Η κυβέρνηση ξεκίνησε την θητεία της σχεδόν σε ιδανικές συνθήκες. Δίπλα στην μιντιακή και επικοινωνιακή… υπερπαραγωγή που ανακαλύπτει εκρήξεις ανάπτυξης και στρατιές επενδυτών πίσω από κάθε βήμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, βρήκε το πιο ισχυρό οικονομικό υπόβαθρο που είχε η χώρα την τελευταία δεκαετία. Βρήκε 37 δις στα δημόσια ταμεία, βρήκε έναν προϋπολογισμό με υπεραπόδοση εσόδων, και βρήκε επίσης ισχυρή δημοσιονομική βάση και έτοιμο δημοσιονομικό χώρο σχεδιασμένο για τις πρώτες, ουσιαστικές μεταμνημονιακές παροχές.

Εξ ου και, εδώ και τρεις μήνες, αυτοαποθεώνεται καθημερινά εξαγγέλλοντας μέτρα και πρωτοβουλίες όχι απλώς ώριμες, αλλά ήδη δρομολογημένες από τους προηγούμενους. Ανακοίνωσε, εν χορδαίς και οργάνοις, την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ την οποία είχε σχεδιάσει και συμφωνήσει με τους θεσμούς από την περασμένη άνοιξη ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Ανακοίνωσε, εξίσου πανηγυρικά, την μείωση του ΕΝΦΙΑ την οποία είχε ήδη συμφωνήσει και ψηφίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, βάζοντας απλώς ένα επιπλέον «καπέλο» 200 εκατομμυρίων ευρώ ως δώρο στους έχοντες μεγάλη ακίνητη περιουσία. Ανακοίνωσε, με συγκίνηση και κοινωνική ευαισθησία, ακόμη και την αύξηση των συντάξεων χηρείας την οποία επίσης είχε ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ από τον περασμένο Μάιο. Παρεμπιπτόντως, κάπου βρήκε και ανεκτέλεστες δαπάνες περίπου 500 εκατομμυρίων ευρώ - που επίσης είχαν σώσει οι προηγούμενοι - και ετοιμάζεται, σύμφωνα με τις διαρροές, να ανακοινώσει ότι θα δώσει μέσω αυτών τα αναδρομικά στους συνταξιούχους (εν είδει αντισταθμίσματος του κοινωνικού μερίσματος που έκοψε, ως πολιτική επιλογή).

 

Το τρίμηνο του μέλιτος όμως τελειώνει κάπου εδώ, και μαζί τελειώνουν και τα έτοιμα. Ο προϋπολογισμός του 2019 που είχαν σχεδιάσει και εκτελέσει ο Τσίπρας και ο Τσακαλώτος κλείνει και η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει μέσα στην πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου να παρουσιάσει και να καταθέσει το προσχέδιο του πρώτου δικού της προϋπολογισμού. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.

Πρόκειται για δύσκολα τα οποία βρίσκονται ήδη ορθάνοιχτα στο τραπέζι της διαβούλευσης με τους επικεφαλής των θεσμών που φθάνουν σήμερα στην Αθήνα και, με βάση τις έως τώρα πληροφορίες, συμπυκνώνονται σε τουλάχιστον τρία κρίσιμα μέτωπα.

Το πρώτο είναι η απουσία δημοσιονομικού χώρου για να διατηρηθεί ατόφιο το αφορολόγητο στα 8.636 ευρώ. Εδώ, η «ντρίπλα» έχει μάλλον ήδη κλείσει και συμφωνηθεί στις συζητήσεις που έγιναν με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών και συνοψίζεται στην αλλαγή της «αρχιτεκτονικής» του αφορολόγητου. Κοινώς, το αφορολόγητο θα γίνει πιο ακριβό καθώς θα πρέπει να χτίζεται μέσα από αυξημένες ηλεκτρονικές δαπάνες που θα κληθούν να κάνουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι με βάση το ύψος του εισοδήματός τους. Κατά το επικρατέστερο σενάριο, δε, οι δαπάνες θα πρέπει να φθάνουν στο 15% ή 20% για εισόδημα έως 10.000 ευρώ (από 10% που ισχύει σήμερα), στο 25% για εισόδημα από 10.001 έως 30.000 ευρώ (από 15%) και στο 30% για εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ (από 20%).

 
 

 

Το δεύτερο σοβαρό πρόβλημα είναι ότι οι θεσμοί δείχνουν ισχυρή αντίσταση στην υλοποίηση μιας εκ των βασικών υποσχέσεων του οικονομικού επιτελείου – την αύξηση των 12 δόσεων της πάγιας ρύθμισης για οφειλές στην εφορία. Μέχρι στιγμής επιμένουν σε πολύ περιορισμένη εφαρμογή ενός σχήματος περισσότερων δόσεων και τούτο μόνον με αυστηρά περιουσιακά και εισοδηματικά κριτήρια. Αιτία αυτής της επιμονής είναι η αποτίμηση της νέας ρύθμισης των 120 δόσεων και η εκτίμηση των θεσμών ότι θα οδηγήσει σε απώλεια εσόδων τουλάχιστον 200 εκατομμυρίων ευρώ το 2020.

 

Το τρίτο, και δομικό ζήτημα, είναι ότι οι θεσμοί δεν έχουν πειστεί ότι υπάρχει - ή θα υπάρξει - ο δημοσιονομικός χώρος που θα «αντέξει» το πλήρες πακέτο φοροελαφρύνσεων που έχει ήδη εξαγγείλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για το 2020, δηλαδή την μείωση του χαμηλού φορολογικού συντελεστή, την μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και τα μέτρα στήριξης της οικοδομής. Με δεδομένο δε πως πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης παραμένει η μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων και με δεδομένο επίσης πως το προεκλογικό αφήγημα της ΝΔ περί «ανάπτυξης 4% που θα δημιουργήσει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο» δεν μπαίνει καν στο τραπέζι των συζητήσεων, όλο το project Μητσοτάκη για μείωση των φόρων και των φυσικών προσώπων βασίζεται σε μία και μοναδική προσδοκία: Τον συνυπολογισμό στα έσοδα του προϋπολογισμού των κερδών των ελληνικών ομολόγων που θα επιστρέψουν στην Αθήνα οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης (περίπου 1 με 1,2 δις αλλά με ασαφή ακόμη ορίζοντα καταβολής).

Τα μηνύματα όμως επ΄ αυτού από Βρυξέλλες και Βερολίνο είναι ιδιαίτερα συγκρατημένα και οι τελικές αποφάσεις δεν πρόκειται να ληφθούν πριν από το Eurogroup του Δεκεμβρίου. Κι έχει ενδιαφέρον στο παρασκηνιακό παζάρι που θα εξελίσσεται έως τότε εάν θα υπάρξουν και άλλες «αντισταθμιστικές» περικοπές σε κοινωνικές δαπάνες και παροχές - όπως συνέβη είτε με το κοινωνικό μέρισμα, είτε με το «σιωπηλό» ψαλίδισμα του αφορολόγητου.

https://tvxs.gr