Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 30 Οκτ 2022
Οικονομία / Ο ελέφαντας στο δωμάτιο
Κλίκ για μεγέθυνση

 

Το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει οι παρεμβάσεις οικονομολόγων με θέσεις ευθύνης και αναλυτών, οι οποίοι με προσεκτικές διατυπώσεις αναδεικνύουν τους κινδύνους και τις αδυναμίες στην ελληνική οικονομία.

Κοινή είναι η διαπίστωση ότι ο πληθωρισμός στις τιμές ενέργειας άρχισε πριν την επίδραση της ουκρανικής κρίσης, λόγω των χαμηλών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Για να επανέλθει ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης στο 2%, θα πρέπει να αυξηθούν εκ νέου τα επιτόκια. Οι επιχειρήσεις με δυνατότητα μετακύλησης του υψηλού κόστους δανεισμού στις τιμές αυξάνουν τα κέρδη τους, ενισχύοντας τη θέση τους στην αγορά. Ο πληθωρισμός μεγεθύνει τα κέρδη των ισχυρών εταιρειών, μειώνοντας τους μισθούς, τις απολαβές των μικρών παραγωγών και τις συντάξεις. Η ταχεία αύξηση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη για την καταπολέμηση του πληθωρισμού είναι προς το συμφέρον της εργασίας, καθώς ο πληθωρισμός μειώνει άμεσα τους πραγματικούς μισθούς, τις απολαβές των μικρομεσαίων οικογενειακών επιχειρήσεων, των αυτοαπασχολούμενων και των ελεύθερων επαγγελματιών. Η καταπολέμηση του πληθωρισμού έχει οικονομικό κόστος. Το πολιτικό ζήτημα είναι ποιος θα το επωμισθεί.

Στην Ελλάδα σήμερα το μόνο μέσο υποστήριξης της οικονομίας παραμένει το Ταμείο Ανάκαμψης, με τα κονδύλια να διοχετεύονται μέσω του τραπεζικού τομέα στις ισχυρές οικονομικά επιχειρήσεις. Σε περιβάλλον χρηματοδότησης των επενδυτικών προγραμμάτων μέσω καταθέσεων με αρνητικά επιτόκια συντελείται επιπρόσθετη μεταφορά πόρων από τους μικροκαταθέτες στις επιχειρήσεις με πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα.

Η πολιτική χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ έχει αποδυναμώσει το ευρώ, αυξάνοντας το κόστος της παραγωγής και της προσφοράς υπηρεσιών στην Ε.Ε., επιβραδύνοντας τις παραγωγικές επενδύσεις, ιδιαίτερα στην ελληνική οικονομία. Η ίδια πολιτική έχει ευνοήσει τα επενδυτικά ταμεία τοποθέτησης σε άυλους τίτλους, προκαλώντας πληθωρισμό στα άυλα περιουσιακά στοιχεία, αδυνατίζοντας την πραγματική οικονομία.

Η ανισορροπία στη νομισματική σφαίρα της οικονομίας οδηγεί τη ρευστότητα σε τοποθετήσεις στα ακίνητα, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ελλάδα. Καθώς το κόστος κατασκευής αυξάνει στις νέες κατασκευές, η ζήτηση στρέφεται σε παλαιότερες κατασκευές, κυρίως κατοικιών, δημιουργώντας φούσκα στην αγορά ακινήτων. Αποτέλεσμα, η άνοδος των ενοικίων και ο περαιτέρω περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, αυξάνοντας την πρόσοδο των ραντιέρηδων.

Η παραπομπή της αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την ανοχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, γίνεται προκειμένου η κυβέρνηση να κερδίσει πολιτικό χρόνο, αδιάφορο αν ενδέχεται να αυξήσει το δημόσιο χρέος με τις εγγυήσεις των 20 δισ. ευρώ του «Ηρακλή». Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση αφήνει απροστάτευτη την πρώτη κατοικία των δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια, με ενδεικτικό παράδειγμα τα 80.000 δάνεια σε ελβετικό φράγκο (6-8 δισ. ευρώ), τα οποία με τις μεταβολές ισοτιμίας είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν. Η δομή της ελληνικής οικονομίας δεν αποπληρώνει αλλά διευρύνει το χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, παρά τη βραχυχρόνια μείωση του ποσοστού του ως προς το ονομαστικό ΑΕΠ λόγω πληθωρισμού.

Η πραγματικότητα αυτή δημιουργεί κέρδη για τους λίγους και χρέη στους πολλούς, εντείνοντας τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Η κυβέρνηση αυξάνει την αναλογία στα δημόσια έσοδα υπέρ των έμμεσων φόρων, που πλήττουν τους οικονομικά αδύναμους και όχι τους ισχυρούς, με αστείες προφάσεις Καγιέν και μακαρονιών.

Σε συνθήκες συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο «εθνικός» στόχος της κυβέρνησης για επενδυτική βαθμίδα απομακρύνεται, παρά την ωραιοποίηση εκθέσεων διεθνών οίκων για την οικονομία, με κρατικά συμβόλαια. Οι οφειλές στην εφορία, στα ασφαλιστικά ταμεία και τα κόκκινα δάνεια αθροιζόμενα προσεγγίζουν τα 400 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση γνωρίζει τους αριθμούς, αλλά το βλέμμα της είναι στραμμένο στις εκλογές, επιλέγοντας την υπονόμευση της σταθερότητας στην οικονομία.

Για τις εκλογές η κυβέρνηση εξαφανίζει από τη δημόσια συζήτηση τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», προβάλλοντας εναλλακτικά ή συνδυαστικά τον «φόβο» της Τουρκίας, της πανδημίας, των γεωπολιτικών εξελίξεων και σημαντικών κοινωνικών θεμάτων προκειμένου να καλύψει την ολιγωρία της. Ο κίνδυνος για την κοινωνική σταθερότητα είναι η κυβερνητική πολιτική εξυπηρέτησης των οικονομικά ισχυρών εις βάρος των αδύναμων.

* Ο Γιάννης Μπράχος είναι οικονομολόγος, πρώην γενικός γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων υπουργείου Εξωτερικών

πηγη: https://www.avgi.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου