Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 19 Δεκ 2022
Απώλεια αγοραστικής δύναμης και οικονομική ανάπτυξη πάνε μαζί;
Κλίκ για μεγέθυνση

 

Η ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2021 ακολούθησε τη ραγδαία υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας και τη βαθιά ύφεση του 2020 εξαιτίας της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων. Ωστόσο, οι προσδοκίες για περαιτέρω ανάπτυξη το 2022 φαίνεται να μετριάζονται το γ΄ τρίμηνο του 2022 και ο ρυθμός ανάκαμψης της Ελλάδας να είναι από τους χαμηλότερους στην Ε.Ε. και να υπολείπεται σημαντικά του 2019, που θεωρείται το καλύτερο έτος από πλευράς οικονομικών δεικτών μετά την κρίση χρέους.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιμέρους συνιστώσες του ΑΕΠ, όπως η ιδιωτική κατανάλωση, που μετά την τεράστια μείωση που υπέστη κατά τη διάρκεια του 2020 σε παγκόσμιο επίπεδο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του 2021, με τις καταναλωτικές δαπάνες να αυξάνονται (4,68% το 2021), χωρίς ωστόσο να προσεγγίζουν το επίπεδο του 2019. Το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών των νοικοκυριών για το 2021 κατευθύνθηκε σε πάγιες και αναγκαίες δαπάνες, όπως η διατροφή, η στέγαση και οι μεταφορές (βλ. ΕΛΣΤΑΤ, Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2021, 29 Σεπτεμβρίου 2022), καθώς και σε υπηρεσίες εστίασης, τουρισμού και αναψυχής που είχαν περιοριστεί λόγω της πανδημίας.

Η ανάπτυξη της οικονομίας, όμως, δεν φτάνει στα νοικοκυριά καθότι δεν μεταφράζεται σε βελτίωση των όρων διαβίωσης. Το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας σε όρους αγοραστικής δύναμης (PPS) καταλαμβάνει τη δεύτερη χειρότερη θέση στην Ε.Ε. και διαμορφώνεται στο 64,6% της Ε.Ε. το 2021, ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία και αποτελώντας το μόνο κράτος με χαμηλότερα επίπεδα από αυτά του 2007. Παράλληλα, η Eurostat επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει τη 2η χειρότερη επίδοση στην Ε.Ε. ως προς το ποσοστό νοικοκυριών που είδαν αύξηση (6,9%) έναντι μείωσης (26,3%) του εισοδήματός τους το 2021, με τη συντριπτική πλειονότητα να δηλώνει στασιμότητα. Κάτι που φυσικά δεν ισχύει για τις τιμές.

Πρωταθλητές σε ακρίβεια, ουραγοί στους μισθούς

Ο πληθωρισμός στη χώρα μας καταγράφει μία από τις υψηλότερες αυξήσεις των τελευταίων δεκαετιών και σε ετησιοποιημένη βάση αναμένεται να διαμορφωθεί πέριξ του 10% ως αποτέλεσμα ραγδαίων συσσωρευμένων ανατιμήσεων, με τις μεγαλύτερες να συναντώνται στην ενέργεια, στις μεταφορές και στα αγαθά πρώτης ανάγκης (βλ. ΕΛΣΤΑΤ, Δείκτης Τιμών Καταναλωτή: Νοέμβριος 2022, ετήσιος πληθωρισμός 8,5%, 9 Δεκεμβρίου 2022). Οι μισθοί, ωστόσο, δεν ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα, καθώς σε πραγματικούς όρους καταγράφουν σημαντική μείωση. Συγκεκριμένα, ενώ σε ονομαστικούς όρους καταγράφεται αύξηση των μισθών της τάξης του 1,7%, σε πραγματικούς όρους και με τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται σε διψήφιο νούμερο καταγράφεται μισθολογική μείωση που ξεπερνάει το επίπεδο του 8%, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα στην προτελευταία θέση στην Ε.Ε. σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης. Στον αντίποδα, οι μισθοί στην Ευρωζώνη αυξήθηκαν πέντε φορές περισσότερο (4,1%) με τον πληθωρισμό να είναι χαμηλότερος (8,0%).

Λαμβάνοντας υπόψη και την υψηλή αρνητική κατάταξη της χώρας μας ως προς την τιμή ηλεκτρικού ρεύματος και καυσίμων στην Ε.Ε., την αρνητική πρωτιά στο σύνολο των νοικοκυριών που έχουν δημιουργήσει ληξιπρόθεσμες οφειλές στον τομέα της ενέργειας ήδη από το 2020 και τις ακραίες ανατιμήσεις σε βασικά είδη διατροφής, καταλαβαίνουμε ότι ασκούνται πρόσθετες και μεγάλες πιέσεις στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα και στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Για την κάλυψη των αναγκών στέγασης και διατροφής το φτωχότερο 20% του πληθυσμού αναγκάζεται να καταναλώσει το 58,1% του εισοδήματος, έναντι 36,3% που καταναλώνει το πλουσιότερο 20%. Στη βάση αυτή, η πλειονότητα των εργαζόμενων (71%) έχει προβεί σε περιορισμό δαπανών για βασικά αγαθά διατροφής, με την πραγματική απώλεια αγοραστικής δύναμης να εκτινάσσεται και να φτάνει έως και 40% για την πλειονότητα των νοικοκυριών με εισοδήματα έως 750 ευρώ, 9%-14% για εισοδήματα από 751 έως 1.100 ευρώ και 19% για αυτούς που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό (ΙΝΕ ΓΣΕΕ, Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων, 2 Νοεμβρίου 2022).

Φτώχεια, ανεργία, ανισότητες

Το πρόβλημα της αγοραστικής δύναμης γίνεται ακόμα πιο πιεστικό αν αναλογιστούμε και την επιδείνωση των κοινωνικών δεικτών το ίδιο διάστημα. H Ελλάδα είναι τέταρτη στην Ε.Ε. ως προς την παιδική φτώχεια και πρώτη στην ανεργία των νέων, ενώ ο κίνδυνος φτώχειας και η οικονομική ανισότητα κλιμακώνονται τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (ΕΛΣΤΑΤ, Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών: έτος 2021, 27 Ιουλίου 2022). Τα στοιχεία αυτά σχετίζονται άμεσα με την κοινωνικοοικονομική ευημερία, την κοινωνική προστασία και τη συνοχή της χώρας, καθώς διαμορφώνουν συνθήκες αυξημένης πίεσης στο κόστος και στην ποιότητα διαβίωσης των νοικοκυριών.

Σε αυτό το πλαίσιο, η μη ουσιαστική αντιμετώπιση της πληθωριστικής και της ενεργειακής κρίσης, η μη συγκράτηση των τιμών και η μη αύξηση του πραγματικού εισοδήματος και του κατώτατου μισθού δεν μπορεί να αποτελούν επιλογή για τους κυβερνητικούς δρώντες, καθώς θέτει σε κίνδυνο το παρόν και το μέλλον της οικονομίας και της χώρας.

Η ενίσχυση των πραγματικών εισοδημάτων και της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, η άμβλυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, η ενίσχυση της ευημερίας των πολιτών, η μείωση του κινδύνου φτώχειας, η μείωση του ιδιωτικού χρέους, της εργασιακής ανασφάλειας και της αβεβαιότητας αποτελούν βασικές συνιστώσες μίας συμπεριληπτικής ανάπτυξης που θα αφορά το σύνολο της κοινωνίας, χωρίς να τίθενται στο περιθώριο σημαντικά τμήματα του πληθυσμού.

Η Ειρήνη-Ακριβή Νταή είναι μαθηματικός-οικονομολόγος, συντονίστρια Κοινωνικών Αναλύσεων ΕΝΑ

πηγη: https://www.avgi.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου