Loading...

Κατηγορίες

Σάββατο 30 Απρ 2022
Μητσοτάκης – Γλίξμπουργκ / Κρατάει δεκαετίες αυτή η προνομιακή σχέση
Κλίκ για μεγέθυνση

 


 

Οι στενές σχέσεις ανάμεσα στον «μητσοτακισμό» και τον «βασιλικό» χώρο καλλιεργήθηκαν με επιμονή και αμοιβαία επωφελείς πολιτικές επιλογές. Αφενός, ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραδεχόταν το 2013 στον Θανάση Διαμαντόπουλο: «Εμένα οι ακροδεξιοί ήταν οι πιο δικοί μου, οι πιο πιστοί, ιδιαίτερα οι βασιλόφρονες. Και οι ακροδεξιοί, λοιπόν, κατά βάση τον Κυριάκο θα ακολουθήσουν» («Το πορτρέτο ενός ηγέτη. Από την ιστορία του Μητσοτάκη στον Μητσοτάκη της Ιστορίας», εκδόσεις Πατάκη, 2013). Αφετέρου, οι Γλίξμπουργκ ουδέποτε μίλησαν αρνητικά για τους χειρισμούς Μητσοτάκη.

 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που ακολουθεί πιστά τις πολιτικές αρχές και πρακτικές της μητσοτακικής παράδοσης (δεν είναι ζήτημα οικογενειακής ευθύνης), απέδειξε άμα τη εκλογή του ότι θα συνεχίσει να επενδύει στις καλές σχέσεις με τους βασιλόφρονες. Στα τέλη Αυγούστου αναφερόταν στο Τατόι ως «βασιλικά κτήματα». Και προ ολίγων ημερών επισκέφθηκε τη Σκωτία προκειμένου να συναντήσει τον συγγενή των Γλίξμπουργκ, τον πρίγκιπα Κάρολο της Αγγλίας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη θέσει ως πρώτιστη προτεραιότητα για το Τατόι όχι την αναγέννηση του καμένου δάσους, αλλά τη δημιουργία ενός μουσείου-ύμνο στη «βασιλική οικογένεια» της Ελλάδας, που θα πλαισιώνεται από δεκάδες χώρους για VIP θαμώνες, ξενοδοχεία και σπα. Και όλα αυτά με τη συμμετοχή ιδιωτών, που θα έχουν λόγο στα έργα και στη διαχείριση του χώρου.

Νέφος μυστηρίου για τους ιδιώτες και τα κοινοτικά κονδύλια

Ένα νέφος περιβάλλει το ποιοι ιδιώτες και με ποια ανταλλάγματα θα συμμετάσχουν στην (αναγκαία) ανάπλαση του Τατοΐου αντλώντας κοινοτικούς πόρους για την περάτωση των έργων. Ωστόσο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το ότι οι συνομιλίες του πρωθυπουργού και του Καρόλου αφορούσαν και το πώς η Ελλάδα θα αναμειχθεί στα επενδυτικά πλάνα του διαδόχου του βρετανικού θρόνου.

Ποιοι ήταν οι σταθμοί αυτής της μακράς συμπόρευσης της μητσοτακικής παράδοσης με το σύστημα των Γλίξμπουργκ; Πώς «τίμησε» ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τη σχέση του με τους παλατιανούς; Τι κληρονόμησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και υπηρετεί ως πρωθυπουργός της Ελλάδας;

ΑΥΓΗ ΤΑΤΟΙ

 

Η Αποστασία και το έγγραφο της CIA

«Μολονότι βενιζελογενής (σ.σ.: ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης), είχε διαμορφώσει από το 1965 μια ιδιαίτερα προνομιακή σχέση με τη βασιλόφρονα Ελλάδα» έχει γράψει ο ημιεπίσημος βιογράφος του Θανάσης Διαμαντόπουλος. Η Αποστασία ήταν, δηλαδή, η αρχή αυτής της σχέσης. Και παρά τα όσα είχε κατά καιρούς ισχυριστεί ο ίδιος, τα ντοκουμέντα της εποχής επιβεβαιώνουν ότι η Αποστασία υπήρξε αποτέλεσμα της σύμπραξης του παλατιού με τον φιλόδοξο Μητσοτάκη.

Χαρακτηριστικά, σε τρισέλιδη έκθεση της CIA με ημερομηνία 21.1.1965 αναφερόταν ότι «τα σχέδια του βασιλέως να εξαναγκάσει σε παραίτηση τον Παπανδρέου περιλαμβάνουν μια σειρά επιθέσεων εναντίον του πρωθυπουργού και του υιού του Ανδρέα μέσω του Πάνου Κόκκα (σ.σ.: διά της εφημερίδας Ελευθερία)». Ο Κόκκας, επιστήθιος φίλος του Μητσοτάκη (από άλλους εμφανιζόταν ως ενεργούμενό του), φερόταν στην έκθεση να έχει δηλώσει πως «συμφωνεί να λάβει θέση εναντίον τού Παπανδρέου εφόσον ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναλάβει ως υπουργός Συντονισμού ή ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης επί οικονομικών ζητημάτων σε μια νέα κυβέρνηση».

Το έγγραφο, που έφερε στο φως ο ερευνητής Σπύρος Δραΐνας, έτυχε το 2008 της ακόλουθης εκτίμησης του τότε διευθυντή των Νέων Παντελή Καψή: «Τα τραγικά γεγονότα που οδήγησαν στη δικτατορία του 1967 ήταν αποτέλεσμα παλατιανής συνωμοσίας, στην οποία ο κ. Μητσοτάκης είχε από την αρχή πρωταγωνιστικό ρόλο».

ΤΑΤΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

Το unfair και η δυσαρέσκεια Καραμανλή

«Το τι έγινε το 1974 είναι ένα θέμα που θα το κρίνει η Ιστορία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν άδικο το δημοψήφισμα, με την έννοια ότι ο τότε ακόμα βασιλιάς Κωνσταντίνος δεν είχε τη δυνατότητα να κάνει εκστρατεία για το δημοψήφισμα στην Ελλάδα και ήταν υποχρεωμένος να μείνει στο Λονδίνο. Αλλά, επαναλαμβάνω, αυτό είναι ένα θέμα που θα το κρίνει η Ιστορία. Όσον αφορά το παρόν, θα ήθελα να πω ότι ωριμάζουν οι συνθήκες κι αυτό μας διδάσκει η πείρα άλλων κρατών που είχαν ανάλογο πρόβλημα. Είναι ενδεχόμενο, και θέλω να ελπίζω ότι με την πάροδο του χρόνου θα καταστεί δυνατόν, η οικογένεια και ο ίδιος να μπορούν να έρχονται στην Ελλάδα, ενδεχομένως να ζουν στην Ελλάδα, εάν το επιθυμούν».

Οι συγκεκριμένες δηλώσεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις 4 Φεβρουαρίου του 1988 έμειναν στην ιστορία με τη λέξη «unfair». Ο τότε πρόεδρος της Ν.Δ. από το Λονδίνο ανακίνησε έτσι το πολιτειακό ζήτημα προκαλώντας σάλο στην Αθήνα, ενώ δυσαρεστημένος εμφανιζόταν μέχρι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

ΤΑΤΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

Ο Μητσοτάκης αρχικά μίλησε για παρερμηνεία που οφειλόταν στη μεταφράστρια (παρά το γεγονός ότι οι δηλώσεις έγιναν μπροστά σε κάμερες και στα ελληνικά).  Ύστερα έκανε λόγο για «προβοκάτσια» της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ.

Το γιατί έκανε αυτές τις τόσο θετικές για τους Γλίξμπουργκ δηλώσεις έτυχαν πολλών ερμηνειών από αρθρογράφους της εποχής.  Άλλοι έλεγαν ότι ήταν «μοιραίο για τον κ. Μητσοτάκη το σύνδρομο της αυτοκαταστροφής» (Στέλιος Κούλογλου, Το Βήμα, 7.2.1988). Τα Νέα της 5ης Φεβρουαρίου έλεγαν με νόημα ότι «ο κ. Μητσοτάκης ούτε τυχαία επέλεξε το Λονδίνο -όπου ως γνωστόν διαμένει ο τέως βασιλιάς- για να κάνει τη δήλωσή του, ούτε και ‘γκάφα’ διέπραξε, αλλά σκόπιμα ανακίνησε το θέμα στο πλαίσιο του δικού του πολιτικού σχεδιασμού».

 

Άλλοι, πάλι, επανήλθαν στο ζήτημα αργότερα, το 1991, και εξήγαγαν άλλα συμπεράσματα.

ΤΑΤΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

Το ριφιφί από το Τατόι

Ήταν Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 1991 και στο πλοίο J. Borchard, που είχε ελλιμενιστεί στον Πειραιά, φορτώνονταν 9 κοντέινερ συνολικού βάρους 32 τόνων, που είχαν μεταφερθεί εκεί με 6 νταλίκες. Το δρομολόγιο των φορτηγών είχε ξεκινήσει από το άλλοτε βασιλικό ανάκτορο στο Τατόι, όπου με άκρα μυστικότητα συγκεντρώθηκε σε 1.904 δέματα η κινητή περιουσία της άλλοτε βασιλικής οικογένειας.

Οι τίτλοι και τα ρεπορτάζ στις εφημερίδες αποτύπωναν μια πρωτοφανή μεθόδευση που έγινε με ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη και συμμετοχή του κρατικού μηχανισμού.

Τον Οκτώβριο του 1990 ο ναύαρχος ε.α. Μάριος Σταυρίδης, επίτροπος της περιουσίας του τέως βασιλιά, υπέβαλε αίτηση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη για μεταφορά της οικοσκευής στο εξωτερικό. Στις 22 Νοεμβρίου 1990 ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς, υπουργός Οικονομίας, και ο Τζανής Τζαννετάκης, υπουργός Πολιτισμού, με Κοινή Υπουργική Απόφαση όριζαν ειδική επιτροπή που θα έλεγχε ποια αντικείμενα θα εξάγονταν.

ΤΑΤΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ Εφημερίδα Τα Νέα, 16.7.1965

Τον Φεβρουάριο του 1991 η επιτροπή, που αποτελούνταν από οκτώ υπαλλήλους, τέσσερις επόπτες τελωνείου, έναν αρχαιολόγο, στέλεχος του υπουργείο Πολιτισμού, και έναν εκπρόσωπο της Εθνικής Πινακοθήκης, ξεκίνησε το έργο της καταγραφής των αντικειμένων που προ εξαμήνου είχαν μεταφερθεί στο Τατόι από την Κέρκυρα, τη Ρόδο, την Πεντέλη, τη Λάρισα. Υπάλληλοι, όπως ο Μιχάλης Δουλγερίδης της Πινακοθήκης, ανέφεραν (Το Βήμα, 25.11.2008) πως τα έργα ήταν στοιβαγμένα χωρίς προφύλαξη, ανάμεσά τους πίνακες του Βολανάκη, του Γύζη, του Λύτρα, του Ιακωβίδη. «Τα κιβώτια ήταν τοποθετημένα σε έξι δωμάτια-αποθήκες. Εμείς είδαμε μόνο όσα ήταν σε μία από αυτές» είπε χαρακτηριστικά. «Δίπλα μας ήταν συνεχώς ένα τσούρμο βασιλοφρόνων, με επικεφαλής τον ναύαρχο Σταυρίδη, οι οποίοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μας δυσκολέψουν. Μας πίεζαν να τελειώνουμε γρήγορα.  Όταν ζητούσαμε να ανοίξει κάποιο κιβώτιο άρχιζαν τη φασαρία: ‘Τι το θέλετε αυτό; Τι να δείτε; Αυτά ανήκουν στον μεγαλειότατο!’» πρόσθεσε.

«Δεκάδες εργάτες συσκεύαζαν έπιπλα, χαλιά, ασημικά, 271 πίνακες, κρύσταλλα, ακόμη και πετσέτες, σεντόνια και καλύμματα καναπέδων» γράφεται σε ρεπορτάζ του Βήματος του 2008, ενώ δεν υπήρξε ούτε φωτογράφιση των αντικειμένων, ούτε επίσημη και ενδελεχής καταγραφή. Το πλοίο ξεκίνησε για Ρότερνταμ κι από κει έφτασε στο αγγλικό λιμάνι του Τίλμπουρι και εντέλει τα αντικείμενα κατέληξαν στους Γλίξμπουργκ.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διά του Γιάννη Παλαιοκρασσά ισχυρίστηκε πως είχαν ενημερωθεί τα κόμματα, γεγονός που διέψευσαν τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΝ.

Εντέλει, το 2006 ο οίκος Christie’s, που φέρεται να είχε συμμετοχή στην καταγραφή των αντικειμένων, διενήργησε μεγάλη δημοπρασία με πολλά κομμάτια από την περιουσία. Οι Γλίξμπουργκ ισχυρίστηκαν πως δεν γνώριζαν τι δημοπρατήθηκε ακριβώς από τον οίκο.

ΤΑΤΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ Εφημερίδα Kαθημερινή, 1994

Ο νόμος του 1992

«Το 1991, ο διακανονισμός μεταξύ της βασιλικής οικογένειας και της κυβερνήσεως για τα περιουσιακά στοιχεία των πρώτων βρισκόταν στο τελικό στάδιο επίλυσης (όπως και αποδείχθηκε με νόμο του 1992)».  Έτσι περιγράφει στον ιστότοπό της η «ελληνική βασιλική οικογένεια» τη χρονική ακολουθία των ενεργειών τής κυβέρνησης Μητσοτάκη σχετικά με τη λεγόμενη «βασιλική περιουσία»: πρώτα συζητήθηκε και έγινε συμφωνία μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και ύστερα -με δεδομένη πια τη μεταφορά του μεγαλύτερου τμήματος της κινητής περιουσίας των Γλίξμπουργκ στο εξωτερικό- ήρθε στη Βουλή ο σχετικός νόμος για την ακίνητη περιουσία, με την ελληνική Πολιτεία σε εμφανώς μειονεκτική θέση.

Πράγματι, στις 30 Σεπτεμβρίου 1992 ο Νόμος 2086/1992 ψηφίστηκε από τους βουλευτές της Ν.Δ. Η συζήτηση στη Βουλή, που λειτουργούσε με ειδική σύνθεση, χρωματίστηκε από τις τοποθετήσεις των ακραιφνών βασιλοφρόνων Φραντς Τσαγγάρη και Κώστα Ζαχαράκη, που ήταν και οι μόνοι που μίλησαν εκ μέρους της Κ.Ο. της Ν.Δ.

Το ΠΑΣΟΚ διά του Ανδρέα Παπανδρέου κατήγγειλε το νομοσχέδιο δηλώνοντας ότι «τα χαρίζουν όλα στον Γλίξμπουργκ», ενώ ο ΣΥΝ διά του Παναγιώτη Σκοτινιώτη αποκάλυψε έγγραφο με την προσυμφωνία των δύο πλευρών, η οποία κρινόταν «ακόμα πιο συμφέρουσα (σ.σ.: για το Δημόσιο) από αυτή που τελικά υπεγράφη». Τελικά η σύμβαση προέβλεπε ότι ο Γλίξμπουργκ θα κρατούσε τα παλιά θερινά ανάκτορα του Τατοΐου, το Μον Ρεπό στην Κέρκυρα και το κτήμα στο Πολυδένδρι.

Δύο χρόνια αργότερα, το 1994, ψηφίστηκε ο Νόμος 2215/1994, που έφερε η κυβέρνηση Παπανδρέου. Ο νόμος αφαιρούσε από τον «τέως» την ιδιοκτησία του στην Ελλάδα και την ελληνική ιθαγένεια, τον ονομάτιζε «Κωνσταντίνο Γλίξμπουργκ» και απαιτούσε από τα μέλη της οικογένειάς του να δηλώσουν επίθετο στα ληξιαρχεία προκειμένου να επανακτήσουν την ελληνική ιθαγένεια.

Η Ν.Δ. αποχώρησε από τη συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής καταγγέλλοντας τον χαρακτήρα του «κατεπείγοντος» που είχε ο νόμος. Δημοσιεύματα ανέφεραν ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διαφωνούσε με την επιλογή της ηγεσίας  Έβερτ, ενώ ο πρόεδρος της Ν.Δ. λεγόταν ότι επέλεξε την αποχώρηση προκειμένου οι «μητσοτακικοί» βουλευτές να μην υπερασπίσουν την περιουσία του Γλίξμπουργκ.

* Πληροφορίες για το άρθρο αντλήθηκαν από το ένθετο της Εφημερίδας των Συντακτών «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Πενήντα αποχρώσεις του Κέντρου» σε συγγραφή και επιμέλεια των Δημήτρη Ψαρρά και Τάσου Κωστόπουλου. Επίσης, από φύλλα του Τύπου της εποχής των γεγονότων.

πηγη: https://www.avgi.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου