Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 04 Μάρ 2018
Σαν Σήμερα... Κυριακή 4 Μαρτίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Σαν Σήμερα... Κυριακή 4 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Κυριακή 4 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

 

 
Ανατολή Ήλιου: 06:50 – Δύση Ήλιου: 18:22

 

Σαν Σήμερα...

Γεγονότα

 


μ.Χ.

Η Μάχη του Κερατσινίου

Στις 4 Μαρτίου 1827 ο Γεώργιος Καραϊσκάκης αποκρούει επίθεση του Κιουταχή στο Κερατσίνι, περιοχή βόρεια του Πειραιά, και του προξενεί βαρύτατες απώλειες. Η μάχη αυτή υπήρξε μία από τις λαμπρότερες νίκες του «γιου της καλογριάς».

Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Ακρόπολης από τους Τούρκους το 1827, ο Καραϊσκάκης, από την Ελευσίνα όπου βρισκόταν, θεώρησε αναγκαίο να καταλάβει το Κερατσίνι κι από ‘κει να ανοίξει δρόμο προς την Ακρόπολη διαμέσου του ελαιώνα της Αθήνας για να ενισχύσει τους πολιορκημένους. Πίστευε ότι η διαδρομή αυτή θα του εξασφάλιζε την προστασία του στρατού του από το εχθρικό ιππικό, ενώ έχοντας ως ορμητήριο το παραθαλάσσιο Κερατσίνι θα μπορούσε να εφοδιάζονται ευκολότερα οι δυνάμεις του από τα πλοία.

Στις 3 Μαρτίου 1827 έφθασε με τον στρατό του εκεί και οργάνωσε το σχέδιό του. Ο επικεφαλής της πολιορκίας της Ακρόπολης, Κιουταχής, μόλις πληροφορήθηκε την άφιξη του Καραϊσκάκη στο Κερατσίνι, έσπευσε με 800 άνδρες του να κατασκοπεύσει τις κινήσεις τους. Κατέλαβε ένα λόφο στο νότιο ύψωμα του Κορυδαλλού, που τότε οι Αθηναίοι ονόμαζαν λόφο του Σαρδελά, κι έστησε δύο κανόνια. Την ίδια ημέρα ενεπλάκη σε αψιμαχίες με τους άνδρες του Καραϊσκάκη, χωρίς κάποιο αποτέλεσμα.

Την επομένη, 4 Μαρτίου, επανέλαβε την επίθεση με πολύ ισχυρότερη δύναμη, που την αποτελούσαν, σύμφωνα με ορισμένους απομνημονευματογράφους, 3.000 πεζοί και 400 ιππείς (άλλες πηγές αναφέρουν μεγαλύτερο αριθμό: 4.000 πεζούς και 2.000 ιππείς). Αρχικά στράφηκε σ’ ένα οχυρωμένο μετόχι, που το υπερασπίζονταν ο Τούσας Μπότσαρης, ο Γαρδικιώτης Γρίβας και ο Νικόλαος Κασομούλης, με τους λιγοστούς άνδρες τους. Αφού το κανονιοβόλησε, ετοιμάστηκε γύρω στο μεσημέρι για την τελική έφοδο.

Βλέποντας ο Καραϊσκάκης την κρισιμότητα της κατάστασης, επιχείρησε αντιπερισπασμό, το οποίο όμως αντιλήφθηκε ο Κιουταχής και χώρισε τις δυνάμεις του στα δύο. Η ηρωική αντίσταση των υπερασπιστών του μετοχίου καθήλωσε τους Τούρκους, οι οποίοι αργότερα αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή, όταν εμφανίστηκε το ιππικό του Χατζημιχάλη Νταλιάνη, που τους προξένησε βαρύτατες απώλειες. Λίγο αργότερα έφθασαν ενισχύσεις από την Καστέλα, ολοκληρώνοντας την ήττα του Κιουταχή. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν σημαντικές για τη δύναμη που παρέταξαν. Οι νεκροί ανήλθαν σε 300 και οι τραυματίες σε 500 άνδρες. Οι Έλληνες έχασαν 3 άνδρες, ενώ τραυματίστηκαν περί τους 25.

Ο Μακρυγιάννης αναφέρει στα «Απομνημονεύματά» του ότι οι υπερασπιστές της Ακρόπολης, βλέποντας από μακριά την εξέλιξη της μάχης, βγήκαν και χτυπήθηκαν με τους πολιορκητές. Η πληροφορία αυτή, σύμφωνα με τους ιστορικούς, φαίνεται υπερβολική, γιατί οι Αθηναίοι δεν ήταν δυνατό να έχουν ακριβή αντίληψη της μάχης στο Κερατσίνι. Ωστόσο, η αναφορά του Μακρυγιάννη απηχεί το κλίμα γενικής ευφορίας και του αναπτερωμένου ηθικού των Ελλήνων, μετά τη μεγάλη νίκη του Καραϊσκάκη στο Κερατσίνι.

Ο Άρθουρ Κόναν Ντόιλ αρχίζει να γράφει την πρώτη ιστορία του με ήρωα τον Σέρλοκ Χολμς. Τίτλος της: «Σπουδή στο Κόκκινο».
Οι σουφραζέτες πραγματοποιούν πορεία στους δρόμους του Λονδίνου και σπάνε κάθε παράθυρο που βρίσκουν στο διάβα τους, επειδή η αγγλική κυβέρνηση δεν τους χορηγεί δικαίωμα ψήφου.
Αρχίζει η Μάχη της Κοκκινιάς μεταξύ των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από τη μία πλευρά και των γερμανών κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους από την άλλη. Θα τελειώσει στις 8 Μαρτίου, με την αποχώρηση των εισβολέων Γερμανών.
Ο Τζον Λένον δηλώνει: «Είμαστε (οι Beatles) πιο δημοφιλείς και από τον Χριστό» και προκαλεί αντιδράσεις στις ΗΠΑ.
Ο δημοσιογράφος Σταύρος Θεοδωράκης παρουσιάζει σε συνέντευξη Τύπου τον πολιτικό σχηματισμό «Το Ποτάμι», ο οποίος θα συμμετάσχει στις επερχόμενες ευρωεκλογές. Ο κ. Θεοδωράκης αναφέρει ότι «Το Ποτάμι» κλέβει ιδέες και από την Αριστερά και από τη φιλελεύθερη Δεξιά, όμως τονίζει ότι δεν θέλει να το κατατάξει στη μία ή στην άλλη πολιτική πλευρά.

Γεννήσεις

 


μ.Χ.

Αντόνιο Βιβάλντι
1678 – 1741

Βενετσιάνος συνθέτης και βιολονίστας, από τους στυλοβάτες της Δυτικής Μουσικής. Το μεγάλο του ενδιαφέρον για τη μουσική επισκίασε την άλλη του ιδιότητα, αυτή του ιερωμένου, για την οποία ο ίδιος δεν έδειξε ιδιαίτερο ζήλο να τιμήσει.

Ο Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι (Antonio Lucio Vivaldi) γεννήθηκε στη Βενετία στις 4 Μαρτίου 1678. Βαφτίστηκε την ίδια ημέρα με προτροπή της μαμής του, η οποία φοβήθηκε ότι θα πεθάνει, λόγω των προβλημάτων υγείας που παρουσίασε. Αργότερα διαγνώσθηκε ότι έπασχε από άσθμα, αρρώστια που θα τον ταλαιπωρούσε σε ολόκληρη τη ζωή του.

Την τέχνη του βιολιού τη διδάχθηκε από τον πατέρα του Τζιοβάνι Μπατίστα Βιβάλντι, επαγγελματία κουρέα, αλλά και αξιόλογο βιολιστή, μουσικό της Ορχήστρας του Αγίου Μάρκου. Ο πατέρας του ήταν και έντονα θρησκευόμενος άνθρωπος και προετοίμαζε τον νεαρό γιο του για εκκλησιαστική σταδιοδρομία.

Το 1703 ο Αντόνιο χειροτονήθηκε ιερέας και σύντομα απέκτησε το προσωνύμιο «Ο κόκκινος παπάς», εξαιτίας των ξανθών μαλλιών του. Τον ίδιο χρόνο διορίστηκε καθηγητής βιολιού και αρχιμουσικός στο ορφανοτροφείο θηλέων «Οσπεντάλε ντι Πιετά» της Βενετίας. Δεν πέρασε πολύς καιρός και βρήκε την ευκαιρία να απαλλαγεί από τα θρησκευτικά του καθήκοντα, χωρίς να αποσχηματισθεί. Έτσι, αφιερώθηκε αποκλειστικά στη μουσική.

Άρχισε να συνθέτει πυρετωδώς και να γίνεται γνωστός έξω από τα στενά όρια της Βενετίας. Από το 1718 ταξίδευε διαρκώς για να παρουσιάζει τα έργα του, έχοντας ως βάση του τη Μάντοβα. Λέγεται, μάλιστα, ότι σε κάποια περιοδεία του έπαιξε και ενώπιον του Πάπα. Την εποχή εκείνη γνώρισε δύο ετεροθαλείς αδελφές, την Παολίνα Τρεβιζάνα, η οποία έγινε γραμματέας του και την κοντράλτο Άννα Τζίρο ή Ζιρό, η οποία τραγούδησε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους σε πολλές όπερές του. Ο Αντόνιο φιλοξενούσε τις κοπέλες στο σπίτι του και οι ψίθυροι έδιναν κι έπαιρναν ότι διατηρούσε ερωτικές σχέσεις και με τις δύο. Ο Βιβάλντι διασκέδαζε με τη φημολογία και απαντούσε ότι η σχέση μαζί τους ήταν αυστηρά φιλική και επαγγελματική.

Το 1725 παρουσίασε μια σειρά κοντσέρτων για έγχορδα και μπάσο κοντίνουο, με τον τίτλο «Il cimento dell' armonia e dell' inventione» («Η δοκιμή της αρμονίας με τη νεωτερική σύνθεση»). Τα τέσσερα πρώτα από αυτά αποτελούν τις «Τέσσερις Εποχές», το πιο γνωστό έργο του και ένα από τα δημοφιλέστερα έργα της μουσικής. Ο συνθέτης αποδίδει με νότες τις τέσσερις εποχές του χρόνου και θεωρείται ως πρώιμο δείγμα προγραμματικής μουσικής.

Το 1737 ο καρδινάλιος της Φεράρας ακυρώνει μια παράστασή του, επειδή αρνήθηκε να ιερουργήσει και εξαιτίας της συμβίωσή του με τις δύο αδελφές, που σκανδάλιζε τους πιστούς. Με την πάροδο του χρόνου, η δημοτικότητά του στη Βενετία άρχισε να υποχωρεί και ο Βιβάλντι, απογοητευμένος από τους συμπατριώτες του, ξενιτεύτηκε στη Βιέννη (28 Ιουνίου 1741). Ένα μήνα αργότερα, στις 28 Ιουλίου 1741, έφυγε από τη ζωή πάμπτωχος, έχοντας σπαταλήσει όλη του την περιουσία.

Ο Βιβάλντι με το προσωπικό ύφος γραφής έθεσε τα θεμέλια του ώριμου κοντσέρτου μπαρόκ και επηρέασε συνθέτες, όπως ο Μπαχ και ο Τέλεμαν. Πολυγραφότατος, συνέθεσε περί τα 850 έργα, αλλά λίγο μετά τον θάνατό του ξεχάστηκε. Από την αφάνεια τον ανέσυρε πολύ αργότερα ο Μέντελσον, όταν ερευνούσε το έργο του Μπαχ, ο οποίος θαύμαζε απεριόριστα τον Βιβάλντι. Ουσιαστικά, όμως, ο Βιβάλντι ανακαλύφθηκε τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και σήμερα θεωρείται ως ένας από τους δημοφιλέστερους συνθέτες της μουσικής μπαρόκ.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
1851 – 1911

Διηγηματογράφος, ποιητής, δημοσιογράφος και μεταφραστής· από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στη Σκιάθο στις 4 Μαρτίου 1851. Ήταν ένα από τα εννέα παιδιά του δάσκαλου και ιερέα Αδαμάντιου Εμμανουήλ (1817-1897) και της Γκιουλώς Μοραΐτη (1822-1896). Έτσι, ο νεαρός Αλέξανδρος μεγάλωσε μέσα σ’ ένα κλίμα γεμάτο ευλάβεια και θρησκευτικότητα. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του και στη Σκόπελο, φοίτησε κατόπιν στο γυμνάσιο της Χαλκίδας και ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Αθήνα (Βαρβάκειο) με χίλιες δυο στερήσεις. Το 1874 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν πήρε το δίπλωμά του.

Φύση ασκητική ο Παπαδιαμάντης, στα είκοσί του πήγε στο Άγιο Όρος μαζί με τον εξάδελφό του, επίσης διηγηματογράφο, Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, για να προσκυνήσει, όπως έλεγε ο ίδιος. Πάντως, δεν έμεινε πολύ εκεί. Γύρισε στην Αθήνα και όλη του η ζωή κύλησε λιτά και ασκητικά ανάμεσα στη βιοπάλη, τη συγγραφή και την εκκλησία. Επί χρόνια ήταν ο τακτικός ψάλτης στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου στο Μοναστηράκι και από τα μικρά του χρόνια ως το θάνατό του η πιο αγαπημένη του ενασχόληση ήταν η μελέτη εκκλησιαστικών βιβλίων.
Ο Παπαδιαμάντης πολύ νέος άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά. Δημοσίευε ιδίως μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων από τα αγγλικά και γαλλικά, γλώσσες που τις έμαθε μόνος του. Παράλληλα, άρχισε και το καθαυτό λογοτεχνικό του έργο. Τα πρώτα χρόνια καταγίνεται με ιστορικά μυθιστορήματα: «Μετανάστις (1880), «Οι Έμποροι των Εθνών» (1883), «Η Γυφτοπούλα» (1884). Γράφει και μερικά ποιήματα.

Γρήγορα, όμως, βρήκε τον αληθινό του δρόμο και στράφηκε προς το διήγημα. Ο «Χρήστος Μηλιόνης» (1885), εμπνευσμένος από ένα δημοτικό τραγούδι, είναι η απαρχή της στροφής αυτής. Από το 1885 καταγίνεται αποκλειστικά μ’ αυτό το είδος. Γράφει μικρά και μεγάλα διηγήματα (νουβέλες): «Η Χολεριασμένη (1901), «Ο Πεντάρφανος» (1905), «Ο Νεκρός ταξιδιώτης (1910), «Η Φόνισσα» (1903), «Οι Μάγισσες (1900), «Η Νοσταλγός» (1894), τα «Χριστουγεννιάτικα διηγήματα», τα « Πρωτοχρονιάτικα διηγήματα και τα «Πασχαλινά διηγήματα».

Το πλούσιο διηγηματικό του έργο, με θέματα και τύπους από τις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας ή την απλοϊκή ζωή της κοινωνίας της Σκιάθου, τον παρουσιάζει συγγραφέα του είδους, που λέγεται ηθογραφία. Αλλά η ηθογραφία του είναι μόνο ο σκηνικός διάκοσμος, όπου κινούνται τα πρόσωπα και ξετυλίγονται τα γεγονότα. Ο Παπαδιαμάντης δεν αντιγράφει ήθη και έθιμα. Βλέπει τη λαϊκή ψυχή, ζει τις εκδηλώσεις και αποτυπώνει όλα αυτά στο έργο του, ένα έργο τελείως προσωπικό και ιδιότυπο ως προς την εκλογή των θεμάτων, την έμπνευση και τη γλώσσα.

Ο Παπαδιαμάντης αγάπησε την απλοϊκή ζωή, τη νοσταλγούσε και την ονειροπολούσε συνεχώς και είχε το μεγάλο μυστικό να μεταμορφώνει τα ονειροπολήματά του σε εκλεκτά διηγήματα. Ασφαλώς τέτοιες ώρες νοσταλγίας και ονειροπόλησης έπλασε τα «Ρόδινα Ακρογιάλια» (1908), «Ολόγυρα, στη λίμνη» (1892), «Το Αστεράκι» (1909), «Το μοιρολόγι της φώκιας»(1908) κ.ά. Τέτοιες ώρες, επίσης, καθώς έσκυβε πάνω από τον ανθρώπινο πόνο, έγραψε τη «Μαυρομαντηλού» (1891), τη «Σταχομαζώχτρα» (1889), το «Σπιτάκι στο λιβάδι» (1896), την «Υπηρέτρα» (1888) ή το μικρό αριστούργημα «Στο Χριστό στο κάστρο» (1892).

Στο προσωπικό ύφος του Παπαδιαμάντη ανήκουν ακόμα η έντονη λατρεία της φύσης, η θρησκευτική ευλάβεια και η βυζαντινή μελωδία, που είναι διάχυτη στο έργο του. Άλλωστε, το λέει και ο ίδιος: «Όσον ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη».

Ιδιόμορφη είναι και η γλώσσα του Παπαδιαμάντη, επηρεασμένη από τα εκκλησιαστικά βιβλία. Αυτό, όμως, δεν εμποδίζει ούτε τη σαφήνεια και κατανόηση, ούτε το να έχουν οι φυσικές του περιγραφές, ποίηση αληθινή.

Γενικά, ο Παπαδιαμάντης χάρισε σελίδες αριστοτεχνικές στη νεοελληνική λογοτεχνία και θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους διηγηματογράφους μας. Ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης στο δοκίμιό του για τον Μακρυγιάννη έγραψε: «Ο Μακρυγιάννης είναι ο πιο σημαντικός πεζογράφος της νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, αν όχι ο πιο μεγάλος, γιατί έχομε τον Παπαδιαμάντη».

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης έζησε τον περισσότερο χρόνο του στην Αθήνα και όταν κατάλαβε το τέλος του, αναζήτησε την αγαπημένη του Σκιάθο, όπου και πέθανε από πνευμονία τα ξημερώματα της 3ης Ιανουαρίου 1911.

Παπαδιαμάντης Αυτοβιογραφούμενος

     Εγεννήθην εν Σκιάθω, τη 4η Μαρτίου 1851. Εβγήκα από το Ελληνικόν Σχολείον εις τα 1863, αλλά μόνον τω 1867 εστάλην εις το Γυμνάσιον Χαλκίδος, όπου ήκουσα την Α΄ και Β΄ τάξιν. Την Γ΄ εμαθήτευσα εις Πειραιά, είτα διέκοψα τας σπουδάς μου και έμεινα εις την πατρίδα. Κατά Ιούλιον του 1872 υπήγα εις το Άγιον Όρος χάριν προσκυνήσεως, όπου έμεινα ολίγους μήνας. Τω 1873 ήλθα εις Αθήνας και εφοίτησα εις την Δ΄ του Βαρβακείου. Τω 1874 ενεγράφην εις την Φιλοσοφικὴν Σχολήν, όπου ήκουα κατ' εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ιδίαν δε ησχολούμην εις τα ξένας γλώσσας.
     Μικρὸς εζωγράφιζα Αγίους, είτα έγραφα στίχους, και εδοκίμαζα να συντάξω κωμωδίας. Τω 1868 επεχείρησα να γράψω μυθιστόρημα. Τω 1879 εδημοσιεύθη «Η Μετανάστις» , έργον μου, εις το περιοδικὸν «Σωτήρας». Τω 1882 εδημοσιεύθη «Οι έμποροι των Εθνών» εις το «Μὴ χάνεσαι». Αργότερα έγραψα περί τα εκατόν διηγήματα, δημοσιευθέντα εις διάφορα περιοδικά και εφημερίδας.

Μίριαμ Μακέμπα
1932 – 2008

Θρυλική νοτιοαφρικανίδα τραγουδίστρια, γνωστή και ως «Μάμα Άφρικα» (Mama Africa), ένα από τα σύμβολα του αγώνα κατά του απαρτχάιντ.

Η Μίριαμ Μακέμπα (Miriam Makeba) γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου 1932 σε μια τενεκεδούπολη στα περίχωρα του Γιοχάνεσμπουργκ. Η καριέρα της άρχισε τη δεκαετία του '50, όταν συνδύασε την τζαζ με τα παραδοσιακά τραγούδια της Νότιας Αφρικής, σε μια εποχή που η λέξη «world music» ήταν άγνωστη. Στο διεθνές προσκήνιο εμφανίσθηκε το 1959, κατά τη διάρκεια περιοδείας της στις ΗΠΑ με το νοτιοαφρικάνικο συγκρότημα «Manhattan Brothers».

Την επόμενη χρονιά της αφαιρέθηκε το διαβατήριο από τη ρατσιστική κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής, επειδή συμμετείχε στο ντοκιμαντέρ «Come Back Africa» με περιεχόμενο κατά του απαρτχάιντ και αναγκάσθηκε να ζήσει στην εξορία. Επέστρεψε στη Νότιο Αφρική, μετά την αποφυλάκιση του Νέλσον Μαντέλα το 1990 και όταν το ρατσιστικό καθεστώς της χώρας έπνεε τα λοίσθια.

Η Μίριαμ Μακέμπα έγινε η πρώτη αφρικανίδα καλλιτέχνιδα που κέρδισε βραβείο Γκράμι (1966). Το μοιράστηκε με τον Χάρι Μπελαφόντε στην κατηγορία φολκ μουσικής για το άλμπουμ «An Evening With Belafonte/Makeba». Μεγάλες επιτυχίες της θεωρούνται τα τραγούδια «Pata Pata» (1956), «Malaika» (1960) και «Τhe Cling Song» (1965). Το 1987 συνεργάστηκε με τον Πολ Σάιμον, συμμετέχοντας στην περιοδεία του «Graceland».

Παντρεύτηκε συνολικά πέντε φορές και απέκτησε μία κόρη, την Μπόγκι, η οποία έφυγε από τη ζωή το 1985, σε ηλικία 35 ετών. Μεταξύ των συζύγων της, ο συμπατριώτης της τρομπετίστας της τζαζ Χιου Μασεκέλα και ο αμερικανός πολιτικός ακτιβιστής Στόκλι Καρμάικλ. Ο γάμος της με τον Καρμάικλ, που ήταν μέλος της ριζοσπαστικής οργάνωσης των μαύρων «Μαύροι Πάνθηρες», προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών στις ΗΠΑ και ακύρωση πολλών συναυλιών της. Το ζευγάρι αναγκάσθηκε να μετακομίσει και να ζήσει στη Γουινέα.

Το 2005 ξεκίνησε την αποχαιρετιστήρια περιοδεία της ανά τον κόσμο, που ολοκληρώθηκε με τρόπο μοιραίο. Συμμετέχοντας σε συναυλία στο Καστελβολτούρνο στα περίχωρα της Καζέρτας υπέρ του ιταλού συγγραφέα Ρομπέρτο Σαβιάνο («Γόμορρα»), τον οποίο απειλεί η ναπολιτάνικη Καμόρα, αισθάνθηκε αδιαθεσία και κατέρρευσε. Μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο της Καζέρτας, όπου αργά το βράδυ της 9ης Νοεμβρίου 2008 άφησε την τελευταία της πνοή από ανακοπή καρδίας, σε ηλικία 76 ετών. Ήταν ένας θάνατος, όπως τον φανταζόταν: να βρίσκεται επί σκηνής και να τραγουδά για καλό σκοπό.

Ελένη Κυπραίου, ελληνίδα δημοσιογράφος και ηθοποιός, η πρώτη τηλεπαρουσιάστρια της ελληνικής τηλεόρασης.
Νίκος Βούτσης, έλληνας πολιτικός (ΣΥΡΙΖΑ), Πρόεδρος της Βουλής από τον Οκτώβριο του 2015.
Κυριάκος Μητσοτάκης, έλληνας πολιτικός, πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Θάνατοι

 


μ.Χ.
Γιώργος Χαραλάμπους, κύπριος αγωνιστής. Φονεύτηκε στη Λεμεσό, αφού προηγουμένως είχε ρίξει χειροβομβίδα κατά άγγλων στρατιωτών. (Γεν. 1939)
Μαρία Πλυτά, ελληνίδα κινηματογραφίστρια, η πρώτη ελληνίδα σκηνοθέτιδα, με 25 ταινίες στο ενεργητικό της. («Τα Αρραβωνιάσματα», «Ο Λουστράκος», «Ο Ανήφορος») (Γεν. 1915)
Έλενα Ναθαναήλ, ελληνίδα ηθοποιός. (Γεν. 19/1/1947)

πηγη: www.sansimera.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου