Η αλαζονική πολιτική επιδίωξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη για τις αυτοδιοικητικές εκλογές ήταν εξ αρχής τρομακτική. Η απόλυτη παντοδυναμία που επιδίωκε, έχοντας θέσει ως στόχο να κερδίσει 13 στις 13 περιφέρειες και 3 στους 3 μεγάλους δήμους, εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους για τη Δημοκρατία.

Μια και θα ήταν η απόλυτη επιβεβαίωση της μετατροπής της Ελλάδας σε μια χώρα που θα κυβερνιόταν από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, τύπου Βόρειας Κορέας.

Η αντιπολίτευση, το αντίπαλο δέος και τα θεσμικά αντίβαρα στις κυβερνητικές πολιτικές είναι πάντοτε ευεργετικά και λειτουργούν σαν δικλείδες ασφαλείας για τα χειρότερα στα δημοκρατικά πολιτεύματα.

Όπως εκ του αποτελέσματος προκύπτει όμως, η πολιτική επιδίωξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη μόνον κατ’ όνομα ήταν δημοκρατική.

Ο ασφυκτικός έλεγχος της αυτοδιοίκησης, αν είχε επιτευχθεί, θα ερχόταν να ολοκληρώσει τον ασφυκτικό έλεγχο που η κυβέρνηση της ΝΔ έχει επιβάλει στο κράτος, στους θεσμούς και στα ΜΜΕ.

Οι παρακολουθήσεις πολιτών, πολιτικών, υπουργών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών από πλευράς της κρατικής ΕΥΠ, υπό την ευθύνη του πρωθυπουργού, με χρήση μάλιστα ενός παράνομου λογισμικού το οποίο και εξήγαμε σε τρίτα κράτη, ήταν μόνο η αρχή για την αποκάλυψη των ολοκληρωτικών προθέσεων της κυβέρνησης.

Οι πυλώνες της Δημοκρατίας επλήγησαν σοβαρά και από τον ασφυκτικό έλεγχο που επέβαλε η κυβέρνηση της ΝΔ στην πολυφωνία και την ελευθεροτυπία, που εκδηλώθηκε με την υποχώρηση της χώρας στην 108η θέση στον κόσμο, μαζί με τριτοκοσμικά Αφρικανικά κράτη, στις διεθνείς αξιολογήσεις για την ελευθεροτυπία.

Κι ακόμη, οι πυλώνες της Δημοκρατίας υποχώρησαν από την αυταρχική πολιτική της αστυνομοκρατίας σε δρόμους, πλατείες και πανεπιστήμια, με σκοπό τη φίμωση κάθε αντίδρασης και κάθε αντίθετης άποψης.

Η παραβίαση του κράτους δικαίου χρησιμοποιήθηκε για την καταστολή κάθε αντιπολιτευτικής φωνής και για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης μέσω της κυβερνητικής προπαγάνδας.

Αυτό ήταν το πρώτο μέρος του σχεδίου της κυβέρνησης Μητσοτάκη, το οποίο ολοκληρώθηκε στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Η κυβέρνηση κατήγαγε μια σαρωτική νίκη, περιορίζοντας θεαματικά τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Το δεύτερο μέρος του σχεδίου της κυβέρνησης ήταν η απόλυτη επικράτηση, πέρα από το κράτος και στην αυτοδιοίκηση.

Ο ασφυκτικός έλεγχος όλων των περιφερειών και των μεγάλων δήμων θα άνοιγε τον δρόμο στην χωρίς εμπόδια και αντιστάσεις κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής πολιτικής. Που σκοπό έχει την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων οργανισμών, των δημόσιων αγαθών και του δημόσιου πλούτου και την εκχώρησή τους σε μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα.

Αυτό ήταν το μεγάλο κόλπο που κρύβονταν πίσω από την κυβερνητική αλαζονεία να κερδηθούν και οι 13 περιφέρειες μαζί με τους 3 μεγάλους δήμους.

Το σχέδιο αυτό απέτυχε χτες παταγωδώς.

Οι πολίτες αντέδρασαν στην κυβερνητική αλαζονεία, καθώς αντιλήφθηκαν ότι πίσω από αυτήν κρύβονται ανοίκειοι σχεδιασμοί σε βάρος της οικονομίας, των κοινωνικών συμφερόντων, αλλά και του περιβάλλοντος.

Η ανοιχτή κυβερνητική στήριξη στον περιφερειάρχη Θεσσαλίας που αγνόησε την κλιματική κρίση και δεν θωράκισε την περιφέρειά του απέναντι στον πλημμυρικό κίνδυνο, αν και υπήρξε προειδοποίηση του Ιανού το 2020, προκαλώντας ολέθριες συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές, στη φύση και στις περιουσίες, έστειλε μηνύματα για τη συνενοχή της κυβέρνησης στη μεγάλη καταστροφή.

Η οικογενειοκρατία στον μεγαλύτερο δήμο της χώρας και η πολιτική στήριξη στον εξ αίματος συγγενή του πρωθυπουργού δήμαρχο Αθηναίων, ο οποίος δεν πρόσφερε τίποτε στην πόλη πέραν αυτού που ειρωνικά ονομάστηκε «ο μεγάλος… περίδρομος», ήταν ακόμη ένα καμπανάκι για την όχι χωρίς σκοπιμότητες αλαζονική κυβερνητική πολιτική.

Η γαλάζια κομματική στήριξη στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης τέλος, ο οποίος αν και εξελέγη το 2019 σαν ανεξάρτητος, νικώντας τον κομματικό υποψήφιο της ΝΔ, στη συνέχεια εντάχθηκε στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ολοκλήρωσε την αντίδραση των πολιτών απέναντι στην κυβερνητική αλαζονεία.

Καθώς ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης που τώρα συνετρίβη στις δημοτικές εκλογές, ήταν εκείνος που «έβαλε πλάτη» στο κυβερνητικό έγκλημα του μετρό της Θεσσαλονίκης.

Το οποίο κόστισε τριπλά.

Πρώτα κόστισε με τη μη ολοκλήρωση ενός έργου πνοής για το κυκλοφοριακό, για το περιβάλλον και για την ποιότητα της ζωής στην πόλη.

Δεύτερον κόστισε με την καταστροφή ενός μοναδικού μνημείου πολιτισμού που επιβεβαίωνε την ιστορική συνέχεια της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας.

Και τέλος, το έγκλημα στο μετρό της Θεσσαλονίκης κόστισε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ δημόσιου χρήματος που εισέρρευσαν στα ταμεία των εργολάβων και που ήταν το κερασάκι στην τούρτα του εγκλήματος.

«Follow the money”, θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της ταινίας του εγκλήματος του μετρό της Θεσσαλονίκης, για το οποίο έδωσαν την απάντησή τους χτες οι Θεσσαλονικείς, αποδοκιμάζοντας τον συνένοχο στο έγκλημα δήμαρχο.

«Έγκλημα και τιμωρία» θα μπορούσε να είναι ο τίτλος για τη δεύτερη πράξη της ταινίας που είδαμε χτες όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Η αλαζονεία και ο αυταρχισμός συνιστούν εγκλήματα στις δημοκρατίες. Γιατί υποκρύπτουν εγκληματικές προθέσεις που προετοιμάζουν μεγάλες καταστροφές.

Οι προοδευτικοί πολίτες χτες ξύπνησαν από τον λήθαργο της κυβερνητικής προπαγάνδας και όρθωσαν ένα ανάχωμα απέναντι στις σε βάρος τους προθέσεις της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης της ΝΔ.

Η οποία με την αλαζονεία της απέδειξε ότι αγάπησε τα οικονομικά συμφέροντα περισσότερο από τους πολίτες.