Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 29 Οκτ 2020
Οι Πρέσπες είναι πολύ μακριά από την Τουρκία...
Κλίκ για μεγέθυνση

29.10.20

 

 
 

Η Συμφωνία των Πρεσπων (που ακόμα και Βορειομακεδόνες ιθύνοντες τη χαρακτήρισαν διπλωματικό κομψοτέχνημα) έκανε περήφανους όσους στρατεύουνται πολιτικά σ' αυτό που σχηματικά ονομάζουμε ελληνική ανανεωτική αριστερά. Πρόκειται, άλλωστε, για το... μόνο πολιτικό χώρο που δεν υπέκυψε στην εθνικιστική μανία των αρχών της δεκαετίας του 90 στο Μακεδονικό και άφησε την πατριδοκαπηλία σε όλους τους υπόλοιπους.
 
Η λύση ονοματολογικού προβλήματος της γειτονικής χώρας με την ιστορική Συμφωνία που υπέγραψαν στις Πρέσπες Αλέξης Τσίπρας και Ζόραν Ζάεφ έβαλε, παρά τη λυσσώση εθνικιστική αντίδραση και στις δύο χώρες, ούρειο άνεμο στα πανιά του τότε κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ. Φούσκωσε όμως τόσο πολύ ο άνεμος που στελέχη της Κουμουνδούρου έφτασαν να πιστέψουν ότι μπορεί το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών να δώσει τη λύση και στα ελληνοτουρκικά.
 
Πλάνη. Ξεκάθαρα. Ανθρωποι που διαθέτουν πολύ καλή γνώση των λεγόμενων εθνικών θεμάτων, με παιδεία μαρξιστική, αποδεδειγμένα ικανοί και επαρκώς ενημερωμένοι πατούν την μπανανόφλουδα και πιστεύουν ότι ο Ερντογάν και η Τουρκία μπορεί να εξευμενιστούν αν η ελληνική πλευρά δείξει ειλικρινή διάθεση για έναν τίμιο και αμοιβαίως επικερδή συμβιβασμό (κυρίως στο ζήτημα των υδρογονανθράκων αλλά όχι μόνο).
 
Μα για να προκύψει όμως ένα τέτοιο αποτέλεσμα, θα πρέπει να επιζητεί το συμβιβασμό και η άλλη πλευρά. Η οποία, επιπρόσθετως, θα πρέπει να αποφεύγει τις προκλητικές ενέργειες, να αποδεικνύει την προσήλωσή της στο Διεθνές Δίκαιο, να μιλά τη γλώσσα της αλήθειας και να παρουσιάζει μετριοπάθεια τόσο στο προσκήνιο όσο και στο παρασκήνιο.
 
Η Τουρκία, σήμερα, δεν πληροί καμία από αυτές τις προϋποθέσεις. Μακριά από την οποιαδήποτε εθνικιστική υστερία είναι πασιφανές ότι η γειτονική χώρα θέλει να επιβάλλει τη θέσης προβοκάροντας και προκαλώντας, ενώ ταυτόχρονα ξεδιπλώνει αργά αλλά μεθοδικά όλο το πλέγμα των διεκδικήσεών της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
 
Ο δε ηγέτης της, στυγνός, με απολυταρχικές τάσεις στο εσωτερικό αντιμετωπίζει τα αδιέξοδά του τορπιλίζοντας κάθε προσπάθεια συμβιβασμού, ακόμα και αν αυτή προέρχεται από την ίδια την Αγκελα Μέρκελ. Λαϊκίζει, την ίδια ώρα, ασύστολα και παίζει ένα επικοινωνιακό παιχνίδι που θυμίζει άλλες εποχές που ο κόσμος προσπαθεί να ξεχάσει.
 
Με λίγα λόγια, απέχει παρασάγγας από το να θεωρηθεί μετριοπαθής.
 
Με έναν τέτοιο αντίπαλο, η επιδίωξη συμβιβασμού, τουλάχιστον με τις υπάρχουσες συνθήκες, θα παραμείνει κενό γράμμα. Και οι φωνές, ας το πούμε άλλη μία φορά σχηματικά, που βρίσκονται αριστερότερα του Αλέξη Τσίπρα φαίνεται ότι δεν υπολογίζουν καλά τις ιδιαιτερότητες της περίπτωσης.
 
Ο γενικός κανόνας πράγματι στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής υπαγορεύει την άοκνη προσπάθεια για συνεννόηση, συμβιβασμό, κόντρα στο σαράκι της πατριδοκαπηλίας και των κατά τόπους υποστηρικτών της. Πράγματι, αυτού του είδους οι προσπάθειες, όταν συνοδεύονται από ειλικρινείς προθέσεις, παράγουν μετρήσιμα αποτελέσματα.
 
Θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, ας πούμε, στο Κυπριακό. Η παρουσία του Μουσταφά Ακιντζί στην ηγεσία των τουρκοκύπριων αποτελούσε χρυσή ευκαιρία. Ο Νίκος Αναστασιάδης για τους δικούς του λόγους δεν το τόλμησε και το πουλί πέταξε. Νέος ηγέτης των Τουρκοκύπριων είναι εδώ και κάποιες ημέρες ο άνθρωπος του Ερντογάν στα Κατεχόμενα, ο Ερσίν Τατάρ.
 
Στην αμιγώς ελληνοτουρκική διένεξη όμως τέτοιες δυνατότητες δεν υπάρχουν. Και πως να υπάρξουν όταν το ένα από τα δύο μέρη πραγματοποιεί μία επίδειξη αμετροέπειας και αλαζονίας σχεδόν σε κάθε δημόσια τοποθέτησή της.
 
Υπό αυτήν την έννοια μία σχετική μουρμούρα που υπόκωφα θα έλεγε κανείς ότι υπάρχει σε μερίδα της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ για το γεγονός ότι το κόμμα τους σήκωσε πολύ ψηλά το λεκτικό ατόπημα Χρυσοχοϊδη περί εθνικισμού και 12 μιλιών είναι μάλλον υπερβολική.
 
Προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν πολιτικός αντίπαλός του στη Βουλή (που τυγχάνει να είναι και πρωτοκλασάτος Υπουργός) του εκτοξεύει την κατηγορία της εθνικιστικής προσέγγισης στα ελληνοτουρκικά, η απάντηση θα πρέπει να δοθεί.
 
Οι αντιρρήσεις και η διαφορετική άποψη βέβαια έχουν τα δικά τους επιχειρήματα τα οποία εδράζονται και σε πολιτική και ιδεολογική επεξεργασία χρόνων. Μόνο που στην εξωτερική πολιτική αυτό που μετρά πάνω απ' όλα είναι η πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα δείχνει ότι η Τουρκία δεν θέλει να συμβιβαστεί αλλά να κυριαρχήσει.
 
Κάθε σώφρων Ελληνας πολιτικός οφείλει αυτό να το έχει κατά νου. Οπως επίσης και το ακόλουθο. Η Τουρκία, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο τιμόνι, δεν αποτελεί κράτος δικαίου, δεν εφαρμόζει πολιτικές δικαίου ούτε στο εσωτερικό ούτε στο εξωτερικό. Δια παν ενδεχόμενο λοιπόν, όλες οι λύσεις θα πρέπει να είναι πάνω στο τραπέζι, ακόμα και αυτή της επέκτασης των χωρικών υδάτων της χώρας στα 12 ναυτικά μίλια...
 
Νίκος Γιαννόπουλος
 
news247.gr
 
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου