«Θέλουν να πάρουν τα 37 δισ. και να τα δώσουν στις τράπεζες. Τις πληρώσαμε χρυσές όλα αυτά τα χρόνια. Θέλουν να πάρουν τις θυσίες του ελληνικού λαού. Είναι οι κόποι μας», είπε ο Αλέξης Τσίπρας το πρωί, στην συνέντευξή του στον AΝΤ1. Και δεν το είπε, προφανώς, απευθυνόμενος στον Μπάμπη Παπαδημητρίου, τον υποψήφιο βουλευτή της ΝΔ, που απλώς ανέλαβε να κάνει την δύσκολη δουλειά παραμονές των εκλογών.

Η αλήθεια είναι πως το «μαξιλάρι», ή ο «κουμπαράς», ασφαλείας των 37 δις ευρώ έχει μπει εδώ και καιρό στο «μάτι» των διψασμένων για ρευστό τραπεζών. Κι αυτός ο κουμπαράς είναι και ο πραγματικός, και τελικός στόχος, πίσω από την συζήτηση που άνοιξε γύρω από το ενδεχόμενο προσφυγής σε πιστοληπτική γραμμή στήριξης – μιας γραμμής που, πλην των άλλων, δεν έχει κανέναν οικονομικό και πολιτικό νόημα όταν τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων οδεύουν τάχιστα κάτω από το επίπεδο του 2% και η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας θα βρίσκεται πολύ σύντομα σε επενδυτική βαθμίδα, άρα και σε πλήρη δυνατότητα άντλησης ρευστού απ’ ευθείας από τις αγορές.

 

Η συζήτηση για την χρήση μεγάλου μέρους κεφαλαίων από το «μαξιλάρι» ασφαλείας, το λεγόμενο cash buffer, υπέρ των τραπεζών έχει ανοίξει εδώ και μήνες και προωθείται συντονισμένα από συγκεκριμένους οικονομικούς, πολιτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους εντός και εκτός ΝΔ.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως παρ’ ό,τι και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης και στελέχη της Νέας Δημοκρατίας απέρριψαν την θέση Παπαδημητρίου περί πιστοληπτικής γραμμής, δεν είπαν κουβέντα για το δεύτερο μισό του σχεδίου του – την χρησιμοποίηση του «κουμπαρά» ασφαλείας για να χρηματοδοτηθούν (ξανά) οι τράπεζες. Αντιθέτως, ο τομεάρχης Οικονομικών της ΝΔ Χρήστος Σταϊκούρας άφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά με μια εξαιρετικά ασαφή τοποθέτηση, ενώ πολύ πιο συγκεκριμένος ήταν σήμερα το πρωί στον ΑΝΤ1 ο βουλευτής του κόμματος Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, ο οποίος τάχθηκε σαφώς υπέρ της χρήσης των 37 δις από τις τράπεζες. «Αυτό που είπε ο κ. Παπαδημητρίου είναι κάτι το οποίο, νομίζω, ότι το ακούνε όλοι πολύ σοβαρά. Κι αυτό λέει, ότι τα 37 δισεκατομμύρια που έχει παρκαρισμένα η χώρα στο Λουξεμβούργο αυτή τη στιγμή, να τα αξιοποιήσουμε για να ξεκαθαρίσει πολύ γρήγορα το θέμα των κόκκινων δανείων», είπε χαρακτηριστικά ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.

 
 

 

Στην ίδια κατεύθυνση πιέζουν εδώ και αρκετό καιρό επιχειρηματικά και τραπεζικά συμφέροντα. Ενδεικτική είναι πρόσφατη έκθεση της HSBC στην οποία επισημαίνεται: «Η Ελλάδα διαθέτει ένα cash buffer άνω των 40 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι χρηματοδοτείται πλήρως μέχρι το τέλος του 2023 τουλάχιστον. Δεν υπάρχει σαφής στρατηγική για το τι θα γίνει με αυτήν την έξτρα ρευστότητα, αλλά θα μπορούσε να περιλαμβάνει έναν συνδυασμό αποπληρωμής μέρους των δανείων του ΔΝΤ, μείωσης των εκδόσεων εντόκων γραμματίων, μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών ή στήριξης των τραπεζών στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων».

Τι θα συμβεί όμως στην περίπτωση που υιοθετηθεί το εν λόγω σχέδιο; Πολύ απλά, η Ελλάδα θα χάσει το εγγυητικό κεφάλαιο με βάση το οποίο μπορεί πλέον να χρηματοδοτείται απ’ ευθείας από τις αγορές. Η ύπαρξη του cash buffer είναι καθοριστική για τη δυνατότητα της χώρας να έχει πρόσβαση στις αγορές στα πρώτα τουλάχιστον μεταμνημονιακά χρόνια. Της επιτρέπει επίσης να αποπληρώσει τα ακριβά δάνεια του ΔΝΤ (4 με 5 δις ευρώ που έχουν επιτόκιο πάνω από 5%) όπως προβλέπει το γνωστό σχέδιο Τσακαλώτου και έχει ήδη συμφωνηθεί με τους θεσμούς και το Ταμείο, κι ενδεχομένως και την ΕΚΤ. Με βάση το έτερο σχέδιο Τσακαλώτου μπορεί να χρηματοδοτήσει κι ένα δεύτερο «υπο-ταμείο» εγγυήσεων προς τους δανειστές, ύψους περίπου 5,5 δις, έτσι ώστε να μειωθεί άμεσα ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2,5%.

Εν ολίγοις, το δίλημμα που μπαίνει στο τραπέζι εν όψει εκλογών είναι εάν το cash buffer θα παραμείνει το «μαξιλάρι» εγγυήσεων ώστε αφενός η χώρα να χρηματοδοτείται από τις αγορές και, αφετέρου, να αμβλυνθεί το βάρος των πλεονασμάτων και των μέτρων λιτότητας, ή εάν θα χαριστεί «στα golden boys των τραπεζών», όπως είπε και ο Αλέξης Τσίπρας. Τόσο απλά…

 

https://tvxs.gr