» των αεροπορικών ναύλων. Να βάζει δηλαδή η κάθε εταιρεία το δικό της εισιτήριο, για ν’ αυξηθεί δήθεν ο ανταγωνισμός και να πέσει η τιμή τους. Τί συνέβη μετά την κατάργηση των περιορισμών; Ανέβηκαν σταδιακά όλα τα ναύλα! Όπως έχει πει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, όλα, μα όλα, όσα προτείνει η Νέα Δημοκρατία έχουν δοκιμαστεί αλλού. Και έχουν αποτύχει παταγωδώς, με σοβαρότατες συνέπειες για την κοινωνία.

Άφησα τελευταίο αυτό που με ξενίζει περισσότερο στο ύφος της νέας Υπουργού Παιδείας. Για νέο και μορφωμένο άνθρωπο, που δεν έχει ζήσει τα μετεμφυλιακά, δεν δικαιολογείται τόσος ρεβανσισμός. Εντάξει, θα τον καταργήσει τον νόμο Γαβρόγλου (ποιον απ’ όλους άραγε;), αλλά ας μη βιάζεται. Η νίκη επί των αντιπάλων, εάν αυτό επιθυμεί περισσότερο από το να υπηρετήσει την υπόθεση της Παιδείας, δεν εξασφαλίζεται με δηλώσεις. Όπως (της) είπε ο τέως υπουργός, κάποτε κι αυτή θα παραδώσει. Και τότε θα δούμε τις μέρες και τα έργα της. Μέχρι τότε, καλά θα κάνει το Υπουργείο Παιδείας - και Θρησκευμάτων - να δείξει λίγο σεβασμό στα θεία, δηλαδή τα παιδιά, τον τόπο και τις πραγματικές ανάγκες του.

Όπως έλεγε και κάποιος γνωστός μου, έστι δίκης οφθαλμός, ος τα πανθ’ ορά!

https://poli-k.net